Κουφονήσι Μικρό νησί, με επιφάνεια περίπου 4 τετραγωνικά χιλιόμετρα.βρίσκεται 3 ναυτικά μίλια νότια του ακρωτηρίου Γούδουρας στο Λιβυκό Πέλαγος .Αποτελεί συστάδα με τις νησίδες Μακρουλό, Στρογγυλό, Τράχηλα και Μάρμαρα. πρόκειται για την αρχαία Ονεσία η Λευκή .
Στής μέρες μας είναι έρημο, άδεντρο, η επιφάνεια του αμμώδης με μικρές κλίσεις και θυμίζει αφρικανικό τοπίο. . Η κύρια ασχολία παλαιότερα των κατοίκων του ήταν η σπογγαλιεία Εξ ου και το φημισμένο για τουςσπόγγους του "Μπογάζι του Κουφονησιού". Στην αρχαιότητα ήταν «το νησί της πορφύρας», αφού ήταν μεγάλο κέντρο επεξεργασίας και παραγωγής της πολύτιμης αυτής βαφής. Για το λόγο αυτό και ασφαλώς για τη στρατηγική του σημασία ήταν το μήλο της έριδας μεταξύ Ιτάνου και Ιεράπυτνας. Η διαιτησία των Μαγνητών (132μ.χ.) που είναι γραμμένη σε πέτρινη πλάκα εντοιχισμένη σήμερα στην πρόσοψη του καθολικού της Μονής Τοπλού το αποδίδει στους Ιτανίους. Όλο το νησί είναι γεμάτο από ερείπια που αρχίζουν από την Πρωτομινωική περίοδο και φθάνουν στα μεταβυζαντινά χρόνια και πολλοί περιηγητές και αρχαιολόγοι τα είχαν παρατηρήσει. Συστηματικές ανασκαφές άρχισαν όμως μόλις το 1976 και διήρκεσαν μέχρι το 1987. Τις πραγματοποίησαν η Εφορία αρχαιοτήτων Ανατολικής Κρήτης με επικεφαλής τον μεγάλο εργάτη του τοπικού μας Πολιτισμού αείμνηστο αρχαιολόγο και ιστορικό Νίκο Παπαδάκη. Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φώς έναν εκπληκτικό πολιτισμό θαμμένο επί αιώνες κάτω από την άμμο:
- Ένα λίθινο θέατρο 1000 θέσεων της ρωμαϊκής εποχής, το μοναδικό σωζόμενο αρχαίο θέατρο της Κρήτης.
- Ένα επιβλητικό συγκρότημα δημοσίων λουτρών της ίδιας περιόδου.
- Τμήμα του αρχαίου οικισμού Ανατολικά του θεάτρου με 2 μεγάλα σπίτια, έπαυλη, σπίτι αλιέων πορφύρας κ.α.
Ερευνήθηκε ακόμη ο αρχαίος ναός στα Νότια του νησιού και βρέθηκαν δύο τμήματα Κολοσσικού αγάλματος αρχαίας θεότητας. Δυστυχώς ο ναός λεηλατήθηκε για να χτιστεί με τις πέτρες και τα αρχιτεκτονικά του μέλη ο παρακείμενος φάρος το 1920. Στο νησί υπάρχουν ακόμη τμήματα θαυμαστού υδραγωγείου, (θολωτής δεξαμενής και κτιστοί αγωγοί) ενώ σπήλαια της δυτικής ακτής φέρουν ακόμη τα ίχνη της χρήσης τους ως εξωκλησιών με χαράγματα αγίων, λατινικές επιγραφές του 17ου αιώνα κ.α. Δίκαια το νησί ονομάστηκε «Δήλος του Λυβικού». Μέχρι το 1970 το νησί χρησιμοποιείτο για τη βοσκή ποιμνίων και για παραγωγή σιτηρών. Το 2001 άρχισαν έργα αναστήλωσης νεώτερων κτισμάτων στη ΒΑ ακτή και διευθετήσεις μονοπατιών περιπάτου, ενώ προβλέπεται η δημιουργία μικρής λιμενικής εγκατάστασης. Το Κουφονήσι με το έντονο αφρικανικό χρώμα του τοπίου του, τις παρθένες, αμμουδερές παραλίες του, τις ήμερες και γραφικές στα Βόρεια και απότομες και επιβλητικές στα Νότια ακτές του, με τις πολλές σπηλιές τους πολυσχιδείς, πανέμορφους βράχους του και τη Κρυστάλλινη θάλασσα του είναι ένας μαγευτικός εξωτικός παράδεισος.
Κατά την Ελληνική επανάσταση του 1821 και συγκεκριμένα τον Απρίλιο του 1823 μια ομάδα 28 γενναίων Κρητικών από τις ανατολικές επαρχίες της Κρήτης, υπό τους οπλαρχηγούς Εμμανουήλ Καζάνη, Εμμανουήλ Αλέξη κ.ά. επιβιβάστηκαν σε μικρό πλοιάριο και επέδραμαν νύκτα στο Κουφονήσι όπου βρισκόταν εκεί για διασκέδαση ο διαβόητος τούρκος γενίτσαρος Μεχμέτ Πιλαβάς με τους 30 συντρόφους του. Κατά την επιχείρηση εκείνη μετά τον αποκλεισμό και τον όλεθρο που ακολούθησε φονεύθηκαν τόσο ο Πιλαβάς όσο και οι 27 σύντροφοί του, ενώ μόνο τρεις κατέφεραν να σωθούν, παραμένοντας κρυμμένοι σε ρωγμές των βράχων.
Μεταφέρω ένα εκπληκτικό αφιέρωμα αυτούσιο από την ιστοσελίδα του Νίκο Ζερβονικολάκη
ΛΕΥΚΗ
ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΗΣ ΠΟΡΦΥΡΑΣ
Κείμενα και φωτογραφίες
ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ
Στα νότια της Κρήτης, ανατολικά, είναι ένα νησί μικρό, που δεν το πιάνει το μάτι σου,
η Λευκή. Ένα ξάφρισμα ίσα-ίσα στο ρείθρο του Λιβυκού, η έσχατη στεριά,
γιατί από και πέρα απλώνεται αχανές, το βαθύ μπλε της θάλασσας στο Νότο.
Το νησί της πορφύρας, με μια μακρά διαδρομή στο χρόνο, από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι τον 4ο μ.Χ. αιώνα, οπότε κάποιος άγνωστος εισβολέας ισοπέδωσε ένα ακμαίο πολιτισμό που υπήρχε πάνω του, σε αδιάλειπτη συνέχεια 3.000 χρόνων ή και περισσότερο.
Τα ίχνη του οικισμού των πρωτομινωϊκών χρόνων στα κρηπιδώματα της νότιας ακτής και μια ελληνορωμαϊκή πολιτεία στο Βορρά, που έρχεται ανασκαφικά στο φως, προσδιορίζουν με ακρίβεια τον χρονικό ορίζοντα για τα έργα και τις ημέρες των ανθρώπων που το κατοίκησαν, με κύρια ασχολία τους την παραγωγή του πορφυρού χρώματος από κοχύλια.
Μια τειχισμένη Ακρόπολη των πρωτο-Μινωϊκών χρόνων, που δεν έχει ακόμη ανασκαφεί, αλλά με εμφανή τα επιφανειακά της ίχνη, είναι η έκπληξη και μαζί το ερώτημα, κατά πόσον οι Μινωϊκές πόλεις είχαν οχυρώσεις.
Το νησί της πορφύρας, με μια μακρά διαδρομή στο χρόνο, από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι τον 4ο μ.Χ. αιώνα, οπότε κάποιος άγνωστος εισβολέας ισοπέδωσε ένα ακμαίο πολιτισμό που υπήρχε πάνω του, σε αδιάλειπτη συνέχεια 3.000 χρόνων ή και περισσότερο.
Τα ίχνη του οικισμού των πρωτομινωϊκών χρόνων στα κρηπιδώματα της νότιας ακτής και μια ελληνορωμαϊκή πολιτεία στο Βορρά, που έρχεται ανασκαφικά στο φως, προσδιορίζουν με ακρίβεια τον χρονικό ορίζοντα για τα έργα και τις ημέρες των ανθρώπων που το κατοίκησαν, με κύρια ασχολία τους την παραγωγή του πορφυρού χρώματος από κοχύλια.
Μια τειχισμένη Ακρόπολη των πρωτο-Μινωϊκών χρόνων, που δεν έχει ακόμη ανασκαφεί, αλλά με εμφανή τα επιφανειακά της ίχνη, είναι η έκπληξη και μαζί το ερώτημα, κατά πόσον οι Μινωϊκές πόλεις είχαν οχυρώσεις.
Η αχιβάδα ενός θεάτρου, που το κοίλο του έχει σκαλιστεί στο μαλακό,
άσπρο βράχο και βλέπει τη θάλασσα, είναι το θαύμα, καθώς αριθμεί περίπου χίλιες θέσεις!
Όπως και να το δεις, αυτό το μικρό νησί σε ταξιδεύει από τη μαγεία στην έκπληξη.
Όπως και να το δεις, αυτό το μικρό νησί σε ταξιδεύει από τη μαγεία στην έκπληξη.
ΤΡΙΑ ΜΙΛΙΑ ...ΩΚΕΑΝΟΣ!
