ωσάν τον καπετάν Ηρακλή,
τον γιο του Νικολάκη..
Νέος είναι στο πρόσωπο
μ' άχει γερόντου γνώσιν,
το ζήτημα όπου ζητά,
ο Θιός να του τ' αξιώση..
Το ζήτημα όπου ζητά
όλοι το πεθυμούμεν,
Την Κρήτη, την πατρίδα μας,
Ένα από τα όμορφα αμπελοχώρια του
Μαλεβιζίου, το Κεραμούτσι, σε όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας ήταν χωριό με
συμπαγή μουσουλμανικό πληθυσμό. Δυο μόνο οικογένειες χριστιανικές αναφέρονται
στις αρχές του 19ου αι. και μόλις δώδεκα στην επίσημη απογραφή του Ν. Σταυράκη
το 1881. Μία από αυτές ήταν των Κόκκινων, που είχαν έρθει από την Κράνα του
Μυλοποτάμου πιθανόν στα τέλη του 18ου αιώνα.
Από την Κράνα ή το Κεραμούτσι, οι
Κόκκινοι είχαν να επιδείξουν σε όλη τη διάρκεια του 19ου αι. αυτό που οι
σύγχρονοι ερευνητές ονομάζουν ιστορικές συνέχειες, μικρής και μεγάλης
διάρκειας: Πρώτη, που αξίζει να σημειωθεί είναι αυτή της συνύπαρξης των
Κόκκινων και των τουρκοκρητών συγχωριανών τους, των συνθηκών συνύπαρξης με άλλα
λόγια μεταξύ των δύο εθνικών στοιχείων του νησιού: του μουσουλμανικού και του
χριστιανικού.
Ο κύρης του΄χενε μισό χωριό στο
Κεραμούτσι
Τ' άλλο μισό ωρίζανε σαφή εξήντα Τούρκοι.
Όταν ο έφηβος Νικόλαος, επέστρεφε
μπαρουτοκαπνισμένος από την μόλις απελευθερωμένη Ελλάδα, ως Κοκκινίδης, έβρισκε
την ιδιαίτερη πατρίδα του, κατεστραμμένη από τη συμμετοχή της στην Επανάσταση
του 1821, αλλά και την προσωπική, οικογενειακή περιουσία δημευμένη, από τις
οθωμανικές αρχές, λόγω της αγωνιστικής του δράσης. Δεν το έβαλε όμως κάτω.
Εργαζόμενος σκληρά, μέσα στο όποιο πλαίσιο ελευθερίας παρείχε το νέο καθεστώς
της αιγυπτιοκρατίας στο νησί, κατάφερε να δημιουργήσει εκ νέου μία σημαντική
περιουσία και να αποκτήσει το σεβασμό των συγχωριανών του τουρκοκρητικών.
Στο εκτενέστερο από τα ποιήματα
που συνέθεσε η λαϊκή μούσα για να τραγουδήσει τα επικά κατορθώματα του Ηρακλή
Κοκκινίδη, σώζεται ένας εξαιρετικά ενδιαφέρον δραματικός διάλογος ανάμεσα σε
ένα Κεραμουτζιανό Τουρκοκρήτα αγά και τον καπετάν Ηρακλή:
Οι Τούρκοι είχανε γνωριμιά 'ς
στον Ηρακλή περίσση
Κ' επρόβαλε ένας χωριανός Τούρκος
να του μιλήση.
Γιατ' Ηρακλή μας πολεμάς και μας
σκοτώνεις γιάντα,
Που τρώγαμεν κ' επίναμεν ωσάν
τ'αδέλφια πάντα;
Δεν μας αφίνεις 'ς το χωριό να
κάτσωμεν, Ηράκλη
Απού σ' αποξανοίγαμε οι Τούρκοι
βάκλη βάκλη,
Άφη μας εις τα σπήθια μας κι' ας μην έχουν και πόρτα
σύ, θα είσ'
αφέντης μας κ' εδά, καθώς και πρώτα...
