14 Φεβρουαρίου 2017

Ηρακλής Κοκκινίδης

Ο Ήρωας Ηρακλής Κοκκινίδης

Του Μανώλη Ε. Δετοράκη*
Προκαλεί πράγματι μεγάλη εντύπωση στον ερευνητή, πως ένας άνδρας ηλικίας μόλις 25 ετών, εκλέγεται συναρχηγός δύο σημαντικών επαρχιών και ουσιαστικά κύριος αρχηγός, επιβάλλεται, διακρίνεται και καθίσταται σύμβουλος όχι μόνο για τους συμπολεμιστές και τον αγωνιζόμενο λαό αλλά και για το Έθνος. Ήταν ασφαλώς η γιγάντια και ωραία μορφή του, η αρχοντική του συμπεριφορά, η γενναιότητα και η τόλμη, η ταχύτητα και η αμεσότητα στις στρατιωτικές του ενέργειες, ακόμη και το θρυλικό όνομα που έφερε, που παρέπεμπε σε ένα μυθικό ήρωα της Ελληνικής Ιστορίας, τιμωρό των κακών και προστάτη των αδυνάτων.
Η Επανάσταση της Κρήτης του 1866, με το σύνθημα Ένωσις ή Θεάνατος, δεν ήταν μόνο μια ένοπλη διαμαρτυρία των καταδυναστευόμενων Κρητικών τοπικού χαρακτήρα εναντίον του πιο βάρβαρου κατακτητή.
Ήταν μία έκρηξη εθνικής αυτοσυνειδησίας, μια συνέχεια της Επανάστασης του ‘21, που συνήγειρε όλο το έθνος. Και οι ήρωες των Κρητικών αγώνων αλλά και ο Κρητικός λαός, είχαν τη συμπαράσταση μα και την κριτική των πράξεών τους, εκ μέρους των απανταχού Ελλήνων αλλά και των ξένων. Μέσα σ’ αυτό το καμίνι των αγώνων και των αιμάτων, της ευθύνης αλλά και του εθνικού χρέους, ο Ηρακλής Κοκκινίδης, με το ζέον αίμα των 25 του χρ΄νων, δεν έβλεπε τίποτε άλλο παρά μόνο τη δράση. Το μόνο δρόμο, το σκληρό και αδυσώπητο πόλεμο εναντίον των εχθρών της πατρίδας του.
Αυτό τον έκανε ιδιαίτερα παράτολμο και αποφασιστικό, αλλά συγχρόνως τον καθιστούσε ευάλωτο στους εχθρούς, ιδιαίτερα όταν επέπιπτε εναντίον τους έφιππος σε ανοικτούς χώρους, ακόμα και για λόγους παιγνιδιού:
“Όταν εκτύπα στην κοιλιά, τ’ αλόγου του τη σκάλα
το κτύπο ήκουγ’ η τουρκιά, κι ήφευγε και εχάλα
‘εσπα ντελόγο κι έφευγε του τούρκικο ασκέρι
σα ‘θελα δει τον Ηρακλή με το γυμνό μαχαίρι...”.