Είναι πάλι και οι φορές που ο καιρός αφήνει να ταξιδέψεις στο νησί κι ύστερα, στα ξαφνικά σηκώνεται ο αέρας, αναβάλλοντας επ΄αόριστον την επιστροφή. Όπως και να έχουν τα πράγματα, ρισκάρεις.
Αλλά η μαγεία είναι ρίσκο!
Το λιμανάκι του Μακρύγιαλου απέχει 35 χιλιόμετρα από την Ιεράπετρα, στ΄ ανατολικά.
Και η πιο κοντινή απόσταση του νησιού από τις αφιλόξενες ακτές της Κρήτης,
ακριβώς απέναντί του στο Γούδουρα, είναι μόλις τρία μίλια: μια πισίνα,
όταν η θάλασσα είναι στις καλές της κι ένας άγριος ωκεανός, όταν χύνεται πάνω της
αψύς αέρας.
Κουφονήσι
Το θαλασσινό ταξίδι από τον Μακρύγιαλο είναι 9 μίλια και διαρκεί περίπου μια ώρα, παραπλέοντας τις νότιες ακτές της Κρήτης.
Το νερό της θάλασσας είναι ακόμη σκούρο, δηλώνοντας το μεγάλο βάθος, που φτάνει και τα 400 μέτρα σ' αυτό το βαθύ υποθαλάσσιο φαράγγι, που χάσκει ανάμεσα στη Λευκή και τις Κρητικές ακτές.
Μπροστά μας ξεχωρίζει πια μια συστάδα μικρών νησιών, που όλα μαζί είχαν παλιότερα το όνομα Κουφονήσια. Τα ονόματά τους είναι: Λευκή, Στρογγυλό, Μακρουλό, Τράχηλας και Μάρμαρα. Πολύ κοντά το ένα στο άλλο, ξεχωρίζοντας με στενά θαλασσινά περάσματα πενήντα, το πολύ, μέτρων μεταξύ τους.
Το μεγαλύτερο από τα τέσσερα είναι η Λευκή, μια χαμηλή στεριά πάνω στη θάλασσα, προσανατολισμένη από βορειοδυτικά προς νοτιοανατολικά, όπως δείχνει η πυξίδα μου.
Το ενδιαφέρον κεντρίζεται ολοένα και πιο πολύ, καθώς η μια διαπίστωση μετά την άλλη δημιουργεί ένα σωρό ερωτηματικά. Αυτή η χαμηλή στεριά δεν μοιάζει καθόλου με την απέναντι Κρητική ακτή, που ορθώνεται με σκουρόχρωμους, πέτρινους, γυμνούς γκρεμούς. Η πρώτη κι όλας αίσθηση παραπέμπει πιο πολύ στην Αφρική. Μια μικρή Σαχάρα.
Κουφονήσι
Το θαλασσινό ταξίδι από τον Μακρύγιαλο είναι 9 μίλια και διαρκεί περίπου μια ώρα, παραπλέοντας τις νότιες ακτές της Κρήτης.
Το νερό της θάλασσας είναι ακόμη σκούρο, δηλώνοντας το μεγάλο βάθος, που φτάνει και τα 400 μέτρα σ' αυτό το βαθύ υποθαλάσσιο φαράγγι, που χάσκει ανάμεσα στη Λευκή και τις Κρητικές ακτές.
Μπροστά μας ξεχωρίζει πια μια συστάδα μικρών νησιών, που όλα μαζί είχαν παλιότερα το όνομα Κουφονήσια. Τα ονόματά τους είναι: Λευκή, Στρογγυλό, Μακρουλό, Τράχηλας και Μάρμαρα. Πολύ κοντά το ένα στο άλλο, ξεχωρίζοντας με στενά θαλασσινά περάσματα πενήντα, το πολύ, μέτρων μεταξύ τους.
Το μεγαλύτερο από τα τέσσερα είναι η Λευκή, μια χαμηλή στεριά πάνω στη θάλασσα, προσανατολισμένη από βορειοδυτικά προς νοτιοανατολικά, όπως δείχνει η πυξίδα μου.
Το ενδιαφέρον κεντρίζεται ολοένα και πιο πολύ, καθώς η μια διαπίστωση μετά την άλλη δημιουργεί ένα σωρό ερωτηματικά. Αυτή η χαμηλή στεριά δεν μοιάζει καθόλου με την απέναντι Κρητική ακτή, που ορθώνεται με σκουρόχρωμους, πέτρινους, γυμνούς γκρεμούς. Η πρώτη κι όλας αίσθηση παραπέμπει πιο πολύ στην Αφρική. Μια μικρή Σαχάρα.
Φτάνοντας πια, με το καραβάκι έτοιμο να φουντάρει άγκυρα στα αβαθή,
τα θαυμαστικά επιφωνήματα των επιβατών έχουν να κάνουν με τη θάλασσα.
Νερά τροπικά, υπογάλαζα, πράσινα, τυρκουάζ, διαυγή, με ένα βυθό που μοιάζει
με περίτεχνο μωσαϊκό.
Μια τεράστια πισίνα σχηματίζεται ανάμεσα στο νησάκι Μάρμαρα και το Μακρουλό, σ' ένα τοπίο μοναδικής αισθητικής, που παραπέμπει σε λουτρικές δεξαμενές της Πομπηϊας.
Μια χαλκόχρωη αμμουδιά σαν περίτεχνο χαλί, γίνεται βυθός μ΄ένα μαγικό τρόπο, περνώντας κάτω από ένα άχρωμο νερό, που διαβαθμίζει αργά-αργά ύστερα τις υπογάλαζες αποχρώσεις του, για να γίνει οριστικά τυρκουάζ.
Και στο ρηχό βυθό, που είναι στρωμένος από λευκή, ψιλή άμμο, σαν ζάχαρη, βρίσκονται διάσπαρτα μικρά βότσαλα στο χρώμα του χαλκού, χωμένα στην άμμο. Πρόκληση για μια πρώτη βουτιά. Πριν το σκεφτείς έχεις βουτήξει...
Μια τεράστια πισίνα σχηματίζεται ανάμεσα στο νησάκι Μάρμαρα και το Μακρουλό, σ' ένα τοπίο μοναδικής αισθητικής, που παραπέμπει σε λουτρικές δεξαμενές της Πομπηϊας.
Μια χαλκόχρωη αμμουδιά σαν περίτεχνο χαλί, γίνεται βυθός μ΄ένα μαγικό τρόπο, περνώντας κάτω από ένα άχρωμο νερό, που διαβαθμίζει αργά-αργά ύστερα τις υπογάλαζες αποχρώσεις του, για να γίνει οριστικά τυρκουάζ.
Και στο ρηχό βυθό, που είναι στρωμένος από λευκή, ψιλή άμμο, σαν ζάχαρη, βρίσκονται διάσπαρτα μικρά βότσαλα στο χρώμα του χαλκού, χωμένα στην άμμο. Πρόκληση για μια πρώτη βουτιά. Πριν το σκεφτείς έχεις βουτήξει...
" Η ΔΗΛΟΣ ΤΟΥ ΛΙΒΥΚΟΥ "
Ο αρχαιολογικός χώρος αγγίζει κυριολεκτικά τη θάλασσα σ' αυτή την ομαλή αμμουδερή ακτή,
που καίει, όσο και η άμμος στη Σαχάρα. Η αίσθηση της ερήμου, έντονη και μοναδική,
κυκλωμένη από θάλασσα.
Το κοίλο του θεάτρου στην άκρη της αμμουδιάς, μοιάζει με τεράστιο απολίθωμα αχιβάδας.
Μπροστά και δεξιά του εκτείνεται η πόλη, που έρχεται στο φως από τις ανασκαφές.
Εχει αποκαλυφθεί μόνο ένα μικρό κομμάτι της. Οι χίλιες θέσεις που έχει αυτό το θέατρο
προϊδεάζει ασφαλώς για το μέγεθος της πόλης, όταν αποκαλυφθούν στο σύνολό τους
τα ερείπια της.
Προς το παρόν, οι ανασκαφές αποκάλυψαν εκτός από το θέατρο, ένα τομέα της πόλης με εξαιρετικής κατασκευής κτίρια, όπως μαρτυρούν οι τοιχοδομές τους, τα λεπτοδουλεμένα επιχρίσματα και κονιάματα στους τοίχους, αλλά και τα μωσαϊκά τους δάπεδα.
Προς το παρόν, οι ανασκαφές αποκάλυψαν εκτός από το θέατρο, ένα τομέα της πόλης με εξαιρετικής κατασκευής κτίρια, όπως μαρτυρούν οι τοιχοδομές τους, τα λεπτοδουλεμένα επιχρίσματα και κονιάματα στους τοίχους, αλλά και τα μωσαϊκά τους δάπεδα.
Ηχεί ακόμη στ' αυτιά μου η φράση του αρχαιολόγου
ανασκαφέα αυτού του χώρου Νίκου Παπαδάκη:
"Η Λευκή είναι η Δήλος του Λιβυκού".
Τον συνάντησα σε μια δροσερή αυλή μπροστά στη θάλασσα, στο σπίτι του στον Μακρύγιαλο,
που βλέπει απέναντι τη Λευκή, το νησί, που φαίνεται να έχει αφιερώσει την ψυχή του
ο αρχαιολόγος.
