Ερευνητικό άρθρο του Βασίλη Ορφανού μελετητή της κρητικής διαλέκτου.
Στο Τουρκικό λεξιλόγιο της Νέας Ελληνικής του Ι. Τ. Παμπούκη, στο λήμμα ιμέτι διαβάζουμε: «ιμέτι το – α[ραβ]. ümmet = έθνος, λαός• ümmeti Mahomet = οι μουσουλμάνο• παραμορφωμένη την έκφρ. βλ. στις λ. αμέτ, αμέτης , αμέτι . Ορίστε, λέγ’ Αλήπασας, ιμέτι Μουχαμέτη. (325,205)» , Ο στίχος αυτός, σύμφωνα με την παραπομπή, βρίσκεται στο έργο του Κων. Σάθα Ιστορικαί Διατριβαί.
Στο Γ΄ μέρος του έργου ο Σάθας δημοσιεύει μια μακροσκελή έμμετρη βιογραφία του Αλή Πασά . Πρόκειται για μια λαϊκή ποιητική σύνθεση, δημιούργημα ενός ελληνόφωνου μουσουλμάνου, παντελώς αγράμματου, με το όνομα Χατζή Σεχρέτης, που ζούσε κοντά στον Αλή Πασά.
Ο παραπάνω στίχος περιγράφει πώς αντέδρασε ο Αλή Πασάς, όταν ο Σουλτάνος τού έστειλε ένα φιρμάνι, με το οποίο τον απέτρεπε από διπλωματικές πρωτοβουλίες και τον ανακαλούσε στην τάξη:
Απ’ εδώ κείθε, Αλήπασα, κύτταξε την δουλειά σου.
Λέει λοιπόν ο ποιητής-βιογράφος:
Αλήπασας σαν τ’ άνοιξε και βλέπει το φερμάνι,
Λίγο γκιδέρι* ’ς την καρδιά αρχίνησε και βάνει.
«Ορίστε, λεγ’ Αλήπασας,, ιμέτι Μουχαμέτη,
Χαϊρι δεν εχούμε ’μεις εφέτ’ απ’ το ντουβλέτι*.
Όμως το ιμέτι Μουχαμέτη στο απόσπασμα αυτό δεν ταιριάζει με τη σημασία ‘πεισματικά, οπωσδήποτε’ που έχει σήμερα η έκφραση αμέτι μουχαμέτι . Μήπως λοιπόν είναι άστοχος ο συσχετισμός που κάνει ο Παμπούκης; Ας δούμε αναλυτικά το θέμα.Την έκφραση ιμέτι Μουχαμέτη τη συναντούμε , αλλά με διαφορετική μορφή, σε ένα άλλο κείμενο, του 18ου αι. αυτό. Πρόκειται για ένα Ποίημα για τη γέννηση του Προφήτη Μωάμεθ , που είναι μετάφραση από τα τούρκικα στην κρητική διάλεκτο από ανώνυμο Τουρκοκρητικό.
Τον κύριο παρακάλεσαν να κάμη μερχαμέτι*
Και να τους κάμη ολουνούς του Μουχαμέτ’ ουμμέτι .
Στο Γλωσσάριο βρίκουμε: «ουμμέτι = έθνος, λαός, θρησκευτική κοινότητα μουσουλμάνων». Για τη λέξη ουμμέτ (امت) το τουρκο-ελληνικό του Χλωρού δίνει: έθνος, λαός, και για την έκφραση ουμμέτι μουχαμέτ: ο λαός του Μωάμεθ, οι Μουσουλμάνοι. Για την έκφραση αυτή σημειώνει τα εξής:
Η λέξιςامت κυρίως σημαίνει πολιτικήν κοινότητα ανθρώπων εχόντων την αυτήν πατρίδα, τα αυτά ήθη και έθιμα, τους αυτούς νόμους και υπό τον αυτόν βασιλέα, ενώ η λέξιςملت μιλλέτ σημαίνει θρησκευτικήν κοινότητα ατόμων συνδεομένων δια της αυτής θρησκείας• εντούτοις αι λέξεις αύται είναι πολλάκις εν χρήσει αντιστρόφως.
Tο τουρκο-γαλλικό λεξικό του Fraschery εξηγεί πώς έγινε αυτή η αλλαγή: «امت ummet sf. Nation, f.; peuple, m.; محمد امتى [ummeti Mouhhamet] les Musulmans ou plutôt les Arabes. C’est cette phrase qui a fait passer ce mot pour religion en laissant sa place au mot ملت [millet] dont le vrai sens est religion, secte.»
Την έκφραση «ουμέτι μουχαμέτ», με την έννοια ‘μουσουλμάνοι’, τη συναντούμε σε ελληνικά κείμενα του 19oυ αι., σε διάφορες φωνητικές προσαρμογές :
α) Στο βιβλίο που αφιερώνει ο Αθ. Παπαδόπουλος-Κεραμεύς στις πηγές για την ιστορία της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας δημοσιεύει δημοτικό τραγούδι για την καταστροφή του ναού του μητροπολιτικού ναού της Τραπεζούντας στο οποίο υπάρχουν οι εξής στίχοι:
το βρωμερόν του [στόμα] άνοιξεν [ο μουφτής] και τον υιόν του κράζει•
β) Στα Ευβοϊκά του Ιωάννου Ναθαναήλ (1858) διαβάζουμε τα εξής: μετά δε την σύσκεψιν αναστάντες ο Ομέρ Βρυών Πασάς και ο Ομέρμπεης ίππευσαν και περιήρχοντο [στη Χαλκίδα] από οικίας εις οικίαν μετά θυροκρούστου• και ο μεν έκρουεν την θύρα, οι δε έσωθεν απεκρίνοντο “κιμ ντιρ”• ο δε έξωθεν ”αμέτ Μωαμέτ, αύριον να ήσθε έτοιμοι, θα πάμε εις τα Βρυσάκια κατά των κλεφτών”. Ρωτούσαν, λοιπόν, οι από μέσα: “–Ποιος είναι;” Και αυτοί που χτυπούσαν την πόρτα απαντούσαν: “– Μουσουλμάνοι. Αύριο …”.
