Η Κρήτη έπεσε στα χέρια των Τούρκων το έτος 1669.
πριν από αυτούς το νησί κατείχαν επί 465 χρόνια οι Ενετοί. Η τουρκική κατοχή όμως, ήταν ασυγκρίτως πολύ πιο σκληρή από εκείνη των Βενετών.
Μέσα σε 152 χρόνια μέχρι το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821, οι Οθωμανοί είχαν καταφέρει είτε με τη βία, είτε τάζοντας προνόμια να εξισλαμίσουν το μισό σχεδόν πληθυσμό του νησιού.
Ο Φωτιάδης αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Στο 1821 η Κρήτη μέτραγε 265.000 ψυχές. Απ’ αυτούς οι 140.000 ήταν χριστιανοί και οι 123.000 οθωμανοί. Οι τελευταίοι από πού είχαν έρθει; Από πουθενά. Στην παμψηφία τους σχεδόν ήταν κι αυτοί κάποτε χριστιανοί που τούρκεψαν, και γι’ αυτό σωστά ονομάστηκαν Τουρκοκρητικοί. Χαρακτηριστικό μάλιστα είναι πως τη μόνη γλώσσα που μιλούσαν, ως την εποχή της ανταλλαγής των πληθυσμών έπειτα από τη συνθήκη της Λωζάννης, ήταν τα ελληνικά»
Και όχι μέχρι τότε, αλλά μέχρι και σήμερα οι Τουρκοκρητικοί που κατοικούν στις Κυδωνιές (Αϊβαλί) στα παράλια της Μικράς Ασίας, όπου τους εγκατέστησε το τουρκικό κράτος μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών, μιλούν ακόμα Ελληνικά τόσο οι παλαιότεροι όσο και οι νεώτεροι. Μάλιστα οι ίδιοι συχνά με λύπη εξομολογούνται πως στην Ελλάδα τους έλεγαν Τούρκους και στην Τουρκία τους αποκαλούν Έλληνες!
Το σημαντικότερο όλων είναι, ότι οι άνθρωποι αυτοί διατηρούν ζώσα την Ελληνική γλώσσα δίχως να είναι χριστιανοί ή κρυπτοχριστιανοί, εφόσον εξαιτίας της ισλαμικής τους πίστης εκδιώχθηκαν από την Κρήτη ως Τούρκοι,
«Όσοι από τους πρώτους Τούρκους κατακτητές απόμειναν στην Κρήτη»,
γράφει ο Δημήτρης Φωτιάδης,
«απόχτησαν, με τη βία, Ρωμιές γυναίκες. Έπειτα ακολούθησε το παιδομάζωμα.
Δεκαπέντε χιλιάδες χριστιανοπαίδια αρπάχτηκαν και γίνηκαν γενίτσαροι. οι περίφημοι “ξεκούλωτοι” καθώς ονομάστηκαν, όπως δεν φόραγαν τίποτα στο κεφάλι.
Στάθηκαν ο τρόμος και η μάστιγα των χριστιανών. Η ζωή των ραγιάδων κατάντησε αβάστακτη. Στην Κρήτη, εξόν από τα Σφακιά, οι χριστιανοί δεν είχαν το παραμικρό προνόμιο, ούτε κι’ αυτό ακόμα της δημογεροντίας. Η απελπισία τους οδηγούσε στον ομαδικό εξισλαμισμό. “Χωριά ολόκληρα αποκαμωμένα ικέτευαν εις τας εκκλησίας τον Χριστόν να τους σώση, διότι δεν έβλεπαν από ποίον άλλον μπορούσαν να ζητήσουν έλεος, και τέλος του ώριζαν προθεσμίαν, μέχρι της οποίας θ’ ανέμενον την βοήθειάν του. Και όταν η προθεσμία περνούσε, τα χωριά αυτά προσήρχοντο εις τον ισλαμισμόν. Και πάντοτε οι νέοι εξωμόται, δια να κερδίσουν την θέσιν των μεταξύ των παλαιοτέρων, εφρόντιζαν να τους υπερβάλλουν εις τας επιθέσεις κατά των μέχρι της χθες ομοδόξων των
Με διπλωματική αποστολή φτάνει στην Κρήτη το 1782 ο Γάλλος ευγενής Feri?res Sauveboeuf. Για τους «Τούρκους» του νησιού πιστεύει ότι:
«…το ένα τρίτο των μουσουλμάνων της Κρήτης είναι Έλληνες εξωμότες.
Εξασφαλίζοντας ασυδοσία καταδυναστεύουν τους Κρητικούς και η εμφάνισή τους προκαλεί τρόμο σ’ ολόκληρο το Αιγαίο»
Οι περισσότεροι εξισλαμισμοί έγιναν στην Κρήτη μετά τα Ορλωφικά (1770).
Και ήταν τόσοι πολλοί οι χριστιανοί που από φόβο «επιθυμούσαν» να ασπαστούν το Ισλάμ «ώστε οι μουσουλμάνοι φοβηθέντες μη υστερηθώσι της προσωπικής υπηρεσίας των αθλίων χριστιανών, εργαζομένων νυχθημερών υπέρ της ευζωίας αυτών, ηρνούντο πλέον να δέχωνται αυτούς».
Οι εξωμότες, επειδή κατέχονταν από τύψεις για την πράξη τους και από μίσος σ’ εκείνους που είχαν παραμείνει πιστοί στα «ρωμαίικα» καταντούσαν σκληρότεροι από τους γεννημένους μουσουλμάνους. Μάλιστα συχνά διατηρούσαν τα ελληνικά τους επώνυμα (το όνομα αραβικό, το επώνυμο ελληνικό) και για συζύγους προτιμούσαν χριστιανές. Από την άλλοι, πολλοί χριστιανοί έδιναν πρόθυμα τις κόρες τους νύφες στους εξωμότες για να εξασφαλίσουν την προστασία τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις επιλεγόταν κάποιος από μία οικογένεια να ασπαστεί το Ισλάμ, ενώ οι υπόλοιποι παρέμεναν χριστιανοί, και έτσι ως «Τούρκος» πλέον μπορούσε εύκολα να προστατεύει τους συγγενείς του. Γι’ αυτό, ακόμα και σήμερα, οι Τουρκοκρητικοί που μετά την εκδίωξή τους από τη μεγαλόνησο εγκαταστάθηκαν από το τουρκικό κράτος στις Κυδωνιές της Μικράς Ασίας, όχι μόνο παραμένουν όπως είπαμε ελληνόφωνοι αλλά και λένε πως έχουν συγγενείς χριστιανούς στην Κρήτη!
Το 1817, παραμονές της Επανάστασης του 1821, επισκέπτεται την Κρήτη ο Γερμανός γιατρός και βοτανολόγος Franz Sieber. Αντιλαμβάνεται αμέσως ότι η συντριπτική πλειοψηφία των μουσουλμάνων κατοίκων του νησιού, των λεγόμενων «Τουρκοκρητικών» (οι οποίοι ήταν μόνο ελληνόφωνοι) είχαν ελληνική καταγωγή. Ο ίδιος περιγράφει πόσο εύκολο ήταν κανείς να ασπαστεί το Ισλάμ:
«Για να αλλάξει ένας Έλληνας την πίστη του, αρκεί να βγει στο δρόμο και να φωνάξει: “Ένας είναι ο Θεός και μόνος προφήτης του ο Μωάμεθ”. Αμέσως τον παραλαμβάνουν οι Τούρκοι και τον οδηγούν θριαμβευτικά στο σπίτι ενός μουσουλμάνου προεστού. Εκείνος τον ντύνει με πλούσια φορεσιά, τον φορτώνει δώρα και τον θέτει υπό την προστασία του. Ύστερα σχηματίζεται θορυβώδης εκδήλωση κι’ ο νεοφώτιστος μεταφέρεται στους ώμους και επιδεικνύεται στο λαό. Η πομπή καταλήγει στο τζαμί όπου συντελείται η καθιερωμένη περιτομή
Τόσο απλά, με συνοπτικές διαδικασίες. Το πρωί έφευγες από το σπίτι σου χριστιανός και ρωμιός, το βράδυ γύριζες Τούρκος!
