5 Ιουνίου 2016

Το ζήτημα της διανομής των αγροτικών γαιών στους πρόσφυγες του Ηρακλείου.

Η αγροτική εγκατάσταση των Μικρασιατών προσφύγων στο νομό Ηρακλείου 
Της Ευγενίας Λαγουδάκη - Σασλή* 
Μέρος 2ο

Η αγροτική εγκατάσταση στην υπαίθρου του νομού Ηρακλείου παρουσίασε αδυναμίες εξαιτίας της στάσης που τήρησε η Υπηρεσία Εποικισμού, αλλά και οι ίδιοι οι πρόσφυγες.
Η Υπηρεσία Εποικισμού καθόρισε το χωριό της εγκατάστασης αλλά δεν καθόρισε τον γεωργικό κλήρο κάθε προσφυγικής οικογένειας. Οι οικογένειες που εγκαταστάθηκαν αρχικά στη Μεσαρά κατάλαβαν όλα τα μουσουλμανικά κτήματα της περιφέρειας του χωριού τους. Από αυτά, άλλα καλλιέργησαν μόνες τους και άλλα εκχώρησαν σε ντόπιους για καλλιέργεια «συμμισακά». Αρνήθηκαν δε να παραχωρήσουν τον κλήρο που αναλογούσε στις οικογένειες που εγκαταστάθηκαν τελευταία. Προκλήθηκαν διενέξεις που κατέληξαν σε συμπλοκές στον Στείρωνα. 
Επίσης σε πολλά χωριά οι γηγενείς προέβησαν στην καλλιέργεια μεγάλων εκτάσεων χωρίς άδεια.
Προκειμένου να διορθωθεί η κατάσταση και να μην καρπωθούν λίγοι άνθρωποι την ωφέλεια των προϊόντων, ο Γενικός Διευθυντής Κρήτης, μετά από εισήγηση της Υπηρεσίας Εποικισμού Ηρακλείου, σύστησε τετραμελή επιτροπή, με σκοπό να διακανονίσει τον τρόπο βεβαίωσης, είσπραξης και διάθεσης των προϊόντων των εκτάσεων που είχαν καλλιεργηθεί αυθαίρετα.
Σύμφωνα με την απόφαση της επιτροπής, οι δημητριακοί καρποί που παράχθηκαν στα κτήματα που είχαν εκμισθωθεί από πρόσφυγες προς τρίτους ή στα κτήματα που είχαν καλλιεργηθεί αυθαίρετα από ντόπιους, συγκεντρώθηκαν σε κοινές αποθήκες κάθε χωριού, από τοπική επιτροπή, απαρτιζόμενη από τον πρόεδρο της προσφυγικής ομάδας, από έναν αντιπρόσωπο των νέων προσφύγων και από τον αγρονόμο της περιφέρειας. Την ευθύνη της αποθήκευσης των δημητριακών είχε ο Δήμαρχος κάθε χωριού, ο οποίος τα παραλάμβανε από την τοπική επιτροπή με απόδειξη παράδοσης και παραλαβής. Από την ποσότητα που συλλέχτηκε ο καλλιεργητής πήρε τον σπόρο και το ήμισυ της παραγωγής, το δε υπόλοιπο η τετραμελής επιτροπή που το διέθεσε στους πρόσφυγες που είχαν έλθει πρόσφατα και δεν πρόλαβαν να καλλιεργήσουν ή σε άλλους που είχαν ανάγκη.
Στην επαρχία Μονοφατσίου, μέχρι τέλος του 1925, είχαν αποσταλεί 300 οικογένειες περίπου για αγροτική εγκατάσταση. Αυτές ήταν: α) όσες εγκαταστάθηκαν από την Υπηρεσία Περιθάλψεως το 1922, οι οποίες ήταν άριστα εγκατεστημένες και είχαν καταστεί αυτάρκεις, β) όσες έφτασαν τον Απρίλιο του 1925 από την περιφέρεια του Ικονίου και της Καισάρειας και είχαν εγκατασταθεί ή σε οικήματα μαζί με τους παλιούς πρόσφυγες ή σε σκηνές στον Πύργο, στη Λιγόρτυνο, στο Βεδούλι, στο Αποΐνι, στον Σωκαρά, στο Τεφέλι, στο Αποσελέμι, στο Πυράθι, στο Κατσικάλι, στο Καλό Χωριό, στην Μπαδιά, στην Άνω και Κάτω Γαρίπα και γ) όσες έφτασαν τον Αύγουστο του 1925 από την Αξό και Νεάπολη του Ικονίου και είχαν εγκατασταθεί σε σκηνές στα δυτικά του Πύργου, σε μουσουλμανικό ελαιώνα.