Ύστερα από τα παραπάνω προκύπτει το ερώτημα γιατί στο στίχο από την Αληπασιάδα στον οποίο παραπέμπει ο Παμπούκης (βλ. παραπάνω) βγαίνει στα χείλη του οργισμένου Αλή Πασά η έκφραση ιμέτι Μουχαμέτη;
Στην απάντηση μπορεί να μας οδηγήσει μια ενδιαφέρουσα σημείωση για την έκφραση αυτή σε ένα τουρκο-γαλλικό λεξικό του 1835. Προηγουμένως όμως αξίζει να δούμε τι λέει για τη σκηνή με το φιρμάνι -με βάση το κείμενο της Αληπασιάδας- ο Άγγλος περιηγητής Leake : «The Porte in its reply […] recommended him to attend to the concerns of his government and keep the Rayá content. Alý exclaims on receiving this answer, –
Την έκφραση «ουμέτι μουχαμέτ», με την έννοια ‘μουσουλμάνοι’, τη συναντούμε σε ελληνικά κείμενα του 19oυ αι., σε διάφορες φωνητικές προσαρμογές :
α) Στο βιβλίο που αφιερώνει ο Αθ. Παπαδόπουλος-Κεραμεύς στις πηγές για την ιστορία της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας δημοσιεύει δημοτικό τραγούδι για την καταστροφή του ναού του μητροπολιτικού ναού της Τραπεζούντας στο οποίο υπάρχουν οι εξής στίχοι:
το βρωμερόν του [στόμα] άνοιξεν [ο μουφτής] και τον υιόν του κράζει•
“Γλήγορα δράμε στο τσαρσί*, τους Τούρκους όλους λάλει•
μικροί μεγάλοι, όλοι τους – ουμέτι Μουαμέτη –
ας δράμουν στην μητρόπολι να κάμωμεν το φέτι*”.
ευθύς αυτοί, σαν τἄκουσαν, μετά χαράς πηδούσι•
ωσάν θηρία άγρια τρέχουν και πιλαλούσι.
καβαλλικεύει και αυτός έτζι δαιμονισμένος,
φωνάζοντας “Να δράμετε, του Μωαμέτη γένος“ .
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο ίδιο κείμενο υπάρχει η τουρκική εκφορά της έκφρασης αλλά και η απόδοσή της στα ελληνικά, μια ένδειξη ότι το νόημά της δεν ήταν άγνωστο στο δημιουργό του ποιήματος. Σε υποσελίδια σημείωση αναφέρεται ότι στο χειρόγραφο υπήρχε: ουμέτοι Μουαμέτη, δίδεται η οθωμανική γραφή της έκφρασης και η σημασία της λατινιστί: populus Mohammedis.β) Στα Ευβοϊκά του Ιωάννου Ναθαναήλ (1858) διαβάζουμε τα εξής: μετά δε την σύσκεψιν αναστάντες ο Ομέρ Βρυών Πασάς και ο Ομέρμπεης ίππευσαν και περιήρχοντο [στη Χαλκίδα] από οικίας εις οικίαν μετά θυροκρούστου• και ο μεν έκρουεν την θύρα, οι δε έσωθεν απεκρίνοντο “κιμ ντιρ”• ο δε έξωθεν ”αμέτ Μωαμέτ, αύριον να ήσθε έτοιμοι, θα πάμε εις τα Βρυσάκια κατά των κλεφτών”. Ρωτούσαν, λοιπόν, οι από μέσα: “–Ποιος είναι;” Και αυτοί που χτυπούσαν την πόρτα απαντούσαν: “– Μουσουλμάνοι. Αύριο …”.
Ύστερα από τα παραπάνω προκύπτει το ερώτημα γιατί στο στίχο από την Αληπασιάδα στον οποίο παραπέμπει ο Παμπούκης (βλ. παραπάνω) βγαίνει στα χείλη του οργισμένου Αλή Πασά η έκφραση ιμέτι Μουχαμέτη;
Στην απάντηση μπορεί να μας οδηγήσει μια ενδιαφέρουσα σημείωση για την έκφραση αυτή σε ένα τουρκο-γαλλικό λεξικό του 1835. Προηγουμένως όμως αξίζει να δούμε τι λέει για τη σκηνή με το φιρμάνι -με βάση το κείμενο της Αληπασιάδας- ο Άγγλος περιηγητής Leake : «The Porte in its reply […] recommended him to attend to the concerns of his government and keep the Rayá content. Alý exclaims on receiving this answer, –
xαΐρι δεν εχούμε ’μεις εφέτ’ απ’ το ντουβλέτι*
“We have no satisfaction this year from the government”
να ξέρετε μας μάγεψαν της Φράντζας* οι διαβόλοι,
και γνώσι δεν απόμεινε του βασιλιά στην Μπόλι*.»
Δεν ξέρουμε τι είπε στην πραγματικότητα ο Αλή Πασάς, όμως, έτσι απότομος και τραχύς που ήταν ο Λέων της Ηπείρου, σίγουρα εβρυχήθηκε• εξ ού και το exclaims του Leake.
Γιατί όμως επικαλέστηκε το λαό του Μωάμεθ για να εκφράσει την αγανάκτησή του; Στην ανάπτυξη του λήμματος ummet στο τουρκο-γαλλικό λεξικό των Kieffer & Bianchi (1850) υπάρχει το εξής: «امّت محمّد يوقم ummeti mouhhamed ioqmi. N’y a-t-il plus de religion mahométane? (Cri de détresse ou de révolte.)» Δίπλα στο ummeti mouhhamed αναγνωρίζουμε την άρνηση yok που μαζί με το ερωτηματικό -mi της τουρκικής δίνει το νόημα: Δεν υπάρχουν μουσουλμάνοι; Στη συγκεκριμένη περίσταση θα ισοδυναμούσε με ξέσπασμα οργής: Πάει, χάθηκε η πίστη μας! Δεν υπάρχουν πια σωστοί μουσουλμάνοι! Δεν ξέρουμε αν η κραυγή απελπισίας/διαμαρτυρίας του Αλή Πασά περιορίστηκε σ’ αυτή την κομψή διατύπωση, έχουμε πάντως ένα στοιχείο που επιβεβαιώνει την επιφωνηματική χρήση της έκφρασης ummeti mouhhamed.
