26 Αυγούστου 2015

ΖΗΤΩ Η ΚΡΗΤΗ (1821-1913)

 ΟΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ (1821-1898)

"Η Κρήτη, οφείλομεν να το είπωμεν, προς τιμήν αυτής, υπήρξεν η ελληνική χώρα, η πεισματωδέστερον πάσης άλλης αντισταθείσα τότε εις την ξενικήν κυριαρχίαν. (Παπαρρηγόπουλος)
Το ζήτημα της απελευθέρωσης της Κρήτης από την Τουρκική κυριαρχία δεν ήταν απλό κι ο αγώνας τον Κρητών κράτησε αιώνες.

Επιστολικό δελτάριο στο οποίο απεικονίζονται οι οπλαρχηγοί Ανωγείων Μυλοποτάμου Κρήτης. Το δελτάριο φέρει σφραγίδα του Ταχυδρομείου Ηρακλείου με ημερομηνία 24 Δεκεμβρίου 1903 και κρητικό γραμματόσημο του ενός λεπτού.
Προεπαναστατικά το νησί επί δυο αιώνες περίπου βρέθηκε σε πνευματικό σκοτάδι και ήταν σχεδόν αποκομμένο από τον «φωτισμό» του Γένους που προετοίμαζε την εθνεγερσία στην υπόλοιπη Ελλάδα. Πολύ λίγοι ήταν οι
Κρήτες που μυήθηκαν στη Φιλική Εταιρεία. Παρόλο που το σύνολο του Κρητικού λαού ήταν ελάχιστα προετοιμασμένο ψυχολογικά για συμμετοχή σε επανάσταση, εντούτοις αποφάσισε μια τέτοια συμμετοχή στο Μοναστήρι της Θυμιανής στα Σφακιά στις 15Απριλίου 1821. Επίσημη ημερομηνία της έναρξης της επανάστασης στην Κρήτη θεωρείται η 14η Ιουνίου 1821, όταν οι εξεγερμένοι Κρητικοί νίκησαν τους Τούρκους στο Λούλο των Χανίων. Σύντομα οι Τούρκοι απάντησαν με τη σφαγή του Ηρακλείου στις 24 Ιουνίου 1821, όμως η επανάσταση εξαπλώθηκε σε ολόκληρο το νησί.
Ο Υψηλάντης διόρισε ως Γενικό Διοικητή Κρήτης τον Μιχαήλ Κομνηνό Αφεντούλη (Νοέμβριος 1821). Ο Αφεντούλης συγκρότησε Γενική Συνέλευση στους Αρμένους Αποκορώνου Χανίων (11/12 Μαΐου 1822), ψηφίστηκε το «ΠροσωρινόΠολίτευμα της Κρήτης» και το «Σχέδιον Προσωρινής Διοικήσεως της νήσου Κρήτης». Η επανάσταση κρατήθηκε ζωντανή. Ήττες, ωστόσο, των Κρητών επηρέασαν τη φήμη και τη θέση του Αφεντούλη ο οποίος απομακρύνθηκε από την Κρήτη το Νοέμβριο του 1822.
Ο Ιωάννης Κωλέττης μετά από αίτημα των Κρητών στις εθνοσυνελεύσεις της Πελοποννήσου όρισε Αρμοστή τον Εμμανουήλ Τομπάζη από την Ύδρα. Τον Ιούνιο του 1823 ο Τομπάζης συγκάλεσε τη Γενική Συνέλευση των Κρητών και ψηφίστηκε ο «Οργανισμός της ενιαυσίου τοπικής διοικήσεως της νήσου Κρήτης». Ο Οργανισμός ακολούθησε τις βασικές αρχές του Συντάγματος της Επιδαύρου.
Δυστυχώς, όμως, ενήργησαν ταχύτατα οι Τουρκοαιγυπτιακές δυνάμεις που κινήθηκαν με νέο διοικητή τον Χουσεΐν μπέη προς τα ανατολικά. Ειδικά ο χειμώνας του 1824 ήταν πολύ δύσκολος για τους Κρήτες, καθώς καταστράφηκαν πολλά χωριά και 370 χριστιανοί εξοντώθηκαν στο σπήλαιο τουΜελιδονίου (Ιανουάριος 1824). Ο Τομπάζης ζήτησε βοήθεια από την Ελλάδα που ποτέ όμως δεν έφτασε. Στις 12 Απριλίου του 1824 ο Τομπάζης φεύγει από την Κρήτη, αφού είδε και την καταστροφή της επαρχίας Σφακιών από τον Χουσεΐν τον Μάρτιο του 1824. Στα τέλη Μαΐου του 1824 ο τουρκοαιγυπτιακός στρατός είχε τον έλεγχο των πεδινών περιοχών της Κρήτης. Ο Χουσεΐν διακήρυττε με πεποίθηση ότι είχε καταπνίξει την επανάσταση στην Κρήτη.
Ωστόσο, οι «Καλησπέρηδες», αντάρτικες ομάδες Κρητών, συνέχισαν την αντίσταση και τις δολιοφθορές. Οι Τούρκοι για να τους αντιμετωπίσουν, δημιούργησαν και αυτοί αντάρτικες ομάδες, τους ονομαζόμενους «Ζουρίδες»
Μια νέα επαναστατική περίοδος για την Κρήτη ξεκινά, όταν Κρήτες επαναστάτες με αρχηγούς τον Δημήτριο Καλλέργη και τον Εμμανουήλ Αντωνιάδη κατέλαβαν στις 9 Αυγούστου του 1825 το φρούριο της Γραμπούσας στηΔυτική Κρήτη. Την ίδια ημέρα καταλήφθηκε από τους Κρήτες και το ακρωτήριο της Κισσάμου. Αυτή η δεύτερη επαναστατική περίοδος έμεινε γνωστή ως «περίοδος της Γραμπούσας» και διήρκεσε από το 1825 ως το 1828 περίπου, όταν στην Ελλάδα κυβερνούσε ο Καποδίστριας. Ενώ οι επαναστάτες στην Κρήτη, παρά τις δυσκολίες και τις αρκετές αποτυχίες τους, προσπαθούν να κρατήσουν τη φλόγα της επανάστασης, ο Καποδίστριας στέλνει ως αντιπρόσωπό του στην Κρήτη τον Βαρώνο Ρέινεκ, προκειμένου να σταματήσουν οι πολεμικές συγκρούσεις. Οι Κρήτες αρνούνται σθεναρά να υπακούσουν. Το 1828 η Κρήτη ελεγχόταν από τους Επαναστάτες. Οι Δυνάμεις αρχίζουν να βλέπουν με συμπάθεια τον αγώνα των Κρητών και ο κυβερνήτης Καποδίστριας μεταστρέφει υπέρ τους την πολιτική του. Στέλνει το Νοέμβριο του 1828 τον Τομπάζη, για να απελευθερωθεί η Σητεία που ολοκληρωτικά ήταν υποταγμένη στους Τούρκους. Η προσπάθεια απέτυχε και οι Τούρκοι απάντησαν με αντίποινα στη Σητεία τον Δεκέμβριο του 1828.
Δύο χρόνια αργότερα το «Πρωτόκολλο του Λονδίνου» του 1830 απογοήτευσε οικτρά του Κρήτες, καθώς σε αυτό διατυπώθηκε η άποψη: «η προσάρτησις της Κρήτης εις τον Ελληνικό κορμόν δεν είναι ουσιωδώς συντελεστική εις την ευημερίαν και ανεξαρτησίαν του νέου κράτους».
