19 Νοεμβρίου 2019

Πόσο λάδι τρώνε, Θεέ μου*

Κρήτη, το νησί της Ελιάς.

Στην Κρήτη, το λιόδεντρο φαίνεται πως βρίσκει τις ιδανικότερες συνθήκες για την ανάπτυξή του. Προτιμά το ήπιο μεσογειακό κλίμα. Αγαπά την υγρασία αλλά μπορεί να επιβιώσει και σε συνθήκες μεγάλης ξηρασίας. Αγαπά τον ήπιο μεσογειακό χειμώνα και ρουφάει άπληστα το δυνατό μεσογειακό φως. Αναπτύσσεται καλύτερα στα γόνιμα εδάφη. Όμως και στα πιο άγονα, ξερά, και πετρώδη εδάφη όπως εκείνα της Κρήτης μπορεί να ριζώσει και να δώσει καρπούς.

Οι ελαιώνες του Κρήτης απλώθηκαν με τα χρόνια και σήμερα καταλαμβάνουν ένα μεγάλο μέρος της συνολικής έκτασης του νησιού. Η γεωργική γη του νησιού που είναι περιπου 3,6 Km2 και αποτελεί το 37% της συνολικής του έκτασης κατά λαμβάνεται κατά 65% (2.350.000 στρ.) από ελαιώνες, κατά 10% από αμπελώνες, κατά 3% από Κηπευτικά, κατά 3% από Εσπεριδοειδή και κατά το υπόλοιπο 20% από διαφορα άλλα οπωροφόρα και ετήσιες καλλιέργειες.
Οι Ελαιώνες του νησιού περιλαμβάνουν σήμερα ένα αριθμό τουλάχιστο 35 εκατ δένδρα και δεν παρουσιάζουν σημαντική ποικιλομορφία.
Μια ποικιλία, η Κορωνεϊκή (η Λαδολιά η Ψιλολιά) κυριαρχεί και καταλαμβάνει σήμερα το 85% των ελαιώνων του νησιού. Πρόκειται για μια ποικιλία που παράγει ι μικρούς άλλα άφθονους καρπούς, σχεδόν κάθε χρόνο και θεωρείται σαν μια από τις πιο παραγωγικές ποικιλίες του κόσμου.
Σε μικρότερα ποσοστά υπάρχουν και άλλες ποικιλίες που έχουν αρκετά υψηλόκορμα άλλα λίγο παραγωγικά δένδρα και καλλιεργούνται σε διάφορες περιοχές του νησιού όπως η Τσουνάτη στα Χανιά, η Θρουμπολιά στο Ρέθυμνο και η Χονδρολιά στο Ηράκλειο.
Η Aπασχόληση με την Ελιά
Στην Κρήτη λίγες είναι οι οικογένειες που δεν ασχολούνται με την ελαιοκαλλιέργεια. Περίπου 95,5 χιλ. αγροτικές οικογένειες, δηλαδή το σύνολο σχεδόν των αγροτικών οικογενειών άλλα και η πλειονότητα των αστικών οικογενειών της Κρήτης έχουν και καλλιεργούν μόνες τους η με την βοήθεια εποχιακών εργατών - κυρίως την περίοδο της συγκομιδής - ένα μικρό ή μεγάλο αριθμό ελαιοδένδρων.
Σε κάθε οικογένεια αντιστοιχούν περίπου 150-200 ελαιόδενδρα πράγμα που δίδει την δυνατότητα στους Κρητικούς ελαιοπαραγωγούς να φροντίζουν σχεδόν μόνοι τους όλες τις εργασίες που απαιτεί η καλ/γεια.

Ελιά: Αιώνια πολύτιμη 


Δρ. Γεώργιος Σταθάς
Στενά συνδεδεμένη με την πορεία του ελληνισμού ανά τους αιώνες, τόσο ουσιαστικά όσο και συμβολικά, η ελιά διαδραματίζει ακόμα και σήμερα σημαντικότατο ρόλο στη ζωή των Νεοελλήνων.
