Η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών 1923-24:
«…Το επίκεντρο της διήγησης κάθε πρόσφυγα παραμένει το ίδιο.
Να γεννιέσαι σε ένα μέρος, να γερνάς σε άλλο.
Και να αισθάνεσαι ξένος και στα δύο μέρη»
( αφήγηση ανταλλαγείσας μουσουλμάνας.)
Η Συνθήκη της Λωζάνης, που ακολούθησε τη Μικρασιατική Καταστροφή (για του Έλληνες) ή τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας(για τους Τούρκους) επεδίωξε, εκτός της εξυπηρέτησης των συμφερόντων των ισχυρών,
την επούλωση των πληγών της σύγκρουσης ανάμεσα στους δυο λαούς. Η αλήθεια είναι, κρίνοντας σήμερα με την ασφάλεια που παρέχει ο μεσολαβήσας χρόνος, ότι προκάλεσε και πολύ πόνο στους ανθρώπους για τους οποίους ελήφθησαν οι αποφάσεις δηλ. Χριστιανούς και Μουσουλμάνους ή Έλληνες και Τούρκους, αφού η Σύμβαση για την Ανταλλαγή Πληθυσμών, που επέβαλε την υποχρεωτική μετεγκατάσταση πληθυσμών ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, αποτέλεσε μέρος αυτής. Η ελληνοτουρκική αυτή σύμβαση αποτελεί μια πρωτοφανή ρύθμιση στην παγκόσμια ιστορία, καθώς εκπατρίστηκαν αναγκαστικά, χωρίς δυνατότητα επιστροφής και με μοναδικό το κριτήριο της θρησκείας, περίπου δύο εκατομμύρια άνθρωποι –1,5 εκατομμύριο ορθόδοξοι χριστιανοί και 500.000 μουσουλμάνοι.
«Για το Μουσταφά Κεμάλ και τον Ελευθέριο Βενιζέλο ήταν ένα
ακόμη βήμα προς τον κοινό στόχο: τη δημιουργία συμπαγών εθνών- κρατών, όπου θα
κυριαρχούσαν μια γλώσσα, μια θρησκεία και μια εθνική συνείδηση. Συνέβαλε
πράγματι στη δημιουργία, και στις δυο πλευρές του Αιγαίου, σχετικά ομοιογενών
κρατών, που ζούσαν σε τυπική αντίθεση το ένα απέναντι στο άλλο…Αυτό δεν αλλάζει
το γεγονός ότι η ανταλλαγή ήταν μια τρομερή τραγωδία για τους ανθρώπους που
επηρέασε.»σημειώνει ο Μπρους Κλάρκ, ιρλανδός, δημοσιογράφος του Εκόνομιστ.
Οι ανταλλάξιμοι έλληνες το 1923 ήταν η
μικρότερη ομάδα, 189.916, (οι άνω του ενός εκατομμυρίου είχαν διωχθεί το
προηγούμενο διάστημα). Οι Τούρκοι οι οποίοι αναγκάστηκαν σε εκπατρισμό ήταν
355.635( κάποιοι είχαν επίσης αποχωρήσει πριν) και η έξοδός τους ήταν πιο
οργανωμένη. Η ανταλλαγή αυτή δεν
επέτρεψε ούτε το κριτήριο του αυτοπροσδιορισμού. Ανάμεσα σε αυτούς
συγκαταλέγονται
και οι 40.000 περίπου Τουρκοκρητικοί, που λίγα Τουρκικά κατείχαν. Η γλώσσα τους
και ο πολιτισμός τους ήταν Κρητικός. Το ίδιο και οι Καραμανλήδες της
Καππαδοκίας που ήταν ορθόδοξοι, γνώριζαν όμως μόνο Τουρκικά. Ούτε οι μεν, ούτε
οι δε ήθελαν ν’ ανταλλαχθούν
Το πρόβλημα που αντιμετώπισε η Ελλάδα για την εγκατάσταση
των 1,5 εκ. προσφύγων ήταν τεράστιο. Οι πρόσφυγες αποτελούσαν περισσότερο από
το 20% του πληθυσμού. Για την Τουρκία ήταν μόνο 4%. Για να ξεπεραστεί το
πρόβλημα της ελληνικής γραφειοκρατίας δημιουργήθηκε το Συμβούλιο Αποκατάστασης Προσφύγων υπό την προστασία της Κοινωνίας των Εθνών. Οι πρόσφυγες
εγκαταστάθηκαν σε αγροκτήματα αλλά και στις πόλεις( κυρίως Θεσσαλονίκη, Αθήνα,
Πειραιάς). Το 1930, 145.738 οικογένειες είχαν εγκατασταθεί σε αγροκτήματα,
είχαν κτιστεί 27.000 σπίτια σε 127 αστικούς οικισμούς, αλλά υπήρχαν ακόμη
30.000 οικογένειες που έμειναν σε παράγκες και μερικές- λίγες ήταν στις ίδιες
συνθήκες ακόμη και την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου.
Μουσουλμάνοι πρόσφυγες
Αντίθετα στην Τουρκία η επίσημη γραμμή ήταν η αποσιώπηση της
ανταλλαγής των πληθυσμών και η διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας βασισμένης
στην «τουρκικότητα» της Μικράς Ασίας. Το αίσθημα των χαμένων πατρίδων ήταν
διάχυτο στους Τούρκους πρόσφυγες. Ωστόσο η επίσημη τουρκική πολιτική που ήταν η
απάλειψη από τη συλλογική μνήμη του γεγονότος αυτού απέτρεπε συστηματικά και
για πολλές δεκαετίες αναφορές ακόμη και στην τουρκική λογοτεχνία…
*Σημ.: μνησιπήμων πόνος, στίχος του Γ. Σεφέρη από το ποίημα
«Τελευταίος Σταθμός» και στίχος της
τραγωδίας του Αισχύλου «Αγαμέμνων»(180) που σημαίνει «πόνος εξ αναμνήσεως
παθημάτων»
ΠΗΓΗ
Σχετικά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Μην πυροβολείτε ασκόπως