Πολύν καιρό 'χει ο Βασιλιάς να πέψη ένα ζαμπίτη,
κι έπεψε τον Οσμάν Πασά κι εμέρωσε την Κρήτη.
Ούλους τσ' αγάδες των Χανιώ έπεψε κι αβιζέρνει
πως το φιρμάνι του έγραφε να πνίγει και να δέρνει
κι έπεψε τον Οσμάν Πασά κι εμέρωσε την Κρήτη.
Ούλους τσ' αγάδες των Χανιώ έπεψε κι αβιζέρνει
πως το φιρμάνι του έγραφε να πνίγει και να δέρνει
Ήταν τότε, μετά το 1770, όπου οι
Τουρκοκρητικοί είχαν αποθρασυνθεί και έγιναν πραγματικοί κυρίαρχοι του νησιού,
αγνοώντας ακόμα και τον βαλή, δηλαδή τον στρατιωτικό διοικητή, καθώς και τους
πασάδες. Η Υψηλή Πύλη, για να καταφέρει να τους περιορίσει, αναγκάστηκε να
στείλει έναν δυναμικό διοικητή, για να επαναφέρει την τάξη. Ήταν η εποχή, όπου
ο νεωτεριστής σουλτάνος Μαχμούτ Β’, ετοιμαζόταν να καταργήσει το επικίνδυνοσώμα των γενίτσαρων. Ο νέος διοικητής, ονομάζονταν Χατζή Οσμάν πασάς, ο οποίος
είχε γεννηθεί στο Κουρδιστάν και φημίζονταν για την διοικητική του ικανότητα.
Το 1810, επέβαλε πλήρη τάξη στην Εύβοια, καταστέλλοντας τις αυθαιρεσίες των
εκεί Τούρκων. Έπειτα από εκείνη την επιτυχία του, κατέβηκε στην Κρήτη.
Ο Οσμάν πασάς, έχοντας μαζί του ενόπλους,
αποβιβάστηκε το 1812 στη Σούδα και μπήκε επιδεικτικά στα Χανιά. Μην έχοντας
όμως στη διάθεσή του αρκετή ένοπλη δύναμη για να συντρίψει τους γενίτσαρους,
επικοινώνησε κρυφά με τους Έλληνες ορεινούς κατοίκους του Αποκορώνου και της
Κυδωνίας, όσοι μπορούσαν να φέρουν όπλα, και συνεννοήθηκε μαζί τους να
συγκεντρωθούν όλοι ξαφνικά και ένοπλοι στο χωριό Νεροκούρου, που ήταν η έδρα
του Μεχμέτ, ενός από τους χειρότερους Τουρκοκρητικούς αρχηγούς. Με την συνδρομή
των Ελλήνων, συνέλαβε τον Μεχμέτ και τον κρέμασε πανηγυρικά στην πλατεία του
χωριού του. Με τον ίδιο τρόπο, εξόντωσε κι έναν άλλον φοβερό γενίτσαρο του
Αποκορώνου, τον Τρουλινό, καθώς και πιστούς οπαδούς του. Αφού κατόρθωσε, μ’
αυτόν τον τρόπο, να εξοντώσει τους κυριότερους τρομοκράτες, στην συνέχεια
άρχισε να περιέρχεται τις επαρχίες, απαγχονίζοντας τους αγριότερους από τους
Τουρκοκρητικούς.
