Γράφει η Σάση Χότζογλου
Από την αρχαιότητα υπήρξαν και συνεχίζουν να υπάρχουν έως σήμερα, σε όλα τα έθνη της γης, διαφορετικές γλώσσες, κουλτούρες και πολιτισμοί. Και αντίθετα απ’ ότι διδαχθήκαμε, η πολυγλωσσία των ανθρώπων δεν είναι καθόλου μια κατάρα, ούτε καν ένας φραγμός στην μεταξύ μας επικοινωνία.
Στην Παγκόσμια Διακήρυξη για τα γλωσσικά Δικαιώματα του Ανθρώπου, του Ο.Η.Ε. αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι: «Κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να θεωρείται μέλος μιας γλωσσικής κοινότητας και να χρησιμοποιεί τη γλώσσα του, τόσο στην ιδιωτική όσο και στη δημόσια ζωή. Κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να συναναστρέφεται και να επικοινωνεί με άλλα μέλη της γλωσσικής του κοινότητας, διατηρώντας και εξελίσσοντας τον πολιτισμό του». Επίσης, στην Διακήρυξη γίνεται λόγος για τη διατήρηση της γλωσσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς του κάθε λαού λέγοντας πως: «..Όλες οι γλωσσικές κοινότητες έχουν το δικαίωμα να διατηρούν την υλική πλευρά της πολιτιστικής τους κληρονομιάς, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από συλλογές εγγράφων, μέσα από έργα Τέχνης και αρχιτεκτονικής ή ιστορικά μνημεία και επιγραφές που ακόμη σώζονται στη γλώσσα τους».
Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, και ενώ το διεθνές εμπόριο, οι τηλεπικοινωνίες, η τηλεόραση , και το Διαδύκτιο έχουν μετατρέψει την Γη σ’ ένα μικρό πλανητικό χωριό, οι περισσότερες από τις μισές ομιλούμενες γλώσσες του κόσμου κινδυνεύουν να εξαφανιστούν από προσώπου γης. Οι αρνητικές προοπτικές που υπάρχουν για τις μισές τουλάχιστον από τις σημερινές “ζωντανές” γλώσσες του πλανήτη, είναι δεδομένες. Τα τελευταία, όμως, χρόνια πολλοί φορείς, πανεπιστήμια, διεθνή ερευνητικά κέντρα, μη κυβερνητικές οργανώσεις και οι ίδιες οι τοπικές κοινωνίες έχουν αρχίσει δράσεις προς την κατεύθυνση της διατήρησης κάποιων απ τις απειλούμενες γλώσσες. Εκατοντάδες ερευνητικά προγράμματα καταγραφής γλωσσών -πολλές από τις οποίες υφίστανται μόνο σε προφορική μορφή, και άρα θα έσβηναν με τον θάνατο των τελευταίων ομιλητών τους- βρίσκονται σε εξέλιξη, με την συμμετοχή γλωσσολόγων ανθρωπολόγων και άλλων επιστημόνων.
Εκδόσεις εφημερίδων και βιβλίων, ραδιοφωνικά και τηλεοπτικά προγράμματα και μαθήματα για τα νεότερα μέλη των τοπικών κοινωνιών έχουν αρχίσει, άλλοτε σε πιλοτικό και άλλοτε σε ένα ήδη ενταγμένο στην κοινωνία επίπεδο. Πρόκειται για ένα δύσκολο αγώνα με αντίπαλο τον χρόνο, μα και όλες τις δυσμενείς αιτίες που υπάρχουν σήμερα όπως: μετανάστευση, αστυφιλία, πολεμικές συρράξεις και απροθυμία-φόβο πολλών κυβερνήσεων στο να υιοθετήσουν μέτρα για μια πολυγλωσσικότερη κοινωνία.
ΑΙΤΙΕΣ ΕΞΑΦΑΝΙΣΗΣ ΤΩΝ ΓΛΩΣΣΩΝ Μια βασική αιτία που συντελεί ουσιαστικά στην μείωση της γλωσσικής ποικιλομορφίας είναι η μαζική μετανάστευση προς τις μεγάλες πόλεις-βιομηχανικά κέντρα, είτε για λόγους εύρεσης καλύτερης εργασίας είτε λόγω φυσικών καταστροφών ή πολεμικών συρράξεων. Όπως επισημαίνουν οι κοινωνιολόγοι, πρκειμένου οι νεοπρόσφυγες των πόλεων να ενσωματωθούν και να διεκδικήσουν καλύτερους όρους επιβίωσης στο νέο περιβάλλον, αναγκάζονται να μάθουν την κυρίαρχη γλώσσα, όπως και τα ήθη, έθιμα και τις συνήθειες, με αποτέλεσμα να αποξενώνονται έτσι οι ίδιοι αλλά και τα παιδιά τους από την μητρική τους γλώσσα και κουλτούρα. Για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, η Διακήρυξη του Ο.Η.Ε. υπογραμμίζει ότι «πρέπει να προσαρμόζονται, αλλά όχι υποχρεωτικά να αφομοιώνονται από τους πολιτισμούς των χωρών που τους φιλοξενούν».
Κρατώντας “ζωντανή” την γλώσσα μας έχουμε μια πιο ποιοτική κοινωνία με έξυπνους και χαμογελαστούς πολίτες, μιας και γλωσσολόγοι και ψυχολόγοι υποστηρίζουν ότι περισσότερο ευφυής και με λιγότερο άγχος, είναι αυτός που εκφράζεται στη μητρική του γλώσσα.
Μια άλλη επιβαρυντική παράμετρος ως προς την μείωση των γλωσσών έχει να κάνει με την περιβαλλοντική υποβάθμιση των παρθένων τοπικών κοινωνιών και σύμφωνα με τον υπεύθυνο του προγράμματος βιοποικιλότητας των Ηνωμένων Εθνών, Bai-Mass Taal: «οι εκχερσώσεις, η καταστροφή των δασών και των υπολοίπων φυσικών οικοσυστημάτων εξωθούν τους πληθυσμούς αυτούς στις μεγάλες πόλεις, με καταστροφικές επιπτώσεις στην διατήρηση των γλωσσών τους».
Η ΓΙΑΓΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΟΥ ΚΑΙ Η ΜΗΤΡΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Στο χωριό Ampa Hermosa του Περού, η Natalia Sangama καθισμένη στην ξύλινη καλύβα της, στην ζούγκλα του Αμαζονίου, καθώς κρατά ευτυχισμένη τα δυο μικρά εγγόνια της, ξεχνιέται και αρχίζει να μιλά στην μητρική της γλώσσα, στην Chamicuro. Κανείς όμως δεν μπορεί να την καταλάβει. Έτσι, η γηραιά κυρία με τα μακριά άσπρα μαλλιά αναγκάζεται να μιλήσει και πάλι στα Ισπανικά, την τωρινή γλώσσα των παιδιών και των εγγονών της. «Όταν κοιμάμαι, ονειρεύομαι στην γλώσσα μου, την Chamicuro. Δεν μπορώ, όμως, να διηγηθώ τα όνειρά μου σε κανέναν», λεει η ίδια με παράπονο, αφού είναι ο τελευταίος άνθρωπος της φυλής που μια την γλώσσα αυτή. «Μερικά πράγματα, μερικές σκέψεις δεν μπορούν να ειπωθούν στα Ισπανικά και μελαγχολώ όταν σκέφτομαι ότι δεν μπορώ να μιλήσω με κανέναν την μητρική μου γλώσσα,» καταλήγει.η κ. Sangama.
«Ο άνθρωπος μιλάει επειδή ακούει», λένε οι επιστημονικές μελέτες, και τις πρώτες λέξεις, στη μητρική μας γλώσσα, τις σχηματίζουμε στην ηλικία του ενός περίπου έτους. Όταν φτάνουμε τους 18 μήνες, το ενεργό μας λεξιλόγιο περιλαμβάνει γύρω στις 50 λέξεις, ενώ στην ηλικία των πέντε χρόνων ο αριθμός αυτός έχει αυξηθεί, ώστε να φτάνει τις αρκετές χιλιάδες. Κάθε γλώσσα, λοιπόν, είναι μια πολύπλοκη ενότητα από ήχους και σύμβολα, που σε συνδυασμό με γραμματικούς και συντακτικούς κανόνες, συνθέτουν ένα εργαλείο κατάλληλο να εκφράσει προφορικά και γραπτά τις ανάγκες κάθε ομάδας ή κοινωνίας που το χρησιμοποιεί.