Αυτή την κραυγή τη συναντούμε και αλλού, όπως π.χ. στα παρακάτω δημοτικά τραγούδια από την Κρήτη:
α) Σε τραγούδι για το θάνατο του επαναστάτη Ξωπατέρα (1828) :
Αυτή την κραυγή τη συναντούμε και αλλού, όπως π.χ. στα παρακάτω δημοτικά τραγούδια από την Κρήτη:
α) Σε τραγούδι για το θάνατο του επαναστάτη Ξωπατέρα (1828) :
κι εφτά αγαδάκια ήσφαξε, τσι κεφαλές τως παίρνει.
Στο Γιόφυρο* τσι τσίτωσε* κι έκαμε μπαϊράκι
κι οι Τούρκοι τσι θωρούσανε κι επίνανε φαρμάκι.
“Σούμπα Αλλάχ”* φωνιάζανε κι «Αμέτη Μουχαμέτη»
να πα’ να πχιάσου ν-το μ-παπά, να ησυχάσει η Κρήτη.
β) Σε τραγούδι για το θάνατο του οπλαρχηγού Παύλου Ντεντιδάκη (1867):
οι Τούρκοι απού το φόβο τους, αλάχ! αλάχ! φωνιάζου,
το Μουχαμέτη για να ρθη να τσοι βουηθήση κράζου•
Ρεσίτ Πασάς εφώνιαξεν αμέτη μουχαμέτη!
Όπου κι αν επολέμησα δεν είδ’ ετσά σικλέτη.*
γ) Σε τραγούδι που αναφέρεται σε ένα περιστατικό με πρωταγωνίστρια την Καπετάνισσα Μαριγώ Λαμπράκη στις Αρχάνες στα τέλη του 19ου αιώνα:
Και τότε φόβος τσοι ’πιασε μέσα εις την καρδία.
Ο Σουβαρής* εφώναξε Αμέτη Μουχαμέτη
των Αρχανών ο πόλεμος δεν έχει μερχαμέτι*.
Παρατηρούμε ότι και στα τρία παραπάνω τραγούδια η επίκληση στο έθνος του Μωάμεθ είναι η κραυγή των φοβισμένων Τούρκων – έτσι τουλάχιστον τους είδε η κρητική μούσα. Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι αυτά δημιουργήθηκαν όταν η οθωμανική αυτοκρατορία ήδη ψυχορραγούσε.
Η ίδια κραυγή όμως σε παλαιότερα δημοτικά τραγούδια είναι μια τρομερή πολεμική ιαχή, ένα φλογερό σύνθημα, που το χρησιμοποιεί ένας μουσουλμάνος αρχηγός στη μάχη: Για να εξάψει το μένος και ορμή των επιτιθέμενων, τούς θυμίζει το χρέος που έχουν ως λαός του Μωάμεθ. Με τη σημασία αυτή τη βρίσκουμε ήδη στην Αληπασιάδα.
α) Στο τραγούδι για τους Γεωργάκη και Φαρμάκη, δημοσιευμένο από τον Cl. Fauriel το 1825 σε δίγλωσση έκδοση, ελληνικά -γαλλικά :
Mais un pacha était en observation de l’autre côté de Sékos – «Ahmet! Mahomet!» se met-il à crier d’ une voix haute; – emparez-vous bravement des postes; entourez le monastère .
β) Σε επιστολή του Θ. Κολοκοτρώνη Προς την Σ. Διοίκησιν, με ημερομηνία 21 Ιανουαρίου 1827 Δίστομον: […] η έφοδος αύτη των εχθρών […] οίτινες τυφοίς όμμασι, και με το αμέτ μουχαμέτ ώρμησαν κατά των ιδικών μας, μη δειλιάσαντες ολοτελώς τον θάνατον όπου ελάμβανον.
γ) Στη Γενική ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως του Λάμπρου Κουτσονίκα :
[…] αλαλάζοντες δε εφώναζαν οι βάρβαροι μετ Μουχαμέτ εμπρός (δια της ισχύος του Μωάμεθ) και έτρεχαν ως οι τετυφλωμένοι χοίροι, χωρίς να βλέπουν έμπροσθέν των.
και:
[Οι Τούρκοι] ώρμησαν ως σμίνος επί του μεγάλου πύργου και εφώναξαν «ορέ ποιος είναι εδώ μέσα» οι δε απεκρίθησαν, «Σουλιώται είναι ορέ τούρκοι με τον Κουτσονίκα, και αν αγαπάτε κοπιάστε». Ακούσαντες δε οι βάρβαροι εφώναξαν «Μετ Μουχαμέτ, επάνω τους» και αμέσως ώρμησαν κατά του πύργου.
δ) Στο δημοτικό τραγούδι Η πολιορκία του Μεσολογγίου, δημοσιευμένο από τον E.Legrand σε δίγλωσση έκδοση, ελληνικά-γαλλικά :
Tous ont juré par Mahomet d’entrer dans Missolongi pour y faire de déluge. Le jour de Noel, avant l’aurore, il ont crié Allah! Allah! Et ont donné l’assaut.
Παρατηρούμε ότι στα δύο πρώτα δείγματα έχουμε ήδη τη φωνητική διαφοροποίηση της επίκλησης στο λαό του Μωάμεθ: Ο Χατζή Σεχρέτης, που ως μουσουλμάνος ξέρει το νόημα της έκφρασης ümmet mohamet, λέει ιμέτι, Μωχαμέτη -για την ακρίβεια, έτσι το καταγράφει ο γραφέας του αναλφάβητου Χατζή Σεχρέτη, αποδίδοντας με το γράμμα ι τον φθόγγο ü, που δεν υπάρχει στην ελληνική. Αντίθετα, ο ανώνυμος Έλληνας δημιουργός, προσπαθώντας να δώσει νόημα στη λέξη ümmet, που δεν είχε περάσει στα ελληνικά, τη μετατρέπει σε «Αμέτη», που της μοιάζει φωνητικά αλλά αποκτά έτσι και κάποιο νόημα, σαν παραλλαγή του γειτονικού «Μωχαμέτη», όπως φαίνεται και στη μετάφραση Ahmet! Mahomet! του Fauriel.
Το παράδειγμα από το τραγούδι για το Μεσολόγγι έχει ιδιαίτερη σημασία για την ετυμολογία της έκφρασης αμέτι μουχαμέτι: Εδώ η επίκληση Λαέ του Μαωάμεθ! παρουσιάζεται ως όρκος που δεσμεύει τους πολιορκητές να επιτύχουν τους στόχους τους. Κάτι ανάλογο βρίσκουμε και στο μεταγενέστερο Τραγούδι του Ξωπατέρα : Οι στίχοι «Σούμπα Αλλάχ» φωνιάζανε κι «Αμέτη Μουχαμέτη» / να πα’ να πχιάσου ν-το μ-παπά, να ησυχάσει η Κρήτη οδηγούν εύκολα στο νόημα: «Εμπρός να συλλάβουμε τον Ξωπατέρα! Αλλιώς, δε θα βρούμε την ησυχία μας.» Και στις δύο περιπτώσεις είναι αισθητή η παράμετρος “πάση θυσία”. Κάτι ανάλογο βρίσκουμε σε δημοσίευμα της εφημερίδας Αιών (1867) για την ανατίναξη του Αρκαδίου, στηριγμένο σε αφήγηση της Χαρίκλειας Δασκαλάκη, που ήταν από τους πολιορκημένους που γλίτωσαν. Εδώ περιγράφεται η εξής σκηνή: Ο Μουσταφάς, περικυκλωμένος υπό των λοιπών πασάδων, ομιλεί, αφρίζει και με το αλβανικόν του πείσμα κραυγάζει. “Αμέτ-Μουαμέτ θα τους κάψουμε!” .
Από τέτοιες εκφράσεις θα πρέπει να προέκυψε η σημασία που πήρε τελικά στη γλώσσα μας το αμέτι μουχαμέτι. Πιθανόν σε κάποιο ενδιάμεσο στάδιο να εσήμαινε είμαι ορκισμένος εχθρός, έχω άχτι , όπως διαφαίνεται στο παρακάτω απόσπασμα από κείμενο του 1859: αλλά ο Γαρδικιότης είναι Αμέτ Μουαμέτ κατά του στραβού, και κατά βεβαιώτητα μας δίδει δεν θα τον αφύση προς ικανοποίησιν αυτού εις Σμύρνην τον στραβόν . Με αυτήν την οπτική το απόσπασμα παίρνει το νόημα: Ο Γαρδικιώτης θα έκανε τα πάντα για να μη μείνει ο στραβός στη Σμύρνη. Στη νέα σημασιοδότηση ίσως να επέδρασε και η επίκληση του ονόματος του Μωάμεθ Μά το Μουχαμέτη! , λόγω της φωνητικής ομοιότητας που έχει με το αμέτι μουχαμέτι, ιδίως όταν το χρησιμοποιούσαν ως όρκο/υπόσχεση, οπότε υπήρχε και νοηματική συνάφεια.
Συνοψίζουμε:
Στα τούρκικα υπάρχει η έκφραση «ümmeti Muhammet» ‘έθνος του Μωάμεθ’, με την οποία οι μουσουλμάνοι αναφέρονται στο σύνολο των ομόθρησκών τους. Κατά την Τουρκοκρατία χρησιμοποιήθηκε και ως πολεμική ιαχή, η οποία ερμηνεύτηκε από τους Έλληνες ως όρκος/δέσμευση για την κατάκτηση της νίκης. Έτσι, πέρασε στα ελληνικά με την έννοια ‘πάση θυσία’ ως «αμέτι μουχαμέτι» - πιθανόν με παρετυμολογική επίδραση από το όνομα Αχμέτ ή από τον όρκο «Μά το Μουχαμέτη!».
Στα τέλη του 19ου αι. και στις αρχές του 20ου ο Παπαδιαμάντης χρησιμοποιεί την έκφραση με τη σημερινή της έννοια, αλλά όχι τη σημερινή μορφή: α) Στο διήγημα Οι χαλασοχώρηδες (1892) γράφει: Αλλά την φοράν ταύτην ο Αλικιάδης είχεν απόφασιν, “Αμέτ Μουαμέτ”, να βάλη τη δουλειά εμπρός. Α! δεν τον εγελούσαν αυτόν με το σήμερα και με το αύριο οι εργολάβοι . β) Στο διήγημα Τα δύο τέρατα (1909) διαβάζουμε: Ο γερο-Μακρής ο Βαβδινός, σεβάσμιος τοκογλύφος, είχε κατέλθει εις τον εκλογικόν αγώνα και το είχεν αμέτ Μωαμέτ, να γίνη δήμαρχος .
Στις αρχές του 20ο αιώνα η χρήση της έκφρασης φαίνεται να έχει γενικευτεί, αφού το 1908 ο Ηπίτης την περιλαμβάνει στο ελληνο-γαλλικό λεξικό του, αλλά με τη σημασία εκ προμελέτης: «αμέτι-μουhαμέτι [δημ.] εκ προμελέτης, avec préméditation, ήρθε αμέτι μουhαμέτι να μαλώση = ήλθεν εκ προμελέτης ίνα ερίση». Στη συνέχεια τη συναντούμε, σε λογοτεχνικά έργα και σε λεξικά, με την έννοια που της δίνουμε σήμερα.