Η ελιά (Olea europaea L.) κατέχει την πρώτη θέση στη χώρα μας μεταξύ των δενδρωδών καλλιεργειών ως προς το μέγεθος των εκτάσεων που καταλαμβάνει και ως προς τον αριθμό των καλλιεργούμενων δένδρων. Το 98% της παγκόσμιας παραγωγής ελαιολάδου παράγεται στη μεσογειακή λεκάνη. Η Ελλάδα παρά τη μικρή της έκταση είναι η τρίτη ελαιοπαραγωγική χώρα του κόσμου μετά την Ισπανία και την Ιταλία.
Στη χώρα μας καλλιεργούνται περισσότερα από 130 εκατομμύρια ελαιόδενδρα και παράγονται ετησίως πάνω από 330.000 τόνοι ελαιολάδου. Η ελαιοκαλλιέργεια, που αναπτύσσεται στα περισσότερα διαμερίσματα της χώρας, καλύπτει το 15% της καλλιεργούμενης γης, αναλογεί στο 75% των εκτάσεων των δενδρωδών καλλιεργειών, συμμετέχει με 3% στο εθνικό εισόδημα και 17% στο γεωργικό. Οι νομοί Ηρακλείου και Μεσσηνίας παράγουν το περισσότερο ελαιόλαδο στην Ελλάδα. Η Ελλάδα είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας Εξαιρετικού ή Έξτρα Παρθένου Ελαιόλαδου, που θεωρείται η καλύτερη ποιότητα ελαιόλαδου.
Σήμερα οι Έλληνες είναι οι μεγαλύτεροι καταναλωτές ελαιόλαδου από κάθε άλλο λαό και η κατά κεφαλή κατανάλωση ανέρχεται περίπου στα 16 κιλά ετησίως. Στην Κρήτη η κατανάλωση ανέρχεται στα 30 κιλά ετησίως ανά άτομο. Η εξέχουσα θέση της καλλιέργειας αυτής στην Ελλάδα, οφείλεται στην ύπαρξη ευνοϊκών κλιματικών συνθηκών για την ανάπτυξή της και στη δυνατότητα αξιοποίησης μεγάλων εδαφικών εκτάσεων που θεωρούνται ακατάλληλες για άλλες καλλιέργειες, όπως εκτάσεις με μη αρδευόμενα εδάφη, επικλινή, σχετικά μικρής γονιμότητας, κ.λ.π.
Η ελιά καλύπτει τους παραθαλάσσιους κατά προτίμησης κάμπους αλλά και τις ελληνικές πλαγιές. Αντέχει σε υψόμετρο μέχρι 1000 μέτρα. Δεν ζει σε θερμοκρασία χαμηλότερη των -12οC. Προτιμάει τα μέτρια συνεκτικά εδάφη, που περιέχουν εκτός των άλλων και λίγη ποσότητα αργίλου.
Οι ποικιλίες της καλλιεργούμενης ελιάς υπολογίζεται ότι ξεπερνούν τις 250, απ’ τις οποίες στην Ελλάδα καλλιεργούνται αρκετές απ’ αυτές. Η κύρια διάκριση των ποικιλιών αφορά σε Μικρόκαρπες (Αγριλιά, Κορονέϊκη, Κουτσουρελιά, Λιανολιά Κερκύρας, Μαστοειδής, Θιακή, Μυρτολιά, Μαυρελιά, Τραγολιά, Τελολιά, Λευκόκαρπος ή Ασπρολιά, Χρυσολιά), Μεσόκαρπες (Αγουρομανακολιά, Αδραμυττινή, Βαλανολιά, Θρουμπολιά, Μεγαρίτικη, Πικρολιά, Καλοκαιρίδα, Δαφνελιά) και Αδρόκαρπες (Αμυγδαλολιά, Βασιλικάδα, Γαϊδουρελιά, Καρολιά, Καρυδολιά, Καλαμών, Κοθρέϊκη, Κολυμπάδα, Κονσερβολιά, Στρογγυλολιά).
