Η ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΗΣ ΕΝΩΣΕΩΣ
ΑΝΑΤΥΠΟΝ ΕΚ ΤΗΣ ΕΠΕΤΗΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΚΥΚΛΑΔΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ
ΤΟΜΟΣ Ζ’ 1968
Τα πλοία «Ύδρα», «Πανελλήνιον», «Αρκάδι», «Κρήτη» και
«Ένωσις», άτινα κατά την διάρκειαν της Κρητικής Επαναστάσεως εχρησίμευσαν δια
την διάσπασιν του Τουρκικού αποκλεισμού, αναχωρούντα από την Σύρον δα την
Κρήτην προεπέμποντο με τας ευχάς και τας δεήσεις όλων των Ερμουπολιτών και
εγίνοντο δεκτά, επιστρέφοντα με χάριν και ενθουσιασμόν. Αι Συριαναί εφημερίδαι
της εποχής του επαναστατικού αυτού Αγώνα των Κρητών, γέμουν ειδήσεων
αναφερομένων εις τας εξελίξεις της επαναστάσεως και άλλων δημοσιευμάτων
σχετικών με αυτόν. Αποτέλεσμα όμως της ταύτης συμμετοχής της Σύρου εις την
Κρητικήν επανάστασιν ήτο να πληρώση και η Σύρος με τη σειρά της, τας συνεπείας
της συμπράξεώς της. Ότε φθίνοντος του 1868, αυτοκατεστράφη εις τας Κρητικάς
ακτάς το θαυμάσιον και ταχύτατο καταδρομικό «Αρκάδι». Απέμεινε μόνον αξιόλογον
σκάφος μας «Ένωσις». Οι Τούρκοι εγνώριζαν ιδία από κατασκοπευτικήν δράσιν
Άγγλων κατασκόπων όλας τας κινήσεις του πλοίου. Απεφάσισαν λοιπόν να
ενεδρεύσουν προ του λιμένος της Ερμουπόλεως και να το «καταβυθίσουν ή να το
συλλάβουν». Τούτο εγένετο αφορμή των συμβάντων, άτινα ερχόμεθα να
εξιστορήσωμεν.
Η «Ένωσις» ήτο τροχήλατον ατμόπλοιον μέσης ταχύτητος 16-17
μιλίων ωριαίως. Ηγοράσθη δια να χρησιμοποιηθή δια τας ανάγκας της Κρητικής
επαναστάσεως, υπό της μεγάλης Εθνικής Επιτροπής το 1866 εν Αγγλία, και έφερε
δύο πεδινά πυροβόλα Άρμστρογκ, δύο ορειβατικά και εν Ρωσικόν παλαιού τύπου. Εις
ταύτα προσετέθησαν εις το Νεώριον Σύρου, κατά Σεπτέμβριον 1868 έτερα δύο
πυροβόλα Άρμστρογκ των 40 λίτρων. Το πλοίον ενηολογήθη ως ανήκον εις την
Συριανήν Ατμοπλοϊκή Εταιρείαν και επηνδρώθη με 120 άνδρας, εξ’ ων οι πλείστοι
ήσαν ναύται του Β.Ν. Κυβερνήται της «Ενώσεως» διατέλεσαν οι Β. Ορλώφ, Ν. Παυλίδης
και Νικ. Σουρμελής, συνεπικουρούμενοι από τους Κρήτας πλοηγούς Γ.
Χατζηγρηγοράκην και Π. Τσαρδήν, οίτινες εγνώριζον άριστα τα Κρητικά παράλια.
Μέχρι του Νοεμβρίου 1868 η «Ένωσις» είχε διασπάσει 45 φοράς τον Τουρκικόν
αποκλεισμόν της Κρήτης και είχε γίνει το κάρφος εις τον οφθαλμόν του
διευθύνοντος τον αποκλεισμόν της ηρωϊκής μεγαλονήσου Άγγλου διοργανωτού του
Τουρκικού στόλου Χόβαρτ Πασσά.
Την 23ην Νοεμβρίου 1868 η «Ένωσις» ανεχώρησεν εκ Σύρου με
κυβερνήτην τον γενναίον Μυκόνιον εμποροπλοίαρχον Νικόλαον Σουρμελήν. Η αποστολή
της «Ενώσεως» την φοράν αύτην ήτο άκρως σοβαρά και επικίνδυνος. Επρόκειτο να
μεταφέρη εις Κρήτην δύναμιν χιλίων επιλέκτων Μανιατών, υπό τον οπλαρχηγόν Δημ.
