Μετά
την επί τόπου καταγραφή των περιουσιών που δημεύονταν σε κάθε χωριό, τα στοιχεία
πρέπει να συγκεντρώνονταν στις αρμόδιες υηρεσίες της διοίκησης, στονΧάνδακα. H
ταξινόμηση των στοιχείων για κάθε επαρχία και κάθε χωριό και η καταγραφή τους
στο κατάστιχο πρέπει να έγινε αργότερα από τους υπαλλήλους της οικονομικής
υπηρεσίας. Στα έγγραφα που καταχωρίστηκαν στο τέλος του Κώδικα (βλ. σ. 311)
υπάρχει μια αναφορά με ημερομηνία Μαρτίου του 1827 προς το Harameyn Mukata’ati,
το ειδικό γραφείο του Αυτοκρατορικού Θησαυροφυλακίου που διαχειριζόταν τις
άδειες για τη μίσθωση της είσπραξης της δεκάτης και των άλλων φόρων από τα
κτήματα που ανήκαν στα σουλτανικά αφιερώματα για τις δύο ιερές πόλεις του
Iσλάμ, τη Mέκκα και τη Mεδίνα.* Aπό το έγγραφο
πληροφορούμαστε ότι έπειτα από διαταγή του σουλ τάνου
είχε σταλεί στην Kρήτη ο Hüseyin Kâmil Efendi, ειδικός υπάλληλος, προϊστάμενος
γραφείου του αυτοκρατορικού Nτιβανίου, επιφορτισμένος με την καταγραφή των
κτημάτων των ραγιάδων της Kρήτης που είχαν επαναστατήσει και τα οποία είχαν
δημευτεί. Ως βοηθό στο έργο του είχε τον αρχιγραμματέα του Λογιστηρίου (muharrir
ba֠
muhasebe
ketebesinden).
Στο έργο του είχε την έγκριση του διοικητή (muhafiz) του Xάνδακα και
αρχιστράτηγου (serasker) της Kρήτης Lütfullah Pa÷aκαι τη συνδρομή του
ιεροδικείου της πόλης. Πότε ακριβώς ο Hüseyin Kâmil Efendi στάλθηκε στην Kρήτη
για να επιβλέψει τη σύνταξη του κατάστιχου, τον έλεγχο των εσόδων από τη
δήμευση των κτημάτων των επαναστατών και των εξόδων που πραγματοποιήθηκαν από
τα έσοδα αυτά δεν είναι γνωστό. Oπωσδήποτε όμως βρισκόταν στον Χάνδακα πριν από
τον Απρίλιο του 1826,όπως φαίνεται από εγγραφή στον Κώδικα (εδώ σ. 89), όπου ο
Hüseyin Kâmil επιστρέφει την περιουσία χριστιανής από τα Καλαμαθιανά που
γλίτωσε από την αιχμαλωσία και αφέθηκε ελεύθερη. Oι έμπειροι υπάλληλοι που
ήρθαν μαζί του από την Kωνσταντινούπολη ταξινόμησαν και κατέγραψαν τα δημευμένα
κτήματα κατά κατηγορίες. Δεν γνωρίζουμε με ποιον τρόπο εργάστηκαν. Πρέπει να
υπήρχαν ήδη καταστάσεις δημευμένων κτημάτων, μεμονωμένες ή ανά χωριό, τις
οποίες συνέλεξαν, κατέταξαν και μετέγραψαν στο κατάστιχο, ανάλογα με την
περιοχή που αφορούσαν οι δημεύσεις, το είδος των δημευμένων και την εποχή της
δήμευσής τους. Όταν ανακάλυπταν δημευμένα κτήματα που δεν είχαν καταγραφεί στο
κατάστιχο ή είχαν εκποιηθεί χωρίς προηγουμένως να καταγραφούν, τότε συμπλήρωναν
το αρχικό κατάστιχο ή κατάρτιζαν νέους καταλόγους, τους οποίους αντέγραφαν σε
κάποια άλλη θέση του κατάστιχου. Όλες αυτές τις καταγραφές που πραγματοποιούσαν
ώφειλαν να τις στείλουν στην Kωνσταντινούπολη, συνοδευόμενες από τις σχετικές
εκθέσεις, για έλεγχο από την κεντρική υπηρεσία.Από δύο σουλτανικά φερμάνια που
απευθύνονται στον Lütfullah Pa÷a και τον Hüseyin Kâmil (εδώ σ. 352-354, αρ. 8
και αρ. 9) είναι φανερό ότι τον Σεπτέμβριο του 1826 η Υψηλή Πύλη γνωρίζει ήδη
το μεγαλύτερο μέρος των εγγραφών του «Κώδικα των Θυσιών», αλλά όχι όλο:
Γνωρίζει για τις δημευμένες περιουσίες που πουλήθηκαν ή δωρήθηκαν μέσα και γύρω
από τον Χάνδακα (σ. 235-293), για τα χωράφια που έμειναν απούλητα στην περιοχή
του Tοπ Αλτί (σ. 303-307), και τα έσοδα που προήλθαν από τη φορολογία των
μουκαταάδων (το τελευταίο τμήμα του κατάστιχου, που δεν περιέχεται στην έκδοσή
μας). Στα δύο φερμάνια δεν γίνεται καμία αναφορά για τις περιουσίες που
παρέμειναν δημευμένες (σ. 3-141), ούτε για τις περιουσίες των εξωμοτών (σ.
141-147), ούτε και γι’ αυτές που επιστράφηκαν στους αρχικούς ιδιοκτήτες και
στους κληρονόμους τους (σ. 147-233). Συμπεραίνουμε ότι στην Υψηλή Πύλη εστάλη,
μεταξύ Απριλίου του 1826 και πριν από τον Αύγουστο του ίδιου έτους,το πρώτο
κατάστιχο, που αφορούσε τις πουλημένες περιουσίες μέσα και γύρω από τον Χάνδκα
και τα έσοδα από τους μουκαταάδες των επαρχιών.Όπως άλλωστε φαίνεται από το
ίδιο φερμάνι, ο Hüseyin Kâmil και οι υπάλληλοι που τον συνέδραμαν ασχολήθηκαν
αρχικά με τα σπίτια και τα καταστήματα μέσα στον Xάνδακα, καθώς και με τα
χωράφια του Tοπ-Aλτί, στη συνέχεια με τη φορολόγηση των μουκαταάδων και στο
τέλος με τις δημεύσεις και τις επιστροφές των περιουσιών στα χωριά των
επαρχιών.Ένα χρόνο αργότερα, σύμφωνα με άλλο σουλτανικό φερμάνι με ημερομηνία
Σεπτεμβρίου 1827, η Υψηλή Πύλη γνωρίζει και για τα υπόλοιπα: για το πόσες
περιουσίες παρέμειναν δημευμένες στις επαρχίες (σ. 3-141), καθώς και για όσες
αποδόθηκαν σε ιδιοκτήτες ή κληρονόμους (σ. 147-233). Tο δεύτερο κατάστιχο το
είχε φέρει επιστρέφοντας στην Κωνσταντινούπολη ο Hüseyin Kâmil, την άνοιξη ή το
καλοκαίρι του 1827.Ο «Κώδικας των Θυσιών» που σώθηκε στο Tουρκικό Αρχείο
Hρακλείου φαίνεται έτσι να αποτελεί το κοινό αντίγραφο των δύο ξεχωριστών
κατάστιχων που παρέλαβε ο σουλτάνος: του πρώτου που έστειλε στην Υψηλή Πύλη στα
μέσα του 1826 ο Hüseyin Kâmil και του δεύτερου που ο ίδιος αξιωματούχος
παρέδωσε αυτοπροσώπως στην Κωνσταντινούπολη, στα μέσα του 1827. Κατά την
αντιγραφή των δύο κατάστιχων στον «Κώδικα των Θυσιών», προηγήθηκε η αντιγραφή
του δεύτερου κατάστιχου (του1827) και ακολούθησε η αντιγραφή του πρώτου (του
1826) Από το 1827 έως και το 1829 έγινε
συμπληρωματική χρήση του αντιγράφου που έμεινε στην Κρήτη από τους υπαλλήλους
της Oικονομικής Yπηρεσίας. Οι νέες πληροφορίες που καταχωρούνταν σ’ αυτό
προφανώς στέλνονταν με αντίστοιχες μεμονωμένες καταστάσεις και στην
Κωνσταντινούπολη. Μετά από την αναζωπύρωση της επανάστασης το καλοκαίρι του
1828 στον Χάνδακα αλλά και στις περισσότερες επαρχίες της Ανατολικής Κρήτης, τα
θύματα και οι δημεύσεις που επακολούθησαν πρέπει να έχουν καταγραφεί σε άλλο,
μεταγενέστερο κατάστιχο, που δεν είναι γνωστό αν έχει διασωθεί.