Η οικονομική σημασία της καλλιέργειας της ελιάς στην Ελλάδα είναι μεγάλη, αφού τα προϊόντα της αποτελούν βασικό στοιχείο διατροφής του πληθυσμού της χώρας και αξιόλογο παράγοντα εξασφάλισης συναλλάγματος από τις εξαγωγές. Δεν θα ήταν υπερβολικό να υποστηρίξουμε πως η επιβίωση του ελληνικού πληθυσμού ιδιαίτερα κατά τις δύσκολες χρονικές περιόδους της ιστορίας μας θα μπορούσε σε μεγάλο βαθμό να αποδοθεί στην παρουσία της ελιάς, η οποία φυτεμένη σε όλη σχεδόν την ελληνική γη «ελεούσε» και λίπαινε με τον καρπό και το λάδι της τους αγωνιζόμενους προγόνους μας, προσφέροντάς τους την απαραίτητη για την συντήρησή τους ενέργεια. Εκτός από τα κύρια προϊόντα της ελιάς, αξιοποιούνται και τα υποπροϊόντα της που προέρχονται από όλα τα φυτικά μέρη της, όπως είναι τα φύλλα, το ξύλο, ο πυρήνας (π.χ. πυρηνέλαιο), κ.α.
Ιστορικά στοιχεία
Η παρουσία της ελιάς στον ελληνικό χώρο και η σπουδαιότητά της επισημαίνεται από τα αρχαία χρόνια σε πολλές καταγραφές. Το ιδεόγραμμα του ελαιοδένδρου (α,β) και του ελαιοκάρπου (γ) συναντάται στις πινακίδες της Γραμμικής Γραφής Β΄
Ο Όμηρος εξυμνούσε «το λιπαρόν έλαιον» με το οποίο εχρίοντο μετά το λουτρό οι ήρωές του. Ο Πλάτων επήνεσε το έλαιον, αποδίδοντάς του «πόνων αρωγήν». Ο Σόλων υποδεικνύει εις τον Ανάχαρσιν (Λουκιανός) πώς κατεγύμναζον οι Έλληνες τα σώματά των «χρίοντες ελαίω και καταμαλάσσοντες ίνα ευτονώτερα γίνωσι». Οι αρχαίοι Έλληνες με στεφάνια ελιάς τιμούσαν τους Ολυμπιονίκες. Το ελαιόδενδρο ήταν σύμβολο της ειρήνης και ο καρπός τους αποτελούσε γι’ αυτούς «μέγιστο αγαθόν προς πάσαν του βίου θεραπεία».
Ποικίλες ήταν οι θεραπευτικές χρήσεις του λαδιού από τα αρχαία χρόνια. Ο Θεόφραστος στο έργο του «Περί Οσμών» και ο Διοσκουρίδης, δίνουν πληροφορίες για τα υλικά και τις συνταγές παραγωγής αρωματικού λαδιού. Επάλειψη του σώματος με λάδι προστάτευε από τον ήλιο ή το ψύχος. Ο Ιπποκράτης αναφέρει περισσότερες από 60 φαρμακευτικές χρήσεις του λαδιού. Ήταν κατάλληλο για τη θεραπεία δερματικών παθήσεων, χρησιμοποιείτο ως επουλωτικό και αντισηπτικό σε τραύματα και εγκαύματα. Επίσης το χρησιμοποιούσαν για παθήσεις των αφτιών, της επιδερμίδας, των ματιών, για νευραλγίες, γυναικολογικά προβλήματα, για κάποιες περιπτώσεις τοκετού, για τραύματα, για τσιμπήματα εντόμων, ρευματισμούς, για τη δυσπεψία, καθώς και σε περιπτώσεις δηλητηριάσεων.
Όσον αφορά στην καθημερινή διατροφή, συνιστάτο για την αντιμετώπιση καρδιακών παθήσεων. Εκτός από το λάδι, χρησιμοποιούσαν και τα φύλλα και άνθη της ελιάς, από τα οποία παρασκεύαζαν αφέψημα που το χρησιμοποιούσαν ως κολλύριο, για την αντιμετώπιση της φλόγωσης των ούλων και του έλκους του στομάχου.