Πετροπουλάκην, των οποίων η αποβίβασις εις την Κρήτην ηλπίζετο να αναζωογονήση
την εκπνέουσαν επανάστασιν. Το ηρωϊκόν πλοίον αφού παρέλαβεν εκ Γυθείου τον
Πετροπουλάκην και τους Μανιάτας του, μετά Δραματικάς περιπετείας, η εξιστόρησις
των οποίων εξέρχεται του κύκλου της παρούσης διατριβής, κατόρθωσε να τους
αποβιβάση εις ερημικούς όρμους της μεγαλονήσου, επέστρεφε δε θριαμβευτικώς εις
Σύρον, αναχωρήσαν εκ Κρήτης το λυκαυγές της 1ης Δεκεμβρίου 1868. Λόγω σφοδράς
θαλασσοταραχής ηναγκάσθη την πρώτην πρωϊνήν της 2ας Δεκεμβρίου 1868 να ποδήση
εις τον όρμον Μάρμαρα της Πάρου, οπόθεν απέπλευσε δια Σύρον την 6ην πρωϊνήν της
ιδίας ημέρας. Μόλις όμως έφθασεν εις την απέχουσαν εξ μίλλια του λιμένος της
Σύρου νησίδα «Ασπρονήσι» ευρέθη κυκλωμένη από δύο Τουρκικά πολεμικά, τα οποία
ενήδρευον εκεί. Ένα ατμοδρόμωνα, το «Χουδαβερδικέρ» και μία φρεγάταν το
«Ιτζεδίν». Αι συνθήκαι υπό τας οποίας εγένετο η έναρξις των εχθροπραξιών
εκτίθενται διαφόρως από τους ναυμαχήσαντας, εις τας αναφοράς, ας υπέβαλον ευθύς
κατόπιν εις τον Λιμενάρχην Σύρου, και τας οποίας δημοσιεύομεν κατωτέρω. Εκ των
εν αυταίς εκτιθεμένων και των δημοσιευμάτων του Συριανού Τύπου, δυνάμεθα μετά
βεβαιότητος να υποστηρίξομεν ότι η ναυμαχία διεξήχθη υπό τας ακολούθους
συνθήκας:
Όταν το πρώτον η «Ένωσις» διέκρινε τα Τουρκικά πολεμικά
ευρίσκετο ήδη εις μικράν απόστασιν από αυτά και η ώρα ήτο περίπου η εβδόμη και
ημίσεια πρωϊνή. Η ημέρα ήτο σκοτεινή και ο ουρανός νεφοσκεπής . Ο ήλιος δεν
είχεν ακόμη ανατείλει και έπνεεν ισχυρός βόρειος άνεμος. Ευθύς ως το «Ιτζεδίν»
διέκρινε την «Ένωσιν» αμέσως έπλευσε προς αυτήν, ενώ συγχρόνως το «Χουδαβερδικέρ»
εκινήθη ολοταχώς δια να αποκόψη την υποχώρησιν της «Ενώσεως». Το «Ιτζεδίν» δι’
ασφαίρων βολών εκάλεσε την «Ένωσιν» να σταματήση. Πρόδηλος σκοπός των Τούρκων
ήτο η σύλληψις του Ελληνικού πλοίου. Ο Σουρμελής όμως δεν εσταμάτησε. Διέταξεν
αμέσως να εκταθή όλη η ατμόν δυναμικότης των λεβήτων με πρόθεσιν να δυνηθή να
διαφύγη και να εισέλθη εις τον λιμένα της Ερμουπόλεως. Τα Τουρκικά πλοία,
αντιληφθέντα την πρόθεσιν της «Ενώσεως», ήρχισαν κατόπιν τούτου βάλλοντα δια
των πυροβόλων των κατά της «Ενώσεως». Ο Σουρμελής δια καταλλήλων ελιγμών έφερε
το πλοίον του εις θέσιν τοιαύτην, ούτως ώστε να μη παρουσιάζη πλευράν προς τον
εχθρόν και διέταξε τους πυροβολητάς του, οίτινες είχον διαταχθή να ευρίσκωνται
εις θέσιν μάχης, να βάλλουν δια του πρυμναίου πυροβόλου της κατά του «Ιτζεδίν».
