Ο βίος και η πολιτεία του Ιμπραήμ πασά της Αιγύπτου.
Του Ηλία Στ. Δημητρόπουλου
Αρκετοί είναι αυτοί που διερωτώνται τί απέγινε άραγε ο διαβόητος και πανίσχυρος Ιμπραήμ Πασάς της Αιγύπτου, ο παρ’ ολίγον νεκροθάφτης της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, μετά τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου το 1827;
Ο Ιμπραήμ έλαβε μόρφωση από ευρωπαίους παιδαγωγούς, η οποία δεν στάθηκε ικανή να απαλύνει τον σκληρό χαρακτήρα του. Αν και με τον πατέρα του δεν φαίνεται να είχε τις καλύτερες σχέσεις, στο πεδίο της μάχης επέδειξε σπουδαίες στρατιωτικές ικανότητες και βοήθησε ουσιαστικά τον πατέρα του να καθυποτάξει τους Μαμελούκους, που λυμαίνονταν το σουλτανάτο της Αιγύπτου. Σύμφωνα με την περιγραφή ενός άγγλου αξιωματικού, ο Ιμπραήμ ήταν κοντός, ευτραφής και με σημαδεμένο το πρόσωπο από την ευλογιά.
Στα πρώτα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης, αυτής της εθνεγερσίας που μια “χούφτα ραγιάδων”, τα έβαλε με την Οθωμανική αυτοκρατορία, τα πράγματα εξελίσσονταν ιδιαίτερα δυσμενώς, για την Υψηλή Πύλη, τόσο στη στεριά όσο και στη θάλασσα. Ο σουλτάνος Μαχμούτ Β΄, βρισκόμενος σε απόγνωση, αναγκάστηκε εσπευσμένα να ζητήσει τη βοήθεια του Μεχμέτ Άλη της Αιγύπτου.
Με την πονηρή σκέψη ότι μετά την κατάπνιξη της Επανάστασης των Ελλήνων, διαγράφονται προοπτικές για την προσάρτηση, εκ μέρους της Αιγύπτου, τόσον της Κρήτης και όσο και της Πελοποννήσου, στις 26 Φεβρουαρίου του 1825, ο Ιμπραήμ επικεφαλής τούρκο-αιγυπτιακού σώματος, που ήταν επανδρωμένο με Γάλλους Αξιωματικούς, με αρχική δύναμη 4.000 χιλ. ανδρών και 44 ιππέων, αποβιβάστηκε αιφνιδιαστικά στη Μεθώνη.
Ο κίνδυνος κατάπνιξης της επανάστασης ήταν προ των πυλών και μάλιστα μετά την πτώση του Μεσολογγίου έγινε άμεσος. Οι σαρωτικές νίκες του Ιμπραήμ, η παροιμιώδης σκληρότητά του, τρόμαξαν τους πάντες, ενώ συγχρόνως ο πανίσχυρος τουρκο- αιγυπτιακός στόλος είχε αποκλείσει την Πελοπόννησο. Αυτές οι ωμότητες του Ιμπραήμ και το ενδεχόμενο να καταστούν η Κρήτη και ο Μοριάς ορμητήρια του αιγυπτιακού στόλου, αναδείχθηκαν σε ένα μείζον γεωπολιτικό πρόβλημα όλης της χριστιανικής Ευρώπης, η κρισιμότητα του οποίου οδήγησε σε διπλωματικό συντονισμό και στη στρατιωτική επέμβαση των μεγάλων δυνάμεων.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες στις 8 Οκτωβρίου 1827, ο Ιμπραήμ υπέστη την ολοσχερή καταστροφή των ναυτικών του δυνάμεων στο Ναυαρίνο, γεγονός που αποτέλεσε το σημείο καμπής για την πορεία του Εθνικο- απελευθερωτικού μας αγώνα. Η καταστροφή του τουρκο- αιγυπτιακού στόλου, ήταν τέτοιας έκτασης, που ο Γάλλος Ναύαρχος Δεριγνύ σχολίασε πως «στην Ιστορία δεν υπήρξε μεγαλύτερη καταστροφή στόλου».