Σαν ξέσπασε η Επανάσταση στην Κρήτη στις 21 Μαΐου του 1821, στην ουσία δεν ήταν πόλεμος μεταξύ Ελλήνων και Οθωμανών, αλλά εμφύλιος μεταξύ Ελλήνων χριστιανών και Ελλήνων μουσουλμάνων. Στην πραγματικότητα ήταν ένας πόλεμος θρησκευτικός, και αυτοί αποδεδειγμένα είναι οι πιο σκληροί και αδίστακτοι:
« πουθενά σ’ όλη την άλλη Ελλάδα ο πόλεμος δεν στάθηκε πιο άγριος απ’ όσο στην Κρήτη. Και τα δύο μέρη, ραγιάδες κι αφέντες, χτύπαγαν ανελέητα. Αν και μίλαγαν την ίδια γλώσσα, τους χώριζε άβυσσος το μίσος, όπως γίνεται πάντα ανάμεσα σ’ εκείνους που αλλαξοπίστησαν και σ’ αυτούς που μένουν πιστοί στον εθνισμό τους»
Όταν στις 5 Ιουλίου οι μουσουλμάνοι κάτοικοι του Ρεθύμνου και των Χανίων απέτυχαν να νικήσουν τους Σφακιανούς, και γνώρισαν συντριπτική ήττα στα Καμπιά, ανέλαβαν να πνίξουν την εξέγερση οι Καστρινοί Τουρκοκρητικοί, δηλαδή οι κάτοικοι του Ηρακλείου. Αυτοί, «όσο που ετοιμάζονταν να εκστρατέψουν τραγουδούσαν τούτη εδώ τη μαντινάδα στη μόνη γλώσσα που ήξεραν, στα ελληνικά:
»Ελάτε εμείς οι Καστρινοί, οι φοβεροί παιγνιώτες,
να πα να λευτερώσουμε τσι Ρεθυμνοχανιώτες»
Βεβαίως οι Καστρινοί τελικά γνώρισαν και αυτή την πολυαίμακτη ήττα από τους ανίκητους Σφακιανούς, αλλά το θέμα μας εδώ είναι, ότι ακόμα και τα πολεμικά τους άσματα, που τα τραγούδαγαν με αφορμή τη σφαγή που ετοίμαζαν στους μαχητές της ελληνικής ελευθερίας, τα τραγούδαγαν στα Ελληνικά!
πριν από αυτούς το νησί κατείχαν επί 465 χρόνια οι Ενετοί. Η τουρκική κατοχή όμως, ήταν ασυγκρίτως πολύ πιο σκληρή από εκείνη των Βενετών.
Μέσα σε 152 χρόνια μέχρι το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821, οι Οθωμανοί είχαν καταφέρει είτε με τη βία, είτε τάζοντας προνόμια να εξισλαμίσουν το μισό σχεδόν πληθυσμό του νησιού.
Ο Φωτιάδης αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Στο 1821 η Κρήτη μέτραγε 265.000 ψυχές. Απ’ αυτούς οι 140.000 ήταν χριστιανοί και οι 123.000 οθωμανοί. Οι τελευταίοι από πού είχαν έρθει; Από πουθενά. Στην παμψηφία τους σχεδόν ήταν κι αυτοί κάποτε χριστιανοί που τούρκεψαν, και γι’ αυτό σωστά ονομάστηκαν Τουρκοκρητικοί. Χαρακτηριστικό μάλιστα είναι πως τη μόνη γλώσσα που μιλούσαν, ως την εποχή της ανταλλαγής των πληθυσμών έπειτα από τη συνθήκη της Λωζάννης, ήταν τα ελληνικά»
Και όχι μέχρι τότε, αλλά μέχρι και σήμερα οι Τουρκοκρητικοί που κατοικούν στις Κυδωνιές (Αϊβαλί) στα παράλια της Μικράς Ασίας, όπου τους εγκατέστησε το τουρκικό κράτος μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών, μιλούν ακόμα Ελληνικά τόσο οι παλαιότεροι όσο και οι νεώτεροι. Μάλιστα οι ίδιοι συχνά με λύπη εξομολογούνται πως στην Ελλάδα τους έλεγαν Τούρκους και στην Τουρκία τους αποκαλούν Έλληνες!