Το λάδι αναφέρεται ότι χρησιμοποιείτο και ως λιπαντικό, π.χ. σε μετάλλινους μηχανισμούς ή ξύλινα εξαρτήματα. Χρησιμοποιείτο για τη συντήρηση του ελεφαντοστού, του δέρματος και του μετάλλου. Υπάρχει ένα πλήθος συνταγών, μεθόδων και πρακτικών παρασκευασμάτων, όπου το λάδι της ελιάς μόνο του, ή σε συνδυασμό με διάφορα ιαματικά βότανα, φαίνεται να κατείχε ως υλικό πρωταγωνιστικό ρόλο. Σώζονται πολλές καταγραφές που αναφέρεται η χρησιμοποίηση του λαδιού σε διάφορα ιατρικά κείμενα της αρχαιότητας, σε βυζαντινά και μεσαιωνικά κείμενα, σε λαογραφικές καταγραφές και σε σημειωματάρια μοναχών και ασκητών του Αγίου Όρους.
Σύσταση και διατροφική αξία των προϊόντων της ελιάς
Η χημική σύσταση του ελαιοκάρπου και του ελαιολάδου ποικίλει ανάλογα με την καλλιεργούμενη ποικιλία ελιάς, τις εδαφοκλιματικές συνθήκες της περιοχής, τις καλλιεργητικές επεμβάσεις (λιπάνσεις, αρδεύσεις, κ.α.) και το βαθμό ωρίμανσης (εποχή συγκομιδής). Ενδεικτικά μια μέση σύσταση του ελαιοκάρπου είναι: νερό 24,2%, λίπη 56,4%, πρωτεΐνες 6,8%, γλυκίδια 9,9%, τέφρα 2,66%, καθώς και σε μικρότερες συγκεντρώσεις: βιταμίνες, μέταλλα και ιχνοστοιχεία.
Το ελαιόλαδο αποτελεί μία πλούσια πηγή ενέργειας, αφού αποδίδει 9,3 Kcal/gr. Περιέχει υπό μορφή τριγλυκεριδίων λιπαρά οξέα όπως ελαϊκό 57,6 – 93,5%, παλμιτικό 7,5 – 16%, λινελαϊκό 1,6 – 23,6% (ποσοστό που φτάνει αυτό του μητρικού γάλακτος), στεατικό 1,4 – 3,8%, καθώς και σε μικρή συγκέντρωση: υδρογονάνθρακες (σκουαλένιο), στερόλες, αλκοόλες, τοκοφερόλες και καροτενοειδή, (όπως ξανθοφύλλη, καροτένια λυκοπένιο). Οι τοκοφερόλες είναι γνωστά αντιοξειδωτικά, και το ελαιόλαδο τις περιέχει σε συγκεντρώσεις περίπου 180 mg/kg.
Αυτή η χημική σύσταση του ελαιολάδου και κυρίως η μεγάλη περιεκτικότητά του στα πιο πάνω λιπαρά οξέα, το καθιστά ιδιαίτερα ευεργετικό για την υγεία και την καλή λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού κατά ποικίλους τρόπους:
Προλαμβάνει ορισμένες ασθένειες του ήπατος
Συμβάλλει στη θεραπεία του διαβήτη
Προλαμβάνει την αρτηριοσκλήρωση και άλλες καρδιαγγειακές παθήσεις, μειώνοντας την κακή χοληστερίνη (LDL) και διατηρώντας την καλή χοληστερίνη (HDL)
Συμβάλλει στη σύνθεση της βιταμίνης F
Βοηθάει στη πρόσληψη και απορρόφηση άλλων βιταμινών όπως A, D, E και Κ.
