28 Σεπτεμβρίου 2016

Εθνική Aντίσταση και ΚΑΠΕΤΑΝΙΛΙΚΙ

«Διάλογος για την Αντίσταση στην Κρήτη» 
Συλλογή σκόρπιων άρθρων για την Αντίσταση στην Κρήτη που δημοσίευσαν κατά διαστήματα στην εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ οι επίγονοι των Κρητών καπεταναίων, συνεχίζοντας την διελκυστίνδα για την διεκδίκηση του «ΠΡΩΤΕΙΟΥ» στον αντιστασιακό αγώνα κατά των Γερμανών. Παραθέτονται πολύτιμες πληροφορίες και άγνωστες λεπτομέρειες για την ιστορία της αντίστασης στην Κρήτη.


Για το σαμποτάζ του αεροδρομίου Καστελίου
Μια επιστολή του ιατρού Εμμ. Μπαντουβά
Από τον ιατρό Εμμ. Μπαντουβά κοινοποιήθηκε στην “Π” η παρακάτω επιστολή προς την Πολιτιστική Επιτροπή του δήμου Καστελίου.
Προς τον πρόεδρον Πολιτιστικής Επιτροπής δήμου Καστελίου κον Νίκο Σμαργιανάκη δημοτικόν σύμβουλον, και τα μελη της Επιτροπής Γεώργιον Καλογεράκην, δασκαλο και Αννα Μανουκάκη, φιλόλογο, ως έχοντας την επιμέλειαν της εκδηλώσεως.
Εις τα πλαίσια της εκδηλώσεώς σας την 5ην Ιουλίου 2003 αφιερωμένην εις την αντιστασιακήν ενέργειαν του σαμποτάζ πριν από εξήκοντα έτη και επειδή από το πρόγραμμα το οποίον μου απεστείλατε απουσιάζει ακόμη και η αναφορά και μνεία του ονόματος Μπαντουβά Γιάννη, Αρχηγού Εθνικής Αντιστάσεως Κρήτης ανευ διακοπής 1941-1945 εμφασίζω αυτήν την απρέπειαν της αγνοήσεως και αποσιωπήσεως του πρώτου εκπροσώπου του υποδούλου τότε Κρητικού Λαού υφ’Υμών και την συσχετίζω με την Ιστορικήν κραυγήν της Ιστορίας και ομολογίας του κατακτητού ως αύτη διαλαμβάνεται εις την εκκλησιν της 14.11.43 Στρατιωτικού Διοικητού Φρουρίου Κρήτης, την οποίαν παρακαλώ να αναγνώσετε.
Η συσχέτισις αυτή καