4 Σεπτεμβρίου 2016

ΑΒΕΑ Ανώνυμος Βιομηχανική Εταιρία Ανατολή

Η ίδρυση της ΑΒΕΑ στα τέλη του 19ου αιώνα (1889), αποτέλεσε ορόσημο για τον εκσυγχρονισμό της οικονομικής ζωής του τόπου, καθώς αποτέλεσε την πρώτη βιομηχανία του είδους της στην Ελλάδα και μια από τις μεγαλύτερες στη Μεσόγειο.
Στην Κρήτη το 18ο αιώνα το λάδι αποτελούσε το βασικό εξαγώγιμο προϊόν. Έτσι, η ΑΒΕΑ διαμόρφωσε μια ανεξάρτητη οικονομία στο νησί, στηρίζοντας τον αγροτικό τομέα, αφού συνδέθηκε με το ελαιόλαδο, το κυριότερο αγροτικό προϊόν της περιοχής και παρείχε απασχόληση σε μεγάλο αριθμό κατοίκων της πόλης. Ο Νομός Χανίων λόγω των πολιτικών και κοινωνικών συνθηκών στα τέλη του 18ου και κατά τον 19ο αιώνα ήταν πολύ δύσκολο να επωφεληθεί από τη βιομηχανική επανάσταση των ευρωπαϊκών χωρών, καθώς την περίοδο αυτή βρισκόταν υπό Οθωμανική κατοχή, δεν υπήρχε άνθρακας για να χρησιμοποιηθεί σαν καύσιμο στη Κρήτη, ενώ απουσίαζε και η επιχειρηματικότητα. Κατά τη διάρκεια της πολύχρονης ιστορίας της, που εκτείνεται σε τρεις αιώνες, η ΑΒΕΑ πέρασε πολλές δυσκολίες και γνώρισε δυο παγκόσμιους πολέμους και διάφορες οικονομικές υφέσεις. Αρκετές επίσης φορές η ΑΒΕΑ άλλαξε το ιδιοκτησιακό της καθεστώς. Παρόλα αυτά, το εργοστάσιο της ΑΒΕΑ διένυσε τη δική του ιστορία στο πέρασμα του χρόνου, αφήνοντας το αποτύπωμά του στην κοινωνική και οικονομική ζωή της πόλης των Χανίων, αλλά και του νησιού και της χώρας γενικότερα. Η μελέτη της βιομηχανικής ιστορίας και της βιομηχανικής κληρονομιάς έχει ιδιαίτερη σημασία για περιοχές όπως η Κρήτη, όπου η βιομηχανική ανάπτυξη έγινε πολύ αργότερα σε σχέση με άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. 
Ελαιογραφία  Jules Deiss
Το εργοστάσιο ιδρύθηκε το 1889 δίπλα στο Εβραϊκό κοιμητήριο από τον Jules Deiss (Ιούλιο Δέις), ένα πρωτοπόρο Γάλλο χημικό που είχε καταφέρει να απομυζεί το λάδι από τους πυρήνες του συνθλιμμένου ελαιόκαρπου, το οποίο επεξεργαζόταν. Ο ίδιος είχε δημιουργήσει ένα όμοιο εργοστάσιο στην Τυνησία και εξήγαγε το πυρηνέλαιο στη Γαλλία, για την παραγωγή σαπουνιού τύπου Μασαλίας. Η ιστορία της ΑΒΕΑ ξεκίνησε το 1889. Τότε, ο γάλλος χημικός Jules Deiss (Ιούλιο Δέις), μετά από την ευρεσιτεχνία του στο Ίδρυμα Παστέρ του Παρισίου, είχε καταφέρει να απομυζεί το λάδι από τους πυρήνες του συνθλιμμένου ελαιόκαρπου, το οποίο επεξεργαζόταν,  ίδρυσε την εταιρεία και το εργοστάσιο στην περιοχή της Νέας Χώρας έξω από τα τείχη της πόλης δίπλα στο Εβραϊκό νεκροταφείο. Ο ίδιος είχε δημιουργήσει εργοστάσιο με ίδιους σκοπούς στην Τυνησία. Το εργοστάσιο σε πρώτο στάδιο παρήγαγε πυρηνέλαιο και επεξεργαζότανε τον ελαιοπυρήνα. Το πυρηνέλαιο μάλιστα εξαγόταν στη Γαλλία, με σκοπό την παραγωγή σαπουνιού τύπου Μασσαλίας. Η ειρήνη και σχετική σταθερότητα που ακολούθησε τη σύμβαση της Χαλέπας σε συνδυασμό με την πλούσια ελαιοπαραγωγή του νησιού, ήταν οι παράγοντες που παρακίνησαν τον άνθρωπο αυτό να προβεί στη σημαντική αυτή για την εποχή εκείνη “επένδυση”. 