Με τον προφορικό λόγο προβάλλουμε την σκέψη μας, μοιραζόμαστε κοινές εμπειρίες και γνώσεις. Επικοινωνούμε! Με άλλα λόγια προχωράμε μέσα στον χώρο και τον χρόνο, γιατί με αρθρώσεις κινούμαστε μα και λόγο αρθρώνουμε! Ως γραπτός λόγος η γλώσσα, πέραν της επικοινωνίας, γίνεται παρακαταθήκη και μέσον μελέτης και έρευνας για τους επερχόμενους.
Η Μητρική γλώσσα λέγεται αλλιώς και «πρωτεύουσα» γλώσσα του ανθρώπου. Είναι η γλώσσα που πρωτακούσαμε και πρωτομιλήσαμε. Διαθέτει ένα μεγάλο εύρος βασικών λειτουργιών που την καθιστούν απαραίτητη. Είναι η γλώσσα με την οποία ταυτιζόμαστε και αποτελεί την βασική και αναγκαία προϋπόθεση της συνολικής ψυχικής μας ανάπτυξης και κοινωνικοποίησής μας, καθώς επίσης είναι και το βασικό όργανο της συναισθηματικής μα και της διανοητικής μας εξέλιξης.
Το να αρνείται κάποιος να μιλήσει στην μητρική του γλώσσα, είναι το ίδιο με το να μην αποδέχεται την ύπαρξη του, την διαφορετικότητα του, την πολιτιστική του κληρονομιά, και την ταυτότητά του. Σύμφωνα με τα τελευταία συμπεράσματα της γλωσσολογίας, όλες οι γλώσσες, ως μέσα έκφρασης για εκείνους που τις μιλούν, θεωρούνται ότι είναι ίσης αξίας και δεν παρουσιάζουν διαφορές ως προς τον βαθμό δυσκολίας εκμάθησης. Πράγμα που έχει επιβεβαιωθεί από μακροχρόνιες έρευνες και παρατηρήσεις, π.χ. σε παιδιά που μεγαλώνουν με διαφορετικές μητρικές γλώσσες.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΜΙΑΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ ΕΝΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Οι γλωσσολόγοι υπολογίζουν πως μια γλώσσα “πεθαίνει”, κάπου στον κόσμο, κάθε δυο εβδομάδες!! Ο θάνατος μιας μακρινής ακαταλαβίστικης στους πολλούς γλώσσας, δεν σημαίνει απλά μια λιγότερη γλώσσα στον μακρύ παγκόσμιο κατάλογο γλωσσών. Όπως πιστεύει ο καθηγητής γλωσσολογίας και ειδικός ερευνητής των υπό εξαφάνιση γλωσσών στο Πανεπιστήμιο της Αλάσκας, των Η.Π.Α. Michael Krauss: «Κάθε γλώσσα έχει την δική της αξία στο ανθρώπινο στερέωμα, διότι περιέχει μοναδικές λέξεις-έννοιες που δεν συναντιούνται σε άλλες γλώσσες. Η επίδρασή της είναι ανάλογη με την εξαφάνιση κάποιων φυτών ή ζώων από τον πλανήτη και ο “θάνατός” της σημαίνει την εξαφάνιση ενός ολόκληρου πολιτισμού και μιας ακόμη κουλτούρας.» Δίνει, επίσης, μεγάλη έμφαση στην καταπληκτική ζωντάνια που παρουσιάζουν οι γλώσσες και στις συνεχείς αλλαγές που αυτές υφίστανται, καθώς οι άνθρωποι επηρεάζουν ο ένας τον άλλον όταν μιλούν και γράφουν.