Οι Κρήτες, απογοητευμένοι από τον Καποδίστρια, στις 22 Απριλίου 1830 συνέταξαν προκήρυξη προς τους Έλληνες με την οποία ξεκινά επίσημα το «Κρητικό Ζήτημα» που απασχόλησε σχεδόν έναν αιώνα την Διπλωματία στην Ευρώπη.Οι Μεγάλες δυνάμεις προσπάθησαν με ναυτικές τους δυνάμεις να επιβάλουν ειρήνη στο νησί. Το Κρητικό συμβούλιο με συνεχή διαβήματα προς τους Ευρωπαίους ηγεμόνες περιέγραφαν με μελανά χρώματα την κατάσταση. Αποτυχημένη υπήρξε μια προσπάθεια των Κρητών να ανακαταλάβουν το φρούριο της Γραμπούσας.
Από το 1830 ως το 1840 η Κρήτη πέφτει στα χέρια των Αιγυπτιακών Δυνάμεων και είναι γνωστή η περίοδος αυτή ως ΠερίοδοςΑιγυπτιοκρατίας. Ο σουλτάνος παραχώρησε την Κρήτη στον Μωχάμετ Άλη, αντιβασιλέα της Αιγύπτου. Οι σκληρές καταπιέσεις των Αιγυπτίων και η βαριά φορολογία που επέβαλαν οδήγησαν τους Κρήτες στο «Κίνημα των Μουρνιών» το Σεπτέμβριο του 1833.
Άοπλοι Κρήτες Χριστιανοί από όλες τις Κρητικές επαρχίες, 7.000 στο σύνολό τους, διαμαρτυρήθηκαν και ζήτησαν εγγράφως βοήθεια από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Οι Αιγύπτιοι συνέλαβαν 41 άτομα ως υποκινητές και πρωταιτίους και τους απαγχόνισαν.
Η ήττα του Μωχάμετ Άλη στη Συρία τον αποδυνάμωσε. Οι Δυνάμεις της Ευρώπης στη Συνθήκη του Λονδίνου (3 Ιουλίου 1840) αποφάσισαν να επαναφέρουν την κυριαρχία του σουλτάνου της Οθωμανικής αυτοκρατορίας σε ολόκληρη την Κρήτη.
Τον Φεβρουάριο του 1841 εκδηλώνεται η Επανάσταση Χαιρέτη και Βασιλογεώργη στην Κρήτη που όμως απέτυχε. Οι Μεγάλες Δυνάμεις την καταδικάζουν και οι Έλληνες δεν είναι σε θέση να προσφέρουν την παραμικρή βοήθεια στο νησί.
Τότε για πρώτη φορά παίρνει σχήμα στο νου των Κρητών η ιδέα της οργάνωσης της «Κρητών πολιτείας».
Τον Ιανουάριο του 1841 η Κρήτη μπαίνει και πάλι κάτω από την επικυριαρχία του σουλτάνου. Το 1848 σημειώθηκε επαναστατικός αναβρασμός που δεν έδωσε αποτελέσματα.
Το 1850 ο σουλτάνος μεταφέρει την πρωτεύουσα από το Ηράκλειο στα Χανιά, για να μπορεί να ελέγχεται το λιμάνι της Σούδας όπου βρίσκονταν στόλοι των Μεγάλων Δυνάμεων. Με τη συνθήκη των Παρισίων το 1856 ο σουλτάνος υποχρεώθηκε να εκδώσει το περίφημο Χάττι Χουμαγιούν με το οποίο έδινε προνόμια στους χριστιανούς υπηκόους του. Οι Αρχές των Τούρκων στην Κρήτη αρνήθηκαν να εφαρμόσουν το Χάττι Χουναγιούν και έτσι ακολούθησε το γνωστόκίνημα ήταν ο οπλαρχηγός «Κίνημα του Μαυρογένη» 14 Μαΐου 1858. Αρχηγός των Κρητών σε αυτό το Εμμανουήλ Μαυρογένης.
Τελικά, στις 7 Ιουλίου 1858 εκδόθηκε φιρμάνι με το οποίο ο σουλτάνος παραχωρούσε προνόμια στους χριστιανούς της Κρήτης και τους επέτρεπε να οπλοφορούν. Τότε εγκαινιάζεται ο Θεσμός των Δημογερόντων. Οι Δημογέροντες οργάνωσαν την κοινωνική πρόνοια, την παιδεία και την υγεία της Κρήτης.
Από το 1858 ως το 1866 η αγγλική προπαγάνδα καλλιεργεί στους Κρήτες την ιδέα δημιουργίας «νησιωτικού Ελληνικού κράτους» υπό την προστασία της Αγγλίας.
Η Κρητική επανάσταση 1866/1869
Ονομάστηκε και «Δεύτερο '21». Το σύνθημα της Ελληνικής επανάστασης του '21 «Ελευθερία ή Θάνατος» αντικαταστάθηκε από το «Ένωση η Θάνατος», υπογραμμίζοντας έτσι τον εθνικό χαρακτήρα του Κρητικού Ζητήματος. Το αίτημα της Ένωσης υποβλήθηκε στις Μεγάλες Δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) και στον σουλτάνο στις 14 Μαΐου 1866 με επίσημη αναφορά της Γενικής Συνελεύσεως των Κρητών.
Γενική Συνέλευσις των Κρητών (1866)
Η έκρηξη της επανάστασης συνέβη τον Αύγουστο του 1866 και πήρε μεγάλες διαστάσεις. Στο χωριό Ασκύφου Σφακιών στις 21 Αυγούστου 1866 συντάσσεται η Προκήρυξη της Γενικής Συνελεύσεως των Κρητών. Παλαίμαχοι στρατιωτικοί ανέλαβαν αρχηγοί της επανάστασης. Λόγιοι και κληρικοί ανέλαβαν τη διπλωματική διαχείριση του αγώνα. Η έδρα της κυβέρνησης των επαναστατών δεν ήταν σταθερή. Γινόταν μετακίνησή της στα βουνά και έτσι έμεινε γνωστή ως «Κυβέρνησις του βουνού».
Στα δραματικά γεγονότα του πρώτου έτους της επανάστασης κορυφαίο καταγράφεται το ολοκαύτωμα της Μονής Αρκαδίου 8 Νοεμβρίου 1866 που προκάλεσε την ευαισθητοποίηση της διεθνούς κοινής γνώμης.
Εθελοντές από την Ιταλία τη Σερβία και από άλλες χώρες θέλησαν να έρθουν να πολεμήσουν στην Κρήτη. Δημοσιογράφοι από όλο τον κόσμο στήριξαν με την πένα τους την προσπάθεια των Κρητών. Ιδρύθηκαν στην Ελλάδα Εταιρείες και Σύλλογοι που προσπαθούσαν να αποστείλουν τρόφιμα και όπλα κυρίως με τα πλοία «Πανελλήνιον» και «Αρκάδιον».
Η γαλλική διπλωματία μεταστρέφεται υπέρ των Κρητών.
 Στη φωτογραφία διακρίνονται οι πρώτοι πληρεξούσιοι 
(βουλευτές) της Κρήτης (1866).

Ο Σουλτάνος τον Ιανουάριο του 1867 στέλνει αντιπρόσωπό του στην Κρήτη, για να καταθέσει δύο προτάσεις: 1. Κατάπαυση των εχθροπραξιών, 2. Εκλογή και αποστολή στην Υψηλή Πύλη δυο εκπροσώπων, ενός μουσουλμάνου και ενός χριστιανού, οι οποίοι θα συνεργάζονταν προς επίλυση των προβλημάτων της Κρήτης. Ανακαλεί, επίσης, τον Μουσταφά πασά από την Κρήτη και στέλνει στη θέση του έναν σπουδαίο στρατηγό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τον Ομέρ, που φτάνει στην Κρήτη τον Μάρτιο του 1867.
Παρόλες τις επιτυχημένες του επιχειρήσεις, δεν μπόρεσε να εξοντώσει τους επαναστάτες που έβρισκαν καταφύγιο στα δυσπρόσιτα ορεινά σημεία της Κρήτης.
Στις 3 Φεβρουαρίου 1868 εφαρμόζεται (μετά από επεξεργασία του από τον εκπρόσωπο του σουλτάνου, Αλή πασά) ο Οργανικός Νόμος ο οποίος σε γενικές γραμμές προέβλεπε:
1. Διαίρεση της Κρήτης σε πέντε διοικήσεις και είκοσι επαρχίες που ο συνολικά θα αποτελούσαν «βιλαέτι» της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτό θα είχε Βαλή (Γενικό Διοικητή) μουσουλμάνο που θα διοριζόταν κάθε φορά από τον σουλτάνο.
2. Αναγνώριση της ισοτιμίας της Τουρκικής και Ελληνικής γλώσσας.
3. Διορισμό και χριστιανών υπαλλήλων σε διοικητικές θέσεις (κεντρικές και επαρχιακές).
4. Στα δικαστήρια χριστιανοί και μουσουλμάνοι θα μπορούσαν να συμμετέχουν στην εκδίκαση των υποθέσεων.
5. Φορολογική ελάφρυνση των κατοίκων
Τον Ιανουάριο του 1869 με τη Συνθήκη των Παρισίων οι Μεγάλες Δυνάμεις στρέφονται για άλλη μια φορά υπέρ του Σουλτάνου. Απαγορεύουν, έτσι, στην Ελλάδα να σχηματίζει εθελοντικά σώματα και να σπεύδει σε βοήθεια της Μεγαλονήσου.
Η επανάσταση λήγει άδοξα, χωρίς οι Κρήτες να επιτύχουν τους στόχους τους για Ένωση.
Επιστολικό δελτάριο που απεικονίζει τους οπλαρχηγούς Κισσάμου και Σέλινου 1869: 1. Κωνσταντίνος Κριάρης, 2. Βαρδής Πολυδόσαρδας, 3. Αναγνώστης Σκαλίδης, 4. Τσανής Καρτσώνης, 5. Θεόδωρος Γ. Θεοδωράκης, 6. Γεώργιος Κ. Κριάρης, 7. Γεώργιος Α. Σκαλίδης, 8. Νικόλαος Βουράκης, 9. Θεμιστοκλής Γ. Οικονομόπουλος, 10. Ιωάννης Καλογεράκης, 11. Ιωάννης Τρακάκης, 12. Μιχαήλ Βουράκης, 13. Πολίος Β. Πολυδόσαρδας (ή Πωλιουδοβάρδας), 14. Ιωάννης Κ. Κριάρης.
Και άλλες εξεγέρσεις έγιναν στην Κρήτη με σκοπό την απελευθέρωσή της ως την εποχή που μελετούμε διεξοδικά και αποτελεί αντικείμενο της έρευνάς μας.
Αναφέρουμε συνοπτικότατα:
Η επανάσταση αυτή ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 1878. Γρήγορα απλώθηκε στο νησί. Η Τουρκία έβγαινε ηττημένη από προηγούμενο Ρωσοτουρκικό πόλεμο. Η απειλή της συνέχισης της επανάστασης στην Κρήτη την έκανε να δεχθεί πρόταση της Αγγλίας και να προχωρήσει στις διατάξεις της σύμβασης της Χαλέπας που ήταν ευνοϊκές για τους Κρήτες. Συγκεκριμένα:
1. Θα μπορούσε στο εξής ο Γενικός Διοικητής της Κρήτης να είναι Χριστιανός με πενταετή θητεία (και δυνατότητα ανανέωσης αυτής). Ο σύμβουλος του Γενικού Διοικητού θα ήταν μουσουλμάνος, αν ο Διοικητής ήταν Χριστιανός, και το αντίστροφο.
2. Η Γενική Συνέλευση (η τότε Βουλή) θα αποτελείτο από 49 χριστιανούς και 31 μουσουλμάνους πληρεξούσιους (συνολικά 80).
3. Επίσημη γλώσσα της Γενικής Συνέλευσης και των Δικαστηρίων θα ήταν η Ελληνική. Η επίσημη αλληλογραφία θα μεταφραζόταν και στις δυο γλώσσες (Ελληνικά και Τουρκικά).
4. Προβλέπονταν σημαντικές ελαφρύνσεις στη φορολογία.
5. Δόθηκε γενική Αμνηστία.
6. Δόθηκε το δικαίωμα έκδοσης και κυκλοφορίας εφημερίδων και ίδρυσης Φιλολογικών Συλλόγων.
Η Κρήτη με τη σύμβαση της Χαλέπας μετατρεπόταν σε ημιαυτόνομη επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, καθώς της παραχωρήθηκαν και αρκετά προνόμια.
Η επανάσταση του 1889
Το 1889 στις 6 Μαΐου η Γενική Συνέλευση της Κρήτης με σχέδιο ψηφίσματος κήρυττε την Ένωση της νήσου με την Ελλάδα. Η πράξη κρίθηκε ανατρεπτική. Η Γενική Συνέλευση διαλύθηκε, Στελέχη και λαός κατέφυγαν στα όρη και κήρυξαν επανάσταση. Έγιναν πολλές βιαιοπραγίες σε βάρος του άμαχου πληθυσμού. Κηρύχθηκε στρατιωτικός νόμος και ο Σουλτάνος πήρε πίσω τα προνόμια που είχε παραχωρήσει με τη σύμβαση της Χαλέπας. Επιπλέον, νέα βαριά φορολογία έκανε δύσκολη τη ζωή των χριστιανών Κρητών.
ΚΡΗΤΗ . ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ
Ο Τούρκος Στρατάρχης Σαρίκ πασάς τον Αύγουστο του 1889 αποβιβάστηκε στην Κρήτη με μεγάλη δύναμη στρατού (περίπου 5.000 άνδρες) και επέβαλε τον στρατιωτικό νόμο στο νησί. Οι άνδρες του ξεκίνησαν σκληρούς διωγμούς των χριστιανικών πληθυσμών της Κρήτης, για να κάμψουν την απαίτησή τους για ελευθερία. Τότε, το φθινόπωρο του 1889, για να αποφύγουν τη σφαγή ή την αιχμαλωσία πολλοί Κρήτες αρχηγοί επαναστατικών σωμάτων καταφεύγουν στην Ελλάδα ως πολιτικοί πρόσφυγες, χωρίς να πάψουν και στην Ελλάδα τον αγώνα τους, για να προστατευτούν όλοι όσοι παρέμεναν στη Μεγαλόνησο. Προσπάθησαν να αναγκάσουν την Ελληνική Κυβέρνηση να στείλει στρατιωτική βοήθεια στη Κρήτη.
Έστελναν ακόμα και υπομνήματα σε διαφόρους διεθνείς οργανισμούς, για να επιτύχουν την ευόδωση του σκοπού τους, όπως η ακόλουθη επιστολή σταλμένη στην εφημερίδα της Τεργέστης «Νέα
Ημέρα». Είναι γνωστό ότι τα γεγονότα αυτά μετά λίγα χρόνια αποτέλεσαν την κύρια αιτία του ελληνοτουρκικού πολέμου με τα ολέθρια επακόλουθα για τον τόπο μας.
