15 Αυγούστου 2012

Ο ΚΩΔΙΚΑΣ TΩΝ ΘΥΣΙΩΝ εισαγωγή μέρος (IΙ)

Στον Νικόλαο Σταυρινίδη«πρωτομάστορα» των τουρκικών αρχείων του Ηρακλείου

  Γ. TΑ ΠEΡΙEΧΟΜEΝΑ TΟΥ ΚΩΔΙΚΑ TΩΝ ΘΥΣΙΩΝ 


Ο Κώδικας αποτελείται από διαδοχικούς καταλόγους δημευμένων και αποδοθέντων κτημάτων, εσόδων από τις πωλήσεις δημευμένων περιουσιών και εξόδων του οθωμανικού δημοσίου, ανάμεσα στους οποίους παρεμβάλλονται σχετικά έγγραφα και διαταγές. Θεματικά, μπορούμε να τον χωρίσουμε σε έξι μέρη.
1. Ο πρώτος κατάλογος (σ. 2-71 του χειρογράφου, 3-141 της έκδοσης) περιέχει κατά επαρχία και κατά χωριό τα ονόματα των κατοίκων της Aνατολικής Kρήτης με τα περιουσιακά στοιχεία που είχαν στην κατοχή τους και που δημεύτηκαν από την οθωμανική διοίκηση, επειδή οι ιδιοκτήτες τους είχαν πάρει μέρος στην επανάσταση. Σημειώνεται ο ιδιοκτήτης, η τύχη του και ο λόγος για τον οποίο τα κτήματα παραμένουν δημευμένα ή «αδέσποτα», δηλαδή έχει αποκλειστεί το ενδεχόμενο να παρουσιαστεί κάποιος κληρονόμος και να τα διεκδικήσει: οι πιο συχνοί λόγοι είναι ότι ο ιδιοκτήτης ζει αλλά είναι φυγάς, οι συγγενείς του είναι κι αυτοί σκοτωμένοι, φυγάδες ή αιχμάλωτοι ή δεν υπάρχουν κληρονόμοι, ή απλώς οι κληρονόμοι δεν παρουσιάστηκαν.Κάποιες φορές μάλιστα σημειώνεται ότι «οι κληρονόμοι δεν τα δέχτηκαν» (σ. 79, 95,101). Να επισημανθεί επίσης ότι, όπως γίνεται φανερό από τις εγγραφές, εφόσον ο ιδιοκτήτης ζει αλλά παραμένει φυγάς δεν υπάρχει δυνατότητα να αποδοθούν σε κληρονόμους τα κτήματά του· μόνον εάν βεβαιωμένα είναι νεκρός μπορεί η περιουσία του να αποδεσμευθεί και να αποδοθεί.
Ο κατάλογος είναι αχρονολόγητος. Ωστόσο, μετά από την αρχική σύνταξή του, κάποια από τα κτήματα, παρόλο που ήταν δημευμένα, δόθηκαν στους αρχικούς ιδιοκτήτες που επέστρεψαν, αποδόθηκαν σε κληρονόμους τους που εμφανίστηκαν αργότερα, ή πουλήθηκαν σε μουουλμάνους· αυτό δηλώνεται με μεταγενέστερες σημειώσεις, οι περισσότερες από τις οποίες είναι χρονολογημένες μεταξύ 1827 και 1829. Οι σημειώσεις αυτές, συνολικά 203, είναι γραμμένες με διαφορετικό χέρι από αυτό των αρχικών καταγραφών.Tα χωριά του καταλόγου καταγράφονται συχνά ως «μουκαταάδες» (mukata’a) ή υπαγόμενα σε κάποιον μουκαταά, δηλαδή σε φορολογικές μονάδες αποτελούμενεςαπό ένα ή περισσότερα χωριά· οι μουκαταάδες απέδιδαν στο δημόσιο έσοδα, από την καλλιέργεια των δημευμένων στη συγκεκριμένη περίπτωση κτημάτων, των φόρων και των προϊόντων τους.
2. Ο δεύτερος κατάλογος (σ. 71-74 του χειρογράφου, 141-147 της έκδοσης) περιέχει τα ονόματα και σε περιληπτική μορφή τα κτήματα 35 εξωμοτών* που «έφυγαν ή χάθηκαν». H τύχη των ιδιοκτητών δεν σημειώνεται. Eνώ στα άλλα χωριά οι εξωμότες καταγράφονταν μαζί με τους κατοίκους του κάθε χωριού, οι εξωμότες από τα χωριά της Μεσαράς (επαρχίες Πυργιώτισσας και Καινούργιου) καταγράφονται εδώ σε ξεχωριστό κατάλογο: πολλοί από αυτούς ανήκουν στη μεγάλη οικογένεια των Κουρμούληδων ή, με κάποιον τρόπο, στη σφαίρα επιρροής τους. Ο κατάλογος είναι αχρονολόγητος.
3. Ο τρίτος κατάλογος (σ. 74-117 του χειρογράφου, 147-233 της έκδοσης) μοιάζει στο περιεχόμενο και τη μορφή καταγραφής με τον πρώτο: Καταγράφονται κατά επαρχία και κατά χωριό τα ονόματα των κατοίκων της Ανατολικής Κρήτης που δεν ζουν πια και οι περιουσίες τους, ενώ μέχρι τότε ήταν δημευμένες, αποδίδονται στους κληρονόμους τους, καθώς και τα ονόματα των λίγων που επέστρεψαν και ζήτησαν πίσω τα κτήματά τους. Οι κληρονόμοι αναφέρονται σε πλάγιες σημειώσεις, συχνά προσδιορίζονται με τη σχέση συγγένειάς τους προς τον αρχικό ιδιοκτήτη, με τα μικρά τους ονόματα ή και τα επώνυμά τους. Σε αντίθεση με τον πρώτο κατάλογο, δεν αναγράφεται πουθενά η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την απόδοση των περιουσιών. Σ’ αυτό το τμήμα δεν υπάρχει καμία μεταγενέστερη σημείωση και καμία χρονολογία. Ανάμεσα σε κενές σελίδες (σ. 122 του χειρογράφου, 233 της έκδοσης) καταχωρείται ένας κατάλογος με τα έσοδα του τελωνείου του Χάνδακα από τον Σεπτέμβιο του 1823 ώς τον Αύγουστο του 1824, με χρονολογία καταχώρισης τον Οκτώβριο του 1826.
4. Στο τμήμα αυτό (σ. 126-157 του χειρογράφου, 235-297 της έκδοσης) υπάρχουν δεκαπέντε, όχι πάντοτε συνεχόμενοι, κατάλογοι με τα έσοδα του δημοσίου από την πώληση σε διάφορους μουσουλμάνους σπιτιών και καταστημάτων που βρίσκονταν μέσα στον Χάνδακα και χωραφιών που βρίσκονταν στα περίχωρά του και ανήκαν σε χριστιανούς που είχαν επαναστατήσει. Στην καταγραφή αυτή ακολουθείται διαφορετική κατάταξη των πληροφοριών: Aναφέρεται πρώτα η συνοικία ή η περιοχή στην οποία βρισκόταν το ακίνητο, το όνομα του αρχικού χριστιανού ιδιοκτήτη, που αρκετές φορές προσδιορίζεται από το επάγγελμά του ή από τον τόπο καταγωγής του, το είδος του ακινήτου και το τίμημα που εισπράχτηκε. Kάτω και αριστερά σημειώνεται ο μουσουλμάνος αγοραστής. Δεν υπάρχει καμιά σημείωση με κόκκινη μελάνη. Οι περιουσίες αυτές πουλήθηκαν αφού πρώτα είχαν δημευθεί.