Δυστυχώς, δεν είναι μόνο η γλώσσα της Chamicuro που προαναφέρθηκε, η οποία μετά τον θάνατό της θα σβηστεί από τον παγκόσμιο χάρτη γλωσσών. Σύμφωνα με τον παγκόσμιο χάρτη που κατάρτισε η UNESCO, από τις 6.528 “ζωντανές” γλώσσες που μιλιούνται σήμερα παγκοσμίως-Ασία 31%(2.034), Αφρική 31%(1.995) Ειρηνικός 21%(1.321), Αμερική 15%(949)και Ευρώπη 3%(209)- υπολογίζεται ότι θα εκλείψουν οριστικά περισσότερες από τις μισές στα επόμενα 100 χρόνια.
Και η κατάσταση ανά ήπειρο διαμορφώνεται ως εξής: Στην Ασία οι πιο απειλούμενες γλώσσες εντοπίζονται στην Κίνα, στο Νεπάλ και την Μαλαισία. Στην Αφρική η πολυγλωσσία είναι μάλλον κανόνας παρά εξαίρεση. Πολλοί Αφρικανοί μιλούν μέχρι και 5-6 τοπικές διαλέκτους εκτός της μητρικής τους γλώσσας. Παρ’ όλα αυτά, μερικές τοπικές διάλεκτοι κινδυνεύουν από την κυρίαρχη γλώσσα κάθε χώρας. Στον Ειρηνικό, πολλές γλώσσες στα νησιά Παπούα Νέα Γουϊνέα απειλούνται εξαιτίας της αυξανόμενης δημοτικότητας δυο μόνο διαλέκτων. Στην δε Αυστραλία, όπου πολλές γλώσσες-διάλεκτοι έχουν χαθεί, λίγες από τις εναπομείνασες 250 διαλέκτους των Αβοριγίνων έχουν κάποιο μέλλον. Στην Αμερική και δει στην Β. Αμερική και στην Αρκτική, πολλές γλώσσες απειλούνται. Η κατάσταση των ιθαγενών γλωσσών στις Η.Π.Α. και στον Καναδά είναι από τις χειρότερες στον κόσμο και στην Κεντρική και Νότια Αμερική πολλές γλώσσες είναι “ετοιμοθάνατες”.
Αν βρεθούμε, τώρα, στα δικά μας “χωρικά ύδατα”, στην Ευρώπη βρίσκονται σε κίνδυνο οι Κέλτικες γλώσσες της Βρετανίας, Ιρλανδίας, της περιοχής της Βρετάνης στην Γαλλία, αρκετές Λαπωνικές γλώσσες στην Σκανδιναβία, διάφορες Ρουμάνι(τσιγγάνικες) και πολλές τοπικές διάλεκτοι στην τέως Ε.Σ.Σ.Δ.
Το Συμβούλιο της Ευρώπης, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση, είχε ανακηρύξει το 2001 «Έτος για τις ευρωπαϊκές γλώσσες» σε όλη τη «Γηραιά ήπειρο». Και αντιπρόσωποι από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες κατέληξαν στο συμπέρασμα, όπως γράφτηκε σε σχετική ανακοίνωση, πως: «Πρέπει να υπάρξει κοινή δράση όλων των χωρών για την προστασία, τη διατήρηση και τη διάδοση της πλούσιας κληρονομιάς γλωσσικής ποικιλομορφίας που υπάρχει στην Ευρώπη». Παράλληλα, τονίστηκε ότι πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες ώστε να αφυπνιστεί η συνείδηση του πολίτη για την ποικιλομορφία των ευρωπαϊκών γλωσσών, εφ’ όσον ο Ευρωπαίος σήμερα, ούτως ή άλλως, ζει μέσα σε ένα πολύγλωσσο περιβάλλον και στην καθημερινή του ζωή έρχεται σε άμεση επαφή με πολλές διαφορετικές γλώσσες, έξω στο δρόμο, στο λεωφορείο, στο τρένο, μέσω των προϊόντων στο σούπερ μάρκετ ή μέσα από την τηλεόραση και τα άλλα ΜΜΕ.