Την ξαναβρίσκουμε πάντως με την παλιά της σημασία σε νεότερα λογοτεχνικά έργα, όπου ο συγγραφέας συνήθως την τοποθετεί στο στόμα μουσουλμάνου: “Αμέτ, Μουαμέτ! Τιμή δε μας απόμεινε! Καλήτερος ο θάνατος!” σκούζαν οι Τουρκοκρητικοί . Κάποτε μάλιστα τη βρίσκουμε με την παλιά και τη νέα σημασία στο ίδιο κείμενο: α) Βλέποντας να κινδυνεύει ο σερασκέρης τους, σπάζουν τις θήκες των γιαταγανιών τους, σημείο πως δεν τη θένε πια τη ζωή, φωνάζοντας: – Αμετ Μωαμέτ! Δε μας απόμεινε πια τιμή, ούλοι να πεθάνουμε! β) Και τονε βάζει οδηγό πάνω σ’ έξη χιλιάδες νοματαίους, που τους προστάζει “Αμέτ Μωχαμέτ” να ξεφωλιάσουν αυτόν τον σατανά . Πολύ ξεκάθαρα φαίνεται το νόημα του όρκου στο απόσπασμα από Το Χρονικό του Μεγάλου Σηκωμού του Θαν. Πετσάλη-Διομήδη: Αλλά και ο Μώρα βαλεσής το ’χε αμέτ-μουαμέτ (όρκο και σταυρό) να μας φάει κι είχε ετοιμάσει το ασκέρι του, για να κάμει το γιουρούσι .
Οι μορφές που πήρε η έκφραση, όπως έδειξε η αναζήτηση στο διαδίκτυο, είναι πολλές, γιατί τα δύο σκέλη της εμφανίζονται σε διάφορες παραλλαγές (3 το πρώτο: αμέτι, αμέτ, αμέτη, και 6 το δεύτερο: μουχαμέτ, μουχαμέτη, μουχαμέτι, μωχαμέτ, μωαμέτ, μουαμέτ), οι οποίες κατά το συνδυασμό τους γράφονται με ή χωρίς ενωτικό μεταξύ τους . Σήμερα στα λεξικά έχει επικρατήσει η γραφή αμέτι μουχαμέτι, η οποία χρησιμοποιείται είτε μόνη της, ανάμεσα σε δύο κόμματα, είτε σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία:
θέλει / ήθελε αμέτι μουχαμέτι + αιτ.
θέλει / ήθελε αμέτι μουχαμέτι να + υποτακτ. αορ. (σπανίως ενεστ.)
το έχει / είχε αμέτι μουχαμέτι να + υποτακτ. αορ.
(το) έχει / είχε βάλει αμέτι μουχμαμέτι να + υποτακτ. αορ.
βάλθηκε / έχει βαλθεί / είχε βαλθεί αμέτι μουχμαμέτι να + υποτακτ. αορ.
ή μόνο αμέτι μουχαμέτι να + υποτακτ. αορ.
Με κάποια από αυτές τις διατυπώσεις τη βρίσκουμε σε δημοσιεύματα του καιρού μας, έντυπα και ηλεκτρονικά . Σποραδικά συναντούμε και παρωχημένες μορφές της . Οι παραπάνω διατυπώσεις χρησιμοποιούνται συνήθως στο τρίτο πρόσωπο, σπανίως στο δεύτερο και σπανιότερα στο πρώτο• στην τελευταία περίπτωση με μια διάθεση αυτοσαρκασμού. Πάντως αυτός που τη χρησιμοποιεί εκφράζει με λαϊκό ύφος αρνητική άποψη για κάποιον αμετάτρεπτο στόχο. Στις περιπτώσεις αυτές το φραστικό της ισοδύναμο είναι ντέ και καλά (με δυνατότερο τόνο στο ντε κατά την εκφορά) .
Βασίλης Ορφανός
Ηράκλειο, 14-2-2011
Τ’ ασκέρι του Βελήπασα πήρε να γονατίση,
’Σ τον ντιν ντουσμάνη* πολεμά τον [sic] πλάτη να γυρίση.
Κι ο Σιλικτάρης* φώναξε• “ιμέτι, Μωχαμέτη,
’Σ τον ντιν ντουσμάνη σήμερα να κάμωμεν γαϊρέτι*.
Να βγούμε μ’ άσπρο πρόσωπον σ’ ετούτο το σεφέρι*,
Απάνω τους να πέσωμεν με το σπαθί ’σ το χέρι.”
Αυτή η κραυγή, που οι Έλληνες θα την είχαν ακούσει ασφαλώς πολλές φορές, διασώζεται σε δημοτικά τραγούδια και σε πεζά κείμενα, όπως:α) Στο τραγούδι για τους Γεωργάκη και Φαρμάκη, δημοσιευμένο από τον Cl. Fauriel το 1825 σε δίγλωσση έκδοση, ελληνικά -γαλλικά :
Ένας πασάς αγνάντευεν πέρα από του Σέκου.
Ψηλήν φωνήν εσήκωσεν• “Αμέτη, Μωαμέτη!”
“Πιάστε τον τόπον δυνατά, ζώστε το μοναστήρι.”
Ο Fauriel μεταφράζει:Mais un pacha était en observation de l’autre côté de Sékos – «Ahmet! Mahomet!» se met-il à crier d’ une voix haute; – emparez-vous bravement des postes; entourez le monastère .
β) Σε επιστολή του Θ. Κολοκοτρώνη Προς την Σ. Διοίκησιν, με ημερομηνία 21 Ιανουαρίου 1827 Δίστομον: […] η έφοδος αύτη των εχθρών […] οίτινες τυφοίς όμμασι, και με το αμέτ μουχαμέτ ώρμησαν κατά των ιδικών μας, μη δειλιάσαντες ολοτελώς τον θάνατον όπου ελάμβανον.
