31 Ιουλίου 2015

Η οικογένεια των Γιαννάρηδων της Κρήτης . Άντρες των αρμάτων και των γραμμάτων.


Η οικογένεια των Γιαννάρηδων της Κρήτης έχει την καταγωγή από το Βυζάντιο.Στην εποχή της Βενετοκρατίας εγκαταστάθηκε στα Χανιά και ύστερα από την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους (1669) τα περισσότερα μέλη της, γύρω στο 1700, κατέφυγαν στο χωριό Λάκκοι της Κυδωνίας. Εκεί έκτισαν τα σπίτια τους, τα οποία κατέστησαν, ταυτόχρονα, ορμητήρια, με τη συμμετοχή τους, στους συνεχείς αγώνες της Κρήτης εναντίον των Τούρκων. Διακρίθηκαν πολλοί. Γνωστότεροι και σημαντικότεροι απ’ αυτούς είναι: ο Γιανναρονικόλας (1690-1740), ο Γιανναρογιάννης και ο Γιανναροδάσκαλος, παππούς του Χατζη-Μιχάλη Γιάνναρη.
Ο Χατζη-Μιχάλης Γιάνναρης (1831-1916), γιος ιερέως, νεότατος συμμετείχε, ως οπλαρχηγός, στις πρώτες ένοπλες συναθροίσεις, στην Αγία Κυριακή Κισάμου και στα Μπουτσουνάρια Κυδωνίας, που οδήγησαν στην επανάσταση του 1858. Για την ανάδειξη των πολλών αρετών του, σ’ αυτή τη σύντομη επανάσταση, τον συνέλαβαν δόλια οι Τούρκοι στους Λάκκους, τον οδήγησαν δέσμιο στα Χανιά και τον έκλεισαν στη φυλακή, αφού τον διαπόμπευσαν στους δρόμους των πόλεων . Αποφυλακίστηκε το 1860, κατέφυγε στην Αθήνα και κατατάχθηκε, με εκατοντάδες άλλους επίλεκτους Κρήτες, στο «Πρότυπον τάγμα», που σύστησε τότε ο Δημ. Μπότσαρης. Μετά τη διάλυση εκείνου του τάγματος (1862), ο Χατζη-Μιχάλης Γιάνναρης επέστρεψε στην Κρήτη, αλλά οι Τούρκοι τον συνέλαβαν και τον έριξαν ξανά στις φυλακές των Χανίων. Απέδρασε και διέφυγε στα όρη, απ’ όπου παρενοχλούσε τους Τούρκους με τις τολμηρές επιδρομές του, μέχρι που αμνηστεύτηκε από την τουρκική κυβέρνηση.
Η πατριωτική δράση του Χατζη-Μιχάλη Γιάνναρη κορυφώθηκε λίγο πριν και με την έναρξη της μεγάλης κρητικής Επανάστασης (1866-1869). Ο γενναίος άνδρας υπήρξε από τους πρώτους προκρίτους των δυτικών διαμερισμάτων της μεγαλονήσου, οι οποίοι συμμετείχαν στις ένοπλες συναθροίσεις, του Φουρνέ και των Μπουτσουναρίων, του Ομαλού και του Μπρόσνερου, που πέτυχαν την προετοιμασία, την οργάνωση και την επίσημη κήρυξη της Επανάστασης, τον μεγάλο κρητικό ξεσηκωμό. Εκείνος εκλέχτηκε γενικός αρχηγός από τη «Γενική Συνέλευση των Κρητών», της οποίας υπήρξε μέλος, εμψύχωσε τους συμπατριώτες τους και τους οδήγησε στις πρώτες μάχες κατά των Τούκρων.
Οι σχέσεις με τους υπόλοιπους οπλαρχηγούς, οι συμφιλιωτικές του προσπάθειες στις αναφυόμενες μεταξύ τους διαφορές αλλά και τα παραινετικά και ενθαρρυντικά λόγια προς τους συμπολεμιστές του προώθησαν σημαντικά τον Κρητικό αγώνα. Ο ίδιος πολέμησε στις περισσότερες μάχες που δόθηκαν στη δυτική κυρίως Κρήτη, στις επαρχίες Κυδωνίας, Σελίνου, Σφακίων, Κισάμου, σε όλη τη διάρκεια της Επανάστασης. Εξακολούθησε να μάχεται μέχρι τα τέλη του 1868, οπότε η κρητική εξέγερση παρουσίασε σημαντική κάμψη. Τότε κατέφυγε στα κρησφύγετα των Λυεκών Ορέων, κι όταν οι Τούρκοι επικράτησαν, κατέθεσε τα όπλα και αποφάσισε να διαβίωσει ειρηνικά στο πυρπολημένο χωριό του. Όμως οι Τούρκοι τον συνέλαβαν και πάλι και τον Ιανουάριο του 1869, και τον οδήγησαν στα Χανιά και από εκεί τον εκτόπισαν στην Κωνσταντινούπολη, απ’ όπου, με τη συνδρομή της Ρωσικής Πρεσβείας, κατόρθωσε να δραπετεύσει και να καταφύγει στη Ρωσία, με το ψευδώνυμο Χατζημιχάλης. Έφθασε στην Οδησσό, όπου έτυχε θερμής υποδοχής και φιλοξενίας από τους ομογενείς και τη ρωσική κυβέρνηση, η οποία του χορήγησε και τιμητική σύνταξη 100 ρούβλια το μήνα για να ζήσει αξιοπρεπώς στην Πολτάβα της Ουκρανίας, όπου εγκαταστάθηκε.
Εκεί παρέμεινε μέχρι την έκρηξη του Ρωσοτουρκικού Πολέμου (1877), οπότε επέστρεψε εσπευσμένα στην Κρήτη και πρωτοστάτησε στη νέα επανάσταση του 1878, κατά την οποία, ως γενικός αρχηγός Κυδωνίας, διακρίθηκε στις μάχες των Κεραμειών, του Χοιρόσπηλιου, των Λάκκων κ.ά. από τον Φεβρουάριο έως τον Μάρτιο, και εργάστηκε για τη συνομολόγηση της σύμβασης της Χαλέπας. Αμέσως μετά πήγε στην Αθήνα, προκειμένου να αφιερώσει λίγο χρόνο και στην κόρη του...Το 1896 επέστρεψε στην Κρήτη για να προσφέρει και πάλι αξιόλογες υπηρεσίες σε συνεργασία με τον αρχηγό του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος Τιμολέοντα Βάσο, τον Ιαν. 1897, στη νικηφόρα μάχη του ελληνικού στρατού στα Λιβάδια της Αγιάς Χανίων, όπου ο 66ετής πολέμαρχος τερμάτισε την πολεμική του δράση, που αριθμεί 39 χρόνια. Μετά τα πρώτα Ελευθέρια, ο Χατζη-Μιχάλης Γιάνναρης εκλέχτηκε πληρεξούσιος Χανίων στην πρώτη Κρητική Εθνοσυνέλευση... Αργότερα, το 1912, προέδρευσε στην Κρητική Συνέλευση, που κήρυξε την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Η τύχη τον ευνόησε όχι μόνο να ζήσει αυτή τη στιγμή αλλά και να δει την πραγματοποίηση του μοναδικού σκοπού των μακρών αγώνων του. Πέθανε σε ηλικία 85 ετών, κηδεύτηκε με τιμές στρατηγού και τάφηκε στον ιστορικό Ομαλό, στον λόφο του Αγίου Παντελεήμονος...
Ο Χατζη-Μιχάλης Γιάνναρης είναι από τους Κρητικούς που είχε μάθει, από τις περιστάσεις, μόνο να πολεμά, κι όταν έπιανε τη γραφίδα, το έκανε διστακτικά. Αυτός ο δισταγμός εκφράζεται έντονα στις δραματοποιημένες αναμνήσεις του με τίτλο: Η Κρητικοπούλα (Αθήνα 1894), όπως: 
«Μ’ εξαναγκάζουν, μ’ ενοχλούν να γράφω, να κηρύξω,// μ’ ό,τι μπορώ κι όπως μπορώ, τα ρούχα μου να ρίξω.// Δε δύναμαι και δε μπορώ, γράμματα δε γνωρίζω// να μπω σ’ αυτό τον κίνδυνο½ μα πάλι αποφασίζω...».

Στην έκδοση είναι εμφανής η επιμέλεια του φημισμένου φιλολόγου Α.Ν. Γιάνναρη, πρώτου ανιψιού του...

ΠΗΓΗ
Μιχάλης Τρούλης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μην πυροβολείτε ασκόπως