Οι Τουρκοκρητικοί της περιοχής
του Γαζανού κάμπου και όχι μόνο, τιμούσαν ως αφέντες τους Κοκκινίδηδες, και σε
καιρό ειρήνης και στον πόλεμο. Κι αυτοί, οι Κόκκινοι, που αναθράφηκαν μαζί
τους, ήξεραν να συμβιώνουν μαζί τους σε καιρό ειρήνης και να τους προστατεύουν
μάλιστα κάποιες φορές, αλλ' όταν οι χριστιανοί της Κρήτης ξεσηκώνονταν για τη
λευτεριά, για τους Κόκκινους, δεν υπήρχε άλλη επιλογή:
Καιρός δεν είνε να ζητώ εδά
αφεντηλίκι
Γυρεύγω, είπ' ο Ηρακλής, γη
θάνατο, γη νίκη...
Στον αγώνα τους αυτό για την
τελική νίκη, θα μπορούσαν να συμμετάσχουν και οι Τουρκοκρητικοί, αλλά στο
πλευρό των χριστιανών αδελφών τους, αν ήθελαν πραγματικά την ελευθερία και την
αδελφοσύνη. Η πρόταση του Ηρακλή ήταν ξεκάθαρη και όπως ο χαρακτήρας του,
παράτολμη, επαναστατική, σε κοινωνικό, αλλά και σε πολιτικό και εθνικό επίπεδο:
...Ως πότε μπλιό ο Κρητικός, αγά
μου, θ'ανιμένη
Ίδρω και αίμα πίνουνε 'πο μας καί
Τούρκους ξένοι,
Μαζή να θυσιάσωμε, σα θες, αίμα
και πλούτο,
Ώστε να φύγη η Τουρκιά από τον
τόπο τούτο,
Σαν ελευθερωθούμενε πολλά καλά θα
ίδης,
Και κάθε δόσιμο θα ιδής για ίντα
θα το δίδης,
Ετότες θα γενούμενε ωσάν αδέλφια
φίλοι,
Και θα μιλούμε ο γεις τ'αλλού με
παστρεικόν αχείλι
Σκέψου καλά και μέτρησε τα λόγια
μου, αγά μου,
Κ' αν θες, έλα να πολεμάς, ξένους
Τούρκους κοντά μου,
Ώστε να φύγη η Τουρκιά από τον
τόπο τούτο...
Οι μουτισμένοι όμως κρητικοί δεν
θα τολμήσουν να πάνε κόντρα στο Ντοβλέτι.
Υποταγμένοι στο κισμέτι τους, όχι μόνο δεν συνεργάζονται με τους χριστιανούς συμπατριώτες τους για να αποτινάξουν τα δεσμά κάθε ξένου κυρίαρχου και να γίνουν αυτοί κύριοι του τόπου τους, αλλά γίνονται οι σκληρότεροι πολέμιοί των χριστιανών στον αγώνα τους για τη λευτεριά.
Υποταγμένοι στο κισμέτι τους, όχι μόνο δεν συνεργάζονται με τους χριστιανούς συμπατριώτες τους για να αποτινάξουν τα δεσμά κάθε ξένου κυρίαρχου και να γίνουν αυτοί κύριοι του τόπου τους, αλλά γίνονται οι σκληρότεροι πολέμιοί των χριστιανών στον αγώνα τους για τη λευτεριά.
Αντίθετα, οι Κόκκινοι ήταν
παρόντες σε όλους τους αγώνες, σε όλες τις επαναστάσεις του 19ου αιώνα, του
1821, του 1842, του 1858, του 1866-69, το αποκορύφωμα της εθελοθυσίας, αλλά και
του 1878 και 1896-98. Και αυτή είναι η δεύτερη συνέχεια στην ιστορική διαδρομή
της οικογένειας Κοκκινήδη. Την ανατροφή, την μύηση στην αξία των αγαθών της
ελευθερίας και της δικαιοσύνης, την είχε δώσει ο πατέρας Νικόλαος.