Υπογραμμίστηκε, επίσης, ο ρόλος που μπορεί να παίξουν τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας, ιδίως το Διαδίκτυο, εξυπηρετώντας αυτούς τους σκοπούς και δίνοντας στις γλώσσες καινούργιες δυνατότητες να αναπτυχθούν, να διαδοθούν και να αναζωογονηθούν.
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΗΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΑΝΕΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ Η ομιλία αποτελεί την ειδοποιό μας διαφορά από τις άλλες μορφές της Δημιουργίας και αποτελεί, πλέον, για τον άνθρωπο, μια έμφυτη και χαρακτηριστική ικανότητα την οποία μπορεί αυτός να καλλιεργήσει, κατακτώντας την περισσότερο ή λιγότερο και με ανάλογη ευκολία, όπως το να μαθαίνει να τρώει, να περπατάει, να ντύνεται κλπ. Η γλώσσα, όργανο της ομιλίας, στην διάθεση του λόγου, “αναβλύζει” από τον εγκέφαλο και κάνει αυτή την ειδοποιό διαφορά από τα άλλα μέρη της Δημιουργίας. Αρχικά, υπήρχε μια γλώσσα η ονομαζόμενη Πρωτογλώσσα η οποία μιλιόταν πριν από 150 χιλιάδες χρόνια στη Μικρά Ασία, και αυτό επιβεβαιώνεται από τις μελέτες της γλωσσολογίας και τις πλέον πρωτοποριακές εξελίξεις της γενετικής.
Από τότε μέχρι τα σήμερα διαμορφώθηκαν χιλιάδες άλλες γλώσσες, μα στο πέρασμα των αιώνων συνεχίζουν να υπάρχουν κοινές παγκόσμιες ρίζες, παρ’ ότι κάθε γλώσσα είναι προϊόν της ιδιαίτερης ιστορίας της, αλλά και της παράδοσή της. Χαρακτηριστικό γνώρισμα είναι ότι η μορφή κάθε γλώσσας αποτελούσε και συνεχίζει ως και τα σήμερα να είναι η συνέχεια και η εξέλιξη της προηγούμενης. Κάθε γλώσσα, λοιπόν, έχει τη δική της ομορφιά και το δικό της ξεχωριστό τρόπο να αντιλαμβάνεται τον κόσμο.
Οι λέξεις με τις αποχρώσεις τους και την τονικότητά τους είναι τα σημαντικότερα κλειδιά για την συνεκτικότητα του μορφοποιημένου κόσμου μας. Είναι οι γέφυρες που ενώνουν το σκεπτόμενο άτομο με το αντικείμενο της σκέψης. Είναι τα σώματα των σκέψεων. Τα δε γράμματα που φτιάξανε τα αλφαβητάρια, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά οι ήχοι της φύσης που φτάνανε στο αυτί του ανθρώπου και με την μίμησή τους αυτός έφτιαξε τις ρίζες των λέξεων, για να φυτρώσουν σιγά-σιγά οι κορμοί των νοημάτων στις επικοινωνιακές δεντροστοιχίες. Και οι πρόγονοί μας, οι αρχαίοι Έλληνες έλεγαν πως: «αρχή σοφίας είναι η ονομάτων επίσκεψις». Όταν, λοιπόν, η γλώσσα- άρα οι λέξεις- εκλείψει, τότε εκλείπει και ο πολιτισμός που η γλώσσα αυτή μεταφέρει Εάν δεν δράσουμε άμεσα και αποτελεσματικά, τότε κινδυνεύουμε να χάσουμε μέχρι και το 95% των σημερινών γλωσσών μέσα στον αιώνα αυτόν.
Οι γλώσσες δανείζονται λέξεις η μία από την άλλη. Κατά την πάροδο των τελευταίων αιώνων, για παράδειγμα, η αγγλική γλώσσα υπολογίζεται ότι έχει δανειστεί λέξεις από περίπου 350 άλλες γλώσσες, ενώ σήμερα παρατηρείται το αντίστροφο φαινόμενο: πολλές γλώσσες δανείζονται λέξεις από την αγγλική.