Το 1878 ιδρύθηκε το ημιαυτόνομο καθεστώς της Κρήτης και για πρώτη φορά η Κρητικοί χριστιανοί είχαν σχεδόν ίδια δικαιώματα με τους μουσουλμάνους. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι να εγκατασταθούν στα Χανιά αρκετοί Ευρωπαίοι υπήκοοι που ασχολούνταν κυρίως με το εμπόριο και τη βιομηχανία. 
Το 1894, το εργοστάσιο αγοράζεται από την εταιρία Sahel Tunisien.
Το 1889.για την εξυπηρέτησή του θα γίνει το πρώτο ρήγμα στα τείχη, στη περιοχή της πύλης του San Salvatore,  αυτό προβλεπόταν από την άδεια οικοδόμησης που έδωσε το “Γενικόν Διοικητικόν Συμβούλιον Κρήτης”. Στην αρχική του φάση, το εργοστάσιο περιελάμβανε το ελαιουργείο, το εκχυλιστήριο, τις δεξαμενές, το ξηραντήριο, το θερμαστήριο και το σιδηρουργείο. 
Το 1916, τρία χρόνια μετά την Ένωση με την Ελλάδα, το εργοστάσιο αγοράζεται από πέντε Χανιώτες επιχειρηματίες (Πέτρος Μαρκαντωνάκης, Γεώργιος Κασιμάτης, Κωνσταντίνος Μανουσάκης, Ιωάννης και Κυριάκος Ναξάκης), που δημιουργούν ομόρρυθμη εμπορική εταιρία με την ονομασία Ανώνυμος Βιομηχανική Εταιρία “Ανατολή” (ΑΒΕΑ). 
Από το 1918, άρχισαν να κατασκευάζονται το σαπωνοποιείο, το συσκευαστήριο και το κτήριο των γραφείων, η “οικία”. 
Το 1935 γίνονται εκτεταμένες εργασίες ανακατασκευών και το εργοστάσιο λειτουργεί με μεγάλη επιτυχία μέχρι τον πόλεμο, οπότε υφίσταται σημαντικές καταστροφές από τους βομβαρδισμούς. Μεταπολεμικά οι ζημιές αποκαταστάθηκαν. 
Το 1951 το 50% των μετοχών αγοράζεται από την Ένωση Γεωργικών Συνεταιρισμών Χανίων και Ρεθύμνου και το 45% από την Ελαιουργική και 10 συνεταιρισμούς της περιοχής Χανίων.
Το 1955, το θερμαστήριο τροποποιείται για να δεχτεί νέο μηχανολογικό εξοπλισμό, ενώ δημιουργήθηκε και μονάδα παραγωγής ζωοτροφών από την ψίχα του πυρηνόξυλου. 
Το  1994 μετεγκατάσταση και εκσυγχρονισμός του πυρηνελαιουργείου και του σαπωνοποιείου της εταιρίας στο Δήμο Κεραμειών του Νομού Χανίων. 
Το 2004 πραγματοποιείται η μετεγκατάσταση και ο εκσυγχρονισμός του τυποποιητηρίου λαδιών, του τμήματος παραλαβής ελαιολάδου και των γραφείων διοίκησης στη θέση Αγροκήπιο του Δήμου Ελευθερίου Βενιζέλου Νομού Χανίων, καθώς και η μετεγκατάσταση του σαπωνοποιείου και της ραφιναρίας λαδιών στο Δήμο Κεραμειών. Μετά τη μεταφορά του εργοστασίου στη νέα του θέση, η εταιρία συνεχίζει να παράγει ντόπιο σαπούνι, συσκευασμένο ελαιόλαδο και αρκετά ακόμα προϊόντα, στηρίζοντας την τοπική οικονομία. Κρίμα όμως που χάθηκε η ευκαιρία για μια πιο έξυπνη διαμόρφωση, που θα διέσωζε περισσότερα στοιχεία χωρίς να ελαττωθεί η οικονομική αξία ακινήτου του παλαιού εργοστασίου, αξιοποιώντας επ’ ωφελεία όλων έναν ιδιαίτερο ατμοσφαιρικό χώρο.
Το 2011 μια καταστρέφει ολοσχερώς το εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο στη Νέα Χώρα Χανίων, και μαζί με αυτό και ένα κεφάλαιο βιομηχανικής ιστορίας και κληρονομιάς της Κρήτης και της Ελλάδας. 
Το   2014 το 51% των μετοχών της μεταβιβάζεται στη Συνεταιριστική Τράπεζα Χανίων.

ΠΗΓΗ
Αναδημοσίευση αποσπασμάτων

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μην πυροβολείτε ασκόπως