Βοηθάει στη πέψη και των άλλων λιπαρών ουσιών διεγείροντας την έκκριση παγκρεατικής λιπάσης
Αυξάνει την άμυνα του οργανισμού
Συμβάλλει στην καλή λειτουργία του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος
Συμβάλλει στην ομαλή ανάπτυξη του οργανισμού κατά την παιδική ηλικία
Μειώνει την πιθανότητα καρκινογένεσης διαφόρων οργάνων και ιδιαίτερα του μαστού
Επιβραδύνει τη γήρανση του δέρματος
Εκτός από τον καρπό και το λάδι της ελιάς, χρησιμοποιείται ως φαρμακευτική ουσία το εκχύλισμα των φύλλων της, αλλά και το αφέψημα που παρασκευάζεται με ειδικό τρόπο από αποξηραμένα φύλλα. Στα φύλλα της ελιάς περιέχονται κυρίως οι ουσίες ελαιοευρωπαΐνη (που είναι υπεύθυνη για την πικρή γεύση των φύλλων) και υδροξυτυροσόλη (3,4-διυδροξυ-φαινυλαιθανόλη). Επίσης περιέχονται τυροσόλη και ορισμένα φαινολικά οξέα όπως το καφεϊκό και το βανιλικό, που υπάρχουν και στον καρπό και στο λάδι της ελιάς. Το αφέψημα παρασκευασμένο από φύλλα ελιάς ήταν πολύ δημοφιλές από παλιότερα χρόνια σαν παραδοσιακό φάρμακο για την καταπολέμηση του πυρετού και της ελονοσίας. Στη διεθνή βιβλιογραφία, σε εργασίες που έχουν γίνει σχετικά με τη σύσταση και δράση των ουσιών των φύλλων της ελιάς αναφέρεται πως αυτές έχουν και τις παρακάτω ιδιότητες:
Συμβάλλουν στη βελτίωση της λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος
Συμβάλλουν στην αύξηση της ενεργητικότητας
Έχουν αντιοξειδωτική (δεσμεύοντας τις ελεύθερες ρίζες), αντιμικροβιακή, αντιυπερτασική, αγγειοδιασταλτική, αντιρευματική, διουρητική και υπογλυκαιμική δράση
Εχουν χρησιμοποιηθεί στην παραδοσιακή ιατρική ως αντινεοπλασματικά.
Βοηθούν στην αντιμετώπιση ιώσεων όπως της γρίπης και του έρπητα (μπλοκάροντας την αναπαραγωγή ορισμένων ενζύμων των ιών)
Χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της χρόνιας κόπωσης
Λειτουργούν ως αντιπαρασιτικά στο ίδιο το φυτό της ελιάς
Έχουν αποτοξινωτική επίδραση στον οργανισμό
Έχουν αντιαρρυθμική δράση
Μειώνουν την LDL χοληστερίνη
Επιδρούν θετικά σε πολλές ασθένειες όπως ινομυαλγίες, ψωρίαση, μυοκαρδιοπάθεια κολικούς εντέρου, κ.α.
Επιβλαβής και ωφέλιμη εντομοπανίδα της ελαιοκαλλιέργειας
Οι εντομολογικοί εχθροί της ελιάς άρχισαν από τους αρχαίους χρόνους να μελετώνται. Ο Θεόφραστος (371-286 π.Χ.), ο οποίος ήταν μαθητής του Αριστοτέλη, στα έργα του «Περί φυτών ιστορίας» και «Περί φυτών αιτίων», αναφέρει εντομολογικές παρατηρήσεις και δίνει στοιχεία για τον πυρηνοτρήτη και για το δάκο. Στην Ελλάδα υπάρχουν περί τα 40 είδη επιβλαβών εντόμων που προσβάλλουν την ελιά.
Συνοπτικά δίδονται εδώ λίγα στοιχεία για μερικούς μόνο από τους κυριότερους εντομολογικούς εχθρούς της ελιάς. Για καθέναν απ’ αυτούς αναφέρονται οι σημαντικότεροι φυσικοί εχθροί τους, δηλαδή ωφέλιμοι οργανισμοί που ζουν και αναπτύσσονται εις βάρος των επιβλαβών αυτών εντόμων, περιορίζοντας τους πληθυσμούς τους στη φύση.
ΔΙΠΤΕΡΑ
Δάκος: Είναι το έντομο Bactrocera oleae και θεωρείται ο σημαντικότερος εχθρός της ελιάς στη χώρα μας, καθώς και σε όλες τις παραμεσόγειες χώρες.
Οι κυριότεροι φυσικοί εχθροί του δάκου είναι τα παρασιτοειδή Υμενόπτερα Eupelmus urozonus, E. martellii Pnigalio mediterraneus, Eurytoma martellii, Cyrtoptyx latypes και Opius concolor. Εκτός από τα παρασιτοειδή αυτά, ως φυσικοί εχθροί του δάκου αναφέρονται και άλλα είδη ωφελίμων εντόμων, όπως το αρπακτικό των ωών Prolasioptera berlesiana, διάφορα Dermaptera, Scolopendridae, Lithobiidae, πτηνά, κ.α.