Παρά το γεγονός ότι η λαϊκή μούσα, έπλασε και τραγούδησε τα ηρωικά κατορθώματα, τις αρετές και το τραγικό τέλος του θρυλικού ήρωα, που όπως λέει ήταν, το καύχημα των Χριστιανών και των Τουρκών ο χάρος, η αληθινή ιστορία του ήρωα επιβεβαιώνεται με σειρά επίσημων εγγράφων, ιστορικών και διπλωματικών, που απόκεινται στα διάφορα αρχεία και στο υπουργείο των Εξωτερικών. Δεν είναι λοιπόν ο ήρωάς μας γέννημα των θρύλων και των διαδόσεων του αγωνιζόμενου λαού, αλλά μια ιστορική παρουσία, που στο σύντομο πέρασμά της άστραψε σαν κεραυνός που φώτισε τον ουρανό της υπόδουλης Κρήτης, δίδαξε με το παράδειγμά του την προσήλωση στα ιδεώδη της ελευθερίας και την περιφρόνηση προς το θάνατο.
Η γνωστή φράση του Ισοκράτη στην Προς Δημόνικος επιστολή,
“Ρώμη μετά φρονήσεως ωφέλησεν, άνευ δε ταύτης πλείω του έχοντας έβλαψεν”, δεν φαίνεται να είχε γίνει αποδεκτή από τον γενναίο εκείνο πρόμαχο της ελευθερίας. Λέγεται ότι συχνά ο γέρο Κόρακας, τον συμβούλευε ακόμη και τον μάλωνε για τη ριψικίνδυνη συμπεριφορά του. Μα εκείνος έμενε αδοιάφορος από τη γεροντική σωφροσύνη του μεγάλη γενικού αρχηγού. Αυτή η περιφρόνηση στον κίνδυνο, στάθηκε δυστυχώς και η αιτία του τραγικού και πρόωρου χαμού του, πουθ αποστέρησε τον αγωνιζόμενο λαό των δύο επαρχιών από ένα τόσο σημαντικό προστάτη και την Επανάσταση από ένα πρωταγωνιστή, σε μία κρίσιμη καμπή της.
Καιρός τώρα να παραθέσουμε μερικά στοιχεία από τη βιογραφία του ήρωρα.
Ο Ηρακλής ήταν γιος του Νικολάου Κοκκινίδη, αγωνιστή στην Επανάσταση του ‘21 και γεννήθηκε στο Κεραμούτσι το 1842. Ο πατέρας του, καταγόμενος από την Κράνα Μυλοποτάμου, είχε αποκτήσει μεγάλη περιουσία, που τελικά δαπανήθηκε υπέρ των αγώνων της Κρήτης. Η μητέρα του καταγόταν από τον Καρδουλιανό του Καστελλίου Πεδιάδος. Το ζεύγος είχε εκτός από τον Ηρακλή, ένα ακόμη γιο, το Μανώλη, επίσης σημαντικό αγωνιστή στην Επανάσταση του 1866-9.ε Τη μητέρα του συναντάμε πρόσφυγα στην Αθήνα το 1897, προστατευόμενη από την Κεντρική υπέρ των Κρητών Επιτροπή, με μηνιαία αποζημίωση 150 δρχ.
Ο Ηρακλής διακρινόταν για τις αρετές του από τα παιδικά του χρόνια ως μια ηγετική προσωπικότητα μεταξύ των συνομηλίκων του.
Αμέσως μετά την έκρηξη της Επανάστασης του 1866, εντάχθηκε στον αγώνα, υπό τον αρχηγό Μελεβιζίου Παυλή Ντεντιδάκη. Μετά τον ηωρικό θάνατο εκείνου, που ακολούθησε το βαρύ τραυματισμό του στη μάχη του Καμαριώτη στις 15 Ιανουαρίου του 1867, η Οργανωτική Επιτροπή Μαλεβιζίου - Τεμένους, συνήλθε στη θέση Πενταχέρι, κοντά στον Κρουσώνα στις 22 Απριλίου του 1867 για να αποφασίσει για τη νέα κατάσταση. Σε επίσημο έγγραφο προς την Εν Αθήναις Κεντρική Επιτροπή υπέρ των Κρητών αναφέρει μεταξύ άλλων: “... Αποβιώσαντος του αειμνήστου Παύλου Ντεντιδάκη, οπλαρχηγού Μαλεβιζίου-Τεμένους, ενεκρίθησαν παρά πάντων των καπεταναίων ομοιοβάθμιοι οπλαρχηγοί οι κ.κ. Χαράλαμπος Βλαχάκης και Ηρακλής Κοκκινίδης τους οποίους κατά καθήκον συνιστώμεν, όπως αναγνωρίζητε ως τοιούτους...”.
Λίγο μετά, το τρίτο δεκαήμερο του Μαΐου του 1867, θα ακολουθήσει η μεγάλη μάχη του Λασιθιού, στην οποία θα σπεύσει και θα διακριθεί ο νέος οπλαρχηγός Ηρακλής Κοκκινίδης, ο Καπετάν Ηρακλής, όπως συνήθως τον αποκαλούσαν. Πέραν των εκθέσεων των άλλων πρωταγωνιστών, υπάρχει και δική του έκθεση για τη γιγαντομαχία εκείνη, γραμμένη στο χωριό Κουδουμαλιά στις 26/5/1867. Την έκθεση απέστειλε προς την Οργανωτική Επιτροπή Μαλεβιζίου-Τεμένους.
Την ανδρεία του στη μάχη εκείνη καθώς και σε άλλη στα Σφακιά, θα υμνήσει ο λαϊκός ποιητής:
“Στην τρομερά του Λασιθιού και στω Σφακιώ τη μάχη
ο χάρος τον εδείλιανε και τούδειχνε τη ράχη
στον πόλεμο όντεν ήμπαινε, σφαίρες πολλές και λίγες,
απ’ τα δεξιά και τα ζερβά, περνούσασν σαν τις μύγες,
τη βράκα ντου τρυπούσανε τα ρούχα του τα άλλα
και μια φορά απ’ τις πολλές, τον εύρηκε μια μπάλα.
Στο κούτελο τον άγγιξε, σημάδι δεν τ’ αφήνει.
Στην αντρειωμένη κεφαλή ντρέπεται να ‘πομείνει.
Δίδει τ’ αλόγου ντου σκαλιά, και σέρνει το μαχαίρι.
Τσι Τούρκους έριχνε νεκρούς, ζευγάρια, ταίρι-ταίρι...”.