Έγραφε στον επικήδειο του θανάτου
του, τον Ιανουάριο του 1887, ο καθηγητής και ιδρυτής του Λυκείου ο Κοραής,
Ιωάννης Περδικάρης: Το όνομα του γέροντος Κοκκινίδου είνε αρρήκτως συνδεδεμένον
προς την δόξαν του νέου Ηρακλέους ...Η μεγάλη προς την πατρίδα αγάπη και η εθελοθυσία
του γέροντος εμόρφωσε την καρδία του νέου, η δε αίγλη ήτις τοσούτον ενωρίς
περιέβαλε το μέτωπον του νέου, αντανακλά και επί του πατρός το μέτωπον...
Στη μεγάλη Κρητική Επανάσταση του
1866, συμμετείχαν όλοι οι Κόκκινοι, οι δυο γιοί, Μανώλης και Ηρακλής, ο γαμπρός
Μιχάλης Καλυτεράκης, και ο ίδιος ο γενάρχης, ο πατέρας Νικόλαος. Και η
συμμετοχή τους φτάνει στο μέγιστο σημείο προσφοράς, στη θυσία, στο μαρτυρικό
θάνατο του γενναιότερου όλων, του Ηρακλή.
Ο νεαρός Μαλεβιζιώτης οπλαρχηγός,
έχοντας πάρει το βάπτισμα της φωτιάς σε ηλικία μόλις 16 ετών στην εξέγερση του
1858, μετείχε ενεργά στην προετοιμασία, στην οργάνωση και τη διεξαγωγή της
Επανάστασης του '66. Ως εκλεγμένος αντιπρόσωπος Μαλεβιζίου, έδωσε το
"παρών" σε όλες τις κρίσιμες συνελεύσεις των Επαναστατών: στον Άγιο
Γεώργιο Γοργολαΐνη, στον Άγιο Μύρωνα, άλλά και στα Μπουτσουνάρια και στον
Καλλικράτη Σφακίων. Στην συνέλευση του Άγιου Μύρωνα, τον Αύγουστο του 1866,
παρουσία του καπετάν Μιχάλη Κόρακα και όλων των οπλαρχηγών, αποφασίζεται μεταξύ
των άλλων και η συγκρότηση του Ιερού Λόχου με 400 αγωνιστές και αρχηγό
Μαλεβιζίου και Τεμένους τον Παύλο Ντεντιδάκη. Υπαρχηγός και πρωτοπαλίκαρό του
ήταν ο Ηρακλής Κοκκινίδης. Μάχη στο Γοργολαΐνη, στον Σερβιλή, στα σύνορα με τον
Μυλοπόταμο για την ανάσχεση του Ρεσίτ Πασά που κατεθυνόταν στο Αρκάδι και η
φονική μάχη μεταξύ Αστυρακίου και Καμαριώτη, στις 15 και 16 Ιανουαρίου 1867,
που στοίχισε τη ζωή σε 16 αγωνιστές, ενώ σε αυτή τραυματίστηκε θανάσιμα και ο
Αρχηγός Παύλος Ντεντιδάκης. Λίγο πριν πεθάνει, πρόλαβε και όρισε ως διάδοχό
του, Αρχηγό Μαλεβιζίου και Τεμένους, το πρώτο από τα παλληκάρια του, τον Ηρακλή
Κοκκινίδη.
Η ψυχή του Παύλου Ντεντιδάκη
βρήκε δικαίωση στη διάκριση του διαδόχου του Ηρακλή κατά την πολυήμερη μάχη στο
Οροπέδιο του Λασιθίου. Η στρατηγική του ευφυΐα, η ορμή και ο ηρωϊσμός του
ξεπέρασαν σε ελάχιστο χρόνο και τα σύνορα της Κρήτης και προκάλεσαν ρίγη
συγκίνησης και πατριωτικού ενθουσιασμού σε όλη την Ελλάδα:
Αυτός ο περιβόητος που μπάλα δεν
τρομάζει
Οι Τούρκοι λέν' του Κόρακα στην
ανδρειά πως μοιάζει
Ηράκλης ονομάζεται και Ηράκλ'
έχει χάρη
Μασεί και σπα τα σίδερα, σαν
άγριο λιοντάρι...