ΛΕΠΙΔΟΠΤΕΡΑ
Πυρηνοτρήτης: Είναι το έντομο Prays oleae. Σε πολλές περιοχές της χώρας μας αποτελεί το δεύτερο κατά σειρά σπουδαιότητας εχθρό της ελιάς μετά το δάκο.
Οι κυριότεροι φυσικοί εχθροί του πυρηνοτρήτη, από πλευράς εντόμων, είναι τα παρασιτοειδή Υμενόπτερα Chelonus elaphilus, Ageniaspis fuscicollis και Trichogramma spp. και τα αρπακτικά έντομα Chrysoperla carnea, Anthocoris nemoralis και Xanthandrus comptus.
Άλλα Λεπιδόπτερα που συχνά προξενούν ζημιές στην ελιά είναι τα είδη Zeuzera pyrina (Ζευζέρα), Cossus cossus (Κόσσος), Palpita unionalis (Μαργαρόνια) και Acherontia atropos.
ΗΜΙΠΤΕΡΑ
Λεκάνιο: Είναι το έντομο Saissetia oleae. Σε πολλές περιπτώσεις προξενεί σοβαρές προσβολές στα ελαιόδενδρα και μπορεί να προξενήσει πλήρη καταστροφή της παραγωγής και ξηράνσεις των δένδρων.
Μεταξύ των φυσικών εχθρών του S. oleae ως κυριότεροι αναφέρονται τα παρασιτοειδή Υμενόπτερα Metaphycus helvolus, M. lounsburyi, M. flavous, barletti, M. swirskii, και Diversinervus elegans, καθώς και τα αρπακτικά Scutellista caerulea, Moranila californica, Eublema scitula. Τα πλέον αποτελεσματικά αρπακτικά του λεκανίου είναι τα είδη των Κολεοπτέρων Chilocorus bipustulatus, Exochomus quadripustulatus και Rhyzobius forestieri.
Άλλα είδη Ημιπτέρων που προσβάλλουν την ελιά είναι τα Lichtensia viburni, Philippia follicularis, Euphyllura phillyreae (Βαμβακάδα), Chrysomphalus dictyospermi, κ.α.
Η συμβολή των ωφέλιμων εντόμων στην καλλιέργεια της ελιάς
Η καλλιέργεια της ελιάς, θεωρείται ιδιαίτερα πρόσφορη για την εφαρμογή μεθόδων βιολογικής καταπολέμησης. Η εφαρμογή της βιολογικής καταπολέμησης, παρόλο που εμφανίζει ορισμένα μειονεκτήματα όπως είναι η προϋπόθεση ύπαρξης έργων υποδομής (υλικά, χώροι εκτροφών ωφελίμων οργανισμών, κ.λ.π.), η ανάγκη συχνής παρακολούθησης της καλλιέργειας, η παρουσία εξειδικευμένου προσωπικού και η σχετικά μεγάλη χρονική διάρκεια για την εμφάνιση των αποτελεσμάτων, έχει και σημαντικά πλεονεκτήματα, όπως είναι η καθαρότητα των προϊόντων από υπολείμματα γεωργικών φαρμάκων, η συμβολή στη μείωση των δυσμενών επιπτώσεων από τη χρήση τοξικών εντομοκτόνων για τον παραγωγό και το περιβάλλον και μεγάλη χρονική διάρκεια και σταθερότητα των αποτελεσμάτων της στο αγρο-οικοσύστημα.