γ) Στη Γενική ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως του Λάμπρου Κουτσονίκα :
[…] αλαλάζοντες δε εφώναζαν οι βάρβαροι μετ Μουχαμέτ εμπρός (δια της ισχύος του Μωάμεθ) και έτρεχαν ως οι τετυφλωμένοι χοίροι, χωρίς να βλέπουν έμπροσθέν των.
και:
[Οι Τούρκοι] ώρμησαν ως σμίνος επί του μεγάλου πύργου και εφώναξαν «ορέ ποιος είναι εδώ μέσα» οι δε απεκρίθησαν, «Σουλιώται είναι ορέ τούρκοι με τον Κουτσονίκα, και αν αγαπάτε κοπιάστε». Ακούσαντες δε οι βάρβαροι εφώναξαν «Μετ Μουχαμέτ, επάνω τους» και αμέσως ώρμησαν κατά του πύργου.
δ) Στο δημοτικό τραγούδι Η πολιορκία του Μεσολογγίου, δημοσιευμένο από τον E.Legrand σε δίγλωσση έκδοση, ελληνικά-γαλλικά :
Όλοι τους ωρκισθήκανε αμέτι Μουχαμέτη,
στο Μεσολόγγι να εμβούν, να κάμουν κιαμέτ*ι .
Ημέρα των Χριστουγεννών προ τού να ξημερώση•
Αλλάχ, Αλλάχ! εφώναξαν, κη έκαμαν το γιουρούσι*•
Και σε μετάφραση του Legrand:Tous ont juré par Mahomet d’entrer dans Missolongi pour y faire de déluge. Le jour de Noel, avant l’aurore, il ont crié Allah! Allah! Et ont donné l’assaut.
Παρατηρούμε ότι στα δύο πρώτα δείγματα έχουμε ήδη τη φωνητική διαφοροποίηση της επίκλησης στο λαό του Μωάμεθ: Ο Χατζή Σεχρέτης, που ως μουσουλμάνος ξέρει το νόημα της έκφρασης ümmet mohamet, λέει ιμέτι, Μωχαμέτη -για την ακρίβεια, έτσι το καταγράφει ο γραφέας του αναλφάβητου Χατζή Σεχρέτη, αποδίδοντας με το γράμμα ι τον φθόγγο ü, που δεν υπάρχει στην ελληνική. Αντίθετα, ο ανώνυμος Έλληνας δημιουργός, προσπαθώντας να δώσει νόημα στη λέξη ümmet, που δεν είχε περάσει στα ελληνικά, τη μετατρέπει σε «Αμέτη», που της μοιάζει φωνητικά αλλά αποκτά έτσι και κάποιο νόημα, σαν παραλλαγή του γειτονικού «Μωχαμέτη», όπως φαίνεται και στη μετάφραση Ahmet! Mahomet! του Fauriel.
Το παράδειγμα από το τραγούδι για το Μεσολόγγι έχει ιδιαίτερη σημασία για την ετυμολογία της έκφρασης αμέτι μουχαμέτι: Εδώ η επίκληση Λαέ του Μαωάμεθ! παρουσιάζεται ως όρκος που δεσμεύει τους πολιορκητές να επιτύχουν τους στόχους τους. Κάτι ανάλογο βρίσκουμε και στο μεταγενέστερο Τραγούδι του Ξωπατέρα : Οι στίχοι «Σούμπα Αλλάχ» φωνιάζανε κι «Αμέτη Μουχαμέτη» / να πα’ να πχιάσου ν-το μ-παπά, να ησυχάσει η Κρήτη οδηγούν εύκολα στο νόημα: «Εμπρός να συλλάβουμε τον Ξωπατέρα! Αλλιώς, δε θα βρούμε την ησυχία μας.» Και στις δύο περιπτώσεις είναι αισθητή η παράμετρος “πάση θυσία”. Κάτι ανάλογο βρίσκουμε σε δημοσίευμα της εφημερίδας Αιών (1867) για την ανατίναξη του Αρκαδίου, στηριγμένο σε αφήγηση της Χαρίκλειας Δασκαλάκη, που ήταν από τους πολιορκημένους που γλίτωσαν. Εδώ περιγράφεται η εξής σκηνή: Ο Μουσταφάς, περικυκλωμένος υπό των λοιπών πασάδων, ομιλεί, αφρίζει και με το αλβανικόν του πείσμα κραυγάζει. “Αμέτ-Μουαμέτ θα τους κάψουμε!” .
Από τέτοιες εκφράσεις θα πρέπει να προέκυψε η σημασία που πήρε τελικά στη γλώσσα μας το αμέτι μουχαμέτι. Πιθανόν σε κάποιο ενδιάμεσο στάδιο να εσήμαινε είμαι ορκισμένος εχθρός, έχω άχτι , όπως διαφαίνεται στο παρακάτω απόσπασμα από κείμενο του 1859: αλλά ο Γαρδικιότης είναι Αμέτ Μουαμέτ κατά του στραβού, και κατά βεβαιώτητα μας δίδει δεν θα τον αφύση προς ικανοποίησιν αυτού εις Σμύρνην τον στραβόν . Με αυτήν την οπτική το απόσπασμα παίρνει το νόημα: Ο Γαρδικιώτης θα έκανε τα πάντα για να μη μείνει ο στραβός στη Σμύρνη. Στη νέα σημασιοδότηση ίσως να επέδρασε και η επίκληση του ονόματος του Μωάμεθ Μά το Μουχαμέτη! , λόγω της φωνητικής ομοιότητας που έχει με το αμέτι μουχαμέτι, ιδίως όταν το χρησιμοποιούσαν ως όρκο/υπόσχεση, οπότε υπήρχε και νοηματική συνάφεια.
Συνοψίζουμε:
Στα τούρκικα υπάρχει η έκφραση «ümmeti Muhammet» ‘έθνος του Μωάμεθ’, με την οποία οι μουσουλμάνοι αναφέρονται στο σύνολο των ομόθρησκών τους. Κατά την Τουρκοκρατία χρησιμοποιήθηκε και ως πολεμική ιαχή, η οποία ερμηνεύτηκε από τους Έλληνες ως όρκος/δέσμευση για την κατάκτηση της νίκης. Έτσι, πέρασε στα ελληνικά με την έννοια ‘πάση θυσία’ ως «αμέτι μουχαμέτι» - πιθανόν με παρετυμολογική επίδραση από το όνομα Αχμέτ ή από τον όρκο «Μά το Μουχαμέτη!».