Το βλήμα της «Ενώσεως» εύρε τον αριστερόν τροχόν του «Ιτζεδίν» τον οποίον και
συνέτριψε. Ούτω το Τουρκικόν αυτό πλοίον έχασε το μέγιστον μέρος της ταχύτητός
του και της ευελιξίας του. Ο αδαής πλοίαρχος του «Ιτζεδίν» αντί κατόπιν τούτου
να αφήση ελεύθερον το πεδίον εις το ταχύτατον και με ισχυρότατον οπλισμόν
Τουρκικόν πολεμικόν «Χουδαβερδικέρ» να καταδιώξη και καταναυμαχήση την
«Ένωσιν», δια να προφυλάξη το πλοίον του, το έφερε παραπλεύρως της Τουρκικής
ναυαρχίδας. Του σφάλματος αυτού επωφελήθη ο Σουρμελής, όστις έσπευσε να φέρη
την «Ένωσιν» εις θέσιν παράλληλον, ούτως ώστε μεταξύ του «Χουδαβερδικέρ» και
του πλοίου του να παρεμβάλλεται το «Ιτζεδίν», με αποτέλεσμα να μη δύναται το
«Χουδαβερδικέρ» να βάλλη κατά της «’Ενώσεως». Επ’ αρκετόν τα τρία, πλοία έπλεον
παραλλήλως και η «Ένωσις» διαρκώς επλησίαζε προς τον λιμένα της Σύρου. Το
«Ιτζεδίν» συνέχισε τους κανονιοβολισμούς κατ’ αύτής, αλλ’ άνευ αποτελέσματος.
Όταν πλέον ευρίσκοντο εις μικράν απόστασιν από του λιμένος, ίσως ημίσεος ή ενός
μιλλίου, η «Ένωσις» διέφυγε του παραλλήλου πλού και ενώ η Τουρκική ναυαρχίς
ητοιμάζετο να την πλήξη, δύο εύστοχοι βολαί της «Ενώσεως» κατά ταύτης εσάρωσαν
το κατάστρωμά της και συνέτριψαν δύο λέμβους της, παρ’ ολίγον δε να εφόνευον
και αυτόν τον Άγγλο ναύαρχον Χόβαρτ Πασσάν. Η σύγχυσις ήτις επηκολούθησεν επί
της Τουρκικής ναυαρχίδας ήτο μεγίστη, ταύτης δε επωφεληθείσα η «Ένωσις»
εισώρμησεν ολοταχώς εις τον λιμένα της Ερμουπόλεως, ενώ και τα δύο Τουρκικά
πολεμικά έβαλλον λυσσωδώς, αλλ’ αστόχως, κατ’ αυτής. Η «Ένωσις» εν τω μεταξύ
ύψωσε μέγαν σημαιοστολισμόν και σκοπίμως ηγκυροβόλησεν όπισθεν Αυστριακής
κορβέτας, προτάξασα αυτήν ως ασπίδα.
Το θέαμα της απροόπτου αυτής ναυμαχίας παρηκολούθησεν
εναγωνίως ολόκληρος η Ερμούπολις. Αρχικώς και μόλις ηκούσθησαν αι πρώται βολαί
έντρομοι οι Ερμουπολίται εξήλθον εις τους εξώστας και τας ταράτσας των οικιών
των δια να διαπιστώσουν τι συμβαίνει και ακολούθως να παρακολουθήσουν τα
ναυμαχούντα πλοία. Όπως η πόλις είναι εκτισμένη αμφιθεατρικώς, το μέγιστον
μέρος των οικιών αντικρύζουν το πέλαγος και τον λιμένα. Πολλοί άλλοι έσπευσαν
εις την παραλίαν δια να παρακολουθήσουν τα διαδραματιζόμενα. Όταν η «Ένωσις»
εξέφυγε των διωκτών της και εισήλθε σημαιοστόλιστος εις τον λιμένα, αι χιλιάδες
των Ερμουπολιτών, οίτινες είχον συρρεύσει εις την παραλίαν, εζητωκραύγαζον
φρενιτιωδώς, ενηγκαίζοντο αλλήλους, έκλαιον από συγκίνησιν και ενθουσιασμόν.
