Με την υπογραφή του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου (6 Ιουλίου 1827) από την Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία, αναγνωρίστηκε η ανεξαρτησία
της Ελλάδας. Με το
ίδιο Πρωτόκολλο, η τύχη της Κρήτης είχε οριστικά
κριθεί: θα έμενε εκτός των ορίων του νεοσύστατου
ελληνικού κράτους.
Συγχρόνως η αγγλική
διπλωματία έπεισε τις δυο άλλες δυνάμεις
πως πρέπει η Κρήτη να αποσπαστεί από την κυριαρχία
του σουλτάνου και να
παραδοθεί σ' έναν «Τρίτο». Δικαιολογία του συλλογισμού αυτού ήταν
το πρόσχημα πως ο
«τρίτος» θα παρενέβαινε μεταξύ των
δυο σύνοικων στοιχείων της Κρήτης (Ελλήνων και Τούρκων)
και, με την
παρέμβασή του, θα αποτρεπόταν η αλληλοεξόντωση. Έτσι προτάθηκε από την
Αγγλία ο αντιβασιλέας της Αιγύπτου, Μεχμέτ Αλή, η
Μωχάμετ Αλή Πασάς
ο οποίος όμως δεν ήταν ανεξάρτητος ηγεμόνας αλλά υποτελής στον σουλτάνο της Τουρκίας Μαχμούτ Β. Ζήτησε από τον σουλτάνο της Τουρκίας να του παραχωρήσει την Κρήτη, ως αποζημίωση για τα τεράστια έξοδα της εκστρατείας του γιου του, Ιμβραήμ, στην Πελοπόννησο. Η πρόταση αυτή έγινε σε χρόνο που ολόκληρη η ύπαιθρος της Κρήτης ήταν ελεύθερη, διοικούμενη από το Κρητικό Συμβούλιο, με επικεφαλής τον Ύπατο Αρμοστή Κρήτης, διορισμένο από την ελληνική κυβέρνηση του Ναυπλίου, Χανιώτη αγωνιστή Νικόλαο Ρενιέρη. Απώτερος σκοπός της αγγλικής διπλωματίας ήταν, σε κατάλληλο χρόνο, χωρίς να θίξει την ακεραιότητα της Τουρκίας που με πάθος υποστήριζε, ν' αρπάξει, από τον «τρίτο» την Κρήτη, που τη χρειαζόταν για να στερεώσει την κυριαρχία της Αγγλίας σ' ολόκληρη τη Μεσόγειο. Παράλληλα με την παραπάνω υπόδειξη στον αντιβασιλέα της Αιγύπτου, η Αγγλία:
ο οποίος όμως δεν ήταν ανεξάρτητος ηγεμόνας αλλά υποτελής στον σουλτάνο της Τουρκίας Μαχμούτ Β. Ζήτησε από τον σουλτάνο της Τουρκίας να του παραχωρήσει την Κρήτη, ως αποζημίωση για τα τεράστια έξοδα της εκστρατείας του γιου του, Ιμβραήμ, στην Πελοπόννησο. Η πρόταση αυτή έγινε σε χρόνο που ολόκληρη η ύπαιθρος της Κρήτης ήταν ελεύθερη, διοικούμενη από το Κρητικό Συμβούλιο, με επικεφαλής τον Ύπατο Αρμοστή Κρήτης, διορισμένο από την ελληνική κυβέρνηση του Ναυπλίου, Χανιώτη αγωνιστή Νικόλαο Ρενιέρη. Απώτερος σκοπός της αγγλικής διπλωματίας ήταν, σε κατάλληλο χρόνο, χωρίς να θίξει την ακεραιότητα της Τουρκίας που με πάθος υποστήριζε, ν' αρπάξει, από τον «τρίτο» την Κρήτη, που τη χρειαζόταν για να στερεώσει την κυριαρχία της Αγγλίας σ' ολόκληρη τη Μεσόγειο. Παράλληλα με την παραπάνω υπόδειξη στον αντιβασιλέα της Αιγύπτου, η Αγγλία:
1) Πίεσε τον σουλτάνο
να δεχτεί να παραχωρήσει την Κρήτη
στον Μεχμέτ Αλή.