Κρατούσα σημειώσεις, αν και δεν ήταν ακριβώς συνέντευξη.
Ο αρχαιολόγος είναι φίλος μου κι αυτές οι κουβέντες ξεφεύγουν από το τυπικό
μιας συνέντευξης. Εγώ συγκεντώνω υλικό για ένα βιβλίο, αναζητώντας Μινωϊκά ίχνη
σε τούτες τις ακτές και ο αρχαιολόγος έχει τους δικούς του έρωτες γι' αυτή
τη σημαντική ανασκαφή, που έχει την υπογραφή του.
Κρατάει στα χέρια του ένα κοχύλι πορφύρας, από τα χιλιάδες που βρέθηκαν στα εργαστήρια της Λευκής. Μου δείχνει μια τρύπα στο κέλυφος, που την έχει προκαλέσει ανθρώπινο χέρι, με κάποιο κοπίδι προφανώς, καθώς μαρτυρεί το ομαλό κόψιμο στο χείλος της, και τον ακούω να μου λέει:
" Ηξεραν πού να κόψουν το κοχύλι, για να πάρουν αυτό που θέλουν, τον ¨ανθό¨, όπως έλεγαν έναν αδένα, ο οποίος ύστερα από μια επεξεργασία δίνει το χρώμα της πορφύρας...".
Κέντρο παραγωγής πορφύρας, η Λευκή. Μια πρώιμη "βιομηχανία" (τολμώντας αυτό τον όρο) από τους προϊστορικούς ακόμη χρόνους.
Βλέπω μπροστά μου χιλιάδες επεξεργασμένα κουφάρια κοχυλιών, με φανερά πάνω τους τα σημάδια της φωτιάς από το βράσιμο τους. Στρώματα τέτοιων κοχυλιών στο χώρο μπροστά από το θέατρο, στα χώματα της ανασκαφής.
Και είναι πάλι στ' αυτιά μου μια ακόμη φράση του αρχαιολόγου-ανασκαφέα: :
" Φαίνεται ότι από την Πρωτο-Μινωϊκή εποχή, από το 2600π.Χ, μέχρι και τον 4ο μ.Χ. αιώνα αυτή η δραστηριότητα εξακολουθεί αδιάλειπτα στη Λευκή. Με ελάχιστες παραλλαγές στην τεχνική, η Λευκή είναι ένα σημαντικό κέντρο παραγωγής της πορφύρας, αυτού του σπάνιου κόκκινου χρώματος, που είναι το χρώμα των ισχυρών. Για πολλούς αιώνες αυτό το χρώμα ήταν απαγορευμένο για το λαό, αλλά και απρόσιτο βέβαια λόγω της αξίας του. Η πορφύρα άξιζε όσο το ισόβαρό της σε ασήμι..."!
Στέκομαι μπροστά στο μεγάλο ορθογώνιο κτίριο στην οδό του θεάτρου, παρατηρώντας τις βαθυκόκκινες γραμμές στις σκωτίες του εξωτερικού κονιάματος των τοιχοδομών.
" Είναι από πορφύρα"!
Ανεξίτηλο σχεδόν αυτό το αρχαίο χρώμα, που αντιμάχεται σήμερα το φως του ήλιου, εκτεθειμένο σε σκληρές κλιματολογικές συνθήκες. Και παρ' όλα αυτά αντέχει.
Επιστρέφω συχνά στη φράση του αρχαιολόγου, ότι η Λευκή είναι η Δήλος του Λιβυκού, εννοώντας βεβαίως ότι κι αυτό το μικρό νησί έγινε μήλο της έριδος ανάμεσα στην Ιτανο και την Ιεράπυτνα, διεκδικώντας κάθε μια για λογαριασμό της τον πλούτο του εξ αιτίας της πορφύρας. Μια έχθρα που κράτησε αιώνες.
Μια πλάκα εντοιχισμένη στο Μοναστήρι του Τοπλού, αποτυπώνει το κείμενο μιας διαιτησίας που αφορά τη διαμάχη των πόλεων Ιεράπυτνας και Ιτάνου για τη Λευκή και είναι γνωστή ως "Διαιτησία των Μαγνήτων".
Η μακροχρόνια διαμάχη έκανε αναγκαία την καταφυγή των διαδίκων σε μια αδιάβλητη διαιτησία και προσέφυγαν έτσι στους Μάγνητες της Μικράς Ασίας, που είχαν φήμη "Δίκαιης κρίσης". Ούτε και αυτή η προσφυγή όμως έλυσε οριστικά τη διαμάχη.
Το οριστικό τέλος θα το δώσει η καταστροφή και η ισοπέδωση, εκεί γύρω στον 4ο μ.Χ. αιώνα, από μια απροσδιόριστη σήμερα εισβολή, που δεν άφησε πέτρα πάνω στην πέτρα.
Έκτοτε, η Λευκή νεκρώνεται. Η πόλη της πορφύρας τυλίγεται στο σάβανο της άμμου, που την καταπίνει.
Στις αρχές του περασμένου αιώνα το νησί, που είναι ιδιοκτησία της Μονής Τοπλού, νοικιάζεται ως βοσκότοπος στον Νικ. Ρεμουντάκη, που θα κτίσει πάνω στο νησί μια μικρή εκκλησία το 1926, τον Αη-Νικόλα, μοναδικό κτίσμα, που στέκει σήμερα στο νησί. Την ίδια περίοδο, το νησί καλλιεργείται, με σπορές σταριού και μένουν μόνιμα οκτώ οικογένειες.
Οι δυσκολίες πρόσβασης, αλλά και οι εξοντωτικές συνθήκες διαβίωσης σ' αυτό τον άνυδρο και γυμνό τόπο θα αναγκάσουν τον Νικ. Ρεμουντάκη να εγκαταλείψει το νησί, το 1935, λέγοντας μια φράση πολύ χαρακτηριστική:
" Δρόμο που δεν έχει καβαλήνες, άστονε ".
Καβαλίνες λένε στην Κρήτη τις κοπριές του γαϊδάρου. Και είναι φανερό τι εννοεί αυτή η φράση, για τα τρία μίλια "δρόμο", που χωρίζουν το νησάκι από την Κρήτη, όταν φυσάνε δύσκολοι καιροί, που είναι δυνατόν να σ' αφήσουν για μέρες πολλές αποκλεισμένο στη Λευκή.
Στα μισά του περασμένου αιώνα, γίνεται μάχη προκειμένου να εγκατασταθούν εκεί οι χανσενικοί. Προτιμήθηκε τελικά η Σπιναλόγγα στην Ελούντα, για το λόγο της ευκολότερης πρόσβασης.
Εκτοτε, το νησί το επισκεπτόντουσαν μόνο ψαράδες, για τους ροφούς και για τους σκάρους του. Ψαρότοπος μοναδικός και φημισμένος. Θρυλούνται μάλιστα πολλά από τους γέροντες, ότι μέσα στις υποβρύχιες σπηλιές και τα θαλασσινά ξετρύπια των νησιών αυτών ζουν τεράστιοι ροφοί, " που δεν μπορεί να τα βάλει άνθρωπος μαζί τους "!
Μυθογραφείται ο τόπος, όπως βολεί κάθε φορά, και θα μου έπαιρνε χώρο να εξιστορήσω τέτοιες θαυμάσιες ιστορίες, που εκτρέπονται σε γοητευτικές υπερβολές, για να μαγεύει το άκουσμά τους.
Κρατάει στα χέρια του ένα κοχύλι πορφύρας, από τα χιλιάδες που βρέθηκαν στα εργαστήρια της Λευκής. Μου δείχνει μια τρύπα στο κέλυφος, που την έχει προκαλέσει ανθρώπινο χέρι, με κάποιο κοπίδι προφανώς, καθώς μαρτυρεί το ομαλό κόψιμο στο χείλος της, και τον ακούω να μου λέει:
" Ηξεραν πού να κόψουν το κοχύλι, για να πάρουν αυτό που θέλουν, τον ¨ανθό¨, όπως έλεγαν έναν αδένα, ο οποίος ύστερα από μια επεξεργασία δίνει το χρώμα της πορφύρας...".
Κέντρο παραγωγής πορφύρας, η Λευκή. Μια πρώιμη "βιομηχανία" (τολμώντας αυτό τον όρο) από τους προϊστορικούς ακόμη χρόνους.
Βλέπω μπροστά μου χιλιάδες επεξεργασμένα κουφάρια κοχυλιών, με φανερά πάνω τους τα σημάδια της φωτιάς από το βράσιμο τους. Στρώματα τέτοιων κοχυλιών στο χώρο μπροστά από το θέατρο, στα χώματα της ανασκαφής.
Και είναι πάλι στ' αυτιά μου μια ακόμη φράση του αρχαιολόγου-ανασκαφέα: :
" Φαίνεται ότι από την Πρωτο-Μινωϊκή εποχή, από το 2600π.Χ, μέχρι και τον 4ο μ.Χ. αιώνα αυτή η δραστηριότητα εξακολουθεί αδιάλειπτα στη Λευκή. Με ελάχιστες παραλλαγές στην τεχνική, η Λευκή είναι ένα σημαντικό κέντρο παραγωγής της πορφύρας, αυτού του σπάνιου κόκκινου χρώματος, που είναι το χρώμα των ισχυρών. Για πολλούς αιώνες αυτό το χρώμα ήταν απαγορευμένο για το λαό, αλλά και απρόσιτο βέβαια λόγω της αξίας του. Η πορφύρα άξιζε όσο το ισόβαρό της σε ασήμι..."!