Όταν ηγκυροβόλησε το πλοίον και ο Σουρμελής εξήλθε του σκάφους δια να μεταβή
εις το Λιμεναρχείον, ανηρπάγη εις τας χείρας υπό των ενθουσιώντων Ερμουπολιτών
και ωδηγήθη ως θριαμβευτής εις το Λιμεναρχείον. Και πράγματι ήτο, διότι
επέτυχεν, αψηφών δύο ασυγκρίτως αξιομαχότερα πολεμικά, όχι μόνο να διασπάση τον
κλοιόν των, όχι μόνον να εισέλθη άθικτος εις τον λιμένα, αλλά προς τούτοις να
επιφέρη σημαντικάς ζημιάς εις τα εχθρικά πλοία, με μόνον τρείς βολάς τας οποίας
έρριψε.
Όταν ο Χόβαρτ είδεν ότι το σχέδιόν του της συλλήψεως ή
καταβυθίσεως της «Ενώσεως» απέτυχεν, ηγκυροβόλησε τα δύο πολεμικά του εις την
είσοδον του λιμένος της Σύρου, υποβάλων προς τον Νομάρχη αναφοράν δι ής ηξίου
την επιβολήν κυρώσεων κατά του Ελληνικού σκάφους ως πειρατικού, προσφερόμενος
να υποβληθή εις την κρίσιν των Προξένων των ευρισκομένων εν Σύρω, των διαφόρων
ξένων κρατών. Ως ήτο φυσικόν, δεν ήτο νοητή η παραδοχή της αξιώσεως του Χόβαρτ
παρά των Ελληνικών Αρχών. Αποτέλεσμα ήτο τα Τουρκικά πολεμικά να παραμείνουν
εις την είσοδον του λιμένος της Σύρου. Εν τω μεταξύ εις την πόλιν ο αναβρασμός
είχε κορυφωθή. Εκατοντάδες θερμόαιμοι Συριανοί ομού με πολλούς Κρήτας,
ευρισκομένους τότε εις την Ερμούπολιν, οπλισθέντες προχείρως, περιήρχοντο τας
οδούς απειλούντες τα εις το ακρομώλιον του λιμένος ηγκυροβολημένα τουρκικά
σκάφη. Έφθασε δε ο παραλογισμός μέχρι του σημείου, γέροντες Ψαριανοί, παλαιοί
πυρπολιταί των ενδόξων χρόνων της Επαναστάσεως, να ετοιμάζουν πυρπολικά δια την
ανατίναξιν των εχθρικών πολεμικών.
Η κατά παράβασιν όμως των διεθνών νομίμων ενέργεια πολεμικών
πράξεων κατά του λιμένος της Σύρου, λιμένος κράτους μεθ’ ού η Τουρκία ού μόνον
δεν ευρίσκετο εις εμπόλεμον κατάστασιν αλλά διετήρει έτι και διπλωματικάς
σχέσεις, προκάλεσε την αντίδρασιν των εν Σύρω προξένων των Ευρωπαϊκών δυνάμεων,
οίτινες συνέλθοντες εις σύσκεψιν διεμήνυσαν εις τον Τούρκο ναύαρχον δια του εν
Σύρω προξένου της Τουρκίας Αξελού, ότι με τον λιμένα της Σύρόυ συνεδέοντο
πλείστα όσα ναυτικά συμφέροντα των χωρών των και εξεπλήσσοντο δια τας εις βάρος
τούτου γενομένας πολεμικάς πράξεις. Παραλλήλως και ο κυβερνήτης της εις τον
λιμένα ναυλοχούσης Αυστριακής κορβέττας Βάλλ, διεμαρτυρήθη κατά της τουρκικής
αυτής αυθαιρεσίας, προσθέσας μάλιστα ότι δεν δύναται ν’ ανεχθή την τοιαύτην
κατάφωρον παραβίασιν των διεθνών νομίμων ενεργουμένην προ των ομμάτων του και
ότι ήθελε κτυπήσει τα τουρκικά πλοία, εάν ετόλμουν να επιβάλουν χείρα εις την
«Ένωσιν» εντός του λιμένος της Σύρου.