Πολλοί από αυτούς προσβλήθηκαν από ελονοσία και δερματικές νόσους, έξι γυναίκες πέθαιναν εξαιτίας επιλόχειου πυρετού και δύο αδελφές εξαιτίας του κρύου, παραμονές Χριστουγέννων του 1925. Η είδηση του θανάτου ευαισθητοποίησε την κοινωνία της πόλης του Ηρακλείου. Από εισφορές των μελών του «Φιλανθρωπικού Συλλόγου Κυριών» συγκεντρώθηκαν 11.220 δρχ. Διατέθηκαν επίσης 20.000 δρχ. από την Ενοριακή Επιτροπεία και 20.000 δρχ. από τη Μοναστηριακή Επιτροπεία. Το συνολικό ποσό διατέθηκε για αγορά ρουχισμού και τροφίμων.
Επίσης ο Σύνδεσμος Κων/λιτών, Θρακών και Ποντίων απέστειλε τα μέλη του Θεοδόσιο Θαλασσινό και Ανδρέα Κωνσταντινίδη, γιατρούς, για να προσφέρουν ιατρική φροντίδα.
Η κατάσταση που επικρατούσε στην ύπαιθρο έχει αποτυπωθεί σε έγγραφα κρατικών υπαλλήλων αλλά και σε δημοσιεύματα του τοπικού τύπου.
Σε σχετικό τηλεγράφημα των λοχαγών Κ. Μπετεινάκη και Μοσχ. Μοσχάκη, μελών της επιτροπής καταγραφής των προσφύγων για καταρτισμό στρατολογικών μητρώων, που απεστάλη στην εφημερίδα «Νέα Εφημερίς», αναφέρεται: «Διερχόμενοι εντεύθεν προς καταγραφήν προσφύγων Μονοφατσίου μεγάλως συνεκινήθημεν προ της αθλιότητος των εσχάτως υπό σκηνάς εγκατασταθέντων προσφύγων. Η πείνα, η ελονοσία, το δριμύ ψύχος και η εγκληματική αδιαφορία των αρμοδίων αποδεκατίζουν αυτούς. Έχομεν καθήκον να επέμβωμεν τάχιστα ενεργούντες εράνους προς σωτηρίαν των. Παρακαλούμεν εν ονόματι της πατρίδος ενεργήσητε τα δέοντα».
Σε σχετική έκθεση του γιατρού Μεσαράς, Αντώνη Ζαβερδινού, γίνεται λόγος για τους πρόσφυγες των Δαμανίων οι οποίοι «εξακολουθούν να παραμένουν υπό σκηνάς και ως εκ τούτου η υγιεινή αυτών κατάστασις είναι αθλία, άνω των 50 πάσχουν εξ ελονοσίας και πολλοί άλλοι εκ δερματικών εκθυμάτων, ελκών κ.λ.π. και παρίσταται άμεσος ανάγκη στεγάσεως αυτών».
«…Περιουσία τους έδωσαν αλλά δεν τους εξασφάλισαν από τις αγροτοζημιές. Ζώα τους έδωσαν αλλά ψόφησαν τα μισά από την πείνα. Λεπτά τους έδωσαν κατ’ άτομο και τελευταία μόνο 200 δραχμές σε κάθε οικογένεια κι ας έχει δέκα μέλη. Από υγεία ας μην τα λέμε. Το κάθε προσφυγικό χωριό μοιάζει με υπαίθριο νοσοκομείο χωρίς γιατρό. Κάπου-κάπου φαίνεται ένας γιατρός αλλά δεν του δικαιολογούν μόνο κινίνη.»
«..Και τα μεν εκ θεμελίων υπό της Ε.Α.Π. κτισθέντα οικήματα, επί οικοπέδου 20Χ8 μέτρα προορίζονται διά δύο οικογενείας δηλαδή είναι διπλοκατοικίαι ανά εν δωμάτιον διά κάθε οικογένειαν με υπόγειον αχυρώνα, εκτίσθησαν δε διά λιθοδομής με πηλούς που σήμερον έχουν με τας βροχάς πάθη καθίζησιν πλείστα εξ αυτών, των λοιπών δε έχουν καταρρεύσει οι τοίχοι.
“Αι στέγαι των είναι διαφανείς, τόσον, που βλέπεις να εισέρχονται αι ακτίνες του Ηλίου. Πόσον δε νομίζετε ότι εχρεώθησαν αι τρώγλαι αυταί εις τους δυστυχείς αυτούς πρόσφυγας; Από 50.000 δραχμάς και άνω εκάστη αν αγαπάτε…»
«…Στο Λιγόρτυνο … στεγάζονται εις οικήματα της Ε.Α.Π. τα οποία είναι ημιστεγασμένα και χρήζουν άμεσης επισκευής ,… λόγω της καταστροφής των σιτηρών (οι κάτοικοι) στερούνται και αυτού ακόμη του επιούσιου άρτου».
Στο Ηράκλειο, πριν από την αναχώρηση αλλά και κατά την αναχώρηση των Μουσουλμάνων, πολλοί ντόπιοι είχαν προβεί σε αυθαίρετες καταπατήσεις τμημάτων μουσουλμανικών περιουσιών με σκοπό το σφετερισμό. «Η επί της γεωργικής αποκατάστασης των προσφύγων επιτροπή», συγκρότησε, αρχές του 1924, 4μελή επιτροπή ( νομογεωπόνο νομού Ηρακλείου, έναν υπάλληλο του Υπουργείου Υγιεινής, Προνοίας και Αντιλήψεως και δύο πρόσφυγες) με σκοπό να ανακαλύψει και να καταγράψει τα μουσουλμανικά κτήματα του Τοπ Αλτί, ώστε να αποκτήσει η Υπηρεσία Εποικισμού τις σχετικές πληροφορίες για αυτά. Για αποφευχθούν μάλιστα οι αυθαιρεσίες καταρτίστηκαν αποσπάσματα τα οποία, σε συνεργασία με τη χωροφυλακή, περιέρχονταν και επί τόπου δίκαζαν τις σχετικές παραβάσεις.
Ακολούθως η επιτροπή εγκατέστησε προσφυγικές οικογένειες στο Γάζι, στον Χανιαλή Τεκέ (20 οικογένειες), στη Φορτέτσα και στη Φοινικιά. Σε πρώτη φάση έγινε η διανομή των αμπελιών.
Ως βάση εγκατάστασης κάθε τετραμελούς προσφυγικής οικογένειας ορίστηκε κλήρος από: α) αμπέλι οκτώ εργατών σουλτανί με προσθήκη ενός εργάτη για κάθε επιπλέον μέλος της οικογένειας ή δώδεκα εργατών αμπέλι «κουρουταχτά», με προσθήκη ενός εργάτη για κάθε επιπλέον μέλος της οικογένειας β) αγρό καλλιεργημένο δέκα μουζουριών, με προσθήκη ένός μουζουριού για κάθε μέλος οικογένειας και γ) 25 λιόδεντρα, με προσθήκη ανάλογη για κάθε μέλος της οικογένειας.
Ως «Τοπ Αλτί» ορίζεται η δημόσια έκταση γύρω από ένα φρούριο που κατακτήθηκε, μετά από αντίσταση, και δωρίστηκε στον κατακτητή. Στην έκταση αυτή απαγορευόταν η οικοδόμηση και η καλλιέργεια από οποιονδήποτε, ώστε η περιοχή να αποτελεί ζώνη ορατή και ελεγχόμενη από τις δυνάμεις που βρίσκονταν μέσα στην οχύρωση. Τα όρια της ζώνης έπρεπε να φθάνουν μέχρι εκεί, όπου μπορούσε να χτυπήσει η σφαίρα τηλεβόλου. Για το Τοπ Αλτί του Χάνδακα τα τηλεβόλα έριξαν έξι βολές από διαφορετικά συγκεκριμένα σημεία και εκεί, όπου αυτές έπεσαν, τέθηκαν τα ορόσημα της προστατευόμενης ζώνης. Η περιοχή δωρίστηκε στον κατακτητή της Κρήτης Αχμέτ Κιοπρουλή, μετά την άλωσή της Κρήτης από τους Τούρκους (1669). Περιελάμβανε τα χωριά γύρω από το φρούριο του Χάνδακα: Μαρουλά (ανατολικά της πόλης του Ηρακλείου, δεν υφίσταται σήμερα), Κατσαμπά, Σουλόπουλο (μικρός οικισμός κοντά στην Κνωσό), Προύσα (χωριό, κείμενο επί ενετοκρατίας σε μικρή απόσταση από το φρούριο Φορτέτσα σ’ έναν από τους δύο λόφους που ονομαζόταν Brussa), Βραδιάρη, Φοινικιά, Περάδικα (άγνωστο χωριό, ίσως το άλλοτε Μετόχι Περίδη) και Γούρνες.
Οι γαίες που παραχωρήθηκαν δηλ. αγροί καλλιεργήσιμοι, οδοί, χείμαρροι, πλαγιές, λόφοι, νεκροταφεία, ήσαν α) του χωριού Μαρουλά 258 τζερίπια, β) του χωριού Κατσαμπά 2.950,5 τζερίπια, γ) του χωριού Περάδικα 1470 τζερίπια, δ) του χωριού Σουλόπουλου 2.400 τζερίπια ε) του χωριού Προύσα 8.098 τζερίπια, στ) του χωριού Βραδιάρη 2.075 τζερίπια, ζ) του χωριού Γούρνες 240 τζερίπια και η) του χωριού Φοινικιά 264 τζερίπια. Συνολική έκταση 18.045,5 τζερίπια.
Η Υπηρεσία Εποικισμού αποδείχτηκε ανεπαρκής στο να εξακριβώσει τις ακριβείς εκτάσεις, την απόδοση των αμπελιών που είχαν διανεμηθεί και κυρίως το ποιόν και την επαγγελματική κατάσταση κάθε προσφυγικής οικογένειας. Τρία προσφυγικά σωματεία του Ηρακλείου (Σύνδεσμος Μικρασιατών Προσφύγων νομού Ηρακλείου, Ένωσις Εφέδρων Μικράς Ασίας και Θράκης και Σύνδεσμος Ανταλλακτέων) κατάγγειλαν μάλιστα στον Υπουργό Γεωργίας ότι συντελέστηκαν καταχρήσεις, υπερβάσεις και παρατυπίες από διάφορα όργανα της Υπηρεσίας Εποικισμού Ηρακλείου, τα οποία χορήγησαν αμπέλια σε πρόσφυγες που δεν τα δικαιούνταν.
Η Ε.Α.Π. απέστειλε τον τεχνικό σύμβουλό της, Κ. Μαλούχο, στο Ηράκλειο, τον Σεπτέμβριο του 1924, με σκοπό να εξετάσει την πορεία της προσφυγικής εγκατάστασης στην περιφέρεια του Ηρακλείου και να υποδείξει στην υπηρεσία τα μέτρα που έπρεπε να ληφθούν.
Πραγματοποιήθηκαν τρεις συνεδριάσεις στη Νομαρχία με την παρουσία των εκπροσώπων των προσφυγικών οργανώσεων. Ο Κ. Μαλούχος πρότεινε την αλλαγή του εγκατάστασης, δηλαδή την εφαρμογή του συστήματος ομαδικής εγκατάστασης, βασιζόμενη στη συγκρότηση ομοιογενών ομάδων προσφύγων, κατά κοινότητα προέλευσης, ως μέσο θεραπείας των αδικιών.