Η διαρκής και σε εξέλιξη εξασθένιση της μητρικής γλώσσας, θα επιφέρει μελλοντικά ένα διαχωρισμό μεταξύ αυτών που κατέχουν την διεθνή, πλέον, αγγλική και αυτών που δεν την κατέχουν. Σήμερα συντελείται ένας γλωσσικός αποικισμός από την αγγλική γλώσσα. Και δεν είναι μόνον η γλώσσα που δεσπόζει, αλλά και ο πολιτισμός που προέρχεται από αυτήν.
Η παγκοσμιοποίηση της επιστήμης και της αγοράς εργασίας, καθιστά την αγγλική ως τη μοναδική γλώσσα εργασίας και υπεισέρχεται η γλωσσική υποχώρηση και οι κοινωνικές αντιθέσεις. Αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι μία συνεχής εξασθένιση των μητρικών λεξιλογίων ως γλωσσικού κοινωνικού φορέα. Και μία γλώσσα που δέχεται πολλά πλήγματα με αντίστοιχες απώλειες, στο τέλος εξορίζεται και καταλήγει ακρωτηριασμένη να χρησιμοποιείται μόνο στην οικογένεια, στις τελετές και στο μουσείο του χωριού.
Είναι μία πραγματικότητα, βάσει των γλωσσολόγων ερευνητών, ότι χιλιάδες γλώσσες θα εξαφανιστούν τα επόμενα εκατό χρόνια. Γιατί όταν σταματά η χρησιμοποίηση κάποιας γλώσσας σε έναν τομέα, σταματά και η εξέλιξη της γλώσσας, ως μέσον επικοινωνίας σε αυτόν τον τομέα. Στο πεζοδρόμιο της εργασίας, της επικοινωνίας ή της μάθησης όλοι μοιάζουμε με ταξιδιώτες σε ξένη χώρα, μιλώντας, αλλά μη καταλαβαίνοντας σχεδόν ο ένας τον άλλον. Λέει πχ. κάποιος: «Μπήκαμε στην διαδικασία ενός καινούργιου project!!» Ή ακούς στο μέσον μιας εκπομπής στην τηλεόραση: «Πάμε για ένα break!!» ή ακόμη διαβάζεις στο περιοδικό: «Η αίσθηση του elegance..» και άλλα πολλά τέτοια. Αυτοί που γνωρίζουν την ξένη γλώσσα καταλαβαίνουν τις παραπάνω φράσεις, όσοι όμως δεν έχουν μάθει άλλη γλώσσα πέρα από την μητρική τους, αισθάνονται δικαίως αποκομμένοι. Και αν η επικοινωνία διακόπτεται, είναι γιατί είτε οι δυνατότητες της γλώσσας είναι περιορισμένες ή την χρησιμοποιούμε λανθασμένα
Η ΓΛΩΣΣΑ ΩΣ ΦΟΡΕΑΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ Το 1492 ο Ισπανός γλωσσολόγος Antonio de Nebrija συνέταξε ένα εγχειρίδιο ισπανικής γραμματικής το οποίο και παρουσίασε στην βασίλισσα Ιζαμπελα, με σκοπό να εγκριθεί και να το πάρουν οι άνδρες του Κολόμβου μαζί τους. Όταν εκείνη τον ρώτησε για την σκοπιμότητα της έκδοσης, ο οξυδερκής γλωσσολόγος της απάντησε: “Μα, Μεγαλειοτάτη, η γλώσσα είναι από τα βασικά όπλα για τη επέκταση μιας αυτοκρατορίας”. Όπως εκ των πραγμάτων αποδείχτηκε, οι αποστολές των Ευρωπαίων αποίκων του 16ου και 17ου αιώνα αποτέλεσαν την αρχή του τέλους για χιλιάδες γλώσσες της Βόρειας και Νότιας Αμερικής.
Στην Βραζιλία, για παράδειγμα, από το 1500μΧ. που έφτασαν οι Πορτογάλοι μέχρι σήμερα εξαφανίστηκε σταδιακά το 75% των γλωσσών-διαλέκτων που ομιλούνταν εκεί, έτσι ώστε οι επιστήμονες να μιλάνε και για “γλωσσικό ιμπεριαλισμό”. Από τις 180 διαλέκτους που συναντιούνται εκεί μόνο μία μιλιέται σήμερα.