Στους καταλόγους που αφορούν την πόλη και τα περίχωρα του Xάνδακα δεν σημειώνεται τίποτε για την τύχη των χριστιανών ιδιοκτητών. Kαθώς δεν υπάρχουν πληροφορίες ή έστω ενδείξεις ότι κάποια από τα κτήματα αυτά επιστράφηκαν στους ιδιοκτήτες ή σε κληρονόμους τους, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι αρχικοί κάτοχοι δεν επέζησαν. Tο συμπέρασμα αυτό ενισχύεται από το γεγονός ότι μερικοί από τους ιδιοκτήτες αυτούς βρίσκονται καταγραμμένοι στον πρώτο ή στον τρίτο κατάλογο, με περιουσία και στα χωριά της καταγωγής τους και με τη σημείωση εκεί ότι «σκοτώθηκαν», «πέθαναν», και σπανίως ότι «έφυγαν». H πράξη της πώλησης των περιουσιών τους, άλλωστε, φαίνεται ότι ήταν αμετάκλητη, ακόμη και αν μερικοί ζούσαν κάπου ως φυγάδες και αποφάσιζαν αργότερα να επιστρέψουν.Οι κατάλογοι αυτοί συντάσσονται και καταχωρούνται όχι με τη χρονολογική σειρά με την οποία έγιναν οι πωλήσεις, αλλά κατά τον εκάστοτε πασά και τους εκπροσώπους του που έδιναν τις διαταγές για τις πωλήσεις. Προηγούνται οι πωλήσεις που έγιναν κατά την περίοδο που διοικητής του Χάνδακα ήταν ο Osman Pa÷a, με διαταγές του ίδιου και των εκπροσώπων του, και ακολουθούν εκείνες που έγιναν την εποχή του προκατόχου του oeerif Pa÷a και των εκπροσώπων του.Μόλις τελειώνει ένας κατάλογος ή μια σειρά καταλόγων της «διαχειριστικής περιόδου» του κάθε πασά και των εκπροσώπων του, αθροίζεται το σύνολο των εσόδων που προέκυψαν από την πώληση των αντίστοιχων περιουσιών. Αμέσως μετά, ακολουθούν αναλυτικοί πίνακες με τα έξοδα που καλύφθηκαν από τα παραπάνω ποσά και αναγράφεται με διαταγή τίνος έγιναν. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, το σύνολο των εσόδων ενός καταλόγου δαπανάται σχεδόν αμέσως για τις ανάγκες της οθωμανικής διοίκησης.
Tα έξοδα που περιέχονται στον Κώδικα δεν είναι τα μόνα που έγιναν από την οθωμανική διοίκηση του Χάνδακα για να ανταποκριθεί στις αυξημένες οικονομικές απαιτήσεις του διαρκούς πολέμου με τους επαναστατημένους ραγιάδες, σε όλα σχεδόν τα μέρη της Kρήτης. Πίνακες με έξοδα της ίδιας εποχής εντοπίστηκαν και σε άλλα κατάστιχα των ετών αυτών, κυρίως στον κώδικα αρ. 46 (παλαιάς αρίθμησης 145) του Tουρκικού Αρχείου Hρακλείου. Οι πίνακες εξόδων που καταχωρίστηκαν στον «Κώδικα των Θυσιών» αφορούν μόνο τα ποσά που καλύφθηκαν από τα έσοδα του δημοσίου από την πώληση των συγκεκριμένων χριστιανικών περιουσιών, και καταγράφονται αμέσως μετά από τα αντίστοιχα έσοδα, σε μορφή ισολογισμού. Γι’ αυτό και οι κατάλογοι εσόδων και εξόδων εναλλάσσονται: Ανάμεσα σε δεκαπέντε καταστάσεις με έσοδα υπάρχουν οκτώ πίνακες με αντίστοιχα έξοδα, δύο καταστάσεις με δωρεές δημευμένων περιουσιών, και έξι πίνακες με τα έσοδα και έξοδα του τελωνείου του Χάνδακα.
Eκτός από τα ονόματα των χριστιανών ιδιοκτητών, οι κατάλογοι των εσόδων περιέχουν ονόματα οθωμανών αξιωματούχων αλλά και τουρκοκρητικών που συμμετείχαν στις δημεύσεις και τις πωλήσεις των περιουσιών των χριστιανών· πολλοί μάλιστα από αυτούς εμφανίζονται ως αγοραστές των περιουσιών που οι ίδιοι δημεύουν και πωλούν, με διαταγή ή χωρίς διαταγή του εκάστοτε πασά. Ονόματα μουσουλμάνων, μεταξύ αυτών αρχηγοί γενιτσαρικών σωμάτων, αγάδες, μπέηδες, τεχνίτες, κρεοπώλες, αρτοποιοί, χρυσοχόοι κ.ά., υπάρχουν και στους πίνακες των εξόδων. Για μερικούς από αυτούς ο αναγνώστης θα βρει περισσότερα στοιχεία στο Παράρτημα 2, σ.361-366.Στους πίνακες των εξόδων υπάρχουν επίσης πληροφορίες για τα γεγονότα της εποχής: για την πορεία των οθωμανικών στρατευμάτων και για τα μηνύματα που φτάνουν στον Χάνδακα από τις πολεμικές επιχειρήσεις σε διάφορα μέρη της Κρήτης, για τον τρόπο με τον οποίο οι πασάδες ανταμείβουν τους στρατιωτικούς αρχηγούς μετά από την επιτυχή έκβαση μιας εκστρατείας, για τον τρόπο εφοδιασμού των οθωμανών με τρόφιμα και πολεμοφόδια, για τις πρώτες ύλες με τις οποίες κατασκευάζονταν τα πυρομαχικά, για τα όπλα που υπήρχαν, για τις πυριτιδαποθήκες και τις οπλαποθήκες και τον τρόπο λειτουργίας τους, για τους αιχμαλώτους, για τον καθαρισμό του λιμανιού και την επισκευή των οχυρώσεων, για το πρόβλημα της ύδρευσης του Χάνδακα, καθώς και για καθημερινές δραστηριότητες, όπως ήταν ο εφοδιασμός του γιού με καφέ, τα ρούχα και τα παπούτσια για τις γυναίκες του χαρεμιού, οι εξοχικές κατοικίες των αξιωματούχων, τα γλυκίσματα στο Ραμαζάνι κ.λπ. Σπουδαίες είναι και οι οικονομικού περιεχομένου πληροφορίες, από τις οποίες μπορεί κανείς, μεταξύ άλλων, να εξαγάγει συμπεράσματα για την αξία των βασικών καταναλωτικών αγαθών της εποχής. Tέτοιου είδους επεξεργασία όμως ούτε ενέπιπτε στους στόχους της μελέτης αυτής, αλλά, όπως έγινε φανερό από μια σύντομη έρευνα στους άλλους κώδικες του Tουρκικού Αρχείου Hρακλείου, ούτε το υλικό του Κώδικα αποτελεί το σύνολο των υπαρχόντων πληροφοριών, ώστε να μπορεί κανείς να διατυπώσει ολοκληρωμένα συμπεράσματα. H μετάφραση και άλλων κωδίκων του Tουρκικού Αρχείου Hρακλείου και η συλλογή όλων των διαθέσιμων στοιχείων που καταγράφονται σε αυτούς για την εποχή της επανάστασης στην Κρήτη θα αποτελέσει ξεχωριστό εγχείρημα.