Μια γενναία και όχι τόσο γνωστή σωτήρια επέμβαση του Ηρακλή, ήταν η ταχύτατη επίθεσή του εναντίον του Τουρκικού στρατού στις Ασίτες, τα ξημερώματα της 9ης Νοεμβρίου του 1867, όταν άπαντες σχεδόν οι επώνυμοι οπλαρχηγοί που είχαν συγκεντρωθεί εκεί, κοιμούνταν αφρόνως ύστερα από γενναία οινοποσία για την ονομαστική γιορτή του Κόρακα, χωρίς να έχουν λάβει κανένα μέτρο για ενδεχόμενη επίθεση. Ο εχθρός περικύκλωσε το χωριό ύστερα από προδοσία και ολίγου δειν να χαθούν αδόξως και βλακωδώς, οι επικεφαλής της Επανάστασης οπλαρχηγοί από τη μάχαιρα των αγαρηνών. Η κεραυνοβόλος όμως επέμβαση του Ηρακλή και του αρχηγού των εθελοντών του Τμήματος Ηρακλείου γέροντος Πετροπουλάκη, έσωσε την κεφαλή των οπλαρχηγών και την τιμή της Επανάστασης, κατά τη διατύπωση του Έλληνα υποπρόξενου στο Ηράκλειο.
Δυστυχώς, στη μάχη του Αγίου Μύρωνος και Πυργού, στις 6/12/1867, ο Ηρακλής θα τραυματισθεί σοβαρά από σφαίρα, που προκάλεσε διαμπερές τραύμα στο άνω μέρος του δεξιού ημιθωρακίου. Ο λαϊκός ποιητής θα μας το περιγράψει επακριβώς:
“Κι άλλη φορά εις την Πυργού, τον ήβρικε μια μπάλα
και μπαίνει από το μπέτη του, βγαίνει απ’ την κουτάλα
το αίμα τρέχει ποταμός, μα πάλι δεν τα χάνει
να πολεμήσει δε μπορεί, μα καερέτι κάνει...”.