Το αγαθό αυτό, που είναι το δένδρο της ελιάς, μας δόθηκε συνοδευόμενο και από ένα πλήθος ωφέλιμων εντόμων, τα οποία συνθέτουν ένα ισχυρό πλέγμα φυσικής προστασίας του. Για τη διατήρηση της ελαιοκαλλιέργειας και την ισορροπημένη παραγωγή των προϊόντων της, η διαφύλαξη των οργανισμών αυτών στη φύση είναι απολύτως αναγκαία και εξαρτάται από τις δραστηριότητες όλων όσων απολαμβάνουμε στην πατρίδα μας αυτή τη δωρεά (ελαιοπαραγωγών, ενδιάμεσων, καταναλωτών). Όλοι μας οφείλουμε να κατανοήσουμε πως είναι απαραίτητο και πως μπορούμε και οι ίδιοι να συμβάλλουμε στη διαφύλαξη της ωφέλιμης εντομοπανίδας, με το ενδιαφέρον, τη σωστή ενημέρωσή μας, τη διαμόρφωση ευαισθητοποιημένης νοοτροπίας, ώστε να αποτρέπονται άστοχες επεμβάσεις που είναι καταστρεπτικές για το περιβάλλον και να καταφέρουμε έτσι να φανούμε, όσο γίνεται, αντάξιοι διαχειριστές του φυσικού πλούτου της δημιουργίας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Bourquelot, E. & Vintilesco, J., (1938). “Oleuropein”, a new glucoside from Olea europaea L. J. Pharm Chim 28: 303-314 p.
Γιαμβριάς, Χ., 1998. Γεωργική Εντομολογία: Εντομολογικοί Εχθροί Εληάς. Εκδόσεις Σταμούλη, Αθήνα, 126 σελ.
DeBach, P. and Hagen, K.S., 1964. Biological Control of insect pests and Weeds. Chapman and Hall Ltd., London 844 p.
Katsoyannos, P., 1992. Olive pests and their control in the Near East. Food and Agriculture Organization on the United Nations, Rome, 178 p.
Katsoyannos, P. & Stathas, G.J., 1995. Phenology, embryonic diapause and importance of natural enemies of Lepidosaphes ulmi (L.) (Homoptera: Diaspididae) on olive trees in Greece. Israel Journal of Entomology Vol. XXIX, pp 199-206 pp.
Ποντικησ, Κ., 1981. Ελαιοκομία. Εκδόσεις Α. Ρήγος – Β. Λυμπερόπουλος, Αθήνα, 261 σελ.
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΙΣ
http://dide.fok.sch.gr/sde/PROJECT-ELIA.htm#arxi
http://www.oliveoil.gr/el/oliveoil/qualities.jsp
http://www.iama.gr/ethno/mytilini/moulas.html
Πηγή: http://www.pemptousia.com/2011/09/%CE%B5%CE%BB%CE%B9%CE%AC-%CE%B1%CE%B9%CF%8E%CE%BD%CE%B9%CE%B1-%CF%80%CE%BF%CE%BB%CF%8D%CF%84%CE%B9%CE%BC%CE%B7/

Αναδημοσίευση από
http://www.diakonima.gr/2011/09/04/%CE%B5%CE%BB%CE%B9%CE%AC-%CE%B1%CE%B9%CF%8E%CE%BD%CE%B9%CE%B1-%CF%80%CE%BF%CE%BB%CF%8D%CF%84%CE%B9%CE%BC%CE%B7-%CE%B7-%CE%B5%CE%BB%CE%B1%CE%B9%CE%BF%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CE%BB%CE%B9%CE%AD%CF%81%CE%B3/

*«Πόσο λάδι τρώνε, Θεέ μου» σχολίαζε ο Ancel Keys, καθώς έβλεπε την σαλάτα να κολυμπάει στο ελαιόλαδο.

Κρήτη, το νησί της Ελιάς.
Αναδημοσίευση από
http://www.sedik.gr/neo/el/%CE%B5%CE%BB%CE%B9%CE%B1-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%BB%CE%AC%CE%B4%CE%B9/%CE%B5%CE%BB%CE%B9%CE%AC-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%BA%CF%81%CE%AE%CF%84%CE%B7
Ελιά: Αιώνια πολύτιμη
Αναδημοσίευση από
http://www.diakonima.gr/2011/09/04/%CE%B5%CE%BB%CE%B9%CE%AC-%CE%B1%CE%B9%CF%8E%CE%BD%CE%B9%CE%B1-%CF%80%CE%BF%CE%BB%CF%8D%CF%84%CE%B9%CE%BC%CE%B7-%CE%B7-%CE%B5%CE%BB%CE%B1%CE%B9%CE%BF%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CE%BB%CE%B9%CE%AD%CF%81%CE%B3/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μην πυροβολείτε ασκόπως