Το σημαντικότερο όλων είναι, ότι οι άνθρωποι αυτοί διατηρούν ζώσα την Ελληνική γλώσσα δίχως να είναι χριστιανοί ή κρυπτοχριστιανοί, εφόσον εξαιτίας της ισλαμικής τους πίστης εκδιώχθηκαν από την Κρήτη ως Τούρκοι,
«Όσοι από τους πρώτους Τούρκους κατακτητές απόμειναν στην Κρήτη»,
γράφει ο Δημήτρης Φωτιάδης,
«απόχτησαν, με τη βία, Ρωμιές γυναίκες. Έπειτα ακολούθησε το παιδομάζωμα.
Δεκαπέντε χιλιάδες χριστιανοπαίδια αρπάχτηκαν και γίνηκαν γενίτσαροι. οι περίφημοι “ξεκούλωτοι” καθώς ονομάστηκαν, όπως δεν φόραγαν τίποτα στο κεφάλι.
Στάθηκαν ο τρόμος και η μάστιγα των χριστιανών. Η ζωή των ραγιάδων κατάντησε αβάστακτη. Στην Κρήτη, εξόν από τα Σφακιά, οι χριστιανοί δεν είχαν το παραμικρό προνόμιο, ούτε κι’ αυτό ακόμα της δημογεροντίας. Η απελπισία τους οδηγούσε στον ομαδικό εξισλαμισμό. “Χωριά ολόκληρα αποκαμωμένα ικέτευαν εις τας εκκλησίας τον Χριστόν να τους σώση, διότι δεν έβλεπαν από ποίον άλλον μπορούσαν να ζητήσουν έλεος, και τέλος του ώριζαν προθεσμίαν, μέχρι της οποίας θ’ ανέμενον την βοήθειάν του. Και όταν η προθεσμία περνούσε, τα χωριά αυτά προσήρχοντο εις τον ισλαμισμόν. Και πάντοτε οι νέοι εξωμόται, δια να κερδίσουν την θέσιν των μεταξύ των παλαιοτέρων, εφρόντιζαν να τους υπερβάλλουν εις τας επιθέσεις κατά των μέχρι της χθες ομοδόξων των
Με διπλωματική αποστολή φτάνει στην Κρήτη το 1782 ο Γάλλος ευγενής Feri?res Sauveboeuf. Για τους «Τούρκους» του νησιού πιστεύει ότι:
«…το ένα τρίτο των μουσουλμάνων της Κρήτης είναι Έλληνες εξωμότες.
Εξασφαλίζοντας ασυδοσία καταδυναστεύουν τους Κρητικούς και η εμφάνισή τους προκαλεί τρόμο σ’ ολόκληρο το Αιγαίο»
Οι περισσότεροι εξισλαμισμοί έγιναν στην Κρήτη μετά τα Ορλωφικά (1770).
Και ήταν τόσοι πολλοί οι χριστιανοί που από φόβο «επιθυμούσαν» να ασπαστούν το Ισλάμ «ώστε οι μουσουλμάνοι φοβηθέντες μη υστερηθώσι της προσωπικής υπηρεσίας των αθλίων χριστιανών, εργαζομένων νυχθημερών υπέρ της ευζωίας αυτών, ηρνούντο πλέον να δέχωνται αυτούς».
Οι εξωμότες, επειδή κατέχονταν από τύψεις για την πράξη τους και από μίσος σ’ εκείνους που είχαν παραμείνει πιστοί στα «ρωμαίικα» καταντούσαν σκληρότεροι από τους γεννημένους μουσουλμάνους. Μάλιστα συχνά διατηρούσαν τα ελληνικά τους επώνυμα (το όνομα αραβικό, το επώνυμο ελληνικό) και για συζύγους προτιμούσαν χριστιανές. Από την άλλοι, πολλοί χριστιανοί έδιναν πρόθυμα τις κόρες τους νύφες στους εξωμότες για να εξασφαλίσουν την προστασία τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις επιλεγόταν κάποιος από μία οικογένεια να ασπαστεί το Ισλάμ, ενώ οι υπόλοιποι παρέμεναν χριστιανοί, και έτσι ως «Τούρκος» πλέον μπορούσε εύκολα να προστατεύει τους συγγενείς του. Γι’ αυτό, ακόμα και σήμερα, οι Τουρκοκρητικοί που μετά την εκδίωξή τους από τη μεγαλόνησο εγκαταστάθηκαν από το τουρκικό κράτος στις Κυδωνιές της Μικράς Ασίας, όχι μόνο παραμένουν όπως είπαμε ελληνόφωνοι αλλά και λένε πως έχουν συγγενείς χριστιανούς στην Κρήτη!