2) Με πρωτοφανή
αυστηρότητα, σύστησε στην κυβέρνηση του
Ναυπλίου να παύσει να εφοδιάζει τους
επαναστάτες της Κρήτης με
πολεμοφόδια.
3) Με τη δύναμη του
πανίσχυρου στόλου της εξετόπισε από τη
Γραμβούσα τους
επαναστάτες.
4) Ο
αγγλικός στόλος απέκλεισε ασφυκτικά την Κρήτη.
Με τις παραπάνω
ενέργειες η Αγγλία πέτυχε το σκοπό της.
Ο σουλτάνος παραχώρησε
την Κρήτη στον Μεχμέτ Αλή.
Όπως ήταν φυσικό,
ύστερα από τον αυστηρό αποκλεισμό
της Κρήτης και την έξωση
των επαναστατών από την ελεύθερη
Γραμβούσα, έπαψε ο
εφοδιασμός των Κρητικών σε τρόφιμα
και πυρομαχικά και η
επανάσταση σιγά-σιγά έσβησε.
Ο Μεχμέτ Αλή, τον Σεπτέμβριο του 1830, έστειλε τακτικό
στρατό στην Κρήτη με αρχηγό τον Οσμάν Νουρεντίν Πασά. Οι
Αιγύπτιοι αποβιβάστηκαν
στο χωριό Καλύβες της επαρχίας του Αποκόρωνα
και σιγά σιγά, με το σβήσιμο της επανάστασης, προωθήθηκαν ανεμπόδιστα
και κατάκτησαν ολόκληρη την Κρήτη.
Ουσιαστικά, από το φθινόπωρο του 1830, η Κρήτη, βρισκόταν
στην κυριαρχία του αντιβασιλέα της Αιγύπτου, Μεχμέτ
Αλή.
Πρώτος γενικός διοικητής Κρήτης έγινε ο Μουσταφά Πασάς, ο οποίος
μιλούσε την ελληνική γλώσσα και η σύζυγός του ήταν Ελληνίδα, η Ελένη
Βολανάκη από την επαρχία Μυλοποτάμου Ρεθύμνου. Αυστηρός με τους
Τουρκοκρητικούς αποκατέστησε την τάξη, έδωσε άδεια να ξαναχτιστούν και
να επισκευαστούν τα μοναστήρια και οι εκκλησίες, κατασκεύασε δημόσια
έργα (ο πρώτος αμαξωτός δρόμος Σούδας- Χανίων), κατασκευάστηκε ο
Φάρος του λιμανιού των Χανίων και εγκατέστησε τυπογραφείο όπου
εκδόθηκε η πρώτη εφημερίδα της Κρήτης «Βακάι Γκίριτ» . Ήταν τετρασέλιδη, μικρού σχήματος. Κάθε σελίδα
διαιρούνταν σε δυο ίσες στήλες. Στη δεξιά στήλη το κείμενο γραφόταν στα
αραβικά και στην αριστερή, το ίδιο κείμενο στα ελληνικά. Η Εφημερίδα
αυτή είχε θέση επίσημης εφημερίδας της Γενικής Διοίκησης Κρήτης.
Εκδίδονταν μια φορά την εβδομάδα. Δημοσιεύονταν εγκύκλιοι πασάδων,
πράξεις Διοικητικών Συμβουλίων κ.α. Έπαψε να εκδίδεται αμέσως μετά την
επαναφορά της τουρκικής κυριαρχίας.