*Bλ. Gibb - Bowen, Islamic Society and the West, τ. 1, σ. 132. Kατά τους Gibb – Bowen, Harameyn Mukata’ati
ονομαζόταν το γραφείο που διαχειριζόταν τις άδειες οι οποίες αφο
ρούσαν
κτήματα που βρίσκονταν στην Aσία, ενώ τη διαχείριση των κτημάτων που
βρί-σκονταν στην Eυρώπη την είχε ένα άλλο γραφείο, που ονομαζόταν Harameyn
Muhasebesi.Aν η διάκριση αυτή εφαρμοζόταν πάντοτε, τότε η Kρήτη πρέπει να
υπαγόταν στην Aσία.
Ζ.
TΑ ΠΑΡΑΛEΙΠΟΜEΝΑ TΩΝ ΔHΜEΥΣEΩΝ.
ΟΙ
ΑTΑΣΘΑΛΙEΣ THΣ ΔΙΟΙΚHΣHΣ ΣTΟΝ ΧΑΝΔΑΚΑ
Tον
Σεπτέμβριο του 1826 έφτασε στον Xάνδακα ένα φερμάνι γραμμένο στα τέλη Aυγούστου
ή τις αρχές Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους, το οποίο βρέθηκε καταχωρισμένο στον
κώδικα αρ. 45 του Iεροδικείου του Xάνδακα (δημοσιεύεται μεταφρασμένο εδώ, στις
σ. 352-353). Eίναι περίεργο, ασφαλώς, ότι το έγγραφο καταγράφηκε δυο φορές, στις
σ. 93-94 και κατόπιν πάλι στις σ. 97-98 του ίδιου κώδικα. Eνώ όμως το
μεγαλύτερο μέρος της διαταγής επαναλαμβάνεται σχεδόν χωρίς καμιά διαφορά, προς
το τέλος της, εκεί που δίνονται οι οδηγίες για την εκτέλεσή της, το κείμενο
διαφέρει. Δεν φαίνεται πιθανό να είχαν σταλεί δυο διαφορετικά φερμάνια· το
πιθανότερο είναι ότι την πρώτη φορά δεν είχε αντιγραφεί κανονικά και χρειάστηκε
να αντιγραφεί και πάλι. Πέρα από το πρόβλημα της διπλής αντιγραφής του, όμως,
το φερμάνι πρέπει να προκάλεσε αρκετή ταραχή στη διοίκηση. Aπευθύνεται, όπως
συνήθως, στον διοικητή της περιοχής, που την εποχή εκείνη ήταν ο Lütfullah
Pa÷a, στον ιεροδικαστή της, που είχε τον κατώτερο βαθμό του ναΐπη και το όνομά
του δεν αναφέρεται, και στον Hüseyin Kâmil, τον υπάλληλο του αυτοκρατορικού
Nτιβανίου στον οποίο είχε ανατεθεί ο έλεγχος και η καταγραφή των δημευθέντων
κτημάτων. O τελευταίος είχε ήδη στείλει στην Υψηλή Πύλη δύο εκθέσεις και ένα
κατάστιχο με τα χωράφια, τα σπίτια, τα καταστήματα και τα άλλα προσοδοφόρα που
είχαν δημευτεί και είχαν πουληθεί στην πόλη και στα περίχωρα του Χάνδακα, κατά
το διάστημα που πασάς του Xάνδακα ήταν πρώτα ο oeerif Pa÷a, δηλαδή από το 1821
μέχρι την άνοιξη του 1823 και, όταν εκείνος πέθανε, ο αντικαταστάτης του Osman
Pa÷a, προτού πεθάνει κι αυτός λίγους μήνες αργότερα, στα τέλη Ιουλίου ή τις
αρχές Αυγούστου του ίδιου χρόνου. Mαζί είχαν σταλεί καταστάσεις με τα έξοδα που
είχαν γίνει κατά το ίδιο διάστημα. Tα έσοδα την εποχή του πρώτου πασά από τα
κτήματα που πουλήθηκαν με διαταγή του και με τη συνεργία του εκπροσώπου του
Necib Efendi, του βιβλιοθηκάριου Osman και του τοπικού προύχοντα Ibrahim, είχαν
αποδώσει το ποσό των 160.629,5 γροσίων, και τα έξοδα ξεπερνούσαν τα έσοδα κατά
1.026 γρόσια· τα αντίστοιχα έσοδα επί Osman Pa÷a ανέρχονταν σε 155.366 γρόσια
και τα έξοδα ήταν περισσότερα κατά 19.001 γρόσια. O Necib Efendi όμως είχε επί
πλέον ξοδέψει 5.848,5 γρόσια και ο Kitapç† Osman 64.382 γρόσια, χωρίς να έχουν
πάρει καμιά διαταγή από κανέναν ανώτερό τους.
Αλλά
οι ατασθαλίες που αποκαλύφθηκαν δεν ήταν μόνον τα παραπανίσια έξοδα: από τις
περιουσίες μέσα στον Xάνδακα που είχαν δημευτεί, 54 είχαν δωρηθεί σε διάφορους
με διαταγή του oeerif Pa÷a, χωρίς όμως να υπάρχει σχετική άδεια από τον σουλτάνο
γι’ αυτές τις δωρεές. Mε το φερμάνι δινόταν διαταγή να επιστραφούν τα κτήματα
αυτά στο Δημόσιο, να πουληθούν με πλειστηριασμό και τα έσοδα να παραδοθούν στον
επιτετραμμένο του Nτιβανίου και να σταλούν στην Kωνσταντινούπολη, μαζί με
σχετική έκθεση. Tα ποσά επίσης που είχαν ξοδευτεί από τους αξιωματούχους που
αναφέρονται πιο πάνω, χωρίς αυτοί να έχουν λάβει σχετική διαταγή, έπρεπε να
επιστραφούν στο δημόσιο ταμείο και να σταλούν κι αυτά στο θησαυροφυλάκιο,μαζί
με σχετική έκθεση. Ποινές πάντως για τις ατασθαλίες αυτές, εκτός από την
επανόρθωσή τους, δεν φαίνεται να επιβλήθηκαν· θα πρέπει να θεωρήθηκαν ως
υπέρβαση καθήκοντος, όχι όμως ως απάτη ή υπεξαίρεση δημόσιας περιουσίας, και οι
διαπράξαντες τις παραβιάσεις δεν τιμωρήθηκαν με οποιονδήποτε τρόπο (άλλωστε,
οιδύο πασάδες και ένας από τους εκπροσώπους τους είχαν ήδη πεθάνει).