Το 1817, παραμονές της Επανάστασης του 1821, επισκέπτεται την Κρήτη ο Γερμανός γιατρός και βοτανολόγος Franz Sieber. Αντιλαμβάνεται αμέσως ότι η συντριπτική πλειοψηφία των μουσουλμάνων κατοίκων του νησιού, των λεγόμενων «Τουρκοκρητικών» (οι οποίοι ήταν μόνο ελληνόφωνοι) είχαν ελληνική καταγωγή. Ο ίδιος περιγράφει πόσο εύκολο ήταν κανείς να ασπαστεί το Ισλάμ:
«Για να αλλάξει ένας Έλληνας την πίστη του, αρκεί να βγει στο δρόμο και να φωνάξει: “Ένας είναι ο Θεός και μόνος προφήτης του ο Μωάμεθ”. Αμέσως τον παραλαμβάνουν οι Τούρκοι και τον οδηγούν θριαμβευτικά στο σπίτι ενός μουσουλμάνου προεστού. Εκείνος τον ντύνει με πλούσια φορεσιά, τον φορτώνει δώρα και τον θέτει υπό την προστασία του. Ύστερα σχηματίζεται θορυβώδης εκδήλωση κι’ ο νεοφώτιστος μεταφέρεται στους ώμους και επιδεικνύεται στο λαό. Η πομπή καταλήγει στο τζαμί όπου συντελείται η καθιερωμένη περιτομή
Τόσο απλά, με συνοπτικές διαδικασίες. Το πρωί έφευγες από το σπίτι σου χριστιανός και ρωμιός, το βράδυ γύριζες Τούρκος!
Σαν ξέσπασε η Επανάσταση στην Κρήτη στις 21 Μαΐου του 1821, στην ουσία δεν ήταν πόλεμος μεταξύ Ελλήνων και Οθωμανών, αλλά εμφύλιος μεταξύ Ελλήνων χριστιανών και Ελλήνων μουσουλμάνων. Στην πραγματικότητα ήταν ένας πόλεμος θρησκευτικός, και αυτοί αποδεδειγμένα είναι οι πιο σκληροί και αδίστακτοι:
« πουθενά σ’ όλη την άλλη Ελλάδα ο πόλεμος δεν στάθηκε πιο άγριος απ’ όσο στην Κρήτη. Και τα δύο μέρη, ραγιάδες κι αφέντες, χτύπαγαν ανελέητα. Αν και μίλαγαν την ίδια γλώσσα, τους χώριζε άβυσσος το μίσος, όπως γίνεται πάντα ανάμεσα σ’ εκείνους που αλλαξοπίστησαν και σ’ αυτούς που μένουν πιστοί στον εθνισμό τους»
Όταν στις 5 Ιουλίου οι μουσουλμάνοι κάτοικοι του Ρεθύμνου και των Χανίων απέτυχαν να νικήσουν τους Σφακιανούς, και γνώρισαν συντριπτική ήττα στα Καμπιά, ανέλαβαν να πνίξουν την εξέγερση οι Καστρινοί Τουρκοκρητικοί, δηλαδή οι κάτοικοι του Ηρακλείου. Αυτοί, «όσο που ετοιμάζονταν να εκστρατέψουν τραγουδούσαν τούτη εδώ τη μαντινάδα στη μόνη γλώσσα που ήξεραν, στα ελληνικά:
»Ελάτε εμείς οι Καστρινοί, οι φοβεροί παιγνιώτες,
να πα να λευτερώσουμε τσι Ρεθυμνοχανιώτες»
Βεβαίως οι Καστρινοί τελικά γνώρισαν και αυτή την πολυαίμακτη ήττα από τους ανίκητους Σφακιανούς, αλλά το θέμα μας εδώ είναι, ότι ακόμα και τα πολεμικά τους άσματα, που τα τραγούδαγαν με αφορμή τη σφαγή που ετοίμαζαν στους μαχητές της ελληνικής ελευθερίας, τα τραγούδαγαν στα Ελληνικά!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Μην πυροβολείτε ασκόπως