Ο Aryon Rodrigues ο Βραζιλιάνος ερευνητής των υπό εξαφάνιση γλωσσών λέει πως: «ο κόσμος είναι ένα μωσαϊκό ιδεών και οραμάτων. Με κάθε γλώσσα που χάνεται, εξαφανίζεται κι ένα κομμάτι αυτού του μωσαϊκού». Παραδείγματα γλωσσικού ιμπεριαλισμού σημειώθηκαν όμως και τον 20ό αιώνα, όπως πχ. στην τέως Ε.Σ.Σ.Δ. όπου υλοποιήθηκε το περιβόητο πρόγραμμα “Ρωσοποίησης” και είχε σαν στόχο να αφομοιώσει γλωσσικά και πολιτιστικά τους μη ρωσικούς πληθυσμούς της αχανούς Σοβιετικής αυτοκρατορίας, συμπεριλαμβανομένων και των ελληνικής καταγωγής πληθυσμών.
Με αφορμή, τώρα, την εξάπλωση των αγγλικών, άρχισαν να κρούονται οι κώδωνες κινδύνου και στην Ελλάδα για την γλωσσική “απώλεια εδάφους”, που σημαίνει ότι αρκετοί τομείς επιστημονικών κλάδων και του πολιτισμού, λίγο ή πολύ χάνονται. Είναι πλέον αυτονόητο ότι θα χρησιμοποιείται η αγγλική σε ευρεία διάθεση και στην χώρα μας, και μάλιστα θα υπερτερεί σε πολλούς τομείς.
Γλωσσικές απώλειες προς όφελος των αγγλικών, σημαίνει μεταξύ άλλων, ότι ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού αποκλείεται από το δημοκρατικό δημόσιο διάλογο και από πολύτιμες γνώσεις. Αυτού του είδους οι απώλειες δημιουργούν δυσκολίες. Για παράδειγμα, δυσχεραίνει η μετάδοση γνώσεων σε κοινωνικές ομάδες που δεν ανήκουν στις ομάδες των ειδικών. Σε πολλές, επίσης, ελληνικές επιχειρήσεις της βιομηχανίας και του εμπορίου, χρησιμοποιείται ήδη ως γλώσσα επικοινωνίας η αγγλική και είναι αυτή που κυριαρχεί στον προφορικό λόγο.
Αν, όμως, χαθούν διάφοροι τομείς για την ελληνική γλώσσα, αυτό θα έχει αντίκτυπο και στην ελληνική κοινωνία. Μεγάλη πιθανότητα υπάρχει να περιέλθουμε σε μία κατάσταση όπου τα αγγλικά θα είναι η επίσημη γλώσσα (στα σχολεία, την αγορά εργασίας, τις υπηρεσίες κ.α.) ενώ τα ελληνικά θα χρησιμοποιούνται στις ανεπίσημες επαφές και τις συναναστροφές.
Μία τέτοια κατάσταση με μία “ανώτερη” και μία “κατώτερη” γλώσσα, δεν είναι ασυνήθιστο. Τη συναντούμε, μεταξύ άλλων, και σε πολλές χώρες με αποικιοκρατικό παρελθόν, όπου η παλιά αποικιακή γλώσσα χρησιμοποιείται στην εκπαίδευση ενώ η μητρική γλώσσα των ντόπιων, είναι μία άλλη. Οι εμπειρίες από τέτοιες χώρες δεν είναι οι ενδεδειγμένες. Είναι σαφώς αρνητικές γιατί δίνουν κακή παιδεία και δημιουργούν κοινωνικές εντάσεις.
Ας ελπίσουμε ότι δεν θα επαληθευτεί η άποψη του καθηγητή shigeru Tsuchida, ο οποίος γράφει πως: «όποτε η διάσωση μιας γλώσσας γίνεται πρώτη είδηση τότε όλοι αρχίζουν να κόπτονται γι’ αυτήν, μα είναι ήδη πολύ αργά για να την σώσουν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Μην πυροβολείτε ασκόπως