Οι εκπρόσωποι των προσφυγικών οργανώσεων ισχυρίστηκαν ότι η αλλαγή του συστήματος θα διέλυε τις ήδη υπάρχουσες ομάδες των εγκατασταθέντων προσφύγων που αποτελούνταν από πρόσφυγες διαφόρων χωριών, οι οποίοι είχαν προχωρήσει στη σύναψη δανείων και στην καλλιέργεια της γης. Επέμεναν να καταρτιστούν εξελεγκτικές επιτροπές, πριν από την κατάρτιση των αγροτικών ομάδων, ώστε να γίνει διαχωρισμός αστών και γεωργών προσφύγων και έλεγχος των μελών των οικογενειών γιατί πολλοί αστοί πρόσφυγες είχαν αποκτήσει γεωργικό κλήρο, κατά τη διανομή των αμπελιών, εξαπατώντας τη Γεωργική Υπηρεσία και πολλές αγροτικές και αστικές οικογένειες χώρισαν τις οικογένειές τους σε δυο και τρεις, ώστε να αποκτήσουν κλήρο, με αποτέλεσμα το διπλασιασμό των προσφυγικών βιβλιαρίων (από 3000 αυξήθηκαν σε 7000). Απαίτησαν επίσης να εξακριβωθεί πόσα είναι τα μουσουλμανικά κτήματα που πρέπει να διανεμηθούν και ανάλογα με τον αριθμό των αγροτών να γίνει κατανομή των γαιών. Η σύσκεψη έφτασε σε αδιέξοδο και οι εκπρόσωποι των προσφυγικών οργανώσεων αποχώρησαν.
Η Υπηρεσία Εποικισμού προχώρησε στη συγκρότηση ομοιογενών ομάδων των προσφύγων, κατά κοινότητα προέλευσης. Συγκροτήθηκαν 16 προσφυγικές ομάδες: 1) Αϊδινίου-Ναζλί-Μπαλατζίκ, 2) Αλατσάτων, 3) Βουρλών, 4) Καράμπουρνων, 5) Κιρκαγάτς-Κέλεμπο, 6) Κρήνης, 7) Νυμφαίου, 8) Σόμα-Κινίκ, 9) Φωκών, 10) Αλι-καρνασσού, 11)Βαϊνδιρίου–Οδεμισίου Θείρων,12) Κυδωνιών-Αδραμυττίου-Περγάμου, 13) Μαγνησίας-Χορόσκιοϊ-Μουραντιέ-Μαινεμένης, 14) Σμύρνης (μαζί με τα περίχωρα Μπουτζά, Κου-κλουτζά, Σεβντίκιοϊ, Κορδελιό, Μπουρνόβα), 15) Φιλαδέλφειας-Κασαμπά και 16) Προύσας.
Όσοι πρόσφυγες κατάγονταν από το ίδιο χωριό κλήθηκαν για την ανάδειξη πενταμελών επιτροπών των προσφυγικών ομάδων, με μυστική ψηφοφορία. Οι επιτροπές αυτές, σε συνεργασία με την Υπηρεσία Εποικισμού, θα αναλάμβαναν τη διάθεση ελαιοδέντρων και ασκεπών γαιών τις οποίες επρόκειτο να παραχωρήσει συνολικά η Υπηρεσία Εποικισμού στις ομάδες για διανομή.
Οι εκλογές πραγματοποιήθηκαν στις 14 και 21 Σεπτεμβρίου του 1924 στο θέατρο «Πουλακάκη», στον κινηματογράφο «Αγλαΐα», στο Πρωτοδικείο, στη Νομαρχία και στο γραφείο του Νομογεωπόνου.
Οι εκπρόσωποι των προσφυγικών οργανώσεων συνέστησαν στα μέλη τους να μη συμμετάσχουν στην εκλογική διαδικασία και με επιστολή τους στον τοπικό τύπο κατάγγειλαν τη συμμετοχή αστών προσφύγων σ’ αυτήν, τον τρόπο που διενεργήθηκε η ψηφοφορία, τις παρεμβάσεις του Κ. Μαλούχου και την ανάμειξη αναξιόπιστων προσώπων στις εκλογές.