Tις
ίδιες μέρες στάλθηκε και άλλο φερμάνι με παρόμοιο περιεχόμενο και με παραλήπτες
τους ίδιους του προηγούμενου φερμανιού (σ. 353-354). Φαίνεται ότι ο Hüseyin
Kâmil είχε προχωρήσει την έρευνά του και στα χωριά και είχε στείλει έκθεση στην
πρωτεύουσα σχετικά με τη διαχείριση των εσόδων των μουκαταάδων από τα κτήματα που είχαν δημευτεί στην επαρχία. Tαυτόχρονα, το
δεύτερο αυτό φερμάνι δίνει μερικές πληροφορίες που μας βοηθούν να δούμε με ποιο
τρόπο αντιμετώπισαν την επανάσταση στην περιοχή της Aνατολικής Kρήτης από
οικονομική πλευρά.
Στο
έγγραφο αναφέρεται ότι το σαντζάκι, ο νομός θα μπορούσαμε να πούμε με τη
σημερινή ορολογία, του Xάνδακα, αποτελούνταν από έντεκα ναχιγιέδες, επαρχίες.
Aυτές είναι γνωστές και από άλλα έγγραφα: ήταν οι ναχιγιέδες Tεμένους,
Πεδιάδας, Mαλεβιζίου, Mεραμπέλου, Pίζου (ή Ριζόκαστρου), Mονοφατσίου,
Πυργιώτισσας, Kαινούργιου, Λασιθίου, Σητείας και Iεράπετρας. Σύμφωνα με το
έγγραφο, το έτος εγίρας 1238 (Σεπτέμβριος 1822 - Σεπτέμβριος 1823) είχαν
επαναστατήσει πρώτα οι ραγιάδες που κατοικούσαν στον ναχιγιέ της Σητείας και
στα χωριά Eλιά και Aρχάνες· τον επόμενο χρόνο η επανάσταση εξαπλώθηκε και σ’
άλλα χωριά, και για διάστημα πέντε έξι μηνών είχαν όλοι οι κάτοικοι
εγκαταλείψει τις περιοχές τους. Tο1824 όμως επανήλθαν και δήλωσαν υποταγή,
υποσχόμενοι να πληρώνουν τον κεφαλικό φόρο.
H
κεντρική διοίκηση ενδιαφέρθηκε τότε για την τύχη των εσόδων από την παραγωγή
σιταριού. Για το 1821 είχε υπολογιστεί ότι το σιτάρι που θα φορολογούσε ο τότε
defterdar (οικονομικός έφορος) Dervi÷ Αli έπρεπε να ανέρχεται σε 27.000
μουζούρια·* από αυτά συγκεντρώθηκαν στις
κρατικές αποθήκες μόνο 4.000 μουζούρια. Σύμφωνα με τον τρόπο διαχείρισης των
οικονομικών πόρων του οθωμανικού κράτους κατά την εποχή εκείνη, οι διάφοροι
φόροι ήταν κατανεμημένοι σε φορολογικές μονάδες (mukata’a), που μισθώνονταν σε
ιδιώτες και τα έσοδά τους πληρώνονταν στο κρατικό ταμείο προκαταβολικά από τους
μισθωτές, οι οποίοι εισέπρατταν τους φόρους κατόπιν·**ο
μισθωτής (suba÷†) μαζί με έναν γραμματέα (yaz†c†), εκτός την είσπραξη των φόρων
είχε και την ευθύνη της διατήρησης της τάξης στη φορολογούμενη περιοχή. Eίχε
επίσης την υποχρέωση να παραδώσει στις κρατικές αποθήκες μια ορισμένη ποσότητα
από το σιτάρι, το λάδι και άλλα προϊόντα.
Στην
Kρήτη οι φόροι από την παραγωγή κάθε χωριού αποτελούσαν έναν ξεχωριστό
μουκαταά· με τον ίδιο τρόπο αποτέλεσαν μουκαταάδες και τα κτήματα που είχαν δημευτεί.
Αυτά δεν είχαν εκποιηθεί, όπως είχε γίνει με τα ακίνητα στον Xάνδακα, αλλά
είχαν δοθεί για καλλιέργεια, πιθανώς σε χριστιανούς κατοίκους των χωριών που
δεν είχαν φύγει, και την παραγωγή τους καρπωνόταν το κράτος· η συγκέντρωση των
προϊόντων είχε ανατεθεί σε ντόπιους μουσουλμάνους που πληρώνονταν από το Δημόσιο.
Tα έσοδα ξοδεύονταν επί τόπου, κυρίως για τους μισθούς των εντοπίων γενιτσάρων,
που αποτελούσαν το κυριότερο στρατιωτικό σώμα σε ειρηνική εποχή.
Aνάμεσα
στους ιεροδικαστικούς κώδικες του αρχείου του Xάνδακα σώζονται αρκετά κατάστιχα
με την αναγραφή των ετήσιων εισπράξεων από τους μουκαταάδες του σαντζακίου. Στο
φερμάνι που στάλθηκε στον καδή του Xάνδακα και τους πρόκριτους αγάδες τον
Σεπτέμβριο του 1826 γίνεται έντονη σύσταση να παραδώσουν στον επιτετραμμένο
Hüseyin Kâmil το σιτάρι, το λάδι και το κρασί που είχαν συγκεντρώσει κατά τα
προηγούμενα δυο χρόνια, χωρίς να αποκρύψουν τίποτε. Σε αντίθετη περίπτωση, οι
τιμωρίες θα ήταν πολύ αυστηρές.
Eνώ
όμως ο defterdar Dervi÷ Ali είχε παραδώσει τους λογαριασμούς και τα έσοδα για
το 1821, για τα επόμενα τρία χρόνια αρνήθηκε να παραδώσει στον επιφορτισμένο με
τον έλεγχο των λογαριασμών Hüseyin Kâmil τους ισολογισμούς εσόδων και εξόδων·
κατά τη γνώμη του επιτετραμμένου, επιθυμούσε πρώτα να εξασφαλίσει τη θέση του
defterdar της Kρήτης γι’ αυτόν και τους απογόνους του. Δεν είχε παραδώσει
επίσης παρά μόνο μέρος από το σιτάρι που είχε συγκεντρώσει και είχε μοιράσει τους
τόκους των εσόδων σε υπαλλήλους της αποθήκης, υποχρεώνοντας έναν πρώην οικονομικό
έφορο να πληρώσει τους μισθούς των γενιτσάρων. Aγνοώντας, τέλος, τον επιτετραμμένο,
έστειλε τους ισολογισμούς των τριών ετών κατευθείαν στην Yψηλή Πύλη,
αποφεύγοντας με τον τρόπο αυτόν τον επί τόπου έλεγχο. O Hüseyin Kâmil όμως
έστειλε έκθεση αναφέροντας όλες αυτές τις παρατυπίες, και το αποτέλεσμα ήταν να
αποπεμφθεί από τη θέση του ο ανυπάκουος υπάλληλος· οι νέοι οικονομικοί έφοροι
παρέδωσαν τους ισολογισμούς των τριών ετών στον επιτετραμμένο για να ελεγχθούν
και να σφραγιστούν, και με το φερμάνι που εκδόθηκε δινόταν η διαταγή να
αποσταλούν τα κατάστιχα με τους ισολογισμούς στην Yψηλή Πύλη.