Στέκομαι μπροστά στο μεγάλο ορθογώνιο κτίριο στην οδό του θεάτρου, παρατηρώντας τις βαθυκόκκινες γραμμές στις σκωτίες του εξωτερικού κονιάματος των τοιχοδομών.
" Είναι από πορφύρα"!
Ανεξίτηλο σχεδόν αυτό το αρχαίο χρώμα, που αντιμάχεται σήμερα το φως του ήλιου, εκτεθειμένο σε σκληρές κλιματολογικές συνθήκες. Και παρ' όλα αυτά αντέχει.
Επιστρέφω συχνά στη φράση του αρχαιολόγου, ότι η Λευκή είναι η Δήλος του Λιβυκού, εννοώντας βεβαίως ότι κι αυτό το μικρό νησί έγινε μήλο της έριδος ανάμεσα στην Ιτανο και την Ιεράπυτνα, διεκδικώντας κάθε μια για λογαριασμό της τον πλούτο του εξ αιτίας της πορφύρας. Μια έχθρα που κράτησε αιώνες.
Μια πλάκα εντοιχισμένη στο Μοναστήρι του Τοπλού, αποτυπώνει το κείμενο μιας διαιτησίας που αφορά τη διαμάχη των πόλεων Ιεράπυτνας και Ιτάνου για τη Λευκή και είναι γνωστή ως "Διαιτησία των Μαγνήτων".
Η μακροχρόνια διαμάχη έκανε αναγκαία την καταφυγή των διαδίκων σε μια αδιάβλητη διαιτησία και προσέφυγαν έτσι στους Μάγνητες της Μικράς Ασίας, που είχαν φήμη "Δίκαιης κρίσης". Ούτε και αυτή η προσφυγή όμως έλυσε οριστικά τη διαμάχη.
Το οριστικό τέλος θα το δώσει η καταστροφή και η ισοπέδωση, εκεί γύρω στον 4ο μ.Χ. αιώνα, από μια απροσδιόριστη σήμερα εισβολή, που δεν άφησε πέτρα πάνω στην πέτρα.
Έκτοτε, η Λευκή νεκρώνεται. Η πόλη της πορφύρας τυλίγεται στο σάβανο της άμμου, που την καταπίνει.
Στις αρχές του περασμένου αιώνα το νησί, που είναι ιδιοκτησία της Μονής Τοπλού, νοικιάζεται ως βοσκότοπος στον Νικ. Ρεμουντάκη, που θα κτίσει πάνω στο νησί μια μικρή εκκλησία το 1926, τον Αη-Νικόλα, μοναδικό κτίσμα, που στέκει σήμερα στο νησί. Την ίδια περίοδο, το νησί καλλιεργείται, με σπορές σταριού και μένουν μόνιμα οκτώ οικογένειες.
Οι δυσκολίες πρόσβασης, αλλά και οι εξοντωτικές συνθήκες διαβίωσης σ' αυτό τον άνυδρο και γυμνό τόπο θα αναγκάσουν τον Νικ. Ρεμουντάκη να εγκαταλείψει το νησί, το 1935, λέγοντας μια φράση πολύ χαρακτηριστική:
" Δρόμο που δεν έχει καβαλήνες, άστονε ".
Καβαλίνες λένε στην Κρήτη τις κοπριές του γαϊδάρου. Και είναι φανερό τι εννοεί αυτή η φράση, για τα τρία μίλια "δρόμο", που χωρίζουν το νησάκι από την Κρήτη, όταν φυσάνε δύσκολοι καιροί, που είναι δυνατόν να σ' αφήσουν για μέρες πολλές αποκλεισμένο στη Λευκή.
Στα μισά του περασμένου αιώνα, γίνεται μάχη προκειμένου να εγκατασταθούν εκεί οι χανσενικοί. Προτιμήθηκε τελικά η Σπιναλόγγα στην Ελούντα, για το λόγο της ευκολότερης πρόσβασης.
Εκτοτε, το νησί το επισκεπτόντουσαν μόνο ψαράδες, για τους ροφούς και για τους σκάρους του. Ψαρότοπος μοναδικός και φημισμένος. Θρυλούνται μάλιστα πολλά από τους γέροντες, ότι μέσα στις υποβρύχιες σπηλιές και τα θαλασσινά ξετρύπια των νησιών αυτών ζουν τεράστιοι ροφοί, " που δεν μπορεί να τα βάλει άνθρωπος μαζί τους "!
Μυθογραφείται ο τόπος, όπως βολεί κάθε φορά, και θα μου έπαιρνε χώρο να εξιστορήσω τέτοιες θαυμάσιες ιστορίες, που εκτρέπονται σε γοητευτικές υπερβολές, για να μαγεύει το άκουσμά τους.
ΤΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΑ ΙΧΝΗ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ
Πρώτος ένας Άγγλος περιηγητής, υδρογράφος, γεωγράφος, με ικανές αρχαιολογικές γνώσεις,
ο υποναύαρχος T.B. Spratt, στα μέσα του 19ου αιώνα,
θα εντοπίσει τα πρώτα ίχνη Μινωϊκών και άλλων αρχαιολογικού ενδιαφέροντος κτισμάτων
στη Λευκή και θα γράψει μια αναφορά.
Θα ακολουθήσουν κι άλλοι ξένοι, αρχαιολόγοι και εξερευνητές, με τελευταίο τον Ζακ Κουστώ και την "Καλυψώ" του, το 1975. Σ' αυτή την αποστολή του Κουστώ, θα συμμετέχει και ο νεαρός τότε αρχαιολόγος Νίκος Παπαδάκης, ο μετέπειτα ανασκαφέας, που έφερε στο φως το θέατρο πρώτα και στη συνέχεια κομμάτι της Ελληνο-ρωμαϊκής πόλης.
" Πρώτη φορά πήγα στη Λευκή το 1975, με τον Κουστώ. Θυμάμαι, ότι είχαμε μια περιπέτεια για να μπορέσει να δέσει το σκάφος, το "Καλυψώ" και παραλίγο μάλιστα να μη μπορέσω να επιβιβαστώ στο σκάφος λόγω θαλασσοταραχής, όταν φεύγαμε, κινδυνεύοντας να αποκλειστώ μόνος μου πάνω στο νησί. Ηταν η αρχή μιας μεγάλης, όσο και γοητευτικής περιπέτειας ".
Οι επίσημες ανασκαφές αρχίζουν ένα χρόνο μετά την πρώτη επίσκεψη του αρχαιολόγου στη Λευκή, το καλοκαίρι του 1976. Η αποκάλυψη του μεγάλου θεάτρου είναι η πρώτη ευχάριστη έκπληξη, καθώς, το μέγεθος, η κατασκευή και τα υλικά που έχουν χρησιμοποιηθεί, προϊδεάζουν για το μέγεθος της πόλης, αλλά και την ποιότητα της ζωής της.
Μια κολόνα από φλεβωτό ροζ μάρμαρο, που είναι πεσμένη σήμερα στη σκηνή του θεάτρου είναι ένα δείγμα χλιδής, όπως και οι καταπληκτικές κατασκευές στα λουτρά, που στέκουν οι ερειπιώνες τους πάνω απ΄τη θάλασσα. Φτιαγμένα από κυβόσχημους οπτόπλινθους, με ένα δαιδαλώδες σύστημα αγωγών νερού προκαλούν την προσοχή και το ενδιαφέρον.
Αξίζει να σταθεί κανείς στη μεγάλη αίθουσα των ψυχρών λουτρών, με το ελειψοειδές δάπεδο, που είναι στρωμμένο με μάρμαρο και να προσέξει τα ίχνη που σώζονται από τις ορθομαρμαρώσεις στις βάσεις των τοίχων και θα καταλάβει την ποιότητα αυτών των κατασκευών.
Το ίδιο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα υδραγωγεία, όπως και οι αγωγοί του νερού που διατρέχουν ένα κομμάτι του νησιού και σώζονται σε καταπληκτική διατήρηση.
Το νερό είναι το μεγάλο αίνιγμα γι' αυτή την πόλη, καθώς το νησί δεν διαθέτει πηγές, ούτε καν πηγάδια. Είναι προφανές ότι υπήρχε μια διαχείρηση των ομβρίων υδάτων, τα οποία θα πρέπει να συγκεντρώνονταν σε δεξαμενές.
Μια 'ηρωϊκή' ανασκαφή, αν κρίνω από τις αφηγήσεις του ανασκαφέα της, για τα εικοσαήμερα εκείνων των καλοκαιριών που διαρκούσαν οι ανασκαφικές έρευνες.
" Οι προσπάθειες των εργατών που έπαιρναν μέρος στις ανασκαφές, θα έλεγα ότι ήταν ηρωϊκές, χωρίς καμιά υπερβολή. Ο δε ενθουσιασμός τους ήταν μεγάλος, κάθε φορά που ερχόταν στο φως κάτι σημαντικό. Σκληρή δουλειά, και παραμονή στο νησί κάτω από άκρως αντίξοες συνθήκες".