Η στάση που τήρησε στο θέμα αυτό ο Νικόλαος Αργυράκης, πρόεδρος του Συνδέσμου Μικρασιατών Προσφύγων, είχε ως συνέπεια να καταποντιστεί ο συνδυασμός του στις εκλογές του Δεκεμβρίου του 1924. Εκλέχτηκε ο συνδυασμός του Ιωάννη Βαϊκούση με τη συμμετοχή εκατοντάδων προσφύγων στις εκλογές που κινητοποιήθηκαν από τον κρατικό μηχανισμό (στις εκλογές παρευρισκόταν ο Παναγιώτης Φιωτάκης, αναπληρωτής του Νομάρχη, και υπάλληλοι της Νομαρχίας).
Οι εκλεγμένες πενταμελείς επιτροπές συναντήθηκαν με τους Κ. Μαλούχο, Γεώργιο Σεβράκη και Ανδροκλή Ξανθουδίδη και συζητήθηκαν οι λεπτομέρειες της διανομής των λιόδεντρων και των γαιών του Τοπ Αλτί. Οι επιτροπές ανέλαβαν να εξετάσουν τη διανομή των αμπελιών, να καταρτίσουν πίνακες αγροτών προσφύγων που δικαιούνταν αγροτικής εγκατάστασης και να διαθέσουν, με κλήρο, μεταξύ των μελών των ομάδων τους, τα λιόδεντρα και τις ασκεπείς γαίες. Όσοι αποκτούσαν κλήρο όφειλαν να εγκαταλείψουν την πόλη και να κατοικήσουν στα τέως μουσουλμανικά οικήματα που υπήρχαν στο Τοπ Αλτί. Σε όσους δυστροπούσαν θα αφαιρούνταν ο κλήρος.
Επειδή τα κτήματα της περιοχής ήσαν πολύ γόνιμα λήφθηκε ως βάση για τις τοποθεσίες που ήταν κοντά στην πόλη 60 λιόδεντρα, 3 στρέμματα αμπελιών και 6 στρέμματα για καπνοκαλλιέργεια, κατά οικογένεια, για δε τις απομακρυσμένες από την πόλη τοποθεσίες 80 λιόδεντρα, 3 στρέμματα αμπελιών και 8 στρέμματα γης. Οι πολυμελείς οικογένειες, οι απροστάτευτες χήρες και τα ορφανά περιλήφθηκαν στην πρώτη κατηγορία.
Όταν όμως ελέγχθηκαν από την Υπηρεσία Εποικισμού τα λιόδεντρα, τα αμπέλια και οι καλλιεργήσιμες γαίες βρέθηκαν λιγότερα και δεν επαρκούσαν να συμπληρωθεί ο κλήρος που είχε οριστεί για κάθε προσφυγική οικογένεια. Κάποιες προσφυγικές ομάδες έπρεπε να μετοικήσουν στο Μονοφάτσι, όπου υπήρχε αδιάθετος κλήρος, ώστε να αυξηθεί ο κλήρος στους εναπομείναντες. Καμιά όμως από τις προσφυγικές ομάδες που είχαν κριθεί να εγκατασταθούν στο Τοπ Αλτί δε δεχόταν να μεταβεί στο Μονοφάτσι ή αλλού.
Ο Κ. Μαλούχος επισκέφτηκε ξανά το Ηράκλειο, τον Νοέμβριο του 1924, για την ορθή διαρρύθμιση του ζητήματος της διανομής των αγροκτημάτων του Τοπ Αλτί. Με την παρέμβασή του κλήθηκαν τα μέλη των πενταμελών επιτροπών των διαφόρων περιφερειών της Μικράς Ασίας και οι πρόεδροι όλων των προσφυγικών ομάδων εγκατεστημένων στα οικήματα του Τοπ Αλτί και εξέλεξαν οκταμελή επιτροπή (έναν εκπρόσωπο από τα Βουρλά, έναν από τα Αλάτσατα, έναν από τα Καράμπουρνα, έναν από το Νυμφαίο, έναν από τη Φώκαια, έναν από τη Σμύρνη, έναν από τον Τσεσμέ και από ένα για όλες τις εγκατεστημένες σε οικήματα ομάδες στο Τοπ Αλτί ), η οποία ανέλαβε την περαιτέρω εκκαθάριση των προσφυγικών ομάδων. Αποφάσισε να εξαιρεθούν του γεωργικού κλήρου: α) όσοι κατάγονταν από περιφέρειες της Μικράς Ασίας στις οποίες δεν καλλιεργούνταν αμπέλια και ελιές β) όλοι οι αστοί γ) οι αγρότες που είχαν αστική εργασία δ) αγρότες που τα μέλη των οικογενειών τους είχαν αστική εργασία ε) οι χήρες χωρίς παιδιά στ) οι άνδρες και οι γυναίκες υπερήλικες και ανίκανοι για εργασία και ζ) οι χήρες με παιδιά κάτω των δεκαπέντε ετών.