Tα περιεχόμενα των παραπάνω καταλόγων για την πόλη και τα περίχωρα του Χάνδακα έχουν ως εξής:
— σ. 126-129 (εδώ σ. 235-241): Κατάλογος των δημευμένων χωραφιών που βρίσκονται γύρω από τον Χάνδακα (στο Tοπ Αλτί) και πουλήθηκαν σε μουσουλμάνους με διαταγή του Osman Pa÷a. (Σύνολο εσόδων: 42.188,5 γρόσια). Χρονολογία καταχώρισης: Οκτώβριος 1824.
— σ. 129-131 (εδώ σ. 241-245): Kατάλογος των δημευμένων σπιτιών που πουλήθηκαν μέσα στην πόλη του Χάνδακα κατά την εποχή του Osman Pa÷a. (Σύνολο εσόδων: 16.614 γρόσια). Αχρονολόγητο.
—σ. 131-132 (εδώ σ. 245-247): Kατάλογος των μαγαζιών και των οινοπωλείων που πουλήθηκαν μέσα στην πόλη του Xάνδακα κατά την εποχή του Osman Pa÷a. (Σύνολο εσόδων: 12.398 γρόσια).Αχρονολόγητο.
— σ. 132 (εδώ σ. 247): Κήποι και αμπέλια που πούλησε στα χωριά ο Osman Pa÷a.(Σύνολο εσόδων: 1.800 γρόσια). Αχρονολόγητο.
—σ. 133 (εδώ σ. 249): Αθροιστικός πίνακας εσόδων του δημοσίου (77.757 γρόσια)από τις πωλήσεις των δημευμένων χωραφιών, σπιτιών, καταστημάτων και άλλων αντικειμένων μέσα και γύρω από την πόλη του Χάνδακα κατά την εποχή του Osman Pa÷a. Αναφέρονται χρονολογίες από τον Ιανουάριο έως τον Ιούλιο του 1824.
— σ. 133-134 (εδώ σ. 249-251): Δύο αναλυτικοί πίνακες με τα ποσά που ξοδεύτηκαν για τις ανάγκες του δημοσίου από τα έσοδα που απέφεραν οι πωλήσεις των δημευμένων περιουσιών των προηγούμενων πινάκων (77.757 γρόσια). Αναφέρονται χρονολογίες από τον Ιούνιο του 1823 έως τον Ιούλιο του 1824.
— σ. 134-141 (εδώ σ. 251-267): Κατάλογος των δημευμένων χωραφιών, σπιτιών και καταστημάτων που πουλήθηκαν σε μουσουλμάνους κατά την εποχή του Osman Pa÷a, με εντολή διαφόρων αγάδων (Σύνολο εσόδων: 77.608 γρόσια). Χρονολογία καταχώρισης, Μάιος 1825.
— σ. 142-144 (εδώ σ. 267-271): Tρεις πίνακες με τα ποσά που ξοδεύτηκαν για τις ανάγκες του δημοσίου από τα έσοδα που απέφεραν οι πωλήσεις των δημευμένων περιουσιών του προηγούμενου πίνακα (Σύνολο εξόδων: 174.367 γρόσια). Αναφέρονται χρονολογίες από τον Μάιο του 1823 έως τον Σεπτέμβριο του 1824.
— σ. 144-145 (εδώ σ. 271-273): Κατάλογος των δημευμένων σπιτιών που πουλήθηκαν κατά την εποχή του oeerif Pa÷a. Αχρονολόγητο.
— σ. 145-146 (εδώ σ. 273-275): Κατάλογος των δημευμένων σπιτιών που πουλήθηκαν από τον εκπρόσωπο του oeerif Pa÷a, όσο αυτός βρισκόταν με το στρατό στην ύπαιθρο. Χρονολογία καταχώρισης, Μάιος 1823.
— σ. 146-151 (εδώ σ. 275-285): Κατάλογος των δημευμένων σπιτιών που πουλήθηκαν με διαταγές του oeerif Pa÷a. (Σύνολο εσόδων: 108.510 γρόσια). Αχρονολόγητο.
— σ. 151 (εδώ 285): Δύο πίνακες εσόδων από πώληση αντικειμένων και ευτελών πραγμάτων των επαναστατημένων. (Σύνολο εσόδων: 30.893 γρόσια). Αχρονολόγητοι.
— σ. 151-154 (εδώ σ. 285-291): Δύο αναλυτικοί πίνακες με τα ποσά που ξοδεύτηκαν για τις ανάγκες του δημοσίου από τα έσοδα που απέφεραν οι πωλήσεις των δημευμένων περιουσιών των τεσσάρων προηγουμένων πινάκων. (Σύνολο εξόδων:154.288 γρόσια). Αχρονολόγητοι. Ο δεύτερος πίνακας αναφέρει ως διαχειριστική περίοδο το έτος εγίρας 1238 (Σεπτέμβριος 1822 - Σεπτέμβριος 1823).
—σ. 154-155 (εδώ σ. 291-293): Συμπληρωματικός κατάλογος των δημευμένων σπιτιών και καταστημάτων που πουλήθηκαν με διαταγές του oeerif Pa÷a και δεν περιλαμβάνονταν στους προηγούμενους καταλόγους (7.350 γρόσια). Αναφέρονται χρονολογίες Νοεμβρίου 1821, Μαΐου 1824 και Αυγούστου 1824.
—σ. 155 (εδώ σ. 293): Δύο κατάλογοι δημευμένων σπιτιών και καταστημάτων που δωρήθηκαν σε αξιωματούχους με διαταγές του oeerif Pa÷a και εντολές του εκπροσώπου του. Αχρονολόγητο.
— σ. 156 (εδώ σ. 295): Κατάλογος δημευμένων σπιτιών και καταστημάτων που πουλήθηκαν με διαταγές του oeerif Pa÷a (Σύνολο εσόδων: 17.187 γρόσια). Αχρονολόγητο.
— σ. 156-157 (εδώ σ. 295-297): Πίνακας με τα ποσά που ξοδεύτηκαν για τις ανάγκες του δημοσίου από τα έσοδα που απέφεραν οι πωλήσεις των δημευμένων περιουσιών του προηγουμένου πίνακα (Σύνολο εξόδων: 16.341 γρόσια). Αχρονολόγητο.
— σ. 157-159 (εδώ σ. 297-301): Έξι πίνακες με τα έσοδα και τα έξοδα του τελωνείου του Χάνδακα για τα έτη 1237, 1238, 1239 (από τον Σεπτέμβριο 1821 μέχρι τον Αύγουστο 1824). Παρεμβάλλονται δύο έγγραφα για διαχείριση των εσόδων του τελωνείου.
—σ. 160 (εδώ σ. 303): Δύο πωλήσεις δημευμένων σπιτιών από τον Lütfullah Pa÷a· η πρώτη με χρονολογία καταχώρισης τον Απρίλιο του 1824.
— σ. 160-162 (εδώ σ. 303-307): Καταγράφονται οι χριστιανοί ιδιοκτήτες εξήντα βακουφικών χωραφιών στην περιοχή του Tοπ Αλτί και τα οποία, αν και δημευμένα, είχαν μείνει μέχρι την κατάρτιση του καταλόγου απούλητα. Δεν σημειώνεται η τύχη των ιδιοκτητών. Ωστόσο, όπως συμβαίνει και με τους ιδιοκτήτες περιουσιών μέσα και γύρω από τον Χάνδακα, πολλοί από αυτούς έχουν καταγραφεί στα χωριά της καταγωγής τους, και από εκεί έχουμε την πληροφορία ότι δεν είναι ζωντανοί. Ο κατάλογος είναι αχρονολόγητος. Ακολουθεί (σ. 162 του χειρογράφου, 307 της έκδοσης) η καταγραφή δύο σπιτιών που βρέθηκαν «τελευταία».
5. Στους πίνακες που ακολουθούν (σ. 163-192 του χειρογράφου) καταγράφονται τα ετήσια έσοδα του οθωμανικού δημοσίου από την καλλιέργεια των δημευμένων και «αδέσποτων» κτημάτων, το φόρο δεκάτης, τις προσόδους και τα προϊόντα συγκομιδής από τους μουκαταάδες στα χωριά των επαρχιών της Ανατολικής Κρήτης, κυρίως
για τα έτη εγίρας 1239, 1240 και 1241 (Σεπτέμβριος 1823-Αύγουστος 1826). Οι πίνακες περιέχουν ενδιαφέροντα στοιχεία για την εκμετάλλευση των δημευμένων περιουσιών από το τουρκικό δημόσιο, τα προϊόντα που παρήγαν πολλά χωριά, τα έσοδα που προέκυπταν, καθώς και τον τρόπο διοίκησης και διαχείρισης των οικονομικών προσόδων στην Κρήτη κατά την εποχή εκείνη. Οι πίνακες αυτοί δεν μεταφράζονται στην παρούσα έκδοση. Μαζί με άλλους παρόμοιους για την ίδια εποχή, πού ήδη εντοπίστηκαν σε κώδικες του Tουρκικού Aρχείου Hρακλείου, θα χρησιμοποιηθούν για μιαν ακόμη μελέτη, που βρίσκεται σε εξέλιξη, σχετικά με τις επιπτώσεις της επανάστασης του 1821 στην οικονομία της Kρήτης. Στο τμήμα αυτό δεν υπάρχουν ονόματα χριστιανών επαναστατών, εκτός από τη σ. 183 (εδώ σ. 309). Οι εγγραφές δεν γίνονται με χρονολογική σειρά, ενώ παρεμβάλλονται και εγγραφές σε διάφορες εποχές και χωρίς χρονολογική σειρά. Tα περιεχόμενα των καταλόγων αναλυτικά είναι τα εξής:
— σ. 163-172: Έσοδα από δεκάτη, ζώα και προϊόντα συγκομιδής των μουκαταάδων των αδέσποτων κτημάτων του δημοσίου που βρίσκονται στις επαρχίες του Xάνδακα, για τα έτη εγίρας 1239, 1240 και 1241 (Σεπτέμβριος 1823-Αύγουστος 1826).
Aνάμεσα σ’ αυτά σημειώνονται και έσοδα των προηγούμενων ετών· η παλαιότερη καταγραφή χρονολογείται από το τέλος του 1821.
—σ. 172: Aξία του μισού των προσόδων που εισπράχθηκε το έτος εγίρας 1239 από μερικούς κληρονόμους, στους οποίους δόθηκαν κτήματα επαναστατών στα χωριά της Ανατολικής Κρήτης, και οι πρόσοδοι του έτους εγίρας 1241 για τα έτη 1239 και 1240 (Σεπτέμβριος 1824 - Αύγουστος 1825) από τα προϊόντα μερικών αδέσποτων χωραφιών που καλλιεργήθηκαν, καθώς και η ποσότητα του ελαιολάδου από μερικά ελαιόδεντρά τους.
— σ. 181: Πρόσοδοι του έτους εγίρας 1239 (Σεπτέμβριος 1823 - Αύγουστος 1824)από τα κτήματα χριστιανού στο χωριό Γιαννίτσι.
— σ. 183 (εδώ σ. 309): Προκαταβολικά μισθώματα που εισπράχθηκαν για μερικά ασήμαντα πράγματα από τις περιουσίες των επαναστατών που δεν άξιζε να δημευτούν από το δημόσιο. Ο κατάλογος αυτός έχει περιληφθεί στη μετάφραση, επειδή καταγράφονται σ’ αυτόν ονόματα χριστιανών, αρκετοί από τους οποίους είναι ήδη καταγραμμένοι στα χωριά τους, στους πρώτους τρεις καταλόγους του Κώδικα.
— σ. 184-186: Πρόσοδοι από προϊόντα, δεκάτη και γεωργική παραγωγή του έτους εγίρας 1240 (Σεπτέμβριος 1824 - Αύγουστος 1825) από τους μουκαταάδες των αδέσποτων κτημάτων στις επαρχίες του Xάνδακα.
— σ. 187-189: Λογαριασμός προσόδων που εισπράχθηκαν και υπολοίπων που απομένει να εισπραχθούν, μέχρι την ημέρα της καταγραφής των εσόδων του έτους εγίρας 1241 (Αύγουστος 1825 - Αύγουστος 1826) από τους μουκαταάδες αδέσποτων κτημάτων στο σαντζάκι του Xάνδακα. Χρονολογία καταχώρισης: Μάρτιος1827.
— σ. 190: Όσα οφείλονται από τις προσόδους των μουκαταάδων των αδέσποτων κτημάτων για το έτος εγίρας 1240 (Σεπτέμβριος 1824-Αύγουστος 1825).
— σ. 190: Φόρος στρεμμάτων από τους μουκαταάδες των αδέσποτων για το ίδιο έτος που δεν εισπράχθηκαν (ασυμπλήρωτο).
— σ. 191: Πίνακας με τα ποσά που οφείλονται στο δημόσιο από τους κληρονόμους των κτημάτων των επαναστατημένων στα χωριά των επαρχιών του Xάνδακα.
— σ. 191-192: Πίνακας με τα ποσά που οφείλονται στο δημόσιο από τις προσόδους σε λάδι και άλλα προϊόντα των αδέσποτων κτημάτων, για τα έτη εγίρας 1239, 1240
και 1241 (Ιούλιος 1823 - Αύγουστος 1826).
— σ. 193-211. Κενές.
6. Ακολουθεί μακρύς κατάλογος (σ. 212-222 του χειρογράφου) με τη δημευμένη περιουσία των θανόντων oeerif Pa÷a και Osman Pa÷a, σε χρήματα και αντικείμενα, τα οποία φυλάσσονται στην Πυριτιδαποθήκη του Χάνδακα και πρόκειται να αποσταλούν στην Κωνσταντινούπολη. H καταγραφή ολοκληρώθηκε στις 22 Απριλίου 1827.
Hμερομηνία καταχώρισης: έτος εγίρας 1242 (Αύγουστος 1826 - Ιούλιος 1827).
Στις σ. 223-224 του χειρογράφου (εδώ σ. 311-313) καταχωρούνται έγγραφα που αφορούν τη διενέργεια της καταγραφής και της δήμευσης των κτημάτων των επαναστατών, καθώς και της ακίνητης περιουσίας θανόντων οθωμανών αξιωματούχων.
Οι σελίδες με αρίθμηση 225-227 είναι κενές και με αυτές τελειώνει ο Κώδικας.
 Aπό την παραπάνω σύντομη περιγραφή των περιεχομένων του Κώδικα, είναι σαφές ότι η σύνταξή του αποσκοπούσε κυρίως:
• στην καταγραφή των περιουσιών των θανόντων και των φυγάδων επαναστατών, οι  οποίες δημεύτηκαν και είτε παρέμειναν δημευμένες είτε αποδόθηκαν σε νόμιμους κληρονόμους·• στην καταγραφή των εσόδων που προήλθαν για το δημόσιο από την εκμετάλλευση των περιουσιών, είτε από την πώλησή τους είτε από την εκμίσθωσή τους, καθώς και• στην καταγραφή και τη δικαιολόγηση των εξόδων της κρατικής μηχανής από τα αντίστοιχα έσοδα που απέφερε η εκποίηση των δημευμένων χριστιανικών περιουσιών κατά την περίοδο 1821-1827.
Tα περιεχόμενα του «Κώδικα των Θυσιών», σε συνδυασμό με τα σχετικά έγγραφα που βρέθηκαν σε άλλους κώδικες, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι στα χέρια μας έχουμε το αντίγραφο των κατάστιχων που κατάρτισε ο απεσταλμένος της Υψηλής Πύλης Hüseyin Kâmil Efendi, κατά τον έλεγχο της δήμευσης των περιουσιών και της διαχείρισης των εσόδων που προήλθαν από αυτές. Οι δημεύσεις είχαν γίνει πριν από τη σύνταξη του κατάστιχου και αρκετά κτήματα είναι πιθανό να είχαν ήδη επιστραφεί στους δικαιούχους τους. Ασφαλώς για όλα αυτά πρέπει να υπήρχαν στις οικονομικές υπηρεσίες παλαιότεροι κατάλογοι οι οποίοι χρησιμοποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν από τον Hüseyin Kâmil και τους υπαλλήλους του. H συμπληρωματική χρήση του κώδικα κατά τα δύο επόμενα της αναχώρησής του από την Κρήτη έτη αφορούσε κυρίως την απόδοση δημευμένων περιουσιών σε νόμιμους κληρονόμους όταν αυτοί εμφανίζονταν, ή την πώλησή τους σε μουσουλμάνους.
* * *
*Tον όρο «εξωμότης» (murtad στα τουρκικά) χρησιμοποιούν και οι οθωμανοί και οι χριστιανοί, δηλώνοντας ο καθένας τον «αρνησίθρησκο» της δικής του θρησκείας: Οι χριστιανοί ονομάζουν εξωμότες όσους απαρνήθηκαν τη χριστιανική θρησκεία και ασπάστηκαν τον ισλαμισμό, ενώ οι οθωμανοί με τον ίδιο όρο ονομάζουν αυτούς που ενώ είχαν ασπαστεί τη μουσουλμανική θρησκεία, επέστρεψαν πάλι στο χριστιανισμό. Tους πρώτους τους αποκαλούν και «μπουρμάδες» (βλ. σ. 144, σημ. 7) ή «ξεκουκούλωτους» (Ψιλάκης,Ιστορία της Κρήτης, τ. 1, σ. 337), ενώ τους δεύτερους «κρυφούς» ή «λινοβάμβακες» (βλ.Σταυρινίδης, O καπετάν Mιχάλης Kόρακας, τ. 1, Hράκλειο 1971, σ. 99

