Η Ι. Μ. Βούλγαρη είναι παλιό Μοναστήρι, που την εξάρτησή του
είχε από την Ι. Μονή Ασωμάτων, στο Αμάρι. Το όνομά του Βούλγαρης παραπέμπει σε
ιδρυτή με το οικογενειακό όνομα Βούλγαρης[1] (και σήμερα Βουλγαράκης, όνομα που
συνεχίζει να επιχωριάζει στο χωριό)[2]. Το εν λόγω όνομα εξαιρετικά σύνηθες
οικογενειακό απαντά επτά φορές στο συγκεκριμένο χωριό κατά τα χρόνια τής
Τουρκοκρατίας (Vulgari Kostantin, Manol, Pasko, Manol, Yorgi, Mihali,
Dimitri)[3].
Το επώνυμο, κατά τον Κων. Άμαντο οφείλεται στους Βουλγάρους
στρατιώτες που είχαν εκστρατεύσει με τον Νικηφόρο Φωκά, για να ελευθερώσουν την
Κρήτη από τους Σαρακηνούς[4].
Και ο Ν. Τωμαδάκης[5], θεωρεί πιθανή την ονομασία τού τοπωνυμίου και της Μονής από τους κατοίκους τού Borgo= Βουργάρων. Τέλος, η Χρυσούλα Τσικριτσή θεωρεί πιθανότερη την άποψη τού Αντ. Χατζή[6] για την ετυμολογία τού τοπωνυμίου από τη λέξη βουλγάρις= αυτός που κατασκευάζει και πουλάει βούλγας (μεσαιωνικό)= δερμάτινους σάκους και σήμερα στην Κρήτη βούργια. Πβ. μια παρόμοια ετυμολογία και στον Μιχ. Σκανδαλίδη[7]. Πάντως, το βούλγαρης, όπως σημειώνει η Χρ. Τσικριτσή, δεν είναι μόνο δηλωτικό επαγγέλματος, αλλά και σκωπτικό- ασφαλώς από το αντίστοιχο εθνικό- και θα πει ισχυρογνώμων (πβ. έγινε Τούρκος από το κακό του= θύμωσε πάρα πολύ). Βέβαια, αναφέρονται Βούλγαροι D’ Origine Servile και δεν αποκλείεται να είναι και οικογενειακό από εθνικό. Σε έγγραφο τού 1304 αναφέρεται Marino Bulgari κυβερνήτης γαλέρας, Victuri Bulgarus σε έγγραφο τού 1407 και Petrus Bulgari σε έγγραφο τού 1428[8].
Και ο Ν. Τωμαδάκης[5], θεωρεί πιθανή την ονομασία τού τοπωνυμίου και της Μονής από τους κατοίκους τού Borgo= Βουργάρων. Τέλος, η Χρυσούλα Τσικριτσή θεωρεί πιθανότερη την άποψη τού Αντ. Χατζή[6] για την ετυμολογία τού τοπωνυμίου από τη λέξη βουλγάρις= αυτός που κατασκευάζει και πουλάει βούλγας (μεσαιωνικό)= δερμάτινους σάκους και σήμερα στην Κρήτη βούργια. Πβ. μια παρόμοια ετυμολογία και στον Μιχ. Σκανδαλίδη[7]. Πάντως, το βούλγαρης, όπως σημειώνει η Χρ. Τσικριτσή, δεν είναι μόνο δηλωτικό επαγγέλματος, αλλά και σκωπτικό- ασφαλώς από το αντίστοιχο εθνικό- και θα πει ισχυρογνώμων (πβ. έγινε Τούρκος από το κακό του= θύμωσε πάρα πολύ). Βέβαια, αναφέρονται Βούλγαροι D’ Origine Servile και δεν αποκλείεται να είναι και οικογενειακό από εθνικό. Σε έγγραφο τού 1304 αναφέρεται Marino Bulgari κυβερνήτης γαλέρας, Victuri Bulgarus σε έγγραφο τού 1407 και Petrus Bulgari σε έγγραφο τού 1428[8].