Η θρησκευτική πολιτική, επί Αιγυπτιοκρατίας, υπήρξε γενικά
ανεξίθρησκη. Η αλλαγή της θρησκείας, επίσημα, απαγορευόταν. Η Διοίκηση
επέμενε να υπενθυμίζει στους υπηκόους ότι δεν επιτρεπόταν η επέμβαση
στις θρησκευτικές δοξασίες του καθενός. Στο διάστημα αυτό οι
περισσότεροι εκχριστιανισμοί έγιναν σιωπηρά, χωρίς να απασχολήσουν την
εξουσία. Προβλήματα σε βάρος εκχριστιανισμένων παρουσιάζονταν όταν
θιγόταν η μουσουλμανική κοινότητα ή όταν υπήρχε θέμα διεκδίκησης της
περιουσίας των εκχριστιανιζόμενων από τους μουσουλμάνους συγγενείς τους.
« το κίνημα στις Μουρνιές»
Ωστόσο βαρύτατοι
φόροι επιβλήθηκαν σε Τουρκοκρητικούς και σε
Έλληνες της Κρήτης από το
τέλος του έτους 1831. Η είσπραξη
των φόρων αυτών γινόταν
με πρωτοφανή αγριότητα. Η βαριά
φορολογία και ο τρόπος είσπραξής της δυσαρέστησε και τους
Τουρκοκρητικούς γιατί δεν ήταν
συνηθισμένοι να πληρώνουν φόρους και ακόμη γιατί το ύψος της φορολογίας ήταν πολύ μεγάλο.
Οι παραπάνω αιτίες
ανάγκασαν τους προύχοντες των Ελλήνων
της πόλης και της υπαίθρου του νομού Χανίων να καλέσουν
το λαό, Έλληνες και Τούρκους, σε άοπλη ειρηνική συγκέντρωση
στο χωριό Μουρνιές Κυδωνίας..
Σκοπός της
συγκέντρωσης
ήταν να γίνει διαμαρτυρία στις τρεις μεγάλες δυνάμεις, που «επέβαλαν» τον Μεχμέτ Αλή στην Κρήτη,
για τη δυσβάστακτη φορολογία και τον απάνθρωπο τρόπο της
είσπραξής της και να ζητηθεί από τις τρεις
αυτές δυνάμεις προστασία.
Η συνάθροιση
πραγματοποιήθηκε. Δυο χιλιάδες περίπου
Έλληνες του νομού Χανίων
και λίγοι Τουρκοκρητικοί προσήλθαν.
Οι συναθροισθέντες συνέταξαν αναφορά με χρονολογία 20
Σεπτεμβρίου 1833, όπου με
λεπτομέρειες περιέγραφαν την αφόρητη
κατάσταση του λαού της Κρήτης εξαιτίας των δυσβάστακτων
φόρων και της βάρβαρης και απάνθρωπης συμπεριφοράς
των οργάνων της
αιγυπτιακής διοίκησης.
Στη συνέχεια η
συνέλευση εξουσιοδότησε τους Αντώνη Κυριακάκη
και Παναγιώτη Μυγιάκη να μεταβούν στην Κωνσταντινούπολη,
να παραδώσουν την αναφορά στους πρεσβευτές
της Αγγλίας, Γαλλίας
και Ρωσίας και ν' αναπτύξουν προφορικά
τα αιτήματα του κρητικού λαού.
Όλα πραγματοποιήθηκαν
ειρηνικά και με τάξη, χωρίς να
ενοχληθεί κανείς από τον γενικό διοικητή της Κρήτης Μουσταφά
Πασά που, με όργανά του, παρακολουθούσε τις πράξεις
των συναθροισθέντων.
«Τρία κεφάλια σ' ένα καπέλο δεν χωρούν»
Τα γεγονότα παρακολουθούσε και ο Άγγλος
πρόξενος
Χανίων. Όταν ο Άγγλος πρόξενος
πληροφορήθηκε την αποστολή
επιτροπής στην
Κωνσταντινούπολη και το περιεχόμενο της αναφοράς,
ενήργησε χωρίς καθυστέρηση: ειδοποίησε τον Άγγλο
ναύαρχο της μοίρας του αγγλικού στόλου, που ναυλοχούσε
στη Σούδα, να μεταβεί
στο χωριό Μουρνιές μαζί με τους ναυάρχους
Γαλλίας και Ρωσίας. (Μοίρα του πολεμικού στόλου των
χωρών αυτών ναυλοχούσε
στη Σούδα).