Επιστρέφοντας στην Αίγυπτο- νικημένος/νικητής- ο Ιμπραήμ, φιλόδοξος καθώς ήταν, ναυπήγησε νέο στόλο, εξόπλισε καλύτερα τον στρατό του και το 1831 ήταν ξανά έτοιμος για νέες επιχειρήσεις. Τώρα στράφηκε κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας! Τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς εισέβαλε από στεριά και θάλασσα στην Οθωμανική Συρία προκαλώντας διπλωματικό επεισόδιο με την Υψηλή Πύλη, που κατέληξε τελικά σε ολομέτωπο πόλεμο.
Ο Ιμπραήμ άρχισε να μετρά τώρα τη μία νίκη μετά την άλλη κατά των πρώην συμμάχων του και το 1832 κατέλαβε εξ ολοκλήρου τη Συρία και την Παλαιστίνη. Οι Οθωμανοί συντρίφτηκαν από τον στρατό του σε δύο αποφασιστικής σημασίας μάχες στη Μικρά Ασία και ο δρόμος για την Κωνσταντινούπολη ήταν διάπλατα ανοιχτός! Η μάχη στο Ικόνιο ήταν ο μεγάλος θρίαμβός του, όταν με 15.000 άντρες έκανε τους 80.000 άνδρες του μεγάλου Βεζίρη να τραπούν σε άτακτη φυγή. Κανείς δεν ξέρει αν θα τα κατάφερνε να μπει στην Πόλη, γιατί αναγκάστηκε τελικά να σταματήσει, μετά και τις υποδείξεις των Γάλλων συμμάχων του και τις αυστηρές προειδοποιήσεις Άγγλων και Ρώσων.
Ο τσάρος Νικόλαος Α’ έσπευσε εξάλλου να αποστείλει δυνάμεις στην Ανατολία για να βοηθήσει τους Τούρκους και να αποθαρρύνει την περαιτέρω προέλαση του Ιμπραήμ. Οθωμανικός στρατός ικανός να τον ανακόψει δεν υπήρχε στο χώρο μεταξύ Ικονίου και της Κωνσταντινούπολης, όπου είχε στρατοπεδεύσει. Την κατάσταση για τους Οθωμανούς την έσωσε η συνθήκη της Κιουτάχειας (Μάιος του 1833), με την οποία δόθηκε τέλος στον Α’ τουρκο-αιγυπτιακό Πόλεμο (1831-1833) και εκχώρησε στον ουσιαστικό πλέον Αντιβασιλέα Ιμπραήμ ολόκληρη τη Συρία και τα Άδανα. Η συνθήκη όμως δεν άφησε κανέναν από τα δύο μέλη ικανοποιημένα και η κατάσταση δεν αποκλιμακώθηκε.
Ο Μεχμέτ Άλη και ο Ιμπραήμ ήταν μόνο κατ’ όνομα υποτελείς στον σουλτάνο, και πάλι όμως δεν ήταν ικανοποιημένοι. Κι έτσι έξι χρόνια αργότερα κήρυξαν την ανεξαρτησία τους από την Υψηλή Πύλη, πυροδοτώντας αυτό που έμεινε γνωστό ως Β’ τουρκο- αιγυπτιακός πόλεμος (1839-1841).