Η εκ της ναυμαχίας και του επακολουθήσαντος αποκλεισμού του
λιμένος της Σύρου συγκίνησις εξεδηλώθη και εν Αθήναις ευθύς ως εγνώσθησαν εκεί
τα γεγονότα. Και οι μεν Πρέσβεις των Μεγάλων Δυνάμεων απέστειλαν εσπευσμένως
εις Σύρον το Γαλλικόν πολεμικόν Forbin, ίνα ο κυβερνήτης του συστήση εις τον
Χόβαρτ Πασσάν να εγκαταλείψη τον λιμένα της Σύρου και να αποστή πάσης ενεργείας
δυναμένης να περιπλέξη περισσότερον την κατάστασιν ή δε Ελληνική Κυβέρνησις,
πιεζόμενη από την αγανάκτησιν του Αθηναϊκού λαού και μη δυναμένη ουδέν έτερον
να πράξη, απεφάσισεν, προς ενίσχυσιν της Σύρου, ν’ αποστείλη αυτόθι το
μοναδικόν τότε αξιόλογον πολεμικόν σκάφος μας, την «Ελλάδα». Εν τω μεταξύ ο
Νομάρχης Κυκλάδων Γ. Δρακόπουλος είχεν επιδόσει διαμαρτυρίαν εις τον Χόβαρτ
Πασσάν, ην ανεκοίνωσε και εις τους εν Σύρω Προξένους των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων,
υποστηρίζων ότι η «Ένωσις» δεν ήτο πειρατικόν σκάφος, αλλά λαθρεμπορικόν και
ότι, ως εκ τούτου, τα Τουρκικά πολεμικά δεν είχον το δικαίωμα της ερεύνης εν τω
λιμένι της Ερμουπόλεως, ούτε και το δικαίωμα του αποκλεισμού του λιμένος, όπου
είχε καταφύγει το λαθρεμπορικόν σκάφος.
Η Γαλλική φρεγάτα εισέπλευσεν εις τον λιμένα της Ερμουπόλεως
την 4-12-1868 και ευθύς αμέσως ο κυβερνήτης της επικοινώνησε με τον Τούρκον
στόλαρχον. Αποτέλεσμα της συναντήσεως αυτής ήτο ο Χόβαρτ να αποχωρίσει του
στομίου του λιμένος και να αγκυροβολήση τα τρία πολεμικά του, διότι εν τω
μεταξύ είχε προστεθή και τρίτον Τουρκικόν πολεμικόν, εις την κατέναντι του
λιμένος νησίδα «Φανάρι» (Γαϊδουρονήσι).
Μάλιστα κατά τας απογευματινάς ώρας απήρον τα τρία Τουρκικά
πολεμικά και από το νέον αγκυροβόλιόν των τραπέντα προς την διεύθυνσιν της
Κέας. Ακριβώς κατά την ώραν αυτήν κατέπλευσεν εις Ερμούπολιν και η «Ελλάς»,
ανοικτάς έχουσα τας θυρίδας των κανονίων και φέρουσα μέγαν σημαιοστολισμόν. Η
άφιξις της «Ελλάδος» εχαιρετίσθη ενθουσιωδώς από τους αφελείς Συριανούς,
ουδόλως υπολογίζοντας το ασθενές της δυνάμεως αλλά και την εις πολεμοφόδια
κατάστασιν του μοναδικού αυτού πολεμικού της πατρίδος μας. Δυστυχώς η επακολουθήσασα
διακοπή των διπλωματικών σχέσεων Ελλάδος και Τουρκίας, η ανάκλησις του Τούρκου
πρεσβευτού εξ Αθηνών και η αναχώρησις εκ Σύρου του Τούρκου προξένου Αξελού,
επέφερον επιδείνωσιν της καταστάσεως. Ολίγας ώρας μετά την άφιξιν της «Ελλάδος»
εθεάθησαν πέντε πλέον Τουρκικά πολεμικά περιπολούντα προ του λιμένος της Σύρου,
«διεγείροντα τον ερεθισμόν των κατοίκων της εμπορικής ταύτης πόλεως, ήτις
φαίνεται να είναι θέατρον σοβαρών γεγονότων», ως έγραφεν ο Συριανός Τύπος. Τα
πέντε Τουρκικά πολεμικά ηγκυροβόλησαν και πάλιν εις την νησίδα «Φανάρι», του