Όταν όλοι οι παραπάνω —
Άγγλος πρόξενος Χανίων και οι ναύαρχοι Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας —
πήγαν στις Μουρνιές, κάλεσαν τους
εκπροσώπους των συναθροισθέντων
και τους ρώτησαν για τα αιτήματά
τους. Οι αντιπρόσωποι απάντησαν πως η αιγυπτιακή διοίκηση είναι
απάνθρωπη και αβάσταχτη και πως ο
κρητικός λαός επιθυμεί την αυτοδιοίκησή
του με την προστασία των τριών μεγάλων δυνάμεων.
Όταν ο Άγγλος πρόξενος άκουσε τα παραπάνω
αιτήματα, απάντησε
σιβυλλικά: «Τρία κεφάλια σ' ένα καπέλο δεν χωρούν»
υπονοώντας πως οι Κρητικοί έπρεπε να ζητήσουν την
προστασία μόνο της Αγγλίας.
Οι αντιπρόσωποι των
συναθροισθέντων, όταν πληροφορήθηκαν την απάντηση του Άγγλου πρόξενου,
αρνήθηκαν κατηγορηματικά να ζητήσουν
προστασία μόνο από την Αγγλία. Η
συμπεριφορά τους αυτή εξόργισε τον πρόξενο και το ναύαρχο της Αγγλίας οι
οποίοι σύστησαν στον γενικό διοικητή Μουσταφά πασά να μεταχειριστεί τους
συναθροισθέντες ως κακοποιούς και επαναστάτες. Με πολυάριθμες ισχυρές
στρατιωτικές δυνάμεις πεζικού και ιππικού συνελήφθησαν 122 άτομα και
πολλοί από αυτούς κρεμάστηκαν (25-9-1833).
Μετά
το κίνημα στις Μουρνιές και μέχρι το τέλος της Αιγυπτιοκρατίας
επικράτησε στην Κρήτη ειρήνη. Ο Μωχάμετ Αλή, θέλοντας να αυξήσει τον
πληθυσμό του νησιού και να αναπτύξει την κατεστραμένη από τον πόλεμο
οικονομία, διευκόλυνε την επιστροφή των Κρητών προσφύγων. Οι πρόσφυγες
ήταν ελεύθεροι να εγκατασταθούν στο νησί με την προϋπόθεση να αρνηθούν
την ελληνική υπηκοότητα και να γίνουν οθωμανοί υπήκοοι. Το μέτρο αυτό
όμως δεν εφαρμόστηκε με αυστηρότητα και έτσι πολλοί από τους
Κρητοέλληνες που εγκαταστάθηκαν στο νησί, στο διάστημα 1834-38,
διατήρησαν εκτός από την περιουσία τους και την ελληνική υπηκοότητα.
Ο
Μεχμέτ Αλή, που είχε σκοπό να κυριαρχήσει μόνιμα στην Κρήτη, κήρυξε
πόλεμο εναντίον του σουλτάνου αλλά ηττήθηκε (1840). Έτσι η Κρήτη
επανέρχεται στα χέρια των Τούρκων. Στις 27-11-1841 ο Μεχμέτ Αλή
παραιτήθηκε επίσημα από την κυριαρχία της Κρήτης .
Το
τέλος της Αιγυπτιοκρατίας βρήκε τους χριστιανούς να υπερέχουν σε
σύγκριση με τους μουσουλμάνους συμπατριώτες τους όχι μόνο θρησκευτικά
αλλά και οικονομικά και οργανωτικά.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Μην πυροβολείτε ασκόπως