 Το κείμενο της επιστολής:
«Οι υποφαινόμενοι εν Ελλάδι πρόσφυγες οπλαρχηγοί, πληρεξούσιοι και λοιποί πρόκριτοι Κρήτες, έχοντες υπ’ όψη ότι η εν Τεργέστη εκδιδομένη εφημερίς «Νέα Ημέρα» κατά την τελευταίαν οδυνηροτάτην πασών δοκιμασίαν την εις την εαυτής τύχην εγκαταλείψεως της Κρήτης, ακολουθούσα εθνικήν πολιτικήν, μετά φιλοπατρίας και παρρησίας ευτόλμου ανέλαβε τον ευγενή αγώνα της υποστηρίξεως των Κρητικών δικαίων και της προς τους ελεύθερους αδελφούς Έλληνας υπομνήσεων των πολλαπλών αυτών υποχρεώσεων και καθηκόντων προς τους τα πάντα μέχρι τούδε θυσιάσαντας Κρήτας εις τον βωμόν της ιδέας της Εθνικής ενότητος, διερμηνεύοντες το φρόνημα και των ............ συμπατριωτών ημών εκφραζόμενον προς την σύνταξιν της εν λόγω εφημερίδος την βαθείαν ευγνωμοσύνην του Κρητικού λαού δια τας πολυτίμους ταύτας υπηρεσίας και παρακαλώ μετ' αυτήν όπως κι εν τω μέλλοντι μετά του αυτού ζήλου συνεχίση το ευγενές έργον.
Εν Αθήναις τη 26 Απριλίου 1890
Οι οπλαρχηγοί πληρεξούσιοι και λοιποί πρόκριτοι Κρήτες
Ξεχωρίζουν τα ονόματα: Ν. Χριστοδουλής, Μ. Μυλογιαννάκης, Εμμ. Βαρδίδης, Μανούσος Σγούρος, Ιωσήφ Σκορδίλης, F Κορκίδης, Λ. Ι. Νικολαΐδης, Γ. Λεοντάκης, Α. Σκαλίδης.»
Η επανάσταση του 1895/1896
Η περίοδος από το 1889 ως το 1894 θεωρείται περίοδος μεγάλης αναρχίας στην Κρήτη κατά την οποία σημειώνονταν αρπαγές, νυχτερινές επιθέσεις σε χωριά, λεηλασίες, δολοφονίες και βασανισμοί κληρικών, λαϊκών, βεβηλώσεις μοναστηριών και ναών. Τότε, ο Σφακιανός στην καταγωγή, Μανούσος Κούνδουρος πρότεινε ένα καθεστώς αυτόνομης ή ημιαυτόνομης πολιτείας με υποτέλεια στην υψηλή Πύλη αλλά ταυτόχρονα και με προστασία από τις Μεγάλες Δυνάμεις της Ευρώπης. Αυτή η πρόταση έμεινε γνωστή ως ιδέα της «Μεταπολιτεύσεως».
Με τις ιδέες του Κούνδουρου φαίνεται να συναινούσε και ο Άγγλος Πρόξενος. Όταν υποβλήθηκε στους Προξένους των Μεγάλων Δυνάμεων ένα Υπόμνημα του Κούνδουρου με προτάσεις για την υλοποίηση της «Μεταπολιτεύσεως», η πράξη του θεωρήθηκε επαναστατική ενέργεια και συνελήφθησαν οι χριστιανοί αρχηγοί. Έτσι, άρχισε μια νέα περίοδος κρητικών επαναστάσεων.
Πάντως, το θετικό της υπόθεσης ήταν ότι, εξαιτίας των ωμοτήτων που διέπραξαν και πάλι οι Τούρκοι στο νησί, επενέβησαν οι Μεγάλες Δυνάμεις και ανάγκασαν τον σουλτάνο με Οργανικό νόμο να εφαρμόσει ξανά τους όρους της Σύμβασης της Χαλέπας.
Επιστολικό δελτάριο. Διαστ 89Χ138 χιλ. Χανιά, η οδός «Παπλωματάδικα» στη διάρκεια της επανάστασης του 1896. Το δελτάριο φέρει Κρητικό γραμματόσημο αξίας ενός λεπτού.
Οι επαναστάσεις του 1897/1898
Οι «βασιβουζούκοι», δηλ. οι αντάρτες μουσουλμάνοι, αντέδρασαν με βιαιότητα στην εφαρμογή του νέου Οργανικού νόμου. Πιεζόμενοι από αυτή τη βία στα Χανιά οι χριστιανοί επαναστάτες υπέγραψαν στις 25 Ιανουαρίου 1897 στο Ακρωτήρι ένα ψήφισμα με το οποίο έθεσαν τέρμα στην τουρκική κατοχή και καλούσαν τον Γεώργιο τον Α΄ της Ελλάδος να καταλάβει την Κρήτη και να την εντάξει στον εθνικό κορμό.
Στις ηγετικές φυσιογνωμίες αυτής της περιόδου ανήκει ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Παρόμοια ψηφίσματα οι Κρήτες απέστειλαν και στις Μεγάλες Δυνάμεις που αρχικά αποφάσισαν να σπεύσουν, για να προστατεύσουν τον άμαχο πληθυσμό.
Η Ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε, πριν επέμβουν οι Δυνάμεις, να στείλει στρατό στην Κρήτη και στο όνομα του Γεωργίου του Α΄ να την καταλάβει, για να προχωρήσει στην Ένωση.
Ο επικεφαλής της επιχείρησης, Τιμολέοντας Βάσσος, συνταγματάρχης του πυροβολικού, αποβιβάστηκε με το Ελληνικό στράτευμα στην Κρήτη την 1η Φεβρουαρίου 1897 και ανακοίνωσε την κατοχή της νήσου από τους Έλληνες. Οι Μεγάλες Δυνάμεις αποβίβασαν στρατιωτική δύναμη στα Χανιά και απέκλεισαν τα Κρητικά παράλια.
Το νησί τέθηκε υπό διεθνή προστασία. Οι Δυνάμεις πρότειναν κατάργηση της αυτονομίας. Έλληνες και Κρήτες αρνήθηκαν κάτι τέτοιο.
Η ανάμειξη της Ελλάδος στην επανάσταση της Κρήτης οδήγησε στον ταπεινωτικό για την Ελλάδα πόλεμο με τους Τούρκους το 1897.
Σε αυτόν τον πόλεμο η Ελλάς νικήθηκε κατά κράτος. Κινδύνεψε να χάσει τα εδάφη της Θεσσαλίας (που είχαν αποκτηθεί το 1881) και υποχρεώθηκε να πληρώσει στην Τουρκία βαρύτατη πολεμική αποζημίωση.
Η μεγάλη σφαγή του Ηρακλείου, η Λύση
Το πρωί της 25ης Αυγούστου 1898 και καθώς Άγγλοι στρατιώτες, ως διαμεσολαβητές, προσπαθούσαν να τοποθετήσουν στις θέσεις τους κάποιους νέους φορολογικούς υπαλλήλους, εξαγριωμένοι Τούρκοι προχώρησαν σε λεηλασίες, εμπρησμούς και στη σφαγή χριστιανικών πληθυσμών στο Ηράκλειο της Κρήτης.
Επιστολικό δελτάριο για την εορτή των 50 χρόνων του Ηγεμόνα της Αυστρίας, Φραγκίσκου Ιωσήφ με την εικόνα του Αυτοκράτορα και με άλλα θέματα της Κρήτης το 1898. Διαστ. 138Χ92 χιλ.