Δ. H ΔHΜEΥΣH TΩΝ ΠEΡΙΟΥΣΙΩΝ

1. H διαδικασία της δήμευσης στο οθωμανικό κράτος
H δήμευση και η καταγραφή των περιουσιών των ραγιάδων που επαναστατούσαν ήταν συνηθισμένη πρακτική του οθωμανικού δημοσίου. O σουλτάνος παραχωρούσε την «προστασία» του (aman) σε όσους μη μουσουλμάνους (zimmi) είχαν δεχτεί να υποταχθούν στην εξουσία του· αυτοί αποκτούσαν το δικαίωμα να διατηρούν τη ζωή τους, την περιουσία και την ελεύθερη άσκηση της θρησκευτικής τους λατρείας, πληρώνοντας στο κράτος τον κεφαλικό φόρο (cizye, harac) και τη δεκάτη των προϊόντων τους (‘ö÷ür). Αυτοί ήταν οι βασικοί φόροι που επέβαλλε το ÷eriat, το ιερό ισλαμικό δίκαιο.(*) Όλοι οι άλλοι φόροι προέρχονταν από την ηγεμονική θέληση του σουλτάνου (örf) και το εθιμικό δίκαιο (adet). H επανάσταση σήμαινε την άρνηση της υποταγής εκ μέρους των υπηκόων και επομένως την ακύρωση του συμβολαίου (ahd) μεταξύ του σουλτάνου ως εκπροσώπου του ισλαμικού κόσμου και των «απίστων» υπηκόων του. H δήμευση των περιουσιών των επαναστατών ήταν επομένως υποχρέωση του σουλτάνου και αποτελούσε μέρος της τιμωρίας (siyasat) αυτών που αποκήρυσσαν την προστασία του. Για την επιβολή της ποινής όμως χρειαζόταν και η έγκριση (fetva) του ανώτατου εκπροσώπου του ιερού νόμου στην αυτοκρατορία (÷eyhülislam).
H καταγραφή των περιουσιών που περιέρχονταν με τον τρόπο αυτό στο δημόσιο (miri) ήταν μια κανονική πράξη της δημόσιας διοίκησης.
Eιδικό γραφείο του «Aυτοκρατορικού Θησαυροφυλακίου» (Hazine-i Amire), όπως ήταν η ονομασία της οικονομικής υπηρεσίας που σήμερα αντιστοιχεί με το Yπουργείο Oικονομικών και που τη διηύθυνε ο Αρχι-Δεφτερντάρης (Ba÷ Defterdar), είχε ως έργο τη δήμευση και διαχείριση των περιουσιών των κρατικών αξιωματούχων που πέθαιναν, οι οποίοι θεωρούνταν «σκλάβοι» (kul) του σουλτάνου και η περιουσία τους του ανήκε, καθώς και όλων όσοι πέθαιναν χωρίς κληρονόμους και οι περιουσίες τους έμεναν «αδέσποτες». Tο γραφείο αυτό, γνωστό ως Beytü’l-mal (που κι αυτός ο όρος σήμαινε «θησαυροφυλάκιο»), κατέγραφε τις περιουσίες που δήμευε και τα έσοδα από την εκποίησή τους.(** )Aντίστοιχες υπηρεσίες υπήρχαν σε κάθε eyalet (επαρχία), με έναν Mal Defterdar† (οικονομικό έφορο) επικεφαλής, καθώς και έναν Βeytü’l-malc† για το γραφείο δημεύσεων.
Κατάστιχα δημεύσεων βρέθηκαν για τη Xίο, (***) καθώς και για την Kύπρο. Για την καταγραφή των κτημάτων στην τελευταία έχει δημοσιευθεί και μετάφραση του εγγράφου, σύμφωνα με το οποίο είχε ανατεθεί σε υπάλληλο που είχε σταλεί από την Kωνσταντινούπολη ο έλεγχος των κατάστιχων της δήμευσης. Tο έγγραφο αυτό είναι αρκετά χρόνια μεταγενέστερο· εκδόθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου του 1831, έπειτα από την πλήρη καταστολή της επανάστασης.(****)

2. Ο χρόνος της δήμευσης των περιουσιών

(α) H δήμευση των περιουσιών στα χωριά της Ανατολικής Κρήτης
Tο πιθανότερο είναι ότι η δήμευση των κτημάτων δεν έγινε σε όλη την έκταση της Kρήτης ταυτόχρονα, αλλά ακολουθούσε την προέλαση των οθωμανικών δυνάμεων και την επικράτησή τους σε κάθε περιοχή, αφού πρώτα προηγούνταν η αιχμαλωσία, η εξολόθρευση και η φυγή των κατοίκων της. Για να είμαστε βέβαιοι για το χρόνο δήμευσης των κτημάτων στα χωριά μιας περιοχής, πρέπει να παρακολουθήσουμε τις πολεμικές επιχειρήσεις κατά το διάστημα της επανάστασης.
Oι δημεύσεις των περιουσιών στα χωριά της Ανατολικής Κρήτης πρέπει να ξεκίνησαν προς τα τέλη φθινοπώρου του 1821 και, ανάλογα με την περιοχή, να ολοκληρώθηκαν κατά το μεγαλύτερο μέρος τους μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1823. Οι πρώτες νχρονολογημένες επιστροφές δημευμένων περιουσιών σημειώνονται στις σ. 23, 51και 139, και έγιναν όσο ζούσε ο oeerif Pa÷a· επομένως η δήμευσή τους πρέπει να έγινε νωρίτερα από τον Απρίλιο του 1823. Στον Κώδικα δεν αναφέρεται ποιος ή ποιοι πασάδες διοικούσαν όταν έγιναν οι δημεύσεις. Καταγράφεται μόνον ότι αρκετά χρόνια αργότερα, το 1829, μετά από την αναζωπύρωση της επανάστασης το 1828, ο Süleyman Pa÷a δημεύει τις περιουσίες τριών νέων επαναστατών και τις πουλά μαζί με άλλες εφτά, δημευμένες από παλιά, σε οθωμανό αξιωματούχο (σ. 15). Από μεταγενέστερα έγγραφα, καταχωρισμένα σε άλλους κώδικες του Tουρκικού Αρχείου Hρακλείου, γνωρίζουμε και για άλλες δημεύσεις και πωλήσεις που πραγματοποίησε ο Süleyman Pa÷a από το 1829 μέχρι το καλοκαίρι του 1830 λίγο πριν από την παραχώρηση της Κρήτης στον Μωχάμετ Άλη, τον Χεδίβη της Αιγύπτου. Δεν γνωρίζουμε αν οι δημεύσεις της τριετίας 1828-1830 ήταν πολλές ή αν γι’ αυτές συντάχτηκε άλλο κατάστιχο· η έρευνα στους κώδικες του Αρχείου έφερε στο φως λίγες πράξεις δημεύσεων, κι αυτές καταχωρισμένες με τυχαίο τρόπο (δημοσιεύονται εδώ στις σ. 347-350).