Η διανομή του κλήρου από τα διοικητικά συμβούλια των προσφυγικών ομάδων δημιούργησε ανισότητες γιατί η διανομή των γαιών δεν έγινε επί τη βάσει ορισμένου ενιαίου συστήματος και οι συνέπειες φάνηκαν αργότερα
Στo Τοπ Αλτί ιδρύθηκαν οι αγροτικοί προσφυγικοί συνοικισμοί: Παλιάς Φορτέτσας, Νέας Φορτέτσας, Μακρύ Τοίχου, Χανιαλή Τεκέ, Αγίου Ιωάννη, Νέων Φωκών (Μπεντεβή), Μασταμπά, Παλιού Ατσαλένιου, Νέου Ατσαλένιου, Χρυσοπηγής, Νέων Βουρλών (Κατσαμπά), Φοινικιάς και Γουρνών.3
Ως προς τον τόπο προέλευσης αμιγείς σχεδόν ήσαν όσοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή Χανιαλή Τεκέ (Αλάτσατα). Όσοι εγκαταστάθηκαν στους υπόλοιπους συνοικισμούς είχαν τόπο προέλευσης τις πόλεις και τα χωριά της Μικράς Ασίας ( βιλαέτι του Αϊδινίου κυρίως) και της Ανατολικής Θράκης.
Σύμφωνα με την απογραφή του 1928 ο πληθυσμός των αγροτικών προσφυγικών συνοικισμών του Τοπ Αλτί ανερχόταν σε 3.571 άτομα και κατανεμόταν ως εξής:
Με το Ν. Δ. «Περί συστάσεωςΓενικής Διεύθυνσης Ανταλλαγής Πληθυσμών» συστάθηκε η Γενική Διεύθυνση Ανταλλαγής Πληθυσμών με σκοπό να επιμεληθεί την εφαρμογή των διατάξεων της σύμβασης της 30ής Ιανουαρίου 1923 των οποίων η εκτέλεση είχε ανατεθεί, βάσει της σύμβασης, στη Μικτή Επιτροπή και να υποβοηθά το έργο της ελληνικής αντιπροσωπείας στη Μικτή Επιτροπή. Είχε δηλ. αρμοδιότητα να υποδεικνύει τον τρόπο μετακίνησης των ανταλλασσομένων, να συγκεντρώνει στοιχεία για τις περιουσίες των ομογενών, να συγκεντρώνει τις αιτήσεις τους για την αποζημίωση και να τις παραπέμπει στη Μικτή Επιτροπή, να παραλαμβάνει και να διαχειρίζεται τις περιουσίες των Μουσουλμάνων που υπάγονταν σε ανταλλαγή ( είχαν περιέλθει στη διάθεση της Ελληνικής Κυβέρνησης), να ρυθμίζει και να κανονίζει θέματα σχετικά με τις απαιτήσεις των προσφύγων μετά την εκκαθάριση από τη Μικτή Επιτροπή, να ρυθμίζει τις αποδοχές όλων των ελληνικών μελών των μικτών υποεπιτροπών που βρίσκονταν στην Ελλάδα και να κανονίζει τα ζητήματα τα σχετικά με τις οφειλόμενες αποζημιώσεις από τη διαχείριση περιουσιών Οθωμανών υπηκόων. Συγκροτούνταν από α) το Γραφείο Γενικής Διευθύνσεως, β) τη Διεύθυνση Ανταλλαγής και γ) το Γραφείο της Γενικής Επιθεωρήσεως Ανταλλαγής.