Η σφαγή του Ηρακλείου απασχόλησε τη Διεθνή Κοινή γνώμη, καθώς ο παγκόσμιος τύπος περιέγραψε την τραγικότητά της. Ανάμεσα στα θύματα συγκαταλέγονταν 17 Άγγλοι στρατιώτες και ο υποπρόξενος της Αγγλίας στο Ηράκλειο, Λυσίμαχος Καλοκαιρινός.
Οι Μεγάλες Δυνάμεις επενέβησαν και η πόλη τέθηκε υπό την επιτήρησή τους. Ξεκίνησαν έρευνες, για να βρεθούν οι υποκινητές της σφαγής και να αποδοθεί δικαιοσύνη. Τελικά, στις 8 Σεπτεμβρίου 1898 εκτελέστηκαν δι' απαγχονισμού 17 επιφανείς Τουρκοκρητικοί που θεωρήθηκαν πρωταίτιοι. Άλλοι ακόμα φυλακίστηκαν και αρκετοί εξορίστηκαν από το νησί. Οι Μεγάλες Δυνάμεις αποδέχθηκαν το αίτημα των Κρητών για απομάκρυνση των Τουρκικών στρατευμάτων από τη νήσο
Στις 2 Νοεμβρίου 1898 τα Τουρκικά στρατεύματα εγκατέλειψαν τη Κρήτη και οι Κρήτες συμβιβάστηκαν και κατέθεσαν τα όπλα τους (πρωτάκουστο!!) στις 5 Νοεμβρίου του 1898, γιατί συνειδητοποίησαν πως κάτι τέτοιο ήταν αναγκαία προϋπόθεση για την ομαλή ανάληψη των καθηκόντων του Ύπατου Αρμοστή από τον πρίγκιπα Γεώργιο ο οποίος θα αποβιβαζόταν στο νησί ως εντολοδόχος των Μεγάλων Δυνάμεων στις 9 Δεκεμβρίου 1898. Η Αυτόνομη Κρήτη είναι πραγματικότητα.
1898/1913
ΑΥΤΟΝΟΜΗ ΚΡΗΤΗ . ΕΝΩΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Κατοχή Μεγάλων Δυνάμεων . Αυτόνομη Κρήτη
Στις 9 Δεκεμβρίου του 1898 ο Πουατιέ, (Γάλλος Ναύαρχος και Πρόεδρος του Συμβουλίου των Ναυάρχων των τριών Μεγάλων Δυνάμεων (Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας) παρέδωσε τη διοίκηση της νήσου στον Πρίγκιπα Γεώργιο.
Και οι τρεις Δυνάμεις δέχτηκαν αναντίρρητα ως Ύπατο Αρμοστή της Κρητικής Πολιτείας τον Γεώργιο. Στο φρούριο Φιρκά την ημέρα εκείνη έγινε έπαρση της Κρητικής Σημαίας. Το νησί στο εξής θα βρισκόταν κάτω από Διεθνή προστασία.
Ωστόσο, στο φρούριο της Σούδας διατηρήθηκε η Τουρκική σημαία. Για την Τουρκία ήταν δύσκολο εκείνη τη χρονική στιγμή να παραιτηθεί από την επικυριαρχία της στη Μεγαλόνησο.
Οι Κρητικοί άρχισαν με γοργούς ρυθμούς την οργάνωση της Κρητικής Πολιτείας. Δημιουργήθηκε μια Επιτροπή από 16 μέλη από τα οποία οι 12 ήταν χριστιανοί και οι 4 μουσουλμάνοι. Αυτή η επιτροπή θα συνέτασσε τα διατάγματα «Περί συγκροτήσεως της Κρητικής συνελεύσεως». Αργότερα, προκηρύχθηκαν εκλογές. Από αυτές προέκυψε η «Κρητική Βουλή» που συναπαρτιζόταν από 130 χριστιανούς και 50 μουσουλμάνους βουλευτές.
Ακολούθως, το Συμβούλιο των πρεσβευτών των Προστάτιδων δυνάμεων ενέκρινε στη Ρώμη το Σύνταγμα της Κρητικής Πολιτείας το οποίο θύμιζε στα πιο πολλά σημεία του το Ελληνικό συντηρητικό Σύνταγμα του 1864.
Το 1899 ορκίσθηκε και ανέλαβε καθήκοντα η πρώτη Κυβέρνηση της Αυτόνομης Κρητικής Πολιτείας με Ύπατο Αρμοστή τον πρίγκιπα Γεώργιο και Υπουργό Δικαιοσύνης τον Ελευθέριο Βενιζέλο, δικηγόρο από τα Χανιά. Η πρώτη αυτή κυβέρνηση μπορεί να αξιολογηθεί ως ένα βαθμό θετικά, εφόσον κατόρθωσε να προσφέρει έργο ουσιαστικό μέσα σε λίγους μήνες.
Ενδεικτικά αναφέρουμε:
• την ίδρυση Κρητικής Τράπεζας και την έκδοση Κρητικού νομίσματος (=κρητική δραχμή),
• την οργάνωση Ταχυδρομικής υπηρεσίας,
• την έγκριση νόμων που βελτίωσαν τη διοίκηση,
• την επιτυχή οργάνωση της δημόσιας παιδείας,
• τη σύσταση Χωροφυλακής με όργανά της Ιταλούς Καραμπινιέρους,
• τη φροντίδα για τη δημόσια υγεία και την αντιμετώπιση της επιδημικής λέπρας με την ίδρυση λεπροκομείου στο νησάκι Σπιναλόγκα το 1903,
• την επίλυση του Εκκλησιαστικού προβλήματος της Κρήτης (Με τον Οργανικό Νόμο του 1900 δόθηκε λύση με την εφαρμογή ιδιότυπου καθεστώτος που ρυθμίζει τις σχέσεις της Κρήτης με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ό,τι αποφασίστηκε τότε, το ίδιο με μικρές διαφοροποιήσεις ισχύει ως σήμερα.)
Ήταν, ωστόσο, αναμενόμενο ότι, εξαιτίας του ιδιαιτέρως συντηρητικού Συντάγματος της Κρήτης που ερχόταν σε σύγκρουση με την αδούλωτη Κρητική ψυχή, θα προέκυπταν αργά ή γρήγορα προβλήματα που θα έπρεπε να αντιμετωπιστούν από τον Πρίγκιπα Γεώργιο.
Ο ίδιος επέδειξε δεσποτική συμπεριφορά, προωθώντας φίλους του σε επιτελικές θέσεις και αγνοώντας ανθρώπους που έδωσαν την ψυχή τους για την ανεξαρτησία της νήσου. Υπήρξε εγωιστικός και συγκεντρωτικός και το χειρότερο ήταν πως έμενε «εφησυχασμένος» στο θέμα της Ένωσης. Δεν την επιδίωκε. Αυτό εκνεύρισε τους Κρητικούς.
Ο Υπουργός Δικαιοσύνης Βενιζέλος αντέδρασε. Ο ίδιος δεν ήθελε να αδρανήσουν οι Κρήτες στο θέμα της Ένωσής τους με την Ελλάδα.