Στα τέλη του 19ου αι. και στις αρχές του 20ου ο Παπαδιαμάντης χρησιμοποιεί την έκφραση με τη σημερινή της έννοια, αλλά όχι τη σημερινή μορφή: α) Στο διήγημα Οι χαλασοχώρηδες (1892) γράφει: Αλλά την φοράν ταύτην ο Αλικιάδης είχεν απόφασιν, “Αμέτ Μουαμέτ”, να βάλη τη δουλειά εμπρός. Α! δεν τον εγελούσαν αυτόν με το σήμερα και με το αύριο οι εργολάβοι . β) Στο διήγημα Τα δύο τέρατα (1909) διαβάζουμε: Ο γερο-Μακρής ο Βαβδινός, σεβάσμιος τοκογλύφος, είχε κατέλθει εις τον εκλογικόν αγώνα και το είχεν αμέτ Μωαμέτ, να γίνη δήμαρχος .
Στις αρχές του 20ο αιώνα η χρήση της έκφρασης φαίνεται να έχει γενικευτεί, αφού το 1908 ο Ηπίτης την περιλαμβάνει στο ελληνο-γαλλικό λεξικό του, αλλά με τη σημασία εκ προμελέτης: «αμέτι-μουhαμέτι [δημ.] εκ προμελέτης, avec préméditation, ήρθε αμέτι μουhαμέτι να μαλώση = ήλθεν εκ προμελέτης ίνα ερίση». Στη συνέχεια τη συναντούμε, σε λογοτεχνικά έργα και σε λεξικά, με την έννοια που της δίνουμε σήμερα.
Την ξαναβρίσκουμε πάντως με την παλιά της σημασία σε νεότερα λογοτεχνικά έργα, όπου ο συγγραφέας συνήθως την τοποθετεί στο στόμα μουσουλμάνου: “Αμέτ, Μουαμέτ! Τιμή δε μας απόμεινε! Καλήτερος ο θάνατος!” σκούζαν οι Τουρκοκρητικοί . Κάποτε μάλιστα τη βρίσκουμε με την παλιά και τη νέα σημασία στο ίδιο κείμενο: α) Βλέποντας να κινδυνεύει ο σερασκέρης τους, σπάζουν τις θήκες των γιαταγανιών τους, σημείο πως δεν τη θένε πια τη ζωή, φωνάζοντας: – Αμετ Μωαμέτ! Δε μας απόμεινε πια τιμή, ούλοι να πεθάνουμε! β) Και τονε βάζει οδηγό πάνω σ’ έξη χιλιάδες νοματαίους, που τους προστάζει “Αμέτ Μωχαμέτ” να ξεφωλιάσουν αυτόν τον σατανά . Πολύ ξεκάθαρα φαίνεται το νόημα του όρκου στο απόσπασμα από Το Χρονικό του Μεγάλου Σηκωμού του Θαν. Πετσάλη-Διομήδη: Αλλά και ο Μώρα βαλεσής το ’χε αμέτ-μουαμέτ (όρκο και σταυρό) να μας φάει κι είχε ετοιμάσει το ασκέρι του, για να κάμει το γιουρούσι .
Οι μορφές που πήρε η έκφραση, όπως έδειξε η αναζήτηση στο διαδίκτυο, είναι πολλές, γιατί τα δύο σκέλη της εμφανίζονται σε διάφορες παραλλαγές (3 το πρώτο: αμέτι, αμέτ, αμέτη, και 6 το δεύτερο: μουχαμέτ, μουχαμέτη, μουχαμέτι, μωχαμέτ, μωαμέτ, μουαμέτ), οι οποίες κατά το συνδυασμό τους γράφονται με ή χωρίς ενωτικό μεταξύ τους . Σήμερα στα λεξικά έχει επικρατήσει η γραφή αμέτι μουχαμέτι, η οποία χρησιμοποιείται είτε μόνη της, ανάμεσα σε δύο κόμματα, είτε σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία:
θέλει / ήθελε αμέτι μουχαμέτι + αιτ.
θέλει / ήθελε αμέτι μουχαμέτι να + υποτακτ. αορ. (σπανίως ενεστ.)
το έχει / είχε αμέτι μουχαμέτι να + υποτακτ. αορ.
(το) έχει / είχε βάλει αμέτι μουχμαμέτι να + υποτακτ. αορ.
βάλθηκε / έχει βαλθεί / είχε βαλθεί αμέτι μουχμαμέτι να + υποτακτ. αορ.
ή μόνο αμέτι μουχαμέτι να + υποτακτ. αορ.
Με κάποια από αυτές τις διατυπώσεις τη βρίσκουμε σε δημοσιεύματα του καιρού μας, έντυπα και ηλεκτρονικά . Σποραδικά συναντούμε και παρωχημένες μορφές της . Οι παραπάνω διατυπώσεις χρησιμοποιούνται συνήθως στο τρίτο πρόσωπο, σπανίως στο δεύτερο και σπανιότερα στο πρώτο• στην τελευταία περίπτωση με μια διάθεση αυτοσαρκασμού. Πάντως αυτός που τη χρησιμοποιεί εκφράζει με λαϊκό ύφος αρνητική άποψη για κάποιον αμετάτρεπτο στόχο. Στις περιπτώσεις αυτές το φραστικό της ισοδύναμο είναι ντέ και καλά (με δυνατότερο τόνο στο ντε κατά την εκφορά) .