Σύμφωνα με το Ν.Δ. «Περί οργανώσεως εξωτερικής υπηρεσίας Γενικής Διευθύνσεως Ανταλλαγής Πληθυσμών», συστάθηκαν Γραφεία Ανταλλαγής σε κάθε Οικονομική Εφορία, υπαγόμενα απ’ ευθείας στη Γενική Διεύθυνση Ανταλλαγής Πληθυσμών, τα οποία διευθύνονταν από τους κατά τόπους Οικονομικούς Εφόρους. Είχαν αρμοδιότητα να εξακριβώνουν, να καταγράφουν και να καταλαμβάνουν τις περιουσίες που ανήκαν στους ανταλλασσόμενους Μουσουλμάνους. Σε ολόκληρη την Ελλάδα συστάθηκαν 45 Γραφεία Ανταλλαγής.
Στην Κρήτη ιδρύθηκαν τα Γραφεία Ανταλλαγής Χανίων, Ρεθύμνου, Ηρακλείου, Μεσαράς, Ιεράπετρας και Σητείας. Τη διοίκηση του Γραφείου Ανταλλαγής Ηρακλείου ανέλαβε αρχικά ο Οικονομικός Έφορος Ηρακλείου και μεταγενέστερα οι: Αχιλλέας Αναστασόπουλος, Πλάτωνας Μισαηλίδης, Γ. Παναγιωτάκης και ο Ιπποκράτης Πατσόγλου. Στεγαζόταν στην οδό Πεδιάδος.
Το 1926 καταργήθηκαν τα 38 και ανάμεσά τους και τα 5 της Κρήτης. Παρέμεινε αυτό του Ηρακλείου με αρμοδιότητα ολόκληρη την Κρήτη.
Για τους Έλληνες το γένος πρόσφυγες έπρεπε να γίνει γνωστό ποια και πόση κινητή ή ακίνητη περιουσία εγκατέλειψε ο καθένας στην Τουρκία και ποια η αξία της περιουσίας αυτής, ώστε να του αποδοθεί ανάλογη περιουσία εδώ.
Στα Γραφεία Ανταλλαγής συστάθηκαν πενταμελείς επιτροπές, αμειβόμενες, με σκοπό την παραλαβή των δηλώσεων των ενδιαφερομένων σχετικά με την περιουσία που είχαν εγκαταλείψει στην Τουρκία. Ο ενδιαφερόμενος όφειλε να παρίσταται αυτοπροσώπως. Συμπλήρωνε δύο έντυπες δηλώσεις. Μια λευκή, που παρέμενε στην υπηρεσία, και μια πράσινη, που έμενε στην κατοχή του, στις οποίες αναγράφονταν η ακίνητη περιουσία του τη στιγμή της αναχώρησης, εκτιμημένη σε χρυσές λίρες Τουρκίας, καθώς και η κινητή περιουσία του.
Στις δηλώσεις αναγράφονταν τα ονόματα των δηλούντων με τα ονόματα που ήσαν γνωστοί στον τόπο κατοικίας τους στην Τουρκία, το πατρώνυμο και το όνομα της κοινότητας στη οποία βρισκόταν το δηλούμενο ακίνητο.
Η κάθε περιφέρεια του Γραφείου Ανταλλαγής, για την επιτάχυνση της διαδικασίας, διαιρέθηκε σε περισσότερους τομείς αρχίζοντας από την έδρα του Γραφείου Ανταλλαγής, όπου η εργασία καταγραφής γινόταν από τα μέλη του Τοπικού Συμβουλίου. Για την εκτός έδρας περιοχή η καταγραφή γινόταν από διορισμένες τριμελείς επιτροπές κατά χωριό είτε ανά δύο χωριά ή κατά ορισμένη περιφέρεια.
Το Γραφείο Ανταλλαγής Ηρακλείου άρχισε να δέχεται τις δηλώσεις τον Φεβρουάριο του 1925.
3. Ο συνοικισμός της Νέας Αλικαρνασσού ήταν αστικός συνοικισμός.

Το κείμενο στηρίζεται σε άρθρο μου που έχει δημοσιευτεί στο περιοδικό Παλίμψηστον, τεύχη 19/20, Ηράκλειο 2004-2006.


* Η Ευγενία Λαγουδάκη Σασλή είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας
 ΠΗΓΗ

Αναδημοσίευση από την εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μην πυροβολείτε ασκόπως