Σήμερα, σε μια περιοχή κατάφυτη από αιωνόβια ελαιόδεντρα,
Βορειοανατολικά των Μελάμπων, 30′ πορεία από αυτές, σώζονται μερικά μόνον
ερείπια των εγκαταστάσεων τής Ιστορικής Μονής και η εκκλησία τού αγίου Ιωάννη
(Γενέθλιο– 24 Ιουνίου), άγραφη μονόκλιτη βασιλική (9,5Χ4,8), με ωραίο
ξυλόγλυπτο τέμπλο, με παραστάσεις φύλλων σταφυλής και δρακόντων. Καλντερίμι
20μ. οδηγεί μέχρι την είσοδο τής Μονής, της οποίας διατηρούνται ερείπια κελιών
και λοιπών βοηθητικών χώρων και δύο χαράγματα του 1716 και του 1853.
Πρόκειται για παλιό μοναστήρι που λειτούργησε από την
περίοδο τής Ενετοκρατίας και κτίστηκε, πιθανόν, πριν το 1645, ενώ ιστορικά
μαρτυρείται η ύπαρξή του το έτος 1716 από σχετική επιγραφή, που δημοσίευσε ο
Gerola[9]. Γενικά, πρέπει να τονιστεί ότι η περιοχή γύρω από τις Μέλαμπες
αποτέλεσε, κατά τα χρόνια εκείνα, σπουδαίο μοναστικό κέντρο. Το μοναστήρι
πρέπει να ήταν πολύ πλούσιο, με περιουσία γύρω στα τρεις χιλιάδες ελαιόδεντρα,
που πριν την επανάσταση τού 1821 θα ήταν προφανώς ακόμα περισσότερα. Το 1957
αποφασίστηκε η εκποίηση των κτημάτων τού «Βούλγαρη», που μέχρι τότε ανήκαν στο
Ταμείο Εφέδρων πολεμιστών[10].
Στην περιοχή αυτήν, του Βούλγαρη, στη δεκαετία του πενήντα,
ανασύρθηκαν κατά την καλλιέργεια- όπως συμβαίνει συχνά- αγρού δυο επιγραφές σε
πωρόλιθο, γραμμένες σε δωρική διάλεκτο. Στη μια από αυτές (0,30Χ 0,14)
μαρτυρείται, για πρώτη φορά, η ύπαρξη, στην περιοχή μάλλον Βούλγαρη, όπου και
ανευρέθηκαν οι επιγραφές, της αρχαίας πόλεως Κώριον- εντελώς άγνωστης από άλλες
αρχαίες πηγές. Της πόλεως αυτής, σύμφωνα με την επιγραφή, τον ναό- τον
αφιερωμένο, κατά τη δεύτερη επιγραφή, στη θεά Αθηνά- επιμελήθηκε, μαζί και με
άλλους τοπικούς παράγοντες, ο Σόαρχος, γιος του Παιθεμιδού, που είχε διατελέσει
και πρέσβης, είχε, δηλαδή, αποκτήσει ένα σημαντικό πολιτειακό αξίωμα και η
Τριβαλίς (πιθανόν σύζυγος του Σοάρχου)[11].
Προφορική παράδοση- που διασώζει ο Μελαμπιανός δάσκαλος Ν.
Φασατάκης- αναφέρει πως οι καλόγεροι τού Αϊ- Γιώργη του Φινοκάλη έφυγαν και
πήγαν στον Αϊ- Νικόλα, γιατί τους πείραζαν ξένοι. Επειδή, όμως, και εκεί
πάθαιναν τα ίδια, μεταφέρθηκαν στο Μελισσουργάκι. Για τον ίδιο λόγο κατέληξαν
στου Βούλγαρη και εγκαταστάθηκαν μόνιμα, γιατί εκεί ήταν πιο ασφαλείς, σχετικά
μακριά από τα προηγούμενα μοναστήρια και αθέατοι από τη θάλασσα[12]. Από τότε
το Μελισσουργάκι, που βρίσκεται ΝΑ του Βούλγαρη, κατέστη μετόχιο της Μονής τού
Βούλγαρη με επιστάτη καλόγερο και πιθανόν ένα- δυο ακόμα μοναχούς που καλλιεργούσαν
τα κτήματα.