Μοιάζει με ανέκδοτο αυτό που μου αφηγείται ο αρχαιολόγος όταν, τότε (το 1976) έστειλε στο Υπουργείο Πολιτισμού για έγκριση ένα μάλλον ασήμαντο ποσό για τα έξοδα του καϊκιού που είχαν ναυλώσει για να πηγαινοέρχονται στο νησί την περίοδο των ανασκαφών.
Τα έξοδα δεν εγκρίθηκαν αρχικά, γιατί το Υπουργείο ζητούσε μια βεβαίωση ότι τα πλοία της γραμμής δεν ...προσεγγίζουν στη Λευκή!
Ενδεχομένως, το Υπουργείο να μην γνώριζε καλά-καλά κατά πού πέφτει η Λευκή...
Και σήμερα, αυτός ο αφύλακτος χώρος χρειάζεται φροντίδα. Και η φροντίδα προϋποθέτει χρήματα, αλλά αυτό είναι πάντα μια ...μίζερη ιστορία. Εδώ, η κοντινή Κάτω Ζάκρος, το τέταρτο Μινωϊκό παλάτι βρίσκεται σε κατάσταση φρικτής εγκατάλειψης. Και είναι καλοκαίρι του 2001 (Ιούλιος για την ακρίβεια), τρία χρόνια απόσταση από την καινούρια Ολυμπιάδα, έτσι, για να μη λέμε πολλά λόγια. Η εικόνα των περισσότερων αρχαιολογικών χώρων στην Ελλάδα προκαλεί θλίψη. Εχουμε, είναι η αλήθεια, πολλούς, αλλά αυτός δεν είναι λόγος να μοιάζουν με σκουπιδότοπους, όπως η Ιτανος, δίπλα απ' το Βάϊ, η μια από τις δυο πόλεις που διεκδικούσαν τη Λευκή.
Θλιβεροί συνειρμοί μπροστά σ' αυτή την εξαίσια εικόνα ενός πάμφωτου νησιού. Η περιοχή αυτή του Γούδουρα και της Λευκής έχει τη μεγαλύτερη ηλιοφάνεια στην Ευρώπη.
Θα ακολουθήσουν κι άλλοι ξένοι, αρχαιολόγοι και εξερευνητές, με τελευταίο τον Ζακ Κουστώ και την "Καλυψώ" του, το 1975. Σ' αυτή την αποστολή του Κουστώ, θα συμμετέχει και ο νεαρός τότε αρχαιολόγος Νίκος Παπαδάκης, ο μετέπειτα ανασκαφέας, που έφερε στο φως το θέατρο πρώτα και στη συνέχεια κομμάτι της Ελληνο-ρωμαϊκής πόλης.
" Πρώτη φορά πήγα στη Λευκή το 1975, με τον Κουστώ. Θυμάμαι, ότι είχαμε μια περιπέτεια για να μπορέσει να δέσει το σκάφος, το "Καλυψώ" και παραλίγο μάλιστα να μη μπορέσω να επιβιβαστώ στο σκάφος λόγω θαλασσοταραχής, όταν φεύγαμε, κινδυνεύοντας να αποκλειστώ μόνος μου πάνω στο νησί. Ηταν η αρχή μιας μεγάλης, όσο και γοητευτικής περιπέτειας ".
Οι επίσημες ανασκαφές αρχίζουν ένα χρόνο μετά την πρώτη επίσκεψη του αρχαιολόγου στη Λευκή, το καλοκαίρι του 1976. Η αποκάλυψη του μεγάλου θεάτρου είναι η πρώτη ευχάριστη έκπληξη, καθώς, το μέγεθος, η κατασκευή και τα υλικά που έχουν χρησιμοποιηθεί, προϊδεάζουν για το μέγεθος της πόλης, αλλά και την ποιότητα της ζωής της.
Μια κολόνα από φλεβωτό ροζ μάρμαρο, που είναι πεσμένη σήμερα στη σκηνή του θεάτρου είναι ένα δείγμα χλιδής, όπως και οι καταπληκτικές κατασκευές στα λουτρά, που στέκουν οι ερειπιώνες τους πάνω απ΄τη θάλασσα. Φτιαγμένα από κυβόσχημους οπτόπλινθους, με ένα δαιδαλώδες σύστημα αγωγών νερού προκαλούν την προσοχή και το ενδιαφέρον.
Αξίζει να σταθεί κανείς στη μεγάλη αίθουσα των ψυχρών λουτρών, με το ελειψοειδές δάπεδο, που είναι στρωμμένο με μάρμαρο και να προσέξει τα ίχνη που σώζονται από τις ορθομαρμαρώσεις στις βάσεις των τοίχων και θα καταλάβει την ποιότητα αυτών των κατασκευών.
Το ίδιο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα υδραγωγεία, όπως και οι αγωγοί του νερού που διατρέχουν ένα κομμάτι του νησιού και σώζονται σε καταπληκτική διατήρηση.
Το νερό είναι το μεγάλο αίνιγμα γι' αυτή την πόλη, καθώς το νησί δεν διαθέτει πηγές, ούτε καν πηγάδια. Είναι προφανές ότι υπήρχε μια διαχείρηση των ομβρίων υδάτων, τα οποία θα πρέπει να συγκεντρώνονταν σε δεξαμενές.
Μια 'ηρωϊκή' ανασκαφή, αν κρίνω από τις αφηγήσεις του ανασκαφέα της, για τα εικοσαήμερα εκείνων των καλοκαιριών που διαρκούσαν οι ανασκαφικές έρευνες.
" Οι προσπάθειες των εργατών που έπαιρναν μέρος στις ανασκαφές, θα έλεγα ότι ήταν ηρωϊκές, χωρίς καμιά υπερβολή. Ο δε ενθουσιασμός τους ήταν μεγάλος, κάθε φορά που ερχόταν στο φως κάτι σημαντικό. Σκληρή δουλειά, και παραμονή στο νησί κάτω από άκρως αντίξοες συνθήκες".
Μοιάζει με ανέκδοτο αυτό που μου αφηγείται ο αρχαιολόγος όταν, τότε (το 1976) έστειλε στο Υπουργείο Πολιτισμού για έγκριση ένα μάλλον ασήμαντο ποσό για τα έξοδα του καϊκιού που είχαν ναυλώσει για να πηγαινοέρχονται στο νησί την περίοδο των ανασκαφών.
Τα έξοδα δεν εγκρίθηκαν αρχικά, γιατί το Υπουργείο ζητούσε μια βεβαίωση ότι τα πλοία της γραμμής δεν ...προσεγγίζουν στη Λευκή!
Ενδεχομένως, το Υπουργείο να μην γνώριζε καλά-καλά κατά πού πέφτει η Λευκή...
Και σήμερα, αυτός ο αφύλακτος χώρος χρειάζεται φροντίδα. Και η φροντίδα προϋποθέτει χρήματα, αλλά αυτό είναι πάντα μια ...μίζερη ιστορία. Εδώ, η κοντινή Κάτω Ζάκρος, το τέταρτο Μινωϊκό παλάτι βρίσκεται σε κατάσταση φρικτής εγκατάλειψης. Και είναι καλοκαίρι του 2001 (Ιούλιος για την ακρίβεια), τρία χρόνια απόσταση από την καινούρια Ολυμπιάδα, έτσι, για να μη λέμε πολλά λόγια. Η εικόνα των περισσότερων αρχαιολογικών χώρων στην Ελλάδα προκαλεί θλίψη. Εχουμε, είναι η αλήθεια, πολλούς, αλλά αυτός δεν είναι λόγος να μοιάζουν με σκουπιδότοπους, όπως η Ιτανος, δίπλα απ' το Βάϊ, η μια από τις δυο πόλεις που διεκδικούσαν τη Λευκή.
Θλιβεροί συνειρμοί μπροστά σ' αυτή την εξαίσια εικόνα ενός πάμφωτου νησιού. Η περιοχή αυτή του Γούδουρα και της Λευκής έχει τη μεγαλύτερη ηλιοφάνεια στην Ευρώπη.
ΔΙΑΣΠΑΡΤΑ ΑΠΟΛΙΘΩΜΑΤΑ
Φαίνεται μια σταλιά τόπος κι
όμως είναι βάσανο να τον περπατάς. Τα πόδια βουλιάζουν, όπως στην έρημο
και το βάδισμα είναι ασταθές, ανάμεσα στους πυκνούς θάμνους ή στα γυμνά
σαθροχώματα. Ετσι, οι διαδρομές ξεγελούν και η κούραση στα πόδια
έρχεται γρήγορα.
Περπάτησα ώρες αυτό το τοπίο, φορτωμένος μια βαριά φωτογραφική τσάντα και η αποζημίωση ήρθε μέσα από μερικές εκατοντάδες slides και φωτογραφίες.
Ξαναβλέποντας στις φωτογραφίες αυτό το εντυπωσιακό ανάγλυφο του εδάφους της Λευκής, μπορώ να ταξινομώ καλύτερα ένα πλήθος πράγματα που έβρισκα μπροστά μου στη διάρκεια αυτής της περιπλάνησης.
Από τα πρώτα που τράβηξαν το ενδιαφέρον μου ήταν τα χιλιάδες (χωρίς υπερβολή, χιλιάδες) απολιθώματα των κοχυλιών που έβλεπα σε κάθε βήμα. ’λλοτε χωμένα μέσα στους μαλακούς "άσπρουγες", όπως λένε στην Κρήτη αυτούς τους μαλακούς-σαθρούς βράχους, που μπορείς να τους χαράξεις πολύ εύκολα ακόμη και μ΄ένα ξύλο. Αλλοτε πάλι χωμένα στα χαλαρά χώματα που τα σκάβεις με το χέρι.