Ήθελε τη δημιουργία Κρητικής Χωροφυλακής από Ελλαδίτες και Κρητικούς και την απομάκρυνση των Καραμπινιέρων. Ο πρίγκιπας προσπαθούσε να αμαυρώσει την εικόνα του Βενιζέλου σε Αθήνα και Κρήτη. Ο Βενιζέλος ωμά απευθυνόμενος στο Γεώργιο υπογραμμίζει:
«Ως εις εκ των τριακοσίων χιλιάδων Κρητικών δε σας εκχωρώ το δικαίωμά μου, ώστε μόνος σεις να ρυθμίζετε αυτοβούλως την εθνικήν πολιτικήν του τόπου μου.»
Τον Μάρτιο του 1901 ο Γεώργιος απομακρύνει τον Βενιζέλο από τη θέση του Υπουργού Δικαιοσύνης. Ο Βενιζέλος στην εφημερίδα του, «Κήρυξ» Χανίων, εξέδωσε με τον τίτλο «Γεννηθήτω φώς» πέντε άρθρα του, πολεμώντας τον Γεώργιο ο οποίος προχωρά σε φυλακίσεις όσων υποστήριζαν τον Βενιζέλο. Ακόμα, κάνει το τεράστιο λάθος να περιορίσει την ελευθεροτυπία. Αυτή την εποχή δημιουργείται η τριανδρία Ελ. Βενιζέλου, Κ. Μάνου και Κ. Φούμη η οποία συγκρούεται ανοιχτά με τον πρίγκιπα. Στις 26 Φεβρουαρίου 1905 η τριανδρία και άλλες 15 σημαντικές προσωπικότητες της Κρήτης συντάσσουν και υπογράφουν την προκήρυξη με την οποία ζητούν αλλαγή του Συντάγματος της Κρητικής Πολιτείας. Η προκήρυξη προμηνούσε την επανάσταση που δεν άργησε να ξεσπάσει.
Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟ ΘΕΡΙΣΣΟ
Ενώ ο Πρίγκιπας Γεώργιος ήταν πληροφορημένος για επικείμενη επανάσταση κατά την 14η Μαρτίου του 1905, οι επαναστάτες Κρητικοί που είχαν κρυφά συγκεντρωθεί στην περιοχή Θερίσσου Χανίων τον αιφνιδίασαν. Η επανάσταση κηρύχθηκε στις 10 Μαρτίου, αφήνοντας στον Γεώργιο ελάχιστα περιθώρια αντίδρασης.
Μέσα σε λίγες μέρες το μήνυμα της επανάστασης του Θερίσσου είχε μεταδοθεί σε όλο το νησί και έβρισκε ολοένα και περισσότερους υποστηρικτές. Ο αρχηγός του νέου αυτού κινήματος, ο Ελευθέριος Βενιζέλος ενημέρωσε και τις προστάτιδες Δυνάμεις για τα αίτια και τους σκοπούς της επανάστασης.
«Αστεία» μπορεί να χαρακτηριστεί η προσπάθεια του Ύπατου Αρμοστή Γεωργίου να αφοπλίσει μέσα σε 36 ώρες τους επαναστάτες. Στη συνέχεια κήρυξε στρατιωτικό νόμο στο νησί. Για την προστασία του ίδιου αλλά και της «έννομης τάξης» δημιούργησε σώμα «δημοφρουρών». Αυτοί ενεργούσαν ως «μπράβοι» του και οι επαναστάτες, όχι άδικα, τους αποκαλούσαν «ροπαλοφόρους». Η Μεγαλόνησος βρέθηκε με δύο Κυβερνήσεις: μια στα Χανιά με Ύπατο Αρμοστή τον Γεώργιο, και μια επαναστατική στο Θέρισσο με αρχηγό τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Οι Μεγάλες Δυνάμεις τα παρακολουθούσαν όλα αυτά με σκεπτικισμό, φοβούμενες το ξέσπασμα εμφυλίου στο νησί.
Οι επαναστάτες οργανώνουν στο Θέρισσο την «Προσωρινή Κυβέρνηση της Κρήτης». Πρόεδρος της Κυβέρνησης αυτής ήταν ο Ελ. Βενιζέλος και υπουργοί ο Κ. Μάνος και ο Κ. Φούμης. Οργανώνεται Ταχυδρομείο και τυπώνονται γραμματόσημα, δημιουργείται υπηρεσία οικονομικών και εκδίδονται γραμμάτια για πατριωτικό δάνειο ύψους 100.000 δραχμών. Η Δημοτικότητα του Πρίγκηπα φθίνει συνεχώς.
Ένας από τους πρωτεργάτες της Επανάστασης του Θερίσσου και στενός συνεργάτης του Βενιζέλου, ο Κ. Μάνος, φωτογραφίζεται μαζί με οπλίτες του στο Θέρισσο.
Σκληρές διαπραγματεύσεις ξεκινούν οι επαναστάτες με τις Μεγάλες Δυνάμεις που θα διαρκέσουν όλο το καλοκαίρι του 1905.
Το τελικό κείμενο των μεταρρυθμίσεων που επεξεργάστηκαν οι Μεγάλες Δυνάμεις για την Κρήτη μιλούσε για την ίδρυση Κρητικής Πολιτοφυλακής με Έλληνες αξιωματικούς. Αυτοί θα παραιτούνταν από τον Ελληνικό στρατό. Επίσης, έκανε σαφή την απομάκρυνση των ξένων στρατευμάτων, αφού αποκαθίστατο η ηρεμία στο νησί.
 Μετά την ανάληψη των καθηκόντων του Ύπατου Αρμοστή Κρήτης από τον Ζαΐμη οι Μεγάλες Δυνάμεις δήλωσαν πως θα εκκενώσουν την περιοχή μέσα σε ένα χρόνο, αφού δοθούν εγγυήσεις για την προστασία των μουσουλμανικών πληθυσμών. Στη φωτογραφία του επιστολικού δελταρίου αποθανατίζονται σκηνές της αποχώρησης των ξένων στρατευμάτων από τα Χανιά τον Ιούλιο του 1909.
Εν συνεχεία, συγκροτήθηκε η Β΄ Συντακτική συνέλευση, για να προχωρήσει στη δημιουργία νέου συντάγματος. Εκδόθηκε ενωτικό ψήφισμα και δόθηκε στον βασιλιά της Ελλάδος το δικαίωμα να επιλέγει και να διορίζει εκείνος κάθε φορά τον Ύπατο Αρμοστή της Κρήτης. Τελικά, ο Γεώργιος επέλεξε ως νέο Ύπατο Αρμοστή της Κρήτης τον Αλέξανδρο Ζαΐμη (πρώην Πρωθυπουργό και Πρόεδρο της Δημοκρατίας στην Ελλάδα) ο οποίος ανέλαβε τα καθήκοντά του στις 18 Σεπτεμβρίου 1906.
 Τον Σεπτέμβριο του 1906 οι Κρήτες κατάφεραν να απομακρύνουν, επιτέλους, τον πρίγκηπα Γεώργιο ο οποίος αντικαταστάθηκε από τον Αλέξανδρο Ζαΐμη, που με το νέο σύνταγμα του 1907 εφάρμοσε νέο κοινοβουλευτικό σύστημα. Ο Ζαΐμης έφτασε στο Ηράκλειο την 17η Οκτωβρίου 1907 (στη φωτογραφία του δελταρίου: η στιγμή της αποβίβασής του). Ο Ζαΐμης υπεδείχθη Ύπατος Αρμοστής από τον βασιλιά Γεώργιο Α΄ της Ελλάδος.
Ως έμπειρος πολιτικός (είχε ήδη χρηματίσει Πρωθυπουργός της Ελλάδος και Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας) ανέλαβε τα καθήκοντά του στις 18 Οκτωβρίου 1907, εγκαινιάζοντας μια περίοδο δημιουργίας και πολιτικής ομαλότητας για την Κρήτη. Αναδιοργανώθηκε η δημόσια διοίκηση, βελτιώθηκε η οικονομία, οργανώθηκαν πιο αποτελεσματικά οι χώροι της δημόσιας υγείας και της παιδείας. Οργανώθηκε, επίσης, η Πολιτοφυλακή της Κρήτης, δηλαδή ο στρατός της νήσου που και αργότερα πρόσφερε τα μέγιστα στην Ελλάδα (κατά την περίοδο των Βαλκανικών συγκρούσεων 1912/1913).
ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΑΡΜΟΣΤΕΙΑΣ ΤΟΥ ΖΑΪΜΗ
Επί Αρμοστείας Ζαΐμη δημιουργήθηκε η Πολιτοφυλακή της Κρήτης που αναδείχθηκε σε σημαντική δύναμη και πρόσφερε εξαιρετικές υπηρεσίες στην Ελλάδα κατά τους Βαλκανικούς πολέμους 1912/13. Επίσης, βελτιώθηκε η Δημόσια διοίκηση, η Υγεία και η Παιδεία της Κρήτης.
Για πολλά χρόνια οι Ιταλοί Καραμπινιέροι (3.000 περίπου άτομα) παίζουν το ρόλο μιας «ουδέτερης» Πολιτοφυλακής. Στα χρόνια της Αρμοστείας του Ζαΐμη το νησί αποκτά τη δική του Ελληνική Πολιτοφυλακή και οι Καραμπινιέροι απομακρύνονται. Στο επιστολικό δελτάριο απεικονίζεται η στιγμή της αποχώρησής τους από το νησί. Πάνω στις βάρκες διακρίνονται αριστερά η Ελληνική σημαία και δεξιά η Σημαία της Κρητικής Πολιτείας. Το ένα τέταρτο της σημαίας έχει χρώμα κόκκινο. Συμβολίζει το Μουσουλμανικό στοιχείο του νησιού που τότε υπολογιζόταν στο 25% του πληθυσμού.
Όταν η Βοσνία και Ερζεγοβίνη περιήλθαν στους κόλπους της Αυστρίας και η Ανατολική Ρωμυλία ενώθηκε με τη Βουλγαρία, η Ελληνική κυβέρνηση του Γ. Θεοτόκη θεώρησε πως ήταν η κατάλληλη στιγμή, για να ζητήσουν οι ίδιοι οι Κρήτες την Ένωσή τους με την Ελλάδα κι εργάστηκε προς αυτή την κατεύθυνση. Στα Χανιά, πράγματι, διατυπώθηκε ψήφισμα για Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα στις 24 Σεπτεμβρίου 1908.
Ο πανελλήνιος πόθος για την Ένωση της Κρήτης με τη μητέρα Ελλάδα απεικονίζεται συμβολικά στο δελτάριο αυτό. Η Ελλάδα (προσωποποιημένη) με στέμμα στην κεφαλή αγκαλιάζει τη νεαρή κόρη, Κρήτη και την τυλίγει με την Ελληνική σημαία. Τη σκηνή παρακολουθούν ο Βασιλιάς και όλη η πολιτική ηγεσία της Ελλάδος μαζί με τον λαό.
Αν και υποκινούσε σιωπηρά τέτοιου είδους ενέργειες, η Ελληνική κυβέρνηση δεν αναγνώρισε επίσημα την Ένωση. Οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν αντέδρασαν. Μόνο η Τουρκία έδειχνε πολύ ενοχλημένη. Οι Δυνάμεις δεν αντέδρασαν. Ωστόσο, όταν είδαν την Ελληνική σημαία υψωμένη στο Φρούριο του Φιρκά, τότε ζήτησαν την υποστολή της. Η κυβέρνηση της Κρητης, για να μην την υποστείλει, παραιτήθηκε.
Ο Βενιζέλος στις επόμενες εκλογές που έγιναν στην Κρήτη τον Μάιο το 1910 κέρδισε τις εκλογές και δημιούργησε Κυβέρνηση.
Όταν το Σεπτέμβριο του 1910 ο Βενιζέλος εμφανίζεται ως Ελλαδίτης πολιτικός και μάλιστα, αναλαμβάνει τα καθήκοντα του Πρωθυπουργού της Ελλάδος, φάνηκε δυσάρεστος σε πολλούς συμπατριώτες του, καθώς αρνήθηκε την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα και την είσοδο Κρητών βουλευτών στην Ελληνική Βουλή.
ΚΙΝΗΜΑ ΣΤΟ ΓΟΥΔΙ . Ο ΕΛ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ ΠΡΩΤΟΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΩΣ ΕΛΛΑΔΙΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ
Το 1908 οι Κρητικοί κηρύσσουν και πάλι την Ένωση με την Ελλάδα. Οι Μεγάλες Δυνάμεις πιέζουν τις τότε κυβερνήσεις του Θεοτόκη και του Ράλλη. Αυτές, έχοντας νωπές ακόμα τις συνέπειες του ταπεινωτικού πολέμου του 1897, κρατούν ουδετερότητα, προσπαθώντας να μην απογοητεύουν τους εγγυητές.
Η κατάσταση στην Ελλάδα είναι η χείριστη. Αστοί, διανοούμενοι, μικροκαλλιεργητές και κυρίως αξιωματικοί του στρατού εκφράζουν τη δυσαρέσκεία τους για τις άθλιες πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές συνθήκες που επικρατούσαν στη χώρα.
Στις 15 Αυγούστου του 1909 εκδηλώνεται μέσα από τους κόλπους του νεοσύστατου (νεοϊδρυθέντος) Στρατιωτικού Συνδέσμου το κίνημα στο Γουδί. Οι στρατιωτικοί δεν επεδίωκαν να εγκαθιδρύσουν δικτατορία, αλλά να αναγκάσουν το Βασιλιά να προχωρήσει στις αλλαγές εκείνες που θα βελτίωναν την κατάσταση.
Το κήρυγμα και οι απαιτήσεις του Στρατιωτικού Συνδέσμου βρήκαν ανταπόκριση στο λαό που κατέβηκε ενωμένος σε συλλαλητήριο στις 14 Σεπτεμβρίου στο κέντρο της Αθήνας. Προέκυψε ψήφισμα στο οποίο προβάλλονταν αξιώσεις όπως: βελτίωση της θέσης των εργατών, προστασία της παραγωγής, επιβολή φόρου εισοδήματος, αναδιάρθρωση στο στρατό με απομάκρυνση των πριγκίπων, καταδίκη της τοκογλυφίας κλπ.
Τότε κάποιοι από τους αξιωματικούς του Στρατιωτικού Συνδέσμου, ψάχνοντας ηγέτη ικανό που θα μπορούσε να βγάλει τη χώρα από το τέλμα, συνειδητοποίησαν τις ικανότητες του ηγέτη των Κρητών στην Επανάσταση του Θερίσσου, του Ελ. Βενιζέλου. Θαύμασαν τις γνώσεις του και το χάρισμα του να ελίσσεται εξαιρετικά στο λαβύρινθο της Ευρωπαϊκής διπλωματίας και πρότειναν να τον καλέσουν στην Αθήνα. Η κίνηση αυτή αποδείχθηκε σωτήρια για τη χώρα.
Ο Βενιζέλος εμφανίστηκε για πρώτη φορά ως Ελλαδίτης πια, πολιτικός στις 5 Σεπτεμβρίου του 1910, οπότε και μίλησε στο λαό στην πλατεία Συντάγματος.