Το γεγονός αυτό, αναφέρεται σε έκθεση του υποπροξένου της Ελλάδας στο Ηράκλειο Ιωάννη Μπαρουξάκη προς το Χαρίλαο Τρικούπη ως υπουργό των Εξωτερικών, με ημερομηνία 6/12/1867: “Δυστυχώς κατά την εν λόγω μάχην επληγώθη ο αρχηγός Ηρακλής Κοκκινίδης και δύο έτεροι οπλίται. Η σφαίρα προσέβαλε τον πρώτον άνωθεν του δεξιού μαστού, θραύσασα το οστούν της ωμοπλάτης και έμεινε εντός της σαρκός. Εις εμπειρικός χειρουργός Οικονομόπουλος ενήργησεν εγχείρησιν και ηδυνήθη να εξαγάγει την σφαίραν, μετεχειρίσθη δε όλα τα βοηθητικά μέσα όσα του επέτρεπαν αι πρακτικαία γνώσεις του. Είτα μετεφέρθη εις Μυλοπόταμον, όπου προσετέθη εις την θεραπείαν του και έτερος εμπειρικός χειρουργός ονομαζόμενος Πολιός...”.
Πράγματι, είχε μεταφερθεί στη Μονή Παντελεήμονος, που ανήκε τότε γεωγραφικά στο Μυλοπόταμο, όπου κατά το λαϊκό ποιητή έμεινε μια εβδομάδα και μετά μεταφέρθηκε στη Σύρο και στην Αθήνα για πληρέστερη θεραπεία:
“Εις τον Παντελεήμονα κάνει μιαν εβδομάδα
κι ύστερα βαρκαρίστηκε να πάει στην Ελλάδα”.

Ο υποπρόξενος της Ελλάδας που παρακολουθούσε την εξέλιξη της υγείας του Ηρακλή, σε έγγραφό του προς το Χαρίλαο Τρικούπη, με ημερομηνία 18/12/1867, κάνει μνεία για βελτίωση της υγείας του.
Από τον όρμο του Φόδελε, ο Ηρακλής μεταφέρθηκε στη Σύρο, όπου και παρέμεινε μέχρι τα τέλη του Δεκέμβρη. Σε έγγραφό του από τη Σύρο στις 31/12/67, ο Μίνως Μπογιατζόγλου, γράφει προς το Μάρκο Ρενιέρη: “Ο αρχηγός Μαλεβιζίου Ηρακλής Κοκκινίδης, βελτιώθείσης ουσιωδώς της υγείας του, ανεχώρησεν εντεύθεν χθες δι Αθήνας. Δεν μας έδωσε το παραμικρόν βάρος, ούτε αυτός ούτε οι άνθρωποί του. Έφερε μεθ’ εαυτού, λαβών εκ του πατρός του 100 λίρας και εξ αυτών δαπανά αξίως της θέσεως αυτού”.
Η άφιξη και η νοσηλεία του Ηρακλή στην Αθήνα, αποτέλεσε σημαντικό γεγονός.
Όλων τα μάτια ήσαν στραμμένα στο θρυλικό καπετάνιο και το ενδιαφέρον των θεραπόντων γιατρών και της επίσημης Ελληνικής Κυβέρνησης ήταν συνεχές και αδιάπτωτο. Ο ποιητής μας σημειώνει το ιδιαίτερο γεγονός:
“Βρήκε χατίρι και τιμή πολλή σε τόπο ξένο,
όλοι τσ’ Αθήνας οι γιατροί πάνε στον πληγωμένο”.

Εκείνος ωστόσο βιάζεται να αναρρώσει γιατί επιθυμεί σφόδρα να επιστρέψει στο καθήκον, που δεν του αφήνει περιθώρια. Και πριν ακόμη συμπληρωθεί η θεραπεία του, εξέρχεται του νοσοκομείου, παρά τη γνώμη των γιατρών του:
“Τον εμποδίζουν οι γιατροί, οι ειδικοί κι οι φίλοι
μ’ αυτός δεν θέλει μπλιό γιατρό και στην πληγή του φτίλι,
μόνο τση μάχης τη φωθιά, τση δόξας το στεφάνι...”.