Η συνεχής και παράτολμη
δραστηριότητα στοίχισε στον Ηρακλή τουλάχιστον τέσσερις τραυματισμούς.
Σοβαρότερος ήταν ο τραυματισμός στο στήθος, στις 6 Νοεμβρίου 1867, κατά την
επίθεση που πραγματοποίησε στον Άγιο Μύρωνα για να εκδιώξει τους Τούρκους από
την Πυργού. Αρχικά νοσηλεύτηκε στο μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα, αλλά στη
συνέχεια οι φίλοι του τον μετέφεραν στην Αθήνα, για να αποθεραπευτεί. Ανήσυχος
για την κατάσταση που επικρατούσε στην πατρίδα του, δεν θα περιμένει να
αναρρώσει πλήρως, και στις 17 Φερβουαρίου, με το ατμόπλοιο «Κρήτη»,
αποβιβάζεται στο Φόδελε, πατώντας ξανά τη γενέθλια γη και συνεχίζοντας με τη
χαρακτηριστική του ορμή την αγωνιστική δράση στην ευρύτερη περιοχή του
Μαλεβιζίου. Σε μία από τις γνωστές του παράτολμες επιθέσεις, στις 2 Μαρτίου
1868, εναντίον του πολυάριθμου τουρκικού στρατού στο Γάζι, στη θέση Βαγιδάκια
(πάνω από 2.000 ήταν οι Τούρκοι, μόλις 150 ήταν τα παλληκάρια του Ηρακλή), θα
βρει μαρτυρικό θάνατο:
Ετότες...ο Ηρακλής ατρόμητος πάει
απάνω κάτω,
Το ύστερό του ήτανε εκείνο το
Σαββάτο.
Με τη φοράδα έκανε απόπειρα
μεγάλη,
Μια σφαίρα τον εχτύπησε ανάμεσα
στο φάλι,
Πού τη φοράδα έπεσε πάνω στη γη,
στην ξέρα,
Ο θάνατός του ήτανε εκείνη την
ημέρα...
Ο μαρτυρικός θάνατος του Ηρακλή,
δε λύγισε το αγωνιστικό φρόνημα της οικογένειας. Ο γαμπρός Μιχάλης Καλημεράκης
ορίζεται διάδοχος του ως αρχηγός Μαλεβιζίου και Τεμένους, έχοντας δίπλα του τον
κουνιάδο του Μανόλη, ενώ ο πατέρας Νικόλαος, συμμετέχει, παρά το προχωρημένο
της ηλικίας του, στην ομάδα του καπετάν Κόρακα. Η προσφορά της οικογένειας
συνεχίζεται και στους επόμενους ξεσηκωμούς της Κρήτης μέχρι την απελευθέρωση
και την αποχώρηση και του τελευταίου Τούρκου στρατιώτη από το νησί, το
φθινόπωρο του 1898.
Αυτή η προσφορά της οικογένειας
δεν περιοριζόταν στη δυναμική και αποφασιστική συμμετοχή όλων των μελών της
στις επαναστάσεις του γένους, αλλά περιελάμβανε και την οικονομική ενίσχυση από
την προσωπική, οικογενειακή τους περιουσία.
Η μεγάλη περιουσία, που είχε
δημιουργήσει ο πατέρας Νικόλαος, μετά τον επιστροφή του από την επαναστατημένη
Ελλάδα του '21, αναλώνεται στην οικονομική στήριξη των αγώνων των Κρητών για
την ελευθερία, στην οικονομική στήριξη της ομάδας του καπετάν Μιχάλη Κόρακα και
της επαναστατικής ομάδας που είχε επικεφαλής τον Ηρακλή:
Μη φοβάστε, μωρέ, έλεγε στα
παλληκάρια του ο Ηρακλής, και το κεμέρι μου είναι ακόμη γεμάτο.
Δεν είμεθα μεις νταρκαούκηδες. Έχομε να αγοράσουμε και τουφέκια και φυσέκια κ' άλευρα. Κι αν δεν έχωμε, έχουνε οι Τούρκοι και κατέχουμε πώς να τα πάρουμε...
Δεν περίμενε λοιπόν τα βαπόρια
που έφερναν, όταν και όποτε έφερναν, τη βοήθεια από την Ελλάδα στην Αγία
Πελαγία και στο Μπαλί, για να τρέξει και να πάρει το μερίδιο που του αναλογούσε
για τα παλληκάρια του, σε πολεμοφόδια και τρόφιμα. Τα άφηνε για άλλους, που τα
είχαν περισσότερο ανάγκη. Και φρόντιζε ο ίδιος από το κεμέρι του πατέρα του,
που το 'χε κρυμμένο σε μια κουφαλοελία στου Γούμενου το Λιόφυτο ή κάπου αλλού,
φρόντιζε, δαπανώντας την οικογενειακή του περιουσία, να εξοπλίζει και να
συντηρεί τα παλληκάρια του.
Αυτή, την περήφανη, ανιδιοτελή
και γενναιόδωρη προσφορά προς την πατρίδα, θα δείξει και μπροστά στο βασιλιά
Γεώργιο και τη βασίλισσα Όλγα, αλλά και στα μέλη της Κεντρικής Υπέρ των Κρητών
Επιτροπής της Αθήνας, που ζήτησαν και συναντήθηκαν μαζί του, κατά τη διάρκεια
της νοσηλείας του στην Αθήνα, τον χειμώνα του '67-68. Δεν ζήτησε και δεν
δέχτηκε, όπως σώζουν οι πηγές, ούτε τις τρεις καινούργιες, τσόχινες φορεσιές για
τα παλληκάρια που τον συνόδευαν, δώρο από τα μέλη της Επιτροπής:
Να τωσέ πείτε πως έχω εγώ για να
ντύνω τα παλληκάρια μου. Το μόνο που ζητώ είνε να στείλουν χωρίς καθυστέρηση
φυσέκια, ντουφέκια, φάρμακα και αλεύρι, σε αυτούς που πολεμούνε...
Περηφάνια και ανιδιοτέλεια και
στην προσφορά οικονομικών μέσων προς την πατρίδα.
Κι όλα αυτά, όλες αυτές οι θυσίες
των Κόκκινων, των κάθε Κόκκινων, των αγωνιστών της Κρήτης, επώνυμων και
ανώνυμων, γίνονταν για ένα σκοπό, την ελευθερία του τόπου και την ένωση με την
Ελλάδα. Αυτό έπραξε ο γερο-Κόκκινος όταν αμούστακο παιδί πολέμησε στην
Πελοπόννησο και στην Αττική το 1821, αυτό έκανε ο Ηρακλής, ο Μανώλης, ο
Μιχάλη...Αυτό τονίζουν και οι λαϊκοί ποιητάδες σε όλες τις ρίμες που συνέθεσαν
για να τιμήσουν τον ήρωά τους, τον Ηρακλή:
Μέρα και νύχτα ήτονε απάνω 'ς τη
φοράδα
Και επολέμα για να ιδή τον τόπον
μας Ελλάδα...
Ή αλλού: Το ζήτημα όπου ζητά όλοι
το πεθυμούμεν,
Την Κρήτη, την πατρίδα μας,
Ελλάδα να τη δούμεν...
Του Μανόλη Γ. Δρακάκη, Φιλολόγου, προϊσταμένου των κρατικών αρχείων Ηρακλείου*
*Το κείμενο βασίζεται στην ομιλία
που έγινε στο Κεραμούτσι σε εκδήλωση για τον Ηρακλή Κοκκινίδη, το Σάββατο.
αναδημοσίευση από
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Μην πυροβολείτε ασκόπως