Βασίλης Ορφανός
Ηράκλειο, 14-2-2011
Μικρό γλωσσάριο
(Η σημασία των λέξεων τουρκικής προέλευσης δίνεται με βάση το Λεξιλόγιον ελληνικών λέξεων παραγομένων εκ της τουρκικής του Κ. Κουκκίδη (Αθήνα 1960), εκτός αν σημειώνεται άλλη πηγή)
γαϊρέτι, το = ζήλος, προσπάθεια, αντοχή, εγκαρτέρησις [< kayret]
γιουρούσι, το = έφοδος [< yürüyüş]
Γιόφυρο = τοποθεσία δυτικά έξω από το Ηράκλειο.
γκιδέρι (κεντέρι), το = θλίψη, λύπη [< keder]
κιαμέτιμ (κϊαμέτι), το = μεγάλη ταραχή, χαλασμός [< kıyamet (Παπαγρηγοράκης Ιδομ., Συλλογή ξενογλώσσων λέξεων της ομιλουμένης εκ Κρήτη. Χανιά 1952. σ. 91)]
μερχαμέτι, το = οίκτος, ευσπλαχνία [< merhamet]
μπεγίρι, το = άλογο [< beyir]
Μπόλι, στην Μπόλι = στην Πόλη
ντιν ντουσουμάνης, ο = άπιστος [< din düşmanı : εχθρός της πίστης. Faruk Tuncay-Λεων. Καρατζάς, Τουρκοελληνικό λεξικό, Κέντρο Ανατολικών Γλωσσών και Πολιτισμού, Αθήνα 2000, σ. 180]
ντουβλέτι (ντοβλέτι), το = κυβέρνηση, κράτος, βασίλειο, αυτοκρατορία [< devlet]
σεφέρι, το = πόλεμος, εκστρατεία / φορά [< sefer]
σικλέτη (σικλέτι, σεκλέτι), το = θλίψη, μελαγχολία [< sıklet]
Σιλικτάρης (σιλιχτάρης), ο = υπασπιστής [< silâhdar]
Σουβαρής (σουβαρής ), ο = έφιππος, (αγγελιαφόρος) [< süvari] Σούμπα Αλλάχ, έκφρ. = Δόξα στον Αλλάχ [< τουρκ. Subhan Allah, από τα αραβ., Ιωάν. Χλωρός, Τουρκο-ελληνικόν λεξικόν, Τόμ. 1, Κων/πολη 1899, σ. 890]
τσαρσί, το = αγορά [< çarşi]
τσίτωσε, τσιτώνω (κρητ.) = καρφώνω/τσιμπώ [< τσίτα, η = μυτερό κομμάτι από ξύλο ή καλάμι < çit (چته : στενή λωρίς ξύλου, δι’ ης καρφώνουσι τα άκρα τάπητος του δωματίου, κ. τσίτα. Χλωρός, ό.π., σ. 653)]
φέτι, το = άλωση, κυρίευση, καθυπόταξη [< fetih]
Φράντζα, η = Γαλλία
ΠΗΓΗ
Αναδημοσίευση από το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου
Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία
https://sarantakos.wordpress.com/2011/02/21/ametibasorf/
(Η σημασία των λέξεων τουρκικής προέλευσης δίνεται με βάση το Λεξιλόγιον ελληνικών λέξεων παραγομένων εκ της τουρκικής του Κ. Κουκκίδη (Αθήνα 1960), εκτός αν σημειώνεται άλλη πηγή)
γαϊρέτι, το = ζήλος, προσπάθεια, αντοχή, εγκαρτέρησις [< kayret]
γιουρούσι, το = έφοδος [< yürüyüş]
Γιόφυρο = τοποθεσία δυτικά έξω από το Ηράκλειο.
γκιδέρι (κεντέρι), το = θλίψη, λύπη [< keder]
κιαμέτιμ (κϊαμέτι), το = μεγάλη ταραχή, χαλασμός [< kıyamet (Παπαγρηγοράκης Ιδομ., Συλλογή ξενογλώσσων λέξεων της ομιλουμένης εκ Κρήτη. Χανιά 1952. σ. 91)]
μερχαμέτι, το = οίκτος, ευσπλαχνία [< merhamet]
μπεγίρι, το = άλογο [< beyir]
Μπόλι, στην Μπόλι = στην Πόλη
ντιν ντουσουμάνης, ο = άπιστος [< din düşmanı : εχθρός της πίστης. Faruk Tuncay-Λεων. Καρατζάς, Τουρκοελληνικό λεξικό, Κέντρο Ανατολικών Γλωσσών και Πολιτισμού, Αθήνα 2000, σ. 180]
ντουβλέτι (ντοβλέτι), το = κυβέρνηση, κράτος, βασίλειο, αυτοκρατορία [< devlet]
σεφέρι, το = πόλεμος, εκστρατεία / φορά [< sefer]
σικλέτη (σικλέτι, σεκλέτι), το = θλίψη, μελαγχολία [< sıklet]
Σιλικτάρης (σιλιχτάρης), ο = υπασπιστής [< silâhdar]
Σουβαρής (σουβαρής ), ο = έφιππος, (αγγελιαφόρος) [< süvari] Σούμπα Αλλάχ, έκφρ. = Δόξα στον Αλλάχ [< τουρκ. Subhan Allah, από τα αραβ., Ιωάν. Χλωρός, Τουρκο-ελληνικόν λεξικόν, Τόμ. 1, Κων/πολη 1899, σ. 890]
τσαρσί, το = αγορά [< çarşi]
τσίτωσε, τσιτώνω (κρητ.) = καρφώνω/τσιμπώ [< τσίτα, η = μυτερό κομμάτι από ξύλο ή καλάμι < çit (چته : στενή λωρίς ξύλου, δι’ ης καρφώνουσι τα άκρα τάπητος του δωματίου, κ. τσίτα. Χλωρός, ό.π., σ. 653)]
φέτι, το = άλωση, κυρίευση, καθυπόταξη [< fetih]
Φράντζα, η = Γαλλία
ΠΗΓΗ
Αναδημοσίευση από το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου
Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία
https://sarantakos.wordpress.com/2011/02/21/ametibasorf/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Μην πυροβολείτε ασκόπως