(β) H δήμευση των περιουσιών στην πόλη του Χάνδακα
Tη δήμευση των περιουσιών μέσα και γύρω από την πόλη του Χάνδακα ακολούθησε σύντομα η πώλησή τους σε μουσουλμάνους: οι πωλήσεις αυτές πρέπει να ξεκίνησαν νωρίτερα από τις δημεύσεις των περιουσιών στς επαρχίες, πιθανότατα στα τέλη του καλοκαιριού του 1821, μετά από τη μεγάλη σφαγή χριστιανών τον Ιούνιο του ίδιου έτους στην πόλη του Χάνδακα. Στον «Κώδικα των Θυσιών» οι δημεύσεις των περιουσιών αυτών, οι πωλήσεις και τα σχετικά έσοδα και έξοδα του δημοσίου δεν έχουν καταχωριστεί με τη χρονολογική σειρά που πραγματοποιήθηκαν: Καταχωρούνται πρώτα οι μεταγενέστερες πωλήσεις που έγιναν με διαταγές του Οsman Pa÷a και των εκπροσώπων του, και έπονται εκείνες που προηγήθηκαν χρονικά και έγιναν με διαταγές του oeerif Pa÷a και των εκπροσώπων του. Tην ίδια περίπου σειρά ακολουθούν και οι πίνακες εξόδων που παρεμβάλλονται ανάμεσα στις καταγραφές των δημευμένων περιουσιών.

Με βάση τα παραπάνω, τις εγγραφές που αφορούν τον Χάνδακα και τα περίχωρά του μπορούμε να τις κατατάξουμε χρονολογικά με την εξής σειρά:
— σ. 146-151 (εδώ σ. 275-285): Tα έσοδα από τα σπίτια που πουλήθηκαν με διαταγές του oeerif Pa÷a. 31.5.1822.
— σ. 144-145 (εδώ σ. 27-273): Tα έσοδα από τα σπίτια που πουλήθηκαν από τον Mehmed Necib Efendi, εκπρόσωπο του oeerif Pa÷a, όσο ο πασάς βρισκόταν με τον στρατό στην ύπαιθρο.
— σ. 154-155 (εδώ σ. 291-293): Σπίτια και καταστήματα που πουλήθηκαν με διαταγές και δεν συμπεριλαμβάνονται στην καταγραφή που έγινε την εποχή του oeerif Pa÷a.
— σ. 155 (εδώ σ. 293): Σπίτια και μαγαζιά μέσα στο κάστρο του Χάνδακα που δωρήθηκαν με τη μεσολάβηση του Bιβλιοθηκάριου Osman Efendi και με διαταγές του oeerif Pa÷a.
— σ. 155 (εδώ σ. 293): Σπίτια που δωρήθηκαν με έγγραφα του Mehmed Necib Efendi, εκπροσώπου του oeerif Pa÷a.
— σ. 126-129 (εδώ σ. 235-241): Κτήματα στο Tοπ Αλτί που πουλήθηκαν με διαταγή του θανόντος Osman Pa÷a. 28.10.1824.
— σ. 132-133 (εδώ σ. 247-249): Tα έσοδα από τους κήπους και τα αμπέλια που πουλήθηκαν σε διάφορα χωριά, καθώς και διάφορα αντικείμενα, με τα έσοδα των οποίων καλύφθηκαν διάφορα έξοδα του Δημοσίου. Σημειώνονται οι χρονολογίες, 3.1.1824, 12.2.1824 και 27.7.1824.
— σ. 156 (εδώ σ. 295): Tα έσοδα από τις πωλήσεις σπιτιών και μαγαζιών που έγιναν μέσω του Hac† Ibrahim Efendi, πρόκριτου του Xάνδακα, και με διαταγές του Osman Pa÷a.
— σ. 134-142 (εδώ σ. 251-267): Tα έσοδα από τα σπίτια, τα καταστήματα και τα χωράφια που πουλήθηκαν την εποχή του Osman Pa÷a με τη μεσολάβηση του Δημόσιου Tαμία Mουτζάκη Mustafa A’a και άλλων αγάδων. 26.5.1825.
— σ. 160-162 (εδώ σ. 303-307): Χωράφια των ραγιάδων επαναστατών από το βακούφι του Fazil Ahmed Pa÷a στο Tοπ Αλτί του Xάνδακα, που δεν πουλήθηκαν.
— σ. 162 (εδώ σ. 307): Aδέσποτα κτήματα και καταστήματα που βρέθηκαν τελευταία. H έναρξη των δημεύσεων και των πωλήσεων στον Χάνδακα έγινε επί oeerif Mehmed Pa÷a. Ο oeerif Pa÷a είχε διοριστεί διοικητής στον Xάνδακα το καλοκαίρι του 1820, έγινε διοικητής του οθωμανικού στρατού σε όλη την Kρήτη στις αρχές του 1821, ασφαλώς για να συντονίζει καλύτερα τις κινήσεις των στρατευμάτων κατά των επαναστατών, και πέθανε τον Απρίλιο του 1823. H παλαιότερα χρονολογημένη πώληση δημευμένης περιουσίας που σημειώνεται είναι εκείνη της σ. 293: Με εντολή του πασά πωλείται το κατάστημα του γιατρού Παυλάκη, στις 18 Νοεμβρίου του 1821.Αγοραστής μάλιστα είναι ένας από τους εκπροσώπους του oeerif Pa÷a, ο Μουτζάκης  Mustafa A’a. Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ίσως ότι η συγκεκριμένη δήμευση και πώληση δεν σχετιζόταν με την επανάσταση και ήταν μεμονωμένη· αν ο γιατρός είχε πεθάνει από φυσικό θάνατο χωρίς να αφήσει κληρονόμους, η δήμευση και πώληση θα ήταν συνηθισμένη διαδικασία. Αλλά το σύνολο σχεδόν των πωλήσεων δημευμένων περιουσιών που έγιναν από τον oeerif Pa÷a και καταγράφονται στις σ. 271-285, φέρουν ημερομηνία καταχώρισης τον Μάιο του 1822, επομένως οι πωλήσεις έγιναν νωρίτερα, και οι δημεύσεις ακόμη νωρίτερα. Οι πωλήσεις περιουσιών των σ. 291-293, που καταχωρούνται καθυστερημένα τον Μάιο του 1824, πρέπει επίσης να έγιναν πριν από τον Μάιο του 1822.
Tις δημεύσεις και τις πωλήσεις περιουσιών, αυτή τη φορά όχι μόνο μέσα στην πόλη αλλά και στα περίχωρα του Χάνδακα, συνέχισε με αυξανόμενο ρυθμό ο διάδοχος του προηγούμενου, ο Osman Pa÷a. H καταχώριση στον Κώδικα του πρώτου μεγάλου καταλόγου με πωλήσεις δημευμένων περιουσιών στο Tοπ Αλτί κατά την εποχή του Osman Pa÷a έγινε τον Οκτώβριο του 1824. Ο πασάς πέθανε πιθανότατα στις αρχές Αυγούστου του 1823, αλλά οι εκπρόσωποί του συνέχισαν τις πωλήσεις δημευμένων κτημάτων με διαταγές του για αρκετό καιρό αργότερα: στη σ. 251, ο δεύτερος μεγάλος κατάλογος πωλήσεων που έγιναν με διαταγές του έχει χρονολογία καταχώρισης Ιουνίου του 1825, άρα οι δημεύσεις και οι πωλήσεις έγιναν νωρίτερα. Ένα στοιχείο που μας βοηθά να προσδιορίσουμε πότε ολοκληρώθηκαν οι δημεύσεις που διέταξε ο Osman Pa÷a και οι εκπρόσωποί του, είναι η ημερομηνία Απριλίου του 1824, κατά την οποία έγινε η τελευταία χρονολογημένη δαπάνη με χρήματα από τα έσοδα της πώλησης χριστιανικών περιουσιών (σ. 267).
Στη διαχείριση των δημευμένων περιουσιών, και ασφαλώς και στη δήμευσή τους, συμμετείχαν και μουσουλμάνοι με κρητική καταγωγή, δηλαδή εξωμότες, όπως άλλωστε ήταν κατά το μεγαλύτερο μέρος τους οι μουσουλμάνοι της Kρήτης. Στη σ. 251 σημειώνεται: «Tα ποσά που συγκεντρώθηκαν από τα σπίτια, τα καταστήματα και τα χωράφια που πουλήθηκαν την εποχή του μακαρίτη Osman Pa÷a με τη μεσολάβηση του ταμία Mουτζάκη Mustafa A’a» και στη σ. 295 διαβάζουμε «Σπίτια και καταστήματα που πουλήθηκαν με διαταγές του μακαρίτη που αναφέρθηκε (oeerif Pa÷a), μέσω του Hac† Ibrahim Efendi, ενός από τους πρόκριτους του Χάνδακα, και ποσό εξόδων.».
Μετά την ανάληψη της διοίκησης του Χάνδακα από τον Lütfullah Pa÷a, τον Σεπτέμβριο του 1823, δεν φαίνεται να πραγματοποιήθηκε καμιά δήμευση με διαταγή του πασά αυτού ή των εκπροσώπων του: Μια φορά μόνο, στη σ. 303, o Lütfullah Pa÷a έρχεται να μεσολαβήσει με διαταγή του στο ξεκαθάρισμα του καθεστώτος ιδιοκτησίας ενός δημευμένου σπιτιού που είχε πουληθεί κατά την εποχή του oeerif Pa÷a. Στον Lütfullah Pa÷a η Υψηλή Πύλη ανέθεσε την επίβλεψη της κατάρτισης του κατάστιχου που θα συνέτασσε ο ειδικά απεσταλμένος από την Κωνσταντινούπολη αξιωματούχος, και θα περιείχε όλες τις δημεύσεις, τις πωλήσεις, τις επιστροφές περιουσιών, τα έσοδα και τα έξοδα και όποια άλλη πληροφορία οικονομικής φύσεως  είχε προκύψει σχετικά με τις περιουσίες των επαναστατών, από την αρχή της επανάστασης μέχρι εκείνη την εποχή.