Δεν γίνεται έτσι να έχεις δεύτερη σκέψη γι' αυτή την επιφάνεια από το να δεχτείς πως αυτή η στεριά αναδύθηκε κάποτε από τη θάλασσα. Πριν από χιλιάδες ή εκατομμύρια χρόνια.
Αυτά τα αμμοχώματα και οι άσπρουγες ήταν βυθός ίδιος μ' εκείνον στην "τροπική θάλασσα", μπροστά απ' το θέατρο. Αρκεί να κατέβεις μια ...βόλτα στο βυθό για να καταλάβεις.
Μ' αυτή τη διαπίστωση, η Λευκή είναι ένα μεγάλο ανοιχτό Μουσείο φυσικής ιστορίας.
" Ερχονται εδώ πολλοί τρελαμένοι μ' αυτά τα πράγματα και ψάχνουν. Τέτοια που κρατάς κι εσύ, φυτά διάφορα, βότανα, πεταλούδες...".
Ο Μπαρμπα-Αντώνης, που μου μιλάει, περνάει τα καλοκαίρια του στη Λευκή, σε μια σκηνή και μια σπηλιά, που έχει μπροστά της μια καλαμωτή.
Μας παρακολουθεί ένα αγριοκούνελο απ΄το γκρεμό, απέναντι κι ο Μπαρμπα-Αντώνης, μου το δείχνει, λέγοντας: "να ένας φίλος"!
Μια ελιά και τρία-τέσσερα αλμυρίκια είναι όλα κι όλα τα δέντρα που καταφέρνουν να επιβιώσουν σ' αυτούς τους στείρους μαργαϊκούς ασβεστόλιθους, όπως είναι το επιστημονικό όνομα του "άσπρουγα".
Δεν λείπουν όμως τα μικρόφυτα, οι θάμνοι, οι πόες, τα μυριστικά χόρτα, τα βότανα. Ρεσάλτο κάνουν οι μυρωδιές από παντού σ' αυτό τον παράξενο, σκληρό παράδεισο.
Αποφεύγω να μπω ακόμη σ' ένα λαβύρινθο, αυτόν με τα φυτά και τα μικροζωϋφια ή τα πουλιά και τις παράξενες αράχνες που στήνουν περίτεχνους ιστούς στους θάμνους, μοιάζοντας οι ίδιες με εντυπωσιακά μονόπετρα δακτυλιδιών. Θα πω μόνο ότι η Λευκή, για όσους ενδιαφέρονται είναι ένα σπουδαίο μουσείο φυσικής ιστορίας, βοτανικής και γεωλογίας, πέρα από τις αρχαιότητες.
Περπάτησα ώρες αυτό το τοπίο, φορτωμένος μια βαριά φωτογραφική τσάντα και η αποζημίωση ήρθε μέσα από μερικές εκατοντάδες slides και φωτογραφίες.
Ξαναβλέποντας στις φωτογραφίες αυτό το εντυπωσιακό ανάγλυφο του εδάφους της Λευκής, μπορώ να ταξινομώ καλύτερα ένα πλήθος πράγματα που έβρισκα μπροστά μου στη διάρκεια αυτής της περιπλάνησης.
Από τα πρώτα που τράβηξαν το ενδιαφέρον μου ήταν τα χιλιάδες (χωρίς υπερβολή, χιλιάδες) απολιθώματα των κοχυλιών που έβλεπα σε κάθε βήμα. ’λλοτε χωμένα μέσα στους μαλακούς "άσπρουγες", όπως λένε στην Κρήτη αυτούς τους μαλακούς-σαθρούς βράχους, που μπορείς να τους χαράξεις πολύ εύκολα ακόμη και μ΄ένα ξύλο. Αλλοτε πάλι χωμένα στα χαλαρά χώματα που τα σκάβεις με το χέρι.
Δεν γίνεται έτσι να έχεις δεύτερη σκέψη γι' αυτή την επιφάνεια από το να δεχτείς πως αυτή η στεριά αναδύθηκε κάποτε από τη θάλασσα. Πριν από χιλιάδες ή εκατομμύρια χρόνια.
Αυτά τα αμμοχώματα και οι άσπρουγες ήταν βυθός ίδιος μ' εκείνον στην "τροπική θάλασσα", μπροστά απ' το θέατρο. Αρκεί να κατέβεις μια ...βόλτα στο βυθό για να καταλάβεις.
Μ' αυτή τη διαπίστωση, η Λευκή είναι ένα μεγάλο ανοιχτό Μουσείο φυσικής ιστορίας.
" Ερχονται εδώ πολλοί τρελαμένοι μ' αυτά τα πράγματα και ψάχνουν. Τέτοια που κρατάς κι εσύ, φυτά διάφορα, βότανα, πεταλούδες...".
Ο Μπαρμπα-Αντώνης, που μου μιλάει, περνάει τα καλοκαίρια του στη Λευκή, σε μια σκηνή και μια σπηλιά, που έχει μπροστά της μια καλαμωτή.
Μας παρακολουθεί ένα αγριοκούνελο απ΄το γκρεμό, απέναντι κι ο Μπαρμπα-Αντώνης, μου το δείχνει, λέγοντας: "να ένας φίλος"!
Μια ελιά και τρία-τέσσερα αλμυρίκια είναι όλα κι όλα τα δέντρα που καταφέρνουν να επιβιώσουν σ' αυτούς τους στείρους μαργαϊκούς ασβεστόλιθους, όπως είναι το επιστημονικό όνομα του "άσπρουγα".
Δεν λείπουν όμως τα μικρόφυτα, οι θάμνοι, οι πόες, τα μυριστικά χόρτα, τα βότανα. Ρεσάλτο κάνουν οι μυρωδιές από παντού σ' αυτό τον παράξενο, σκληρό παράδεισο.
Αποφεύγω να μπω ακόμη σ' ένα λαβύρινθο, αυτόν με τα φυτά και τα μικροζωϋφια ή τα πουλιά και τις παράξενες αράχνες που στήνουν περίτεχνους ιστούς στους θάμνους, μοιάζοντας οι ίδιες με εντυπωσιακά μονόπετρα δακτυλιδιών. Θα πω μόνο ότι η Λευκή, για όσους ενδιαφέρονται είναι ένα σπουδαίο μουσείο φυσικής ιστορίας, βοτανικής και γεωλογίας, πέρα από τις αρχαιότητες.
Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΦΑΡΟΥ
Ντρέπομαι που το γράφω, αλλά
έτσι είναι. Τυχαίνει να έχω γεννηθεί σ' αυτά τα μέρη, έχω περπατήσει
την Κρήτη ολόκληρη και ποτέ δεν είχα δώσει σημασία σ' αυτό το μικρό
νησί, μέχρι που έπεσε στα χέρια μου ένας παλιός χάρτης με μια επισήμανση
Μινωϊκής θέσης πάνω του. Ετσι, υπέκυψα στη Μεγάλη Μητέρα Θεά,
αναζητώντας αυτή τη Μινωϊκή θέση, για να βρεθώ στον παράδεισο.
Τα Μινωϊκά ίχνη που εντόπισε και ο Άγγλος Spratt, βρίσκονται στην περιοχή του φάρου, ακριβώς πάνω στο "φρύδι" των νότιων ακτών.
Πρόκειται για επιφανειακά ίχνη τειχών(;), χωρίς καμιά ανασκαφική διερεύνηση του χώρου.
Στην ίδια περιοχή σώζονται ίχνη βαθμιδωτού Ναού των Ελληνο-Ρωμαϊκών χρόνων, και δυο κομμάτια από ένα κολοσιαίο άγαλμα, χωρίς το κεφάλι του και σε άθλια διατήρηση.
" Ισως είναι κάποιος Ποσειδώνας...", που τον έχει φάει ο αέρας, το αλάτι, οι βροχές και ο ήλιος.
Ούτε ο τεράστιο άγαλμα, ούτε ο Ναός είχαν καλή τύχη, αφού ο φάρος που κτίσθηκε εκεί γύρω στα 1925 ...δανείσθηκε τα μάρμαρά τους, σκυλεύοντας έτσι τις αρχαιότητες. Στα χαλάσματα του φάρου, που βομβαρδίστηκε ανηλεώς από τους Γερμανούς, στη διάρκεια του πολέμου, διακρίνονται τα σπαράγματα των μαρμάρων του Ναού.
" Υπάρχουν σπηλιές στις οποίες αναγνωρίζονται ίχνη προϊστορικής λατρείας ".
Είναι η επισήμανση του φίλου-αρχαιολόγου. Ωστόσο, το Μινωϊκό πρόσωπο της Λευκής παραμένει ακόμα σκοτεινό και εν πολλοίς άγνωστο, πέρα από τη διαπίστωση ότι και η εγκατάσταση των Μινωϊτών στο νησί έχει τη ρίζα της στην επεξεργασία της πορφύρας.
" Κατεργασμένα κελύφη πορφύρας βρέθηκαν σε χώρους με ίχνη Μινωϊκής κατοίκησης ".