Περί το 1770-1788 η μονή Βούλγαρη έγινε εξάρτημα της Ι.
Mονής Ασωμάτων. Οι μοναχοί της μεταφέρθηκαν στη Μονή Ασωμάτων, ενώ στου
Βούλγαρη παρέμειναν ένας– δυο, για να φροντίζουν την αξιόλογη περιουσία της
Μονής, μέχρι περίπου το 1900, που το μοναστήρι έπαψε πια να έχει μόνιμο μοναχό
επιστάτη.
Σημειώσεις
[1]Βούργαρης στην καταγραφή των τοπωνυμίων τού 1953, από
τους δασκάλους τής Κρητικής υπαίθρου, με εντολή τής Εταιρείας Κρητικών και
Ιστορικών Μελετών, που εδρεύει στο Ηράκλειο.
[2] Ν. Φασατάκη, «Το μοναστήρι του Βούλγαρη», Προμηθεύς ο
Πυρφόρος 37 (1984), 3-18 και Χρυσ. Τσικριτσή- Κατσιανάκη, «Συμβολή στη μελέτη
των τοπωνυμίων της Κρήτης, Τοπωνύμια από οικογενειακά ονόματα», Αμάλθεια 6
(1975), 44]
[3] Ευαγγελία Μπαλτά – Mustafa Oguz, Το Οθωμανικό
Κτηματολόγιο του Ρεθύμνου, Ρέθυμνο 2007, 516-517.
[4] Κων. Αμάντου, «Κρητικά τοπωνύμια», Επετηρίς Εταιρείας
Κρητικών Σπουδών, Γ΄ (1940), 224.
[5] «Σλάβοι εν Κρήτη, τα Καράνου- Το Ροδοβάνι», Επετηρίς
Εταιρείας Κρητικών Σπουδών (Ε.Ε.Κ.Σ) 1 (1938), 425.
[6] «Οι Σλάβοι εν Ελλάδι», 73 και 77.
[7] «Ονοματολογική περιήγηση στον νησιωτικό μικρόκοσμο των
Κυκλάδων», στα Πρακτικά Δ΄ Ονοματολογικού Συνεδρίου «Ονοματολογικά Κυκλάδων»
(Τήνος 20-22 Οκτωβρίου 2005), περιοδ. «Ονόματα», Αθήνα 2007, 22.
[8] Χρυσ. Τσικριτσή, «Συμβολή στη μελέτη των τοπωνυμίων της
Κρήτης, Τοπωνύμια από οικογενειακά ονόματα», Αμάλθεια 6 (1975), 44-45.
[9] G.
Gerola, Monumenti Veneti Nell’ isola di Creta, Venezia NCM.V, vol ΙΙΙ, 178.
[10] Ψιλάκης Νίκος, Μοναστήρια και Ερημητήρια της Κρήτης, τ.
Β΄, Ηράκλειο 1993, 437.
[11] Χρίστου Μακρή, «Ιστορικά- Αρχαιολογικά Νέα», εφημ.
Ρεθύμνου Βήμα της 18/11/1960.
[12] Ν. Φασατάκη, «Το Μοναστήρι του Βούλγαρη», Προμηθεύς ο
Πυρφόρος 37
ΠΗΓΗ
Αναδημοσίευση από το ιστολόγιο ΡΕΘΕΜΝΙΩΤΙΚΕΣ ΑΝΑΔΡΩΜΕΣ
του Κωστή Ηλ. Παπαδάκη
5 Απρ 2011
5 Απρ 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Μην πυροβολείτε ασκόπως