Χόβαρτ δηλώσαντος ότι απαγορεύει τον απόπλουν ου μόνον της «Ενώσεως», αλλά και
του ετέρου Έλληνικού επιδρομικού «Κρήτη», το οποίον ευρίσκετο τότε και αυτό εις
τον λιμένα της Σύρου. Μη αρκεσθείς δε εις την απλήν ταύτην δήλωσιν, δι’ ακάτων
επηνδρωμένων εισήρχετο εντός του λιμένος και ενήργει περιπολίας εντός αυτού. Η
επιδείνωσις των σχέσεων Ελλάδος και Τουρκίας και η αύξησις της δυνάμεως του
Τουρκικού στόλου, όστις απέκλειε τον λιμένα της Σύρου, ανησύχησε σφόδρα τους κατοίκους
της Ερμουπόλεως. Το Δημοτικόν Συμβούλιον συνεκλήθη εκτάκτως φοβούμενον δε
βομβαρδισμόν της πόλεως από τα Τουρκικά πολεμικά, απεφάσισε την δαπάναις του
Δήμου μεταφοράν των πυριτιδαποθηκών του Δημοσίου, ευρισκομένων εγγύς της
πόλεως, εις τα αποθήκας απομεμακρυσμένας. Παραλλήλως και προς εξευμένισιν των
Τούρκων, ο Νομάρχης Κυκλάδων διέταξε τον αφοπλισμόν της «Ενώσεως» και την
απομάκρυνσιν εκ του σκάφους των ανδρών του πληρώματός της, της «Ενώσεως»
απομεινάσης «γυμνής και δίκην καταδίκου».
Εν τω μεταξύ προ του λιμένος της Σύρου είχε συγκεντρωθή
ολόκληρος σχεδόν ο Τουρκικός στόλος. Ως αναφέρει εις υποβληθείσαν εις το
Υπουργείον των Ναυτικών αναφοράν του ο πλοίαρχος της «Ελλάδος» Σταματελόπουλος,
είχον αγκυροβολήσει προ του λιμένος της Σύρου εν ελικοφόρον δίκροτον των
ενενήκοντα πυροβόλων, δύο ελικοφόροι φρεγάται των πεντίκοντα πυροβόλων εκάστη,
μία τροχήλατος φρεγάτα των δέκα εξ πυροβόλων, μία θωρηκτή φρεγάτα των δέκα οκτώ
πυροβόλων, μία κανονιοφόρος των 7 πυροβόλων και τέσσερα άλλα πολεμικά σκάφη. Συνολικώς
δέκα πολεμικά σκάφη με βαρύτατον οπλισμόν και με μεγίστην δύναμιν πυρός. Ο
στόλος αυτός, τρομερός εις δύναμιν πυρός, ηδύνατο να καταστρέψη την πόλιν εντός
ελαχίστου χρόνου, χωρίς βεβαίως να είναι νοητή η προβολή οιασδήποτε αντιστάσεως
ή αμύνης. Εφήσθω εν παρόδω ότι λόγω της επελθούσης διακοπής των διπλωματικών
σχέσεων μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, την ανάληψιν της προστασίας των
συμφερόντων της Τουρκίας είχεν αναλάβει η Γαλλία, ως εκ τούτου δε, οσάκις ο
Τούρκος στόλαρχος ήθελε να συνεννοηθή με τον εν Σύρω Γάλλον πρόξενον,
απέστελλεν εν των πλοίων του εις τον λιμένα, όπερ έφερεν υψωμένην προς τούτο
την Γαλλικήν σημαίαν.
Είναι αληθές ότι ο επιβληθείς αποκλεισμός της Σύρου δεν
επεξετείνετο εις τα εισπλέοντα ή αποπλέοντα της Ερμουπόλεως εμπορικά σκάφη, ούτως
ώστε η τε συγκοινωνία και το εμπόριον ηδύναντο να συνεχισθούν, η πολεμική όμως
αναστάτωσις εις ήν ευρίσκετο τότε η Ελλάς εν συνδυασμώ προς την απειλήν την
οποίαν ενεφάνιζεν η παρουσία ολόκληρου του Τουρκικού στόλου εις μικράν από του
λιμένος απόστασιν, επέφερον την παράλυσιν της εμπορικής και βιομηχανικής
κινήσεως της πόλεως. Ως ήτο φυσικόν, η ανησυχία εις την πόλιν είχε κορυφωθή.