Εκεί δεν έθεσε πολιτειακό ζήτημα ούτε έκανε λόγο για Συντακτική Βουλή, αλλά επέμεινε σε Αναθεωρητική η οποία θα προχωρούσε σε μια σειρά αλλαγών και τροποποιήσεων που θα βελτίωναν την κατάσταση.
Λίγο πριν, στις 22 Αυγούστου 1910 είχε δημιουργήσει το κόμμα του που στόχευε στον εκσυγχρονισμό της χώρας, το γνωστό Κόμμα των Φιλελευθέρων.
Από τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις που ακολούθησαν νικητής βγήκε ο Βενιζέλος. Αναδείχθηκαν και νέα πολιτικά πρόσωπα τόσο στις αστικές περιοχές όσο και στην ελληνική επαρχία.
Σκοπός του Βενιζέλου ήταν η βελτίωση της πολιτικής και κοινωνικής κατάστασης με την εξυγίανση των θεσμών, η εφαρμογή προγράμματος εκσυγχρονισμού του κράτους, ο εξοπλισμός και η οργάνωση του στρατού και του στόλου, ώστε να περιχαρακωθεί η άμυνα και να δοθούν, ταυτόχρονα, δυνατότητες για την πραγματοποίηση των οραμάτων του μεγαλοϊδεατισμού.
Διέβλεπε πως τα προβλήματα με τα Βαλκάνια και την Οθωμανική Αυτοκρατορία θα οδηγούσαν αναπόφευκτα σε πόλεμο. Γι’ αυτό για την αρτιότερη προετοιμασία του στρατού κάλεσε ως αρωγό γαλλική αποστολή, αρχηγός της οποίας ήταν ο υποστράτηγος Εϋντού.
Ως πρωθυπουργός της Ελλάδος ο Βενιζέλος δεν επιθυμούσε άμεση ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Ήθελε η Ελλάδα να είναι πλήρως εξοπλισμένη, ώστε να μπορεί να αντιμετωπίσει την Τουρκία. Επιθυμούσε οι Ευρωπαϊκές διπλωματικές συνθήκες και οι πολιτικές καταστάσεις να είναι ώριμες, ώστε να μην γίνει απλά μια εξέγερση που θα πνιγεί ξανά στο αίμα, όπως συνέβη με τις προηγούμενες. Η σύγκρουση με την Τουρκία δεν έπρεπε να έχει την κατάληξη του 1897. Αυτό, βεβαίως, δυσαρέστησε πολλούς Κρητικούς, γιατί δεν αντιλαμβάνονταν το όραμα του ηγέτη τους και Ελλαδίτη, πια, Πρωθυπουργού.
Ο Βενιζέλος προπαρασκεύαζε πυρετωδώς την Ελλάδα για μια σύγκρουση με την Τουρκία που θα προκαλούσε, πιθανότατα, η επικείμενη Ένωση.
Το Μάρτη του 1912, όταν οι Κρήτες βουλευτές που είχαν εκλεγεί από την τοπική συνέλευση έφτασαν στην Αθήνα, επιθυμώντας να συμμετάσχουν επισήμως στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, ο Βενιζέλος τους εμπόδισε. Οι Κρήτες βουλευτές με αυτή τους την κίνηση επιθυμούσαν να κάνουν ολοφάνερα αντιληπτό ότι Ελλάδα και Κρήτη ήταν ενωμένες πια, εφόσον λειτουργούσαν ως ένα Κράτος με κοινό Κοινοβούλιο. Ο Βενιζέλος όμως στις 31 Μαρτίου / 3 Απριλίου 1912 διέταξε να απαγορευτεί δια της βίας η είσοδος των Κρητών πληρεξουσίων στην Ελληνική Βουλή. Συγκινημένοι και φορτισμένοι οι Έλληνες αξιωματικοί, πολλοί λέγεται ότι έκλαιγαν, με τις ξιφολόγχες τους εμπόδισαν τους Κρητικούς βουλευτές και το πλήθος που τους συνόδευε να μπουν στο κτίριο της Βουλής.
Πέντε ημέρες πριν την επίσημη κήρυξη του Α΄ Βαλκανικού πολέμου την 1η / 14η Οκτωβρίου 1912 οι Κρήτες βουλευτές θα γίνουν δεκτοί στην Ελληνική Βουλή με ενθουσιασμό. Την ίδια ημέρα η Κυβέρνηση Βενιζέλου διορίζει ως γενικό διοικητή της Κρήτης τον πρώην πρωθυπουργό, Στέφανο Δραγούμη.
Ο Δραγούμης έφτασε στα Χανιά στις 12 /25 Οκτωβρίου 1912 και ανέλαβε τα καθήκοντά του «εν ονόματι του Βασιλέως των Ελλήνων».
Αυτό φαίνεται να γίνεται δεκτό από τις Μεγάλες Δυνάμεις που διατηρούσαν στο νησί από το 1898 φρουρές με το πρόσχημα ότι παρέχουν διεθνή προστασία.
Η Τουρκική σημαία υπεστάλη, καταργώντας με αυτόν τον τρόπο και συμβολικά την Τουρκική επικυριαρχία και πραγματοποιήθηκε πανηγυρικά έπαρση της Ελληνικής σημαίας.
Στις εκδηλώσεις για την επίσημη Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα 1η Δεκεμβρίου 1913 πέρα από τον Βασιλέα των Ελλήνων και τους Κρήτες αγωνιστές παραβρέθηκαν ο Πρωθυπουργός Ελ. Βενιζέλος, ο Κωνσταντίνος Ζαΐμης – Πρόεδρος της Βουλής, ο Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης. Τον Βασιλιά προσφώνησε ο τότε Διοικητής της Κρήτης Λουκάς Ρούφος.
ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΝΩΣΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Την 1η / 4η Φεβρουαρίου του 1913 το αγγλικό ναυτικό υπέστειλε τις σημαίες των Μεγάλων Δυνάμεων που ήταν υψωμένες στη Σούδα και αφαίρεσε και τον Τουρκικό θυρεό που υπήρχε εκεί. Στη θέση του Θυρεού ο Δραγούμης τοποθέτησε άλλη μία Ελληνική σημαία.
Η ένωση  της Κρήτης με το ελληνικό κράτος έγινε την 1 /14 Νοεμβρίου 1913 με συνθήκη ειρήνης μεταξύ Ελλάδας Τουρκίας.
Με τη συνθήκη του Λονδίνου (30 Μαΐου 1913) και συγκεκριμένα με το άρθρο 4 της Συνθήκης ο Σουλτάνος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας παραιτείται από τα δικαιώματά του στην Κρήτη. Το Νοέμβριο του 1913 επαναλαμβάνει την παραίτησή του από κάθε δικαίωμα στην Κρήτη σε ιδιαίτερη συνθήκη ειρήνης που υπογράφτηκε μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδος
Η επίσημη ανακήρυξη έγινε 1 / 14 Δεκεμβρίου 1913 στα Χανιά, όπου πραγματοποιήθηκε επίσημη δοξολογία με παρουσία του Βασιλιά Κωνσταντίνου, του Πρωθυπουργού Ελ. Βενιζέλου και του Προέδρου της Ελληνικής Βουλής Κωνσταντίνου Ζαΐμη.
Εν συνεχεία υψώθηκε η Ελληνική σημαία στο φρούριο Φιρκά, βάζοντας τέλος στα μακραίωνα βάσανα των Κρητών που προσπαθούσαν να αποτινάξουν το ζυγό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.


ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μην πυροβολείτε ασκόπως