Ακολούθως, ο Οσμάν εγκαταστάθηκε στο
Ρέθυμνο, που επίσης το ξεκαθάρισε από τους γενίτσαρους. Όταν όμως θέλησε να
μπει στο Μεγάλο Κάστρο, το σημερινό Ηράκλειο, που ήταν η πρωτεύουσα του νησιού,
βρήκε τις πύλες του κάστρου κλειστές. Πολλοί Τουρκοκρητικοί του νησιού, για να
σωθούν από την αμείλικτη καταδίωξή του, είχαν συγκεντρωθεί εκεί και μαζί με
τους ντόπιους Τουρκοκρητικούς, στασίασαν και εμπόδισαν τον Οσμάν να
εγκατασταθεί κι εκεί. Ταυτόχρονα, έστειλαν αντιπροσωπεία στην Κωνσταντινούπολη,
η οποία κατηγόρησε τον Οσμάν πασά ότι συνεργάζονταν με τους χριστιανούς και
τους οργάνωνε εναντίον του σουλτάνου. Επιπλέον, κατηγόρησαν τον Οσμάν ως
κρυπτοχριστιανό και ότι απαγχόνιζε τους Τουρκοκρητικούς, όχι για ζητήματα
τάξεως, αλλά για να καταχραστεί τις περιουσίες τους. Οι Τουρκοκρητικοί επέμεναν
ιδιαιτέρως στον ισχυρισμό, ότι ο Οσμάν ήταν χριστιανός και φαίνεται πως λαβή σ’
αυτούς τους ισχυρισμούς, έδωσε το ότι, όπως αναφέρεται, ο Χατζή Οσμάν πασάς
ερχόμενος στα Χανιά δεν σταμάτησε να αποτίσει φόρο τιμής στο Μαυσωλείο
Μπαρμπούς, κάτι που όλοι οι μουσουλμάνοι όφειλαν να πράξουν, και δημιουργήθηκε
ο θρύλος ότι, ο περίεργος αυτός πασάς, ήταν κρυπτοχριστιανός, αρχιμανδρίτης του
Πατριαρχείου ονομαζόμενος Βασίλειος, ο οποίος παρακολούθησε, πριν από τη σφαγή,
τη θεία λειτουργία στα υπόγεια του σεραγιού του στα Χανιά και κοινώνησε από τα
χέρια του έντρομου κρητικού ιερέα. Για τη σκανδαλώδη πράγματι συμπεριφορά του
οι Τούρκοι του Ρεθύμνου τον αποκαλούσαν χλευαστικά «Παπαγιάννη».
Τέτοιες συκοφαντίες, ήταν σύστημα της
εποχής κι όσο εύκολα εκτοξεύονταν, άλλο τόσο εύκολα εισακούονταν από τον
εκάστοτε καχύποπτο σουλτάνο. Έτσι, ο σουλτάνος Μαχμούτ Β’, υιοθέτησε τις
καταγγελίες των Τουρκοκρητικών κι αφού ανακάλεσε τον Οσμάν πασά από την Κρήτη,
τον εξόρισε στην Προύσα, όπου στην συνέχεια διέταξε να τον κρεμάσουν και να
δημεύσουν την περιουσία του. Στο μεταξύ, η Κρήτη είχε πάρει μια προσωρινή ανάσα
και αποκαλούσαν τον Οσμάν, «Σωτήρα». Αντιθέτως, οι Τουρκοκρητικοί τον ονόμαζαν
«Πνιγάρη».
Οι Τουρκοκρητικοί ωστόσο, δεν κάμφθηκαν
και σύντομα επανήλθαν το ίδιο άγριοι, όπως και πριν. Όλες οι επαναστατικές
κινήσεις έβρισκαν απέναντι τους ντόπιους αυτούς γενίτσαρους, οι οποίοι
βρίσκονταν σε πλήρη σύμπνοια με τις τουρκικές θέσεις.
Λίγο πριν την
Επανάσταση του 1821, υπολογίζονταν πως υπήρχαν 28.000 ελληνικές οικογένειες και
14.000 τουρκοκρητικές. Στην απογραφή του 1858, οι Έλληνες και γενικότερα οι
χριστιανοί, ήταν 215.863 και οι μουσουλμάνοι 62.138. Και το 1881, μετά τις
αιματηρές επαναστάσεις, οι Έλληνες ήταν 205.000 και οι Τούρκοι 73.000.
ΠΗΓΗ
http://aristipposandreou.wordpress.com/tag/%CE%B3%CE%B5%CE%BD%CE%B9%CF%84%CF%83%CE%B1%CF%81%CE%BF%CE%B9/
ΠΗΓΗhttp://www.phorum.gr/viewtopic.php?f=51amp;t=209903
Να ’χε βουλήσε’ η Παρασκή και να χαθή η γιώρα
http://aristipposandreou.wordpress.com/tag/%CE%B3%CE%B5%CE%BD%CE%B9%CF%84%CF%83%CE%B1%CF%81%CE%BF%CE%B9/
ΠΗΓΗhttp://www.phorum.gr/viewtopic.php?f=51amp;t=209903
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Μην πυροβολείτε ασκόπως