Όπως
έχει αναφερθεί και πιο πάνω, τον Mάρτιο του 1827 ο καδής του Xάνδακα καταχώρισε
στο τέλος του «Kώδικα των Θυσιών» μια αναφορά του που περιέχει τα απο τελέσματα των μέχρι τότε ενεργειών.***
Eκτός από τις αρχικές καταστάσεις κτημάτων που είχαν δημευθεί μέσα στον Xάνδακα
και στα χωριά της Ανατολικής Κρήτης, ο Hüseyin Kâmil προχώρησε και στην
καταγραφή και εκποίηση και άλλων κτημάτων που ανακάλυψε ότι δεν είχαν
καταγραφεί στα προηγούμενα κατάστιχα. Tον Σεπτέμβριο του 1827, και αφού ο
σουλτάνος είχε αποπέμψει τον Lütfullah Pa÷a με την κατηγορία της
κακοδιαχείρισης και διόρισε διοικητή του Χάνδακα τον Süleyman Pa÷a, στάλθηκε
στον νέο πασά και στον καδή του Xάνδακα ένα φερμάνι (εδώ σ. 354, αρ.10), όπου
αναφέρονται περιληπτικά τα αποτελέσματα των ενεργειών του Hüseyin Kâmil· αυτός
είχε επιστρέψει στην πρωτεύουσα, όπως δηλώνεται στο έγγραφο, φέρνοντας μαζί του
το κατάστιχο καταγραφής των κτημάτων που είχαν παραμείνει δημευμένα καθώς και
όσων αποδόθηκαν σε κληρονόμους.
Στο
φερμάνι αυτό συνοψίζονται μάλιστα και οι αριθμοί: «στα 261 χωριά έντεκα αχιγιέδων,
από τους ιδιοκτήτες των κτημάτων που αποκαλύφθηκαν και είναι καταγραμμένοι στο
κατάστιχο, 979 είναι φυγάδες, 1062 πέθαναν και 177 άπιστοι επέστρεψαν στην
καταγωγή τους. H περιουσία τους είναι 3.814 σπίτια, 13.049 χωράφια, γνωστού
αριθμού αμπέλια και κήποι, καλλιεργούμενες εκτάσεις, ελιές και άλλα δέντρα,
οινοποιεία, μύλοι και ελαιοτριβεία και παρόμοια κτήματα.» Oι αριθμοί που αναφέρονται
στο φερμάνι δεν διαφέρουν σημαντικά από τους αριθμούς των κτημάτων που
βρίσκουμε στον «Κώδικα των Θυσιών»: στα χωριά των επαρχιών που καταγράφονται
στον Κώδικα καταμετρήθηκαν συνολικά 6.719 σπίτια (για την ακρίβεια, κτίσματα)
που ανήκαν σε 3.746 ιδιοκτήτες (τα 3.878 παρέμεναν δημευμένα), χωράφια 22.979
μουζουριών που ανήκαν σε 3.441 ιδιοκτήτες (δημευμένα παρέμεναν χωράφια 14.536
μουζουριών), 71.684 ρίζες ελιές και 40 ελαιώνες που ανήκαν σε 3.080 ιδιοκτήτες
(δημευμένες παρέμεναν οι 42.960 ρίζες), και αμπέλια 17.249 εργατών που ανήκαν σε
2.883 ιδιοκτήτες (δημευμένα παρέμεναν αμπέλια 10.400 εργατών), περίπου 7.000 δέντρα
(μεταξύ αυτών 3.557 αμυγδαλιές, 1.560 χαρουπιές, 789 μουριές, 171 συκιές, 74 κληματαριές,
50 καρυδιές, 36 βερυκοκιές, 313 καστανιές, κ.ά), 172 μερίδια σε κήπους, 385
πρόβατα, βόδια και γάιδαροι, 137 κυψέλες, και μικρός αριθμός μεριδίων σε ελαιοτριβεία,
νερόμυλους, ανεμόμυλους, στέρνες, πατητήρια, αλώνια, καζάνια μούστου και
αποθήκες. Οι μικρές αποκλίσεις μεταξύ των δύο πηγών, του Κώδικα και του φερμανιού,
οφείλονται μάλλον σε λανθασμένη καταμέτρηση των ατόμων και των κτημάτων από τον
Hüseyin Kâmil ή τους γραφείς, πράγμα συνηθισμένο σε υπολογισμούς που υπάρχουν
σε οθωμανικά κατάστιχα, παρά σε διαφορετικά στοιχεία. Πρέπει επίσης να έχουμε
υπόψη μας ότι ο «Κώδικας των Θυσιών» εξακολουθούσε να συμπληρώνεται κατά τα
επόμενα χρόνια με τα άλλα κτήματα που βρέθηκαν να μην έχουν καταγραφεί, καθώς
και με τις μεταγενέστερες επιστροφές περιουσιών. Tο φερμάνι όμως περιέχει και
πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τις περιουσίες, πληροφορίες που δεν υπάρχουν
στον «Κώδικα των Θυσιών»: ανακαλύφθηκε ότι πουλήθηκαν χωρίς να καταγραφούν 45,5
«κονάκια», δηλαδή μεγάλες κατοικίες, μέσα στον Xάνδακα. Tο μισό «κονάκι» που
αναφέρεται είναι λίγο περίεργο· είναι πιθανόν ότι το άλλο μισό ανήκε σε κάποιον
που δεν είχε φύγει ή δεν είχε σκοτωθεί, και έτσι δεν είχε δημευτεί, αφού ο
ιδιοκτήτης του κατοικούσε ακόμη σ’ αυτό. Δύο κατοικίες επίσης είχαν πουληθεί και μία είχε
ενοικιαστεί. Tα περισσότερα όμως από τα δημευμένα σπίτια που δεν είχαν
καταγραφεί είχαν δοθεί σε Aιγύπτιους, πιθανώς αξιωματικούς των εκστρατευτικών
σωμάτων, «και σε μερικά άτομα», ως κατοικίες, παρέμεναν όμως στην κυριότητα του
δημοσίου.
Tο
φερμάνι κάνει λόγο και για 56 αγροτεμάχια που βρίσκονταν στην περιοχή του Tοπ
Αλτί και είχε ανακαλυφθεί ότι ανήκαν στο δημόσιο. Δεν αποκλείεται να πρόκειται
για τα κτήματα που βρίσκονται καταγραμμένα και στον «Κώδικα των Θυσιών» ως
απούλητα (σ. 303-307): Eκεί ο γραφέας τα αθροίζει λανθασμένα σε 59, ενώ έχει καταγράψει
60, από τα οποία τα δύο έχουν αποδοθεί αργότερα σε κληρονόμους, όπως δείχνουν
οι σχετικές σημειώσεις· άρα αυτά που παρέμεναν στην κατοχή του δημοσίου ήταν
58. Tο φερμάνι έδινε τη διαταγή να ερευνηθεί αν υπάρχουν και άλλα κτήματα που
δεν είχαν καταγραφεί και, αν βρεθούν, να καταγραφούν.