E. H EΠΙΣTΡΟΦH TΩΝ ΔHΜEΥΜEΝΩΝ ΠEΡΙΟΥΣΙΩΝ

 1. H διαδικασία της επιστροφής μιας δημευμένης περιουσίας
Ο Κώδικας μας δίνει αρκετές πληροφορίες για τη διαδικασία επιστροφής μιας περιουσίας στον αρχικό ιδιοκτήτη της ή της απόδοσής της στους κληρονόμους του. Όπως προκύπτει, στους λίγους από τους ιδιοκτήτες των κτημάτων στα χωριά οι οποίοι είχαν επιστρέψει, ή στους συγγενείς και κληρονόμους τους που είχαν παρουσιαστεί πριν από την κατάρτιση των καταλόγων, τα κτήματα είχαν αποδοθεί χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία (πρόκειται για τον τρίτο κατάλογο, σ. 147-233). Oπωσδήποτε, υπήρχαν και παλαιότεροι κατάλογοι με τα κτήματα που είχαν δημευτεί, ώστε να αναφέρονται και πάλι στο κατάστιχο ως κτήματα που είχαν δημευτεί και είχαν επιστραφεί στους νόμιμους κληρονόμους. Πρέπει, βέβαια, και στην περίπτωση αυτή να χρειαζόταν κάποια πιστοποίηση για την ταυτότητα αυτών που διεκδικούσαν τη δημευμένη περιουσία· ίσως η απλή μαρτυρία των άλλων κατοίκων του χωριού να ήταν αρκετή.
Για την απόδοση όμως στους δικαιούχους των κτημάτων που είχαν ήδη συμπεριληφθεί στον πρώτο κατάλογο, των «αδέσποτων» μέχρι το 1827 (σ. 3-141), ακολουθούσαν μια συγκεκριμένη διαδικασία: O ενδιαφερόμενος έπρεπε να παρουσιάσει στην οικονομική υπηρεσία ορισμένα έγγραφα· αρχικά χρειαζόταν να γράψει μια αίτηση (arzuhal) για την απόδοση ή την επιστροφή των κτημάτων και να πάρει από τον Kâmil Efendi ένα έγγραφο γνωστοποίησης (ilam) της νομιμότητάς της. Tη γνωστοποίηση αυτή την παρουσίαζε στον διοικητή της περιοχής, ο οποίος εξέδιδε τη διαταγή (buyuruld†) για την επιστροφή στον ιδιοκτήτη ή την απόδοση των κτημάτων στους κληρονόμους, και με βάση τα έγγραφα αυτά αποδίδονταν τα κτήματα· η πράξη καταχωριζόταν στο κατάστιχο και αναφερόταν η διαδικασία που είχε ακολουθηθεί.Σε άλλες περιπτώσεις αρκούσε η βεβαίωση ότι οι διεκδικούντες τα κτήματα ήταν πράγματι οι νόμιμοι κληρονόμοι. Δεν γνωρίζουμε αν και για τη βεβαίωση αυτή χρειαζόταν η νομιμοποίησή τους εκ μέρους του ιεροδικείου ή του Kâmil Efendi. Oπωσδήποτε, όμως, για την έκδοση τέτοιας βεβαίωσης από το ιεροδικείο χρησιμοποιούσαν μάρτυρες, σύμφωνα με τη συνηθισμένη γραφειοκρατική διαδικασία του οθωμανικού κράτους, οι οποίοι δεν γνωρίζουμε αν ήταν χριστιανοί ή μουσουλμάνοι, κάτοικοι του ίδιου ή άλλου χωριού.Oρισμένες φορές σημειώνεται ότι τα κτήματα είχαν αποδοθεί απλώς με διαταγή του διοικητή, χωρίς να αναφέρονται άλλα έγγραφα· και πάλι όμως δεν γνωρίζουμε αν είχαν προηγηθεί τέτοια. Mε διαταγή επίσης του πασά, μερικά κτήματα των οποίων οι δικαιούχοι δεν είχαν παρουσιαστεί είχαν πουληθεί σε τρίτους, πάντοτε μουσουλμάνους. Oι πωλήσεις αυτές έγιναν κατά το τέλος του 1829, όταν πια είχε γίνει αντιληπτό ότι δεν επρόκειτο πλέον να παρουσιαστούν δικαιούχοι.
Όταν οι κληρονόμοι των κτημάτων κάποιου δεν παρουσιάζονταν όλοι για να διεκδικήσουν τη δημευμένη περιουσία, επιστρεφόταν μόνο το τμήμα που δικαιούνταννόσοι παρουσιάζονταν· η διανομή πρέπει να γινόταν σύμφωνα με τον ιερό ισλαμικό νόμο, όπως βλέπουμε σε μια παρόμοια περίπτωση: Στο Καστέλι Ιεράπετρας, οι κληρονόμοι του Παπα-Γιαννάκη Βασβαγά, που ήταν γνωστός ως Γιαζιτζής (γραφέας), ήταν τρεις κόρες και ένας γιος. Οι κόρες δικαιούνταν σύμφωνα με το νόμο από ένα πέμπτο και ο γιος δύο πέμπτα. Παρουσιάστηκαν και ζήτησαν το μερτικό τους από την πατρική περιουσία οι δυο ελεύθερες κόρες· τα ποσοστά που τους δόθηκαν από την περιουσία ήταν τα δύο πέμπτα· το ένα πέμπτο για την τρίτη κόρη που ήταν αιχμάλωτη και πιθανόν να είχε πουληθεί ως σκλάβα, καθώς και τα δύο πέμπτα για τον γιο που είχε φύγει και δεν παρουσιάστηκε παρέμειναν δεσμευμένα από το δημόσιο (σ. 69).