Θα παραμείνει σε ξενοδοχείο κάμποσο καιρό, όπου θα τον επισκεφθούν τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής των Κρητών, Κυβερνητικοί αξιωματούχοι και πλήθος κόσμου. Έγινε δεκτός στα ανάκτορα και ο Βασιλιάς Γεώργιος του χάρισε ένα τελευταίου τύπου οπισθογεμές όπλο, η δε βασίλισσα ένα σπαθί. Ο βασιλιάς του υποσχέθηκε επίσης την ενίσχυση του αγώνα με όπλα και πυρομαχικά. Σε έγγραφο που ανακάλυψα πρόσφατα, βρήκα μια κατάθεση εκ μέρους του βασιλέως 2500 φράγκων δια του υπασπιστού του Ι. Πέρογλου, υπέρ των Κρητών, με την ένδειξη να μην ανακοινωθεί. Όλες εκείνες οι τιμές επηρέασαν οπωσδήποτε έτι πλέον το εύτολμον και ριψοκίνδυνον του χαρακτήρα του, εγώ θα έλεγα την εθνική του φιλοτιμία, έτσι ώστε εις το εξής να βλέπει μπροστά του μόνο τον υπέρ πάντων αγώνα.
Η επιστροφή του Ηρακλή στην Κρήτη θα αρχίσει στις 17/2/1868, με το πλοίο Κρήτη, μέσω Σύρας. Σε έγγραφο της Επί των Αποστολών Επιτροπής καταχωρείται η παραλαβή προσωπικών πολεμικών ειδών εκ μέρους του Ηρακλή, που φέρει την υπογραφή του ως και του ηγουμένου της Μονής της Ιερουσαλήμ Μελετίου:
Τρία ζεύγη πιστολίων Χωροφυλακής
Εν πιστόλιον Ιππικού
Εν ζεύγος σελαχίων Χωροφυλακής.
Η τελευταία σκηνή της σύντομης ζωής του θα λάβει χώρα εδώ, κοντά στη γέφυρα του Γαζανού Ποταμού, στις 2 Μαρτίου του ίδιου έτους, μόλις δύο εβδομάδες μετά την άφιξή του. Σε μια παράτολμη καταδίωξη των Οθωμανών, θα αποκοπεί εντελώς από τους συντρόφους του και θα βρεθεί εκτεθειμένος στα εχθρικά πυρά. Εκεί θα δεχτεί ένα καίριο τραύμα στην κοιλιακή χώρα και θα ξεψυχήσει σε λίγο χρόνο, ενώ από απόσταση πολλοί σύντροφοί του θα βλέπουν το δράμα με κομμένη την ανάσα, χωρίς να μπορούν να κάνουν τίποτε. Για το δραματικό αυτό γεγονός ο υποπρόξενος της Ελλάδας στο Ηράκλειο Ιωαν. Μπαρουξάκης, θα γράψει στο Λεωνίδα Δεληγιώργη στις 4/3/1868:
“Ο αρχηγός Ηρακλής Κοκκινίδης δια να εμψυχώσει φαίνεται τους υπ’ αυτόν και ορμώμενος υπό ακρατήτου ενθουσιασμού, παραλαβών 4 εφίππους επετέθη κατά των φαινομένων ευαρίθμων εναντίων, εις τρόπον ώστε απεμακρύνθη και έμεινε μεμονωμένος μεταξύ πολυαρίθμων κατόπιν εχθρών. Μαχόμενος ούτως και κατά πολλών, έπεσεν ο ήρως του Μαλεβιζίου φονευθείς υπό εχθρικών σφαιρών εν τη επιπέδω θέσει Λεπιδολάκκους.
... Το ανθηρόν και ευγενές σώμα του αειμνήστου αρχηγού Ηρακλέους Κοκκινίδου όπερ προσφάτως έλαβεν επί του πεδίου δάφνας της δόξης, έμεινε λεία των βαρβάρων δια να υποστή ανηκούστων εκδικήσεων. Αφού κατά την βάρβαρον συνήθειαν απέκοψεν την κεφαλήν, την οποίαν έφερον ευθυμερόν και την έθεσαν εκτός του φρουρίου εις την Πύλην των Χανίων, έδεσαν το σώμα με σχοινίον όπισθεν υποζυγίου και το έσυραν από της θέσεως του φόνου μέχρι του μετοχίου του Βελή πασά. Εν τη θέση ταύτη, ο υιός του ποτέ Ρεσίτ Πασά ήναψε πυράν και έκαυσε το σώμα και την γενναίαν καρδίαν του ήρωος Κοκκινίδη...”.