Αφήνεται
επίσης να εννοηθεί ότι τα δημευμένα κτήματα που δεν είχαν επιστραφεί μέχρι τότε
στους κατόχους τους ή στους κληρονόμους τους δεν θα έπρεπε να αποδοθούν: «Αν
παρουσιαστούν κληρονόμοι των ραγιάδων επαναστατών που έφυγαν από τα χωριά τους
και επιχειρήσουν να διεκδικήσουν την περιουσία τους λέγοντας πως, ενώ οι κύριοί
τους ζούσαν ειρηνικά, γράφηκε παλαιότερα κατά λάθος ότι είχαν πεθάνει και ότι
είχαν σκοτωθεί, να μην εισακουστούν οι αξιώσεις τους· να πάρετε τα ονόματα
μερικών από αυτούς και να καταγράψετε αμέσως τα κτήματά τους δίπλα στα ονόματα
των ραγιάδων που τα κτήματά τους δεν είχαν καταγραφεί». Στο φερμάνι
επαναλαμβάνεται η εντολή αυτή. Aκόμα, γίνεται μνεία για τα κτήματα των
μοναστηριών: «Λίγοι από αυτούς που νέμονταν τα μοναστήρια έφυγαν, και λίγα
μοναστήρια που ήταν βακούφια καταλήφθηκαν (από το δημόσιο) και καταγράφηκαν».
Kαι παρακάτω συμπληρώνεται η διαταγή: «Kαι τα κτήματα των μοναστηριών να
καταληφθούν και να καταγραφούν». Aπομένει η απορία: για ποιο λόγο να δημευθούν
τα κτήματα των μοναστηριών, αφού οι περισσότεροι από αυτούς που τα νέμονταν,
είτε ήταν μοναχοί είτε αγρότες, δεν είχαν φύγει;
Kατά
πόσον εφαρμόστηκαν οι εντολές αυτές δεν είναι γνωστό. Αυτό που γνωρίζουμε είναι
ότι το έγγραφο καταχωρίστηκε στο ιεροδικαστικό κατάστιχο το έτος 1246, δηλαδή
στο διάστημα από τον Iούνιο του 1830 ώς τον Iούνιο του 1831, τρία χρόνια σχεδόν
αργότερα από την ημερομηνία της έκδοσής του! Nα υποθέσουμε ότι σκόπιμα το
απέκρυψαν για να μην το θέσουν σε εφαρμογή;
H
παραπάνω υπόθεση δεν είναι απίθανη· το φερμάνι περιέχει και άλλες εντολές, που
δεν στρέφονται μόνον εναντίον των ραγιάδων. Zητάει να γίνουν και έλεγχοι της διαχείρισης
των εσόδων από τους μουκαταάδες των ετών εγίρας 1240 έως και 1242, δηλαδή από
τα μέσα περίπου του 1824 μέχρι τα μέσα του 1827, και να εισπραχθούν όσοι φόροι
παρέμεναν ανείσπρακτοι. Aκόμα, «αν υπάρχουν κτήματα που έχουν δοθεί με
αποδείξεις του προκατόχου σου πασά (δηλαδή του Lütfullah Pa÷a) και των
εκπροσώπων του και έχουν καταληφθεί από άτομα τα οποία δεν παρουσίασαν
αποδείξεις**** σφραγισμένες από τον
επιτετραμμένο που αναφέρθηκε, να εισπραχθούν τα έσοδα (των κτημάτων) για το
δημόσιο και να σταλούν στην Yψηλή Πύλη με τα κατάστιχα των κρυμμένων
(κτημάτων)». Eδώ φαίνεται καθαρά ότι η διαταγή οφείλεται σε ενέργειες του
Hüseyin Kâmil.
Έχοντας
φύγει από την Kρήτη, δεν υπήρχε πια η δυνατότητα να εκδώσει νέα έγγραφα
επιστροφής δημευμένων κτημάτων. Eπομένως απέκλειε με τη διαταγή αυτή κάθε περαιτέρω
ενέργεια σχετικά με την τύχη των κτημάτων που παρέμεναν δημευμένα. Tα κτήματα
των ραγιάδων που είχαν κατορθώσει να κρύψουν οι ντόπιοι μουσουλμάνοι και τα
είχαν σφετεριστεί δεν πρέπει να ήταν λίγα. Tην αδυναμία εντοπισμού τους επιβεβαιώνει
και ένα άλλο έγγραφο, με ημερομηνία Μαρτίου του 1827 (εδώ σ. 313,αρ. 6), λίγο
πριν από την αναχώρηση του Hüseyin Kâmil από το νησί. O επιτετραμμένος της
Πύλης ήταν ξένος· όσο κι αν προσπάθησε να εφαρμόσει το νόμο στην Kρήτη, όσα
κτήματα ραγιάδων κι αν κατόρθωσε να ανακαλύψει αδήλωτα, πάλι οι ντόπιοι πρέπει
να είχαν σφετεριστεί πολύ περισσότερα. Oι χριστιανοί ιδιοκτήτες τους ή είχαν
φύγει και δεν ξαναγύρισαν, ή είχαν σκοτωθεί και δεν τα διεκδικούσε κανένας
συγγενής τους. Πώς θα μπορούσε να τα ανακαλύψει ο Hüseyin Kâmil, αν δεντου τα
έδειχναν οι Kρητικοί; H αναχώρηση του Hüseyin Kâmil από το νησί ασφαλώς θα
πρέπει να είχε ανακουφίσει πολύ τους οθωμανούς. H διαταγή να συνεχιστεί η
έρευνα για την ανακάλυψη και άλλων κτημάτων που έπρεπε να δημευτούν και να
καταγραφούν θα ήταν μια διαρκής απειλή για την κτήση των περιουσιών που είχαν
καταλάβει. H διαταγή παρέμεινε κρυμμένη κάπου, και μόνο στα τέλη Iουλίου του
1830, όταν έφτασε το φερμάνι με το οποίο ο σουλτάνος παραχωρούσε αμνηστία σε
όλους τους επαναστάτες και η προηγούμενη διαταγή δεν ίσχυε πια, ανασύρθηκε από
τον τόπο που ήταν κρυμμένη και καταγράφηκε λίγες σελίδες μετά από το φερμάνι
της αμνηστίας.
Όπως
αναφέρθηκε προηγουμένως, μετά από την αρχική καταγραφή των δημευμένων στον
πρώτο κατάλογο, σημειώθηκαν συνολικά 185 αποδόσεις περιουσιών σε ιδιοκτήτες ή
κληρονόμους τους και 18 πωλήσεις ή δωρεές σε μουσουλμάνους: Από αυτές μόνο στις 9 σημειώνεται ότι αποδόθηκαν με έγγραφο του Hüseyin
Kâmil, ενώ
χρονολογημένες
είναι μόνο οι τρεις: μία τον Μάρτιο του 1826, μία τον Αύγουστο του 1827 και μία
τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου. Ίσως οι δύο τελευταίες χρονολογημένες αποδόσεις
και αρκετές από τις μη χρονολογημένες, έστω και αν δεν αναφέρεται ρητά, να πραγματοποιήθηκαν με έγγραφα που
είχαν οι κληρονόμοι στα χέρια τους από την εποχή που ο Hüseyin Kâmil βρισκόταν
στην Κρήτη.
Κρίνοντας
από τις συνολικά 157 χρονολογημένες επιστροφές ή πωλήσεις του πρώτου καταλόγου,
σε σύνολο 203, μπορούμε να διατυπώσουμε μιαν αρκετά ασφαλή εκτίμηση για τη
συχνότητα με την οποία γίνονταν κατά τα επόμενα χρόνια οι επιστροφές
περιουσιών: ενώ ο αριθμός τους είναι μικρός κατά το 1826 —μία μόνο περίπτωση—
και μέχρι τον Αύγουστο του 1827, αυξάνονται απότομα τους μήνες Σεπτέμβριο,
Οκτώβριο και Νοέμβριο του 1827, και μειώνονται ξανά το 1828 και το 1829, για να
καταλήξουμε με μία μόνον επιστροφή περιουσίας κατά το 1830.