Η παρακμάζουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία ηττήθηκε κατά κράτος, για μια ακόμη φορά, από τις δυνάμεις του Ιμπραήμ στη μάχη του Νεζίμπ τον Ιούνιο του 1839 και ήταν πια στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Την ώρα που το Οθωμανικό ναυτικό τον Ιούλιο έπλεε στην Αλεξάνδρεια για να παραδοθεί στον Μεχμέτ Άλη, ήταν και πάλι οι Μεγάλες Δυνάμεις, αυτές, που ανέκοψαν τη νέα αιγυπτιακή προέλαση στα Οθωμανικά εδάφη. Η Κωνσταντινούπολη ήταν μάλιστα και πάλι ορθάνοιχτη για τον Ιμπραήμ, που είχε μετατραπεί ξαφνικά σε αφέντη όλης της ανατολικής Μεσογείου. Ο σουλτάνος Μαχμούτ Β’ πέθανε εν τω μεταξύ και δεν έζησε τη νέα απειλή για την πρωτεύουσά του. Η Αγγλία μαζί με την Αυστρία και τη Ρωσία μπήκαν όμως στο παιχνίδι με τον στόλο τους και ανέκοψαν τη θαλάσσια επικοινωνία Μεχμέτ και Ιμπραήμ και κατάφεραν έτσι να αποτρέψουν τον περαιτέρω διαμελισμό της οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Από τον Σεπτέμβριο έως τον Νοέμβριο του 1840, ο κοινός βρετανικός και αυστριακός στόλος είχαν αποκλείσει την ανατολική Μεσόγειο, ενώ την ίδια ώρα οι βρετανικές χερσαίες δυνάμεις κατέλαβαν τη Βηρυτό και την Άκρα.
Με τον ναυτικό αποκλεισμό και της Αλεξάνδρειας, οι Βρετανοί πίεσαν τον Μεχμέτ Άλη για υπογραφή συνθήκης. Οι Αιγύπτιοι αναγκάστηκαν να επιστρέψουν όλη τη Συρία στην καταβεβλημένη Οθωμανική Αυτοκρατορία, όπως και τον Οθωμανικό στόλο, με αντάλλαγμα την αυτονομία τους. Ως τον Φεβρουάριο του 1841, ο Ιμπραήμ και τα στρατεύματά του είχαν επιστρέψει στο Κάιρο. Πραγματικός αντιβασιλέας της Αιγύπτου έγινε ο Ιμπραήμ μόνο τον Σεπτέμβριο του 1848, όταν ο πατέρας του γέρασε τόσο που δεν μπορούσε να ασκήσει τα καθήκοντά του.
Πώς θα διοικούσε τα εδάφη του δεν το ξέρουμε, καθώς έμελλε να κρατήσει το τιμόνι της Αιγύπτου μόλις για 40 ημέρες. Η δεκαετής σχεδόν διακυβέρνησή του στη Δαμασκό δεν είχε τίποτα το αξιόλογο να επιδείξει εκτός από την προσέλκυση στην περιοχή ευρωπαίων εμπόρων και ιεραποστόλων.
Ο Ιμπραήμ υπήρξε συγκεντρωτικός ως Βαλής και σαφώς λιγότερο φωτισμένος, ως ηγεμόνας, από τον πατέρα του. Το δικό του προνομιακό πεδίο ήταν ο πόλεμος και όχι η ειρήνη. Το 1846, όταν έκανε ένα πέρασμα από τη Δυτική Ευρώπη, οι περισσότεροι τον υποδέχτηκαν περισσότερο με δυσπιστία παρά με σεβασμό.
Με συμπτώματα γεροντικής άνοιας και παρά τις θεραπείες στην Ιταλία για να τον κουράρουν οι γιατροί για τη φυματίωση που τον ταλαιπωρούσε εδώ και χρόνια, δεν επανέκτησε την υγεία του.
ο Ιμπραήμ Πασάς πέθανε στις 10 Νοεμβρίου 1848, σε ηλικία 59 ετών.
Οι εκτεταμένες εκστρατείες του στη Μεσόγειο και οι εμφατικές του νίκες τον είχαν μετατρέψει σε μια από τις ηγετικές μορφές στη Μέση Ανατολή του 19ου αιώνα.
Άφησε πίσω τον γιο του Ισμαήλ, ο οποίος αργότερα κατάφερε να οδηγήσει την Αίγυπτο, σχεδόν σε πλήρη ανεξαρτησία από τον σουλτάνο.
ΠΗΓΗ
ΠΗΓΗ φότο https://gr.pinterest.com/pin/145944844153967762/?d=t&mt=signupOrPersonalizedLogin
Σχετικά άρθρα.
Ιμπραήμ Πασάς: Ο ρόλος του στην Ελληνική Επανάσταση.
***
Μύθοι και αλήθειες για τον Ιμπραήμ.
***
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Μην πυροβολείτε ασκόπως