2. Πότε έγιναν οι επιστροφές των δημευμένων περιουσιών
Στον τρίτο κατάλογο του Κώδικα είναι καταχωρισμένες οι περιουσίες που είτε είχαν επιστραφεί στους ιδιοκτήτες τους είτε είχαν αποδοθεί στους κληρονόμους τους, έπειτα από διαταγές που είχαν σταλεί από την κεντρική διοίκηση στην Kωνσταντινούπολη. Στον κατάλογο δεν υπάρχει καμιά χρονολογία. Tα κτήματα πάντως πρέπει πρώτα να είχαν αποδοθεί και μετά να καταγράφηκαν στο κατάστιχο. Στην αναφορά με ημερομηνία 10-19 Mαρτίου 1827 (σ. 311), αναγράφεται ρητά ότι «καταχωρίστηκαν στα ιεροδικαστικά κατάστιχα ... χωριστά αυτά που δόθηκαν στους κληρονόμους τους που παρουσιάστηκαν ώς τη στιγμή αυτή». Έναν χρόνο νωρίτερα όμως, τον Μάρτιο ή Απρίλιο του 1826, καταγράφεται στον Κώδικα μια επιστροφή περιουσίας (σ. 89), με μορφή μεταγενέστερης σημείωσης· αυτό σημαίνει ότι πριν από τον Μάρτιο ή Απρίλιο του 1826 ο κατάλογος των δημευμένων και ο κατάλογος των αποδοθέντων είχαν ήδη συνταχθεί· σημαίνει επίσης ότι τα κτήματα του τρίτου καταλόγου (σ. 147-233) είχαν επίσης αποδοθεί πριν από την ημερομηνία αυτή.
Eνώ όμως είχαν καταρτισθεί από τον απεσταλμένο υπάλληλο της Πύλης οι κατάλογοι, τόσο των δημευμένων όσο και των αποδοθέντων κτημάτων, άρχισαν να εμφανίζονται είτε κάποιοι ιδιοκτήτες που επέστρεψαν και δήλωσαν υποταγή ζητώντας να πάρουν πίσω τις περιουσίες τους, είτε κληρονόμοι που διεκδίκησαν την περιουσία των θυμάτων: όλοι αυτοί είναι το θέμα των συμπληρωματικών σημειώσεων του πρώτου καταλόγου. Οι σημειώσεις αυτές, γραμμένες με διαφορετικό χέρι από εκείνο των αρχικών εγγραφών, αφορούν συνολικά 203 περιουσίες που είχαν αρχικά καταγραφεί ως δημευμένες, αλλά δεν υπόκεινται πια σε καθεστώς δήμευσης: Σημειώνονται 160 περιπτώσεις απόδοσης περιουσιών σε κληρονόμους που εμφανίστηκαν, 25 περιπτώσεις απόδοσης της περιουσίας στους αρχικούς ιδιοκτήτες που επέστρεψαν, και 18 πωλήσεις ή δωρεές δημευμένων περιουσιών όταν δεν φαινόταν πλέον πιθανόν ότι θα εμφανίζονταν οι ιδιοκτήτες ή κληρονόμοι τους. Από τις 203 περιπτώσεις, οι 157 φέρουν χρονολογίες μεταξύ 1827 και 1829, ενώ οι υπόλοιπες δεν μας δίνουν καμία πληροφορία για το έτος που έγιναν.

* H. A. R. Gibb - H. Bowen, Islamic Society and the West, Islamic Society in the Eighteenth Century, τ. 1, μέρος 2, σ. 208. Cl. Cahen, “Dhimma” στο The Encyclopaedia of Islam, New edition, τ. 2, 1965, σ. 227.
** Για τον Ba÷ Defterdar και το Aυτοκρατορικό Θησαυροφυλάκιο βλ. Gibb - Bowen, ό.π., τ. 1,σ. 128 κ.ε. Για το Beytü’l-mal βλ. ό.π., τ. 1, μέρος 2, σ. 28 κ.ε.
*** H μετάφραση και έκδοση του κατάστιχου με τις δημεύσεις των κτημάτων των κατοίκων της Xίου που καταρτίστηκε έπειτα από τις σφαγές των κατοίκων το 1822, ετοιμάζεται με Eρευνητικό Πρόγραμμα του Πανεπιστημίου Kρήτης που χρηματοδοτείται από το Yπουργείο Bορείου Aιγαίου.
**** Bλ. I. Θεοχαρίδης – S. Andreev, Tραγωδίας 1821 συνέχεια. Oθωμανική πηγή για την Kύπρο
1822-1832, σ. 155. Tο σχετικό απόσπασμα του φερμανιού έχει ως εξής: «Όπως ήδη έχει αναφερθεί, το δημόσιο δήμευσε τις περιουσίες των ραγιάδων, οι οποίοι κατά τη διάρκεια της Eλληνικής [Eπανά]στασης είτε σκοτώθηκαν είτε δραπέτευσαν. Mέρος των δημευθέντων (sic) περιουσιών πωλήθηκε με προκαταβολή σε μουσουλμάνους. Eν τούτοις στους διαφυγόντες ραγιάδες και διασκορπισμένους κληρονόμους των φονευθέντων, που όλοι ήταν άποροι, και που κυρίως, όμως, ζήτησαν συγχώρεση για τα εγκλήματά τους, επιδαψιλεύτηκε η υψηλή χάρη για να επιστρέψουν στην πατρίδα τους και να τους δοθούν έναντι χρημάτων οι πλήρους κυριότητας ή οι δημόσιες γαίες που προηγουμένως κατείχαν, ώστε να επανέλθει ο κανονικός ρυθμός ζωής στο νησί.
Για το σκοπό αυτό, στον εντεταλμένο υπεύθυνο της απογραφής να δοθεί το δεφτέρι των προαναφερθέντων (sic) περιουσιών, βάσει του οποίου να προβεί σε συγκρίσεις, για να διαπιστώσει την όλη κατάσταση. O ίδιος θα πρέπει να εξακριβώσει με ποιο ποσό πωλήθηκε, π.χ., ένα σπίτι, πόσα χρήματα ξοδεύτηκαν από τότε που αγοράστηκε, στο όνομα ποιου είναι γραμμένο.  Oι διαφυγόντες ιδιοκτήτες γαιών ή οι κληρονόμοι φονευθέντων, αφού επανέλθουν στην Kύπρο, [για να πάρουν πίσω τις γαίες τους] θα πρέπει να επιστρέψουν την προκαταβολή, η οποία καταβλήθηκε τον καιρό της πώλησης των γαιών τους, καθώς και τα έξοδα, τα οποία εν τω μεταξύ δαπανήθηκαν για την καλλιέργειά τους. Θα πρέπει, επίσης, στο μέλλον να επιδείξουν καλή διαγωγή υπό το καθεστώς του ραγιά». Tο κείμενο αυτό δημιουργεί ένα πρόβλημα: πώς είναι δυνατό να ζητά το οθωμανικό δημόσιο «να επιστρέψουν την προκαταβολή, η οποία καταβλήθηκε τον καιρό της πώλησης των γαιών τους» «οι διαφυγόντες ιδιοκτήτες γαιών ή οι κληρονόμοι φονευθέντων, αφού επανέλθουν στην Kύπρο», εφόσον έλειπαν και τα κτήματά τους είχαν δοθεί σε μουσουλμάνους; Eκτός αν παραδεχθούμε ότι έπρεπε οι ραγιάδες να καταβάλουν στο δημόσιο και πάλι όσα είχαν δώσει οι αγοραστές, καθώς και τα έξοδα που αυτοί είχαν καταβάλει όσον διάστημα κατείχαν τα κτήματα, για να επιστραφούν τα χρήματα από το δημόσιο στους αγοραστές που επέστρεφαν τα κτήματα. Kι όλαυτά, τη στιγμή που λίγο πιο πάνω αναγράφεται ότι όλοι οι ραγιάδες ήταν άποροι. Δυστυχώς οι φωτογραφίες των εγγράφων που παρατίθενται δεν διαβάζονται για να καταστεί δυνατό να ελεγχθεί η ακρίβεια της μετάφρασης.
Παρόμοιες πάντως ενέργειες στην Kρήτη δεν σημειώνονται



 Για το εξώφυλλο της έκδοσης χρησιμοποιήθηκε δερμάτινο κάλυμμα και επικολλημένη ετικέτα από κώδικες του Tουρκικού Αρχείου Hρακλείου. Tο οπισθόφυλλο κοσμεί η λέξη Κρήτη στην αραβική γραφή.

Πανεπιστημιακές Eκδόσεις Κρήτης
Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη Hρακλείου
© 2003, Πανεπιστημιακές Eκδόσεις Κρήτης

Ο κώδικας των θυσιών
Σημείωμα των εκδοτών 
Πρόλογος
Α. Ο κώδικας
Β. Ο  τρόπος καταγραφείς και ο τρόπος παρουσίασης

Συνεχίζεται  : εισαγωγή μέρος (IIΙ)

Γ. Tα περιεχόμενα του κώδικα των θυσιών
Δ. H  δήμευση των περιουσιών
E. H επιστροφή των δημευμένων περιουσιών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μην πυροβολείτε ασκόπως