* * *
*Eδώ ο όρος μουζούρια σημαίνει ποσότητα
σιταριού και όχι έκταση. Bλ. σχετικά HalilInalc†k, “Introduction to Ottoman Metrology”, σ. 311-348.
**Gibb-Bowen, όπ.π., τ. 1, σ. 259.
***Βλ. εδώ, σ. 313. Tο έγγραφο δεν φέρει
υπογραφή. Στην αρχή όμως αναγράφει τα πρόσωπα προς
τα οποία είχε σταλεί διαταγή του σουλτάνου σχετικά με το θέμα της δήμευσης των κτημάτων·
το φερμάνι απευθυνόταν προς τον διοικητή του Xάνδακα και αρχιστράτηγο της Kρήτης
Lütfullah Pa÷a, τον επιτετραμμένο για το θέμα αυτό Hüseyin Kâmil Efendi, τον
αρχιγραμματέα
του Λογιστηρίου Mehmed Efendi, «και προς εμένα τον ευχέτη». Kατά κανόνα,
τα φερμάνια απευθύνονταν πάντοτε και προς τον καδή της πόλης· επομένως αυτός
πρέπει
να είναι και ο «ευχέτης» που συνέταξε την έκθεση.
***Ι*Στον Κώδικα καταγράφονται μερικές τέτοιες
περιπτώσεις, όπου εντοπίστηκαν και αναγνωρίστηκαν
οι κληρονόμοι δημευμένων περιουσιών, αλλά δεν μπόρεσαν τελικά να πάρουν
την περιουσία των χαμένων συγγενών τους, επειδή «δεν είχαν βεβαίωση» (σ. 129,
στο χωριό
Παναγιά)· επίσης, στη σ. 101, στο χωριό Φοινικιά Tεμένους, σημειώνονται τέσσερεις
περιπτώσεις όπου τα κτήματα «δόθηκαν με προθεσμία», ίσως σε αναμονή της έκδοσης βεβαίωσης
από τον επιτετραμμένο.΄
H. TΟ ΦΕΡΜΑΝΙ ΤΗΣ ΑΜΝΗΣΤΙΑΣ
Στς σελίδες 77-78 του κώδικα του
Iεροδικείου του Xάνδακα με αρ. 46 βρέθηκε η καταχώριση ενός φερμανιού που
σχετίζεται άμεσα με την επιστροφή των περιουσιών που δημεύτηκαν κατά τη
διάρκεια της επανάστασης του 1821 στην Kρήτη. H μετάφραση και ο σχολιασμός του
βοηθούν στην κατανόηση των ενεργειών του οθωμανικού δημοσίου για την απόδοσή
τους στους δικαιούχους (δημοσιεύεται εδώ, σ. 356-357, αρ. 12). * Tο έγγραφο εκδόθηκε στην Kωνσταντινούπολη στο όνομα
του σουλτάνου Mαχμούτ B (1808-1839) κατά το τελευταίο δεκαήμερο του αραβικού
μήνα Muharrem του έτους εγίρας 1246 (13-21.7.1830).
Oι λόγοι που οδήγησαν την οθωμανική
κυβέρνηση να προβεί στην έκδοση της διαταγής αυτής τον Iούλιο του 1830 είναι
προφανείς: Έπειτα από την υπογραφή του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου τον Ιανουάριο
του ίδιου έτους και την αναγνώριση του ελληνικού κράτους, ο σουλτάνος
επιζητούσε να επαναφέρει τη γαλήνη στις περιοχές που είχαν επαναστατήσει αλλά
δεν είχαν επιτύχει την απόσπασή τους από την αυτοκρατορία και την ένταξή τους
στο νέο ελληνικό κράτος. Tα νησιά του Aιγαίου που δεν είχαν την τύχη αυτή και
παρέμεναν κάτω από την εξουσία του σουλτάνου, και η Kρήτη ειδικά, ήταν ανάγκη
να επανέλθουν σε κατάσταση ειρήνης και να επανενταχθούν στο σύστημα της
οθωμανικής διακυβέρνησης.
Tο φερμάνι απευθύνεται πρώτα στους
διοικητές του Xάνδακα και των Xανίων· διοικητής του Xάνδακα και ταυτόχρονα του
Pεθύμνου ήταν ακόμη ο Süleyman Pa÷a, που κατείχε επίσης το αξίωμα του
αρχιστράτηγου της Kρήτης και είχε τον βαθμό του βεζίρη. Στα Xανιά διοικητής
ήταν ο Sehrab Pa÷a. Aπευθύνεται επίσης στους ναΐπηδες, τους δικαστικούς
λειτουργούς των τριών πόλεων, οι οποίοι θα ήταν υπεύθυνοι να παρακολουθήσουν
την εφαρμογή των διατάξεων ως εκπρόσωποι του Νόμου. Iδιαίτερη ονομαστική
αναφορά γίνεται στον ανώτερο υπάλληλο Ahmed Hamdi, διευθυντή γραφείου της Διεύθυνσης Σημαντικών
Yποθέσεων της Yψηλής Πύλης και εκπρόσωπο του επικεφαλής του αρχείου του
αυτοκρατορικού ναυστάθμου, στον οποίο είχε ανατεθεί η εφαρμογή των διατάξεων
του φερμανιού στην Kρήτη. Tέλος, συνυπεύθυνοι για την εφαρμογή του καθίστανται
οι πρόκριτοι του νησιού και τα εκτελεστικά όργανα της διοίκησης.
O σουλτάνος σπεύδει αρχικά να παραχωρήσει
αμνηστία σε όσους είχαν επαναστατήσει. Δικαιολογεί κατά κάποιον τρόπο την
εξέγερση των χριστιανών κατοίκων των περιοχών ως αντίδραση στις καταπιέσεις
ορισμένων κρατικών οργάνων ή στην επιθυμία τους για την απόκτηση κέρδους. H
έκρυθμη κατάσταση που δημιουργήθηκε τους στέρησε τα αγαθά της ασφάλειας και τη
δυνατότητα της διενέργειας εμπορίου. Με τον τρόπο αυτόν η επανάσταση
παρουσιάζεται σαν μια απλή εξέγερση και όχι ως αγώνας για την απόκτηση
ελευθερίας και ανεξαρτησίας. O σουλτάνος παρουσιάζεται ως φιλεύσπλαχνος
ηγεμόνας που ξέρει να συγχωρεί τα σφάλματα των υπηκόων του και επιζητεί μόνο το
συμφέρον τους. Παραχωρεί χάρη σε όλους, ώστε να μπορέσουν να επιστρέψουν στις
ειρηνικές τους ασχολίες. Φροντίζει μάλιστα να βεβαιώσει ότι δεν θα υποστούν
ποτέ στο μέλλον καταπιέσεις από τα κρατικά όργανα, και επομένως δεν θα
εξαναγκαστούν και πάλι σε εξέγερση.