Μετά την πάροδον των πρώτων ενθουσιασμών έβλεπον την αδυναμίαν της Ελληνικής
Κυβερνήσεως να παράσχη οιανδήποτε αξιόλογον βοήθειαν και ότι κατά συνέπειαν η
πόλις ευρίσκετο εις την διάθεσιν των Τούρκων. Αι κατά της Κυβερνήσεως
επικρίσεις εγίνοντο καθημερινώς οξύτεραι, η δε παρουσία του ξύλινου σκάφους του
Ελληνικού Ναυτικού, της «Ελλάδος», αντί παρηγοριάς, «διήγεφε τον φόβον και οίκτον
εις τους κατοίκους της νήσου ταύτης». Την κατάστασιν κατέστησεν αυτόχρημα
δραματικήν η εκ μέρους του Χόβαρτ επίδοσις προς τον Νομάρχη Κυκλάδων Γ.
Δρακόπουλον τελεσιγράφου, αξιούντος την «παράδοσιν της Ενώσεως ή την
καταστροφήν της, άλλως ειδοποίει ότι θα την έπαιρνε δια της βίας». Προ της
καταστάσεως αυτής ο πλοίαρχος της «Ελλάδος» εθεώρησε φρόνιμον να φύγη εκ Σύρου
και την 9ην Δεκεμβρίου 1868, πέντε ημέρας μετά τον επιδεικτικόν κατάπλουν της,
η «Ελλάς» ησύχως διήλθε δια των Τουρκικών πολεμικών επιστρέφουσα εις Πειραιά.
Πας τις δύναται να φανατσθέιποίας δραματικάς μέρας διήρχοντο
οι κάτοικοι της Ερμουπόλεως. Αι φήμαι ωργίαζον. Η έλειψις ειδήσεων επέτεινε την
ανησυχίαν και ο Τουρκικός στόλος, σχεδόν ολόκληρος, προέβαλε την απειλητικήν
σκιάν του τας σκληράς εκείνας χειμερινάς νύκτας του Δεκεμβρίου 1868. Υπό
τοιαύτας συνθήκας ήτο φυσικόν να αρχίση η αντίδρασις. Οι έμποροι της Σύρου
εζήτησαν την μεσολάβησιν των ξένων Προξένων προς εξεύρεσιν λύσεως. Πράγματι οι
ξένοι Πρόξενοι ανέλαβον πρωτοβουλίαν ρυθμίσεως του αδιεξόδου. Κατόπιν
συνεννοήσεων και διαπραγματεύσεων, αίτινες διήρκεσαν επί πολλάς ημέρας,
συνεφωνήθη η «Ένωσις» να μεταφερθή συνοδεία της Γαλλικής και της Αυστριακής
κορβέττας, αίτινες ευρίσκοντο εις τον λιμένα της Σύρου, εις Πειραιά, όπου και
να ελύετο το ζήτημα. Ενώ όμως η συμφωνία είχε επέλθει και οι Συριανοί ήλπιζον
ότι τα βάσανά των είχον τελειώσει, η επιμονή του Νομάρχου Κυκλάδων να θέση εις
το συμφωνητικόν την φράσιν «υπείκων εις την βίαν», εματαίωσε πάλιν την
συμφωνίαν και η κατάστασις παρέμεινεν αμετάβλητος.
Δυστυχώς ο αποκλεισμός του λιμένος της Σύρου και ο
εγκλωβισμός εντός αυτού των δύο σημαντικότερων καταδρομικών, δι ών εφωδιάζοντο
οι εν Κρήτη επαναστάται, της «Ενώσεως» και της «Κρήτης», είχον κλονίσει μεγάλως
το ηθικόν των εν Κρήτη αγωνιστών και είχον αποστερήσει τούτους πάσης βοηθείας
και ενισχύσεως εξ Ελλάδος. Ήδη, φθίνοντος του Δεκεμβρίου 1868, ο Πετροπουλάκης
και οι άνδρες του εφέροντο συνθηκολογήσαντες, μεμονωμέναι δε και ασήμαντοι
απέμεινον αι επαναστατικαί εστίαι.
Δημήτρης
Χάλαρης
ΠΗΓΗ
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Μην πυροβολείτε ασκόπως