Το κακοποιημένο υπόλοιπο του γιγάντιου σώματος του ήρωα, όλες κι όλες 17 οκάδες, θα ταφεί από τους συντρόφους του στη Μονή Σαββαθιανών, όπου ένα και πλέον χρόνο αργότερα, θα τοποθετηθεί και η κεφαλή του, που είχε ριχτεί σε ένα πηγάδι κοντά στο τότε καπνοκοπτήριο του Ηρακλείου από ένα γνωστό του τούρκο.
Ήταν μόλις 26 χρόνων. Η θυελλώδης παρουσία του στο ιστορικό προσκήνιο, υπήρξε μοναδική. Άστραψε και βρόντηξε στον Κρητικό ουρανό και έδυσε η ζωή του με τη δύση του ηλίου της αποφράδας εκείνης ημέρας της 2/3/1868. Θα τον τιμήσει η αγωνιζόμενη Κρήτη αλλά και η Αθήνα. Σε επίσημο μνημόσυνο στη Μητρόπολη, τον επιμνημόσυνο λόγο, εκφώνησε ο διαπρεπής Νομικός Νικόλαος Σαρίπολος, καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ο λόγος του, με δαπάνη της Κεντρικής Επιτροπής των Κρητών, τυπώθηκε και διανεμήθηκε.. Στην ίδια τελετή, τιμήθηκε και η μνήμη του λόγιου αγωνιστή εμμανουήλ Κρανιωτάκη από το Κράσι, που σκοτώθηκε στις Γούβες. 
Και ο πονεμένος ανώνυμος Κρητικός ποιητής, θα ζητήσει προς στιγμήν από τους χαροκόπους,
Να πάψει αδέλφια ο χορός, των ποτηριών οι χτύποι,
Και θα προτρέψει τις κοπέλες και τα παλληκαρόπουλα της Κρήτης:
Λέγετε το τραγούδι του λυπητερά με πάθος
Κοπέλες, που σκοτώθηκε στης νειότης του το άνθος
Κι εσείς παλληκαρόπουλα, το αίμα σας, ποτάμι,
Ας τρέξη, ν’ αοκτήσετε του Ηρακλή το νάμι...


AIΩΝΙΑ ΑΥΤΟΥ Η ΜΝΗΜΗ

ΒΑΣΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Αρχείο της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας (ΙΕΕ), Αθήνα
2. Αρχείο Ιστορικού Μουσείου Κρήτης, Ηράκλειο
3. Αρχείο Ιστορικού Αρχείου Κρήτης, Χανιά
4. Παύλου Φαφουτάκη, Συλλογή Κρητικών Ηρωικών ασμάτων, Αθήναι 1889 (ποίημα Ηρακλή Κοκκινίδη)
5. Μανώλη Δετοράκη: Γιατροί αγωνιστές στην επαρχία Μελεβιζίου. Στο συλλογικό τόμο, Το Μαλεβίζι, Εκδ. ΟΡΑΜΑ, Ηράκλειο 199
6. Ηρακλή Πυργιανάκη: Ο καπετάν Ηρακλής Κοκκινίδης, Έκδοση Δήμων Γαζίου και Τυλίσου
7. Ακαδημία Αθηνών, Ιστορικά Έγγραφα (Κρήτη, 1866-8) Τομ. Α+Β.

* Το άρθρο βασίζεται στην ομιλία του συγγραφέα στην ειδική εκδήλωση που έγινε στο Κεραμούτσι (26/3/06) με πρωτοβουλία του Δήμου Τυλίσου.
 ΠΗΓΗ
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μην πυροβολείτε ασκόπως