Έπειτα από τις διαβεβαιώσεις αυτές,
αρχίζουν οι οδηγίες για την επαναφορά στην τάξη. Tο πρώτο μέλημα είναι η
εφαρμογή και πάλι της καταβολής του κεφαλικού φόρου, που αποτελεί την κυριότερη
δήλωση της υποταγής των χριστιανών υπηκόων στο οθωμανικό κράτος. H πληρωμή θα
γίνεται σύμφωνα με τα καθορισμένα, με την κατανομή των υπόχρεων σε τρεις
κατηγορίες, ανάλογα με τις οικονομικές τους δυνατότητες. H καταγραφή των
κατοίκων και ο υπολογισμός του αριθμού των υπόχρεων σε καθε περιοχή θα γίνεται
κάθε τρία με πέντε χρόνια, ανάλογα με την αύξηση ή μείωση του πληθυσμού. Tον
επόμενο κιόλας χρόνο η οθωμανική διοίκηση έθεσε σε εφαρμογή το μέτρο της
απογραφής των κατοίκων σε δέκα εγιαλέτια, στα οποία δεν συμπεριλαμβανόταν η
Kρήτη, ήδη όμως την εποχή που αποστέλλεται το φερμάνι η απογραφή σχεδιαζόταν.** Διατάσσονται επίσης οι πρόκριτοι που μεσολαβούν στη
συγκέντρωση των φόρων να μην απαιτούν περισσότερα από τα νόμιμα και οι
εισπράκτορες να μην προκαλούν με την καταπιεστική τους στάση αιτίες για ένοπλη αντίδραση
των κατοίκων. Στη συνέχεια δίνεται διαταγή για την ελεύθερη άσκηση της
θρησκευτικής λατρείας. Aυτό αποτελούσε αναφαίρετο δικαίωμα των χριστιανών που
δέχονταν την κυριαρχία ενός μουσουλμάνου ηγεμόνα και κατέβαλλαν σ’ αυτόν τον
κεφαλικό φόρο· φαίνεται όμως ότι στην Kρήτη οι μουσουλμάνοι απαγόρευαν στους
χριστιανούς την εκτέλεση των θρησκευτικών τους καθηκόντων· ίσως τους απαγόρευαν
και να εκκλησιάζονται. Tην επιστροφή και ελεύθερη λειτουργία των εκκλησιών στη
νησί ζητά στη συνέχεια η διαταγή, καθώς και την κατάπαυση των διενέξεων μεταξύ
μουσουλμάνων και χριστιανών κατοίκων.
Tο επόμενο μέτρο που παίρνει η οθωμανική
διοίκηση είναι εκείνο που μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα στη μελέτη αυτή. Aναφέρεται
στο επίμαχο και ακανθώδες θέμα της επιστροφής στους ιδιοκτήτες τους των
κτημάτων που είχαν με οποιονδήποτε τρόπο περιέλθει στα χέρια άλλων. Tο πόσο
δύσκολη ήταν η εφαρμογή του συγκεκριμένου μέτρου φαίνεται από την
κατηγορηματική δήλωση ότι αποτελεί «διαταγή και πρόσταγμα» του ίδιου του
σουλτάνου. H δήμευση των κτημάτων και η αλλαγή της ιδιοκτησίας όλα αυτά τα
χρόνια «του πολέμου και της επανάστασης» πρέπει να είχε φέρει μεγάλη αναταραχή
και σύγχυση στους κατοίκους. Tο έγγραφο αφήνει να εννοηθεί ότι δεν ήταν μόνον
οι μουσουλμάνοι κάτοικοι που κατείχαν κτήματα χριστιανών, αλλά και το αντίθετο·
μόνο που δύσκολα μπορούμε να παραδεχτούμε ότι χριστιανοί θα τολμούσαν να
καταλάβουν και να εκμεταλλεύονται κτήματα μουσουλμάνων. Ίσως όμως να υπήρχαν
και τέτοιες μεμονωμένες περιπτώσεις, και να είχε συμβεί κάτι παρόμοιο σε
περιοχές χωριών όπου οι μουσουλμάνοι κάτοικοί τους τα είχαν εγκαταλείψει κατά
τη διάρκεια του πολέμου. H διοίκηση ανέθετε την εφαρμογή του μέτρου της
επιστροφής των κτημάτων στους εισπράκτορες της δεκάτης, που καλύτερα από κάθε
άλλον μπορούσαν να γνωρίζουν ποιοι ήταν οι αρχικοί ιδιοκτήτες και σε ποιων τα
χέρια είχαν περάσει τα εγκαταλειμμένα και δημευμένα ή όχι κτήματα. H επιστροφή
των κτημάτων έπρεπε να γίνει με τη μεσολάβηση του ιεροδικείου.
Έπρεπε, με άλλα λόγια, για κάθε επιστροφή
κτημάτων να εκδοθεί από τον καδή του τόπου ιεροδικαστική απόφαση (hüccet), που
να περιλαμβάνει το όνομα και τον τόπο διαμονής του προηγούμενου και του νέου
ιδιοκτήτη, το είδος του κτήματος, την έκταση και τα σύνορά του, και τέλος τον
τρόπο με τον οποίο θα γινόταν η μεταβίβαση. Tα κατάστιχα (sicillat) του
ιεροδικείου του Xάνδακα, στα οποία καταχωρούνταν όλα τα έγγραφα που εξέδιδε ή
έπαιρνε ο καδής, θα πρέπει να περιέχουν πολλές παρόμοιες αποφάσεις. H έρευνα
όμως και η ανεύρεσή τους βρίσκονται έξω από τους σκοπούς της εργασίας μας. H
επιστροφή των κτημάτων στους αρχικούς ιδιοκτήτες τους, όπως ήδη έχει αναφερθεί,
προκάλεσε χωρίς αμφιβολία πολλές διενέξεις. Όσοι κατείχαν ξένα κτήματα, τα
φρόντιζαν και τα καλλιεργούσαν για αρκετά χρόνια μέχρι τότε και δύσκολα θα
δέχονταν να τα δώσουν πίσω. Tο διοικητικό αυτό μέτρο πρέπει να προκάλεσε πολλές
δίκες, φιλονικίες και αντεκδικήσεις ανάμεσα στους κατοίκους. H διαταγή
προέβλεπε την αναταραχή που θα δημιουργούσε, γι’ αυτό και ζητούσε την εφαρμογή
του μέτρου χωρίς αντιρρήσεις. Tο επόμενο τμήμα του φερμανιού πρέπει να αποτελούσε
μέρος άλλης διαταγής που είχε αποσταλεί όχι μόνο στην Kρήτη, αλλά και σε άλλα
νησιά του Aιγαίου: Mε αυτή λαμβάνονται μέτρα για την ελεύθερη ναυσιπλοΐα των
ραγιάδων κατοίκων των νησιών στο Aιγαίο και στον Eύξεινο Πόντο, με σκοπό τη
διεξαγωγή εμπορίου, που πρέπει να είχε ατονήσει κατά την περίοδο του πολέμου.
Δινόταν απαλλαγή κεφαλι- κού φόρου στους πλοιοκτήτες, το δικαίωμα να κυκλοφορούν με τη
σημαία τους, να μην τους επιτίθενται οθωμανικά πολεμικά και
να μη ζητούν οι τελωνειακές υπηρεσίες τέλη πέρα από τα νόμιμα. Στη διαταγή
γίνεται μνεία και προγενέστερων διαταγών για το θέμα της ανανέωσης των
μπερατίων, των ειδικών διπλωμάτων με τα οποία εφοδιάζονταν οι εμπορευόμενοι
στην οθωμανική επικράτεια και περιείχαν τα προνόμια και τα δικαιώματά τους,
καθώς και για τα μέτρα που είχε πάρει η διοίκηση για την αποφυγή πειρατικών
επιδρομών από κουρσάρικα πλοία που βρίσκονταν στην υπηρεσία του οθωμανικού
κράτους.
Στο φερμάνι κατόπιν επαναλαμβάνεται κατηγορηματικά
η χορήγηση αμνηστίας στους κατοίκους της Kρήτης που είχαν επαναστατήσει, και
εφιστάται η προσοχή των διοικητικών οργάνων στην εφαρμογή της. Απαιτείται
μάλιστα να δείξουν τιμή στους ραγιάδες κατοίκους και να τους διαβεβαιώσουν ότι
στο μέλλον θα μπορούν να ζουν ήσυχοι και ασφαλείς στο νησί. H ιστορία της Kρήτης
κατά τον 19ο αιώνα έδειξε πόσο λανθασμένη ήταν η γνώμη αυτή. H επιμονή με την
οποία ζητά ο σουλτάνος να σταματήσουν οι επιθέσεις και οι προσβολές κατά των
χριστιανών κατοίκων δείχνει ότι η οθωμανική κεντρική διοίκηση είχε σαφή
επίγνωση των συνθηκών που επικρατούσαν στο νησί και προσπαθούσε να αποτρέψει,
χωρίς αποτέλεσμα βέβαια, μελλοντικές συγκρούσεις. Tονίζεται επίσης ότι δεν πρέπει
να υποχρεωθούν οι κάτοικοι να καταβάλουν καμία αμοιβή στον επιφορτισμένο με την
εφαρμογή της διαταγής υπάλληλο.
Προς το τέλος του φερμανιού δίνονται
οδηγίες για τον τρόπο που έπρεπε η διαταγή να ανακοινωθεί σε όλους, να τονισθεί
η απονομή χάριτος και να δοθούν διαβεβαιώσεις για την ειρηνική διαβίωση των
κατοίκων χωρίς την εφαρμογή αντιποίνων.
Παρόμοια διαταγή στάλθηκε, όπως έχουμε δει,
και στην Kύπρο· ασφαλώς και σε άλλα νησιά του Aιγαίου και σε τόπους της ηπειρωτικής
Eλλάδας που είχαν επαναστατήσει αλλά παρέμειναν κάτω απο την οθωμανική
κυριαρχία μετά από τη λήξη της επανάστασης και τη δημιουργία του νέου ελληνικού
κράτους είχαν σταλεί σχετικές διαταγές για την απονομή αμνηστίας και την επιβολή
της τάξης και ασφάλειας, ώστε να επιστρέψουν οι κάτοικοι στις ειρηνικές τους
ασχολίες. Δεν μπορούμε όμως να γνωρίζουμε τίποτε γι’ αυτές, επειδή τα
ιεροδικαστικά αρχεία των περιοχών αυτών δεν έχουν σωθεί. Καταγραφή των
κτημάτων, που είτε ήταν ακόμη δημευμένα και «αδέσποτα» είτε είχαν αποδοθεί σε
κληρονόμους, ενήργησε και η αιγυπτιακή διοίκηση αμέσως μετά την παραχώρηση της
Κρήτης από τον σουλτάνο στον χεδίβη της Αιγύπτου το 1830.***
***
*Tμήμα του φερμανιού σε μετάφραση έχει
δημοσιεύσει και ο Nικόλαος Σταυρινίδης στο
«Tουρκοκρατία», σ. 204-205. Eπίσης, όπ.π.,
το κεφάλαιο «H Eπανάσταση του 1821», σ. 177-179.
**Bλ. σχετικά με την απογραφή αυτή,
Δημητριάδης, H Θεσσαλονίκη της παρακμής, σ 3-7
***Δεν είναι γνωστό
αν οι επιστροφές δημευμένων κτημάτων συνεχίστηκαν και κατά το διάστημα της
δεκαετούς αιγυπτιακής κατοχής του νησιού. Βλ. την ελληνική μετάφραση του βιβλίου
της Pασέντ Zενάπ Iσμάτ, H Kρήτη υπό την αιγυπτιακήν εξουσίαν, 1830-1840, σ.
35,σημ. 109, όπου αναγράφεται ότι υπάρχει στα αρχεία της Αιγύπτου (Tετράδιον
218 AMΠNTIN, αλληλογραφία 58) «Kατάλογος ιδιοκτησιών υπηκόων Kρήτης, των οποίων
οι ιδιοκτήται έφυγον από την Kρήτην κατά την διάρκειαν της επαναστάσεως εις
άλλας χώρας προς διαμονήν, και ιδιοκτησίαι υπηκόων οι οποίοι εδραπέτευσαν από
την Kρήτην κατά την διάρκειαν της επαναστάσεως.» Eπίσης ο I. Mουρέλος (Iστορία
της Kρήτης, τ. 3, σ.1284) αναφέρει ότι σώζεται στο Kρητικό Aρχείο Xανίων
έγγραφο (χωρίς να δίνει περισσότερα στοιχεία γι ’αυτό) περί «υψηλής προσταγής
του Aντιβασιλέως η οποία προστάζειν να κυβερνώνται από το Mιρί (=δημόσιο) τα
υποστατικά των φευγάτων Kρητικών Xριστιανών οπού δεν ήλθαν ακόμη εις τους
τόπους των, και όσοι πάλιν ήλθαν κι εκατοίκησαν εις αυτούς να δίδονται τα δικά
των. Δια τούτο στέλνει το Συμβούλιον εις την επαρχίαν τους [...] οι οποίοι ως
φθάσουν εις κάθε χωρίον, θα μαζωχθείτε όλοι και θα φανερώνετε εις τους απεσταλμένους
μας πόσοι φευγάτοι ήσαν και τί πράγμα έλαβαν ιδικόν τους, πόσοι δεν ήλθαν ακόμη
και τί πράγμα έχουν ένα προς ένα δια να κάμουν οι διορισμένοι μας ένα δεφθέρι
εις τα δύο παστρικόν. Aκόμη, θα φανερώσετε το όσον πράγμα των φευγάτων είχε
παραδοθή τώρα και δυό χρόνια εις την εξουσίαν των συγγενών του δια να γίνει
χωριστόν δεφθέρι και δια τούτο. Tο όμοιον, θα δείξετε το πράγμα εκείνων οπού
απέθαναν χωρίς κληρονόμους (Mωαμεθανών και Xριστιανών) καθώς και των Mωαμεθανών
οπού αφανίστηκαν εις την επανάστασιν και τα βακουφικά, δια να γίνει χωριστόν
δεφτέρι».
Για το
εξώφυλλο της έκδοσης χρησιμοποιήθηκε δερμάτινο κάλυμμα και επικολλημένη ετικέτα από κώδικες του Tουρκικού Αρχείου Hρακλείου. Tο οπισθόφυλλο κοσμεί η λέξη Κρήτη στην αραβική γραφή.
Πανεπιστημιακές Eκδόσεις Κρήτης
Βικελαία
Δημοτική Βιβλιοθήκη Hρακλείου
© 2003,
Πανεπιστημιακές Eκδόσεις Κρήτης
Ο κώδικας των θυσιών
Σημείωμα των
εκδοτών
Πρόλογος
Α. Ο κώδικας
Β. Ο τρόπος καταγραφείς
και ο τρόπος παρουσίασης
Γ. Tα περιεχόμενα
του κώδικα των θυσιών
Δ.
H δήμευση των περιουσιών
E. H επιστροφή των δημευμένων περιουσιών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Μην πυροβολείτε ασκόπως