Αυτή είναι η επίσημη διαβεβαίωση του αρχαιολόγου, ανασκαφέα.
Τα Μινωϊκά ίχνη που εντόπισε και ο Άγγλος Spratt, βρίσκονται στην περιοχή του φάρου, ακριβώς πάνω στο "φρύδι" των νότιων ακτών.
Πρόκειται για επιφανειακά ίχνη τειχών(;), χωρίς καμιά ανασκαφική διερεύνηση του χώρου.
Στην ίδια περιοχή σώζονται ίχνη βαθμιδωτού Ναού των Ελληνο-Ρωμαϊκών χρόνων, και δυο κομμάτια από ένα κολοσιαίο άγαλμα, χωρίς το κεφάλι του και σε άθλια διατήρηση.
" Ισως είναι κάποιος Ποσειδώνας...", που τον έχει φάει ο αέρας, το αλάτι, οι βροχές και ο ήλιος.
Ούτε ο τεράστιο άγαλμα, ούτε ο Ναός είχαν καλή τύχη, αφού ο φάρος που κτίσθηκε εκεί γύρω στα 1925 ...δανείσθηκε τα μάρμαρά τους, σκυλεύοντας έτσι τις αρχαιότητες. Στα χαλάσματα του φάρου, που βομβαρδίστηκε ανηλεώς από τους Γερμανούς, στη διάρκεια του πολέμου, διακρίνονται τα σπαράγματα των μαρμάρων του Ναού.
" Υπάρχουν σπηλιές στις οποίες αναγνωρίζονται ίχνη προϊστορικής λατρείας ".
Είναι η επισήμανση του φίλου-αρχαιολόγου. Ωστόσο, το Μινωϊκό πρόσωπο της Λευκής παραμένει ακόμα σκοτεινό και εν πολλοίς άγνωστο, πέρα από τη διαπίστωση ότι και η εγκατάσταση των Μινωϊτών στο νησί έχει τη ρίζα της στην επεξεργασία της πορφύρας.
" Κατεργασμένα κελύφη πορφύρας βρέθηκαν σε χώρους με ίχνη Μινωϊκής κατοίκησης ".
Αυτή είναι η επίσημη διαβεβαίωση του αρχαιολόγου, ανασκαφέα.
ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ ΠΟΡΦΥΡΑΣ
Πορφυρό χρώμα, με ό,τι κι αν
αυτό σημαίνει, από τις βαθυκόκκινες κολώνες του ανακτόρου της Κνωσού,
μέχρι την τήβενο των αυτοκρατόρων της Ρώμης και ό,τι υπάρχει ενδιάμεσα
να συμβολίζει υπέρτατη εξουσία.
Το χρώμα της ισχύος!
" Οι τεχνικές, όπως και το μυστικό για την παραγωγή της πορφύρας στη Λευκή, δεν φαίνεται να άλλαξαν και πολύ από τα Μινωϊκά χρόνια μέχρι τα ελληνο-ρωμαϊκά. Βελτιώθηκε κάπως η μέθοδος παραγωγής και βιομηχανοποιήθηκε, κατά κάποιο τρόπο. Οι Μινωϊτες σπούσαν τα κοχύλια για να πάρουν την πρώτη ύλη, ενώ στην ελληνο-ρωμαϊκή περίοδο άνοιγαν μια τρύπα ακριβώς εκεί που ήθελαν...".
Από κει και πέρα, παραμένει η βασική μέθοδος. Τα όστρεα της πορφύρας ( Murex Trunculus) τα ψάρευαν το Φθινόπωρο ή την ’νοιξη και τα διατηρούσαν ζωντανά, αποθηκεύοντάς τα σε μεγάλους κύρτους, ώσπου να συγκεντρωθούν πολλά. Κι αυτό γιατί η ποσότητα της πορφύρας που δίνει ένα κοχύλι δεν ξεπερνά τη μια μόλις σταγόνα βαφής.
" Αφού έπαιρναν το ¨άνθος¨ από το κοχύλι, ένα μικρό αδένα δηλαδή, που δίνει ένα υγρό γαλακτώδες, το έβραζαν σε άλμη με ξύδι και το άφηναν για ένα διάστημα στον ήλιο. Στη συνέχεια το έβραζαν πάλι και το ανακάτευαν με άλλες ουσίες μέχρι να πάρει την επιθυμητή απόχρωση ".
Εφτά τόνους του κόκκινου, αλλά και αποχρώσεις του κίτρινου και του μπλε ήταν οι βαφές που έβγαιναν από τα εργαστήρια της Λευκής. Κι αυτό το μυστικό, που έδινε όλες αυτές τις αποχρώσεις, δεν ξέφυγε ποτέ απ΄το νησί.
Ο αρχαιολόγος είναι σαφής, όταν μου λέει:
" Την πορφύρα ως βαφή δεν την πουλούσαν. Οι βαφές των υφασμάτων έπρεπε να γίνουν στη Λευκή ".
Συνεπώς, ανθεί μια δεύτερη "βιομηχανία" δίπλα σ' αυτή της παραγωγής του χρώματος της πορφύρας και δεν είναι άλλη από την βαφή των υφασμάτων. Το μυστικό παραμένει εφτασφράγιστο, ενώ η αξία της βαφής:
" είναι το ισόβαρο της πορφύρας σε ασήμι ".
Ολα αυτά ίσως να δίνουν μια εξήγηση για τον πλούτο και τη χλιδή αυτής της μέχρι πρό τινος άγνωστης πόλης, που άνθισε για περισσότερους από τριάντα αιώνες πάνω σ΄αυτό το μικρό νησί. :
" Οι Πτολεμαίοι είχαν εγκαταστήσει στο νησί Φρουρά Αιγυπτιακή ".
Ακόμη μια μαρτυρία για την προστασία του πλούτου, που προσπορίζει η βαφή της πορφύρας στο νησί και στους προστάτες του. :
" Η Δήλος του Λιβυκού "!
Πώς αλλιώς να εξηγηθεί αυτή η φράση του αρχαιολόγου, που με επιγραμματικό τρόπο προσδιορίζει τη μοίρα του νησιού, μέχρι την τελική τραγωδία, την επιδρομή που έφερε το τέλος, την καταστροφή.
Το χρώμα της ισχύος!
" Οι τεχνικές, όπως και το μυστικό για την παραγωγή της πορφύρας στη Λευκή, δεν φαίνεται να άλλαξαν και πολύ από τα Μινωϊκά χρόνια μέχρι τα ελληνο-ρωμαϊκά. Βελτιώθηκε κάπως η μέθοδος παραγωγής και βιομηχανοποιήθηκε, κατά κάποιο τρόπο. Οι Μινωϊτες σπούσαν τα κοχύλια για να πάρουν την πρώτη ύλη, ενώ στην ελληνο-ρωμαϊκή περίοδο άνοιγαν μια τρύπα ακριβώς εκεί που ήθελαν...".
Από κει και πέρα, παραμένει η βασική μέθοδος. Τα όστρεα της πορφύρας ( Murex Trunculus) τα ψάρευαν το Φθινόπωρο ή την ’νοιξη και τα διατηρούσαν ζωντανά, αποθηκεύοντάς τα σε μεγάλους κύρτους, ώσπου να συγκεντρωθούν πολλά. Κι αυτό γιατί η ποσότητα της πορφύρας που δίνει ένα κοχύλι δεν ξεπερνά τη μια μόλις σταγόνα βαφής.
" Αφού έπαιρναν το ¨άνθος¨ από το κοχύλι, ένα μικρό αδένα δηλαδή, που δίνει ένα υγρό γαλακτώδες, το έβραζαν σε άλμη με ξύδι και το άφηναν για ένα διάστημα στον ήλιο. Στη συνέχεια το έβραζαν πάλι και το ανακάτευαν με άλλες ουσίες μέχρι να πάρει την επιθυμητή απόχρωση ".
Εφτά τόνους του κόκκινου, αλλά και αποχρώσεις του κίτρινου και του μπλε ήταν οι βαφές που έβγαιναν από τα εργαστήρια της Λευκής. Κι αυτό το μυστικό, που έδινε όλες αυτές τις αποχρώσεις, δεν ξέφυγε ποτέ απ΄το νησί.
Ο αρχαιολόγος είναι σαφής, όταν μου λέει:
" Την πορφύρα ως βαφή δεν την πουλούσαν. Οι βαφές των υφασμάτων έπρεπε να γίνουν στη Λευκή ".
Συνεπώς, ανθεί μια δεύτερη "βιομηχανία" δίπλα σ' αυτή της παραγωγής του χρώματος της πορφύρας και δεν είναι άλλη από την βαφή των υφασμάτων. Το μυστικό παραμένει εφτασφράγιστο, ενώ η αξία της βαφής:
" είναι το ισόβαρο της πορφύρας σε ασήμι ".
Ολα αυτά ίσως να δίνουν μια εξήγηση για τον πλούτο και τη χλιδή αυτής της μέχρι πρό τινος άγνωστης πόλης, που άνθισε για περισσότερους από τριάντα αιώνες πάνω σ΄αυτό το μικρό νησί. :
" Οι Πτολεμαίοι είχαν εγκαταστήσει στο νησί Φρουρά Αιγυπτιακή ".
Ακόμη μια μαρτυρία για την προστασία του πλούτου, που προσπορίζει η βαφή της πορφύρας στο νησί και στους προστάτες του. :
" Η Δήλος του Λιβυκού "!
Πώς αλλιώς να εξηγηθεί αυτή η φράση του αρχαιολόγου, που με επιγραμματικό τρόπο προσδιορίζει τη μοίρα του νησιού, μέχρι την τελική τραγωδία, την επιδρομή που έφερε το τέλος, την καταστροφή.
ΣΤΟΝ "ΤΡΟΠΙΚΟ" ΤΟΥ ΛΙΒΥΚΟΥ
Οι περισσότεροι από τους
σημερινούς επισκέπτες του νησιού, ενδεχομένως να μην ενδιαφέρονται τόσο
για τις αρχαιότητές του. Απλά, "τυχαίνει" να ...σκοντάφτουν πάνω τους
και ρίχνουν μια ματιά, χωρίς καλά-καλά να καταλαβαίνουν τί συμβαίνει.
Εντυπωσιάζονται ή παραξενεύονται, ίσως, από ένα τόσο μεγάλο θέατρο σ' ένα τόσο μικρό τόπο, δεν υπάρχει όμως κανένα βοήθημα, για να καταλάβουν περί τίνος πρόκειται.
Ξέρουν όμως πριν ακόμη πατήσουν το πόδι τους στο νησί, ότι θα βρουν μια "τροπική" θάλασσα και αποζητούν αυτό ακριβώς, μια ημερήσια "περιπέτεια" στον "τροπικό του Λυβικού".
" Οι πιο πολλοί ξανάρχονται δυο και τρεις φορές ή και παραπάνω. Τους αρέσει ο τόπος..."!
Ο Μπαρμπα-Αντώνης μιλάει απλά. Ούτε κι εκείνος ξέρει πολλά πράγματα για τις αρχαιότητες, μιλάει όμως μ' ένα σέβας γι' αυτές, φανερό στα μάτια του και μ' ένα θαυμασμό, που δεν κρύβεται.
" Δεν ξέρω πολλά να σου πώ για όλα αυτά, μα είναι σπουδαία..."!
Αυτή και μόνο η φράση του, αρκεί. Μοιράζεται μαζί τους τις νύχτες του καλοκαιριού:
" Με τα πολλά άστρα στον κρυσταλένιο, απέραντο ουρανό, την αφόρητη υγρασία, που τρυπάει τα κόκκαλα και τα ...σύννεφα των κουνουπιών, που σε τρελαίνουν...".
Μου μιλάει για το λιμανάκι της πριγκίπισσας και με στέλνει δυτικά, να βρω τις ακτές του παραδείσου.
Πριγκίπισσα εννοεί την Νταϊάνα της Αγγλίας, τη "θλιμμένη Πριγκίπισσα", που συνήθιζε να επισκέπτεται τη Λευκή με μια θαλαμηγό και να κολυμπά στις παραλίες της δυτικής ακτής.
Ακολουθώ την ακτογραμμή. Κοιτάζω από ψηλά τους μικρούς όρμους, με τα προκλητικά νερά, που κανένας τους δεν μοιάζει με τον άλλο.
Στον πρώτο ορμίσκο η παραλία είναι κατάλευκη, και όταν κατεβαίνω, διαπιστώνω ότι η ακτή της είναι όλη από ελαφρόπετρα!
Θαρρείς και είναι ένας εκτυφλωτικά λευκός κρατήρας ηφαιστείου με ασπρο-πράσινα νερά.
Ενας άσπρος βράχος σε σχήμα σπαθιού, που προχωρεί μέσα στη θάλασσα, χωρίζει αυτό τον όρμο απ' τον επόμενο. Ο βράχος λέγεται "σπαθί". Γύρω του στέκονται ένα πλήθος άλλων βράχων, που μοιάζουν με γλυπτά, καθώς έχει σμιλέψει η θάλασσα και ο αέρας το κορμί τους, δίνοντάς τους μορφές και σχήματα. Μια παράξενη "γλυπτοθήκη", που ...καταπίνει τα φίλμς της μηχανής μου.
Στον δίπλα όρμο τα νερά είναι χρυσά, όπως και η ακτή. Βότσαλα μικρά, χρυσόχρωα κάνουν τη θάλασσα να μοιάζει με λειωμένο χρυσάφι, που σαλεύει αργά και μαγνητίζει.
" Η θάλασσα της πριγκίπισσας "!
Έτσι, απλά. Ο "τροπικός", πολλές μοίρες πιο βόρεια απ' τη θέση του. Ο "τροπικός του Λιβυκού" ή, έστω, μια από τις πύλες των θαυμάτων.
Φεύγοντας από τη Λευκή είπα την ίδια λέξη που τρυγυρίζει κρυφά μέσα μου κάθε φορά που φεύγω από τη Ρώμη:
Arrivederci Εντυπωσιάζονται ή παραξενεύονται, ίσως, από ένα τόσο μεγάλο θέατρο σ' ένα τόσο μικρό τόπο, δεν υπάρχει όμως κανένα βοήθημα, για να καταλάβουν περί τίνος πρόκειται.
Ξέρουν όμως πριν ακόμη πατήσουν το πόδι τους στο νησί, ότι θα βρουν μια "τροπική" θάλασσα και αποζητούν αυτό ακριβώς, μια ημερήσια "περιπέτεια" στον "τροπικό του Λυβικού".
" Οι πιο πολλοί ξανάρχονται δυο και τρεις φορές ή και παραπάνω. Τους αρέσει ο τόπος..."!
Ο Μπαρμπα-Αντώνης μιλάει απλά. Ούτε κι εκείνος ξέρει πολλά πράγματα για τις αρχαιότητες, μιλάει όμως μ' ένα σέβας γι' αυτές, φανερό στα μάτια του και μ' ένα θαυμασμό, που δεν κρύβεται.
" Δεν ξέρω πολλά να σου πώ για όλα αυτά, μα είναι σπουδαία..."!
Αυτή και μόνο η φράση του, αρκεί. Μοιράζεται μαζί τους τις νύχτες του καλοκαιριού:
" Με τα πολλά άστρα στον κρυσταλένιο, απέραντο ουρανό, την αφόρητη υγρασία, που τρυπάει τα κόκκαλα και τα ...σύννεφα των κουνουπιών, που σε τρελαίνουν...".
Μου μιλάει για το λιμανάκι της πριγκίπισσας και με στέλνει δυτικά, να βρω τις ακτές του παραδείσου.
Πριγκίπισσα εννοεί την Νταϊάνα της Αγγλίας, τη "θλιμμένη Πριγκίπισσα", που συνήθιζε να επισκέπτεται τη Λευκή με μια θαλαμηγό και να κολυμπά στις παραλίες της δυτικής ακτής.
Ακολουθώ την ακτογραμμή. Κοιτάζω από ψηλά τους μικρούς όρμους, με τα προκλητικά νερά, που κανένας τους δεν μοιάζει με τον άλλο.
Στον πρώτο ορμίσκο η παραλία είναι κατάλευκη, και όταν κατεβαίνω, διαπιστώνω ότι η ακτή της είναι όλη από ελαφρόπετρα!
Θαρρείς και είναι ένας εκτυφλωτικά λευκός κρατήρας ηφαιστείου με ασπρο-πράσινα νερά.
Ενας άσπρος βράχος σε σχήμα σπαθιού, που προχωρεί μέσα στη θάλασσα, χωρίζει αυτό τον όρμο απ' τον επόμενο. Ο βράχος λέγεται "σπαθί". Γύρω του στέκονται ένα πλήθος άλλων βράχων, που μοιάζουν με γλυπτά, καθώς έχει σμιλέψει η θάλασσα και ο αέρας το κορμί τους, δίνοντάς τους μορφές και σχήματα. Μια παράξενη "γλυπτοθήκη", που ...καταπίνει τα φίλμς της μηχανής μου.
Στον δίπλα όρμο τα νερά είναι χρυσά, όπως και η ακτή. Βότσαλα μικρά, χρυσόχρωα κάνουν τη θάλασσα να μοιάζει με λειωμένο χρυσάφι, που σαλεύει αργά και μαγνητίζει.
" Η θάλασσα της πριγκίπισσας "!
Έτσι, απλά. Ο "τροπικός", πολλές μοίρες πιο βόρεια απ' τη θέση του. Ο "τροπικός του Λιβυκού" ή, έστω, μια από τις πύλες των θαυμάτων.
Φεύγοντας από τη Λευκή είπα την ίδια λέξη που τρυγυρίζει κρυφά μέσα μου κάθε φορά που φεύγω από τη Ρώμη:
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Αυτό το κείμενο γράφτηκε τον Οκτώβρη του 2001 και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "ως3". Λίγους μήνες μετά τη δημοσίευσή του, ο καλός φίλος, αρχαιολόγος και ανασκαφέας του αρχαιολογικού χώρου στη Λευκή, ο Νίκος Παπαδάκης, αναχώρησε από αυτό τον κόσμο. Με το σεβασμό που έχω στην πολύ σημαντική δουλειά που άφησε πίσω του αυτός ο ηρωϊκός ανασκαφέας, αφιερώνω στη μνήμη του αυτό το δημοσίευμα.
Νίκος Ζερβονικολάκης
http://zervonikolakis.lastros.net/lefki.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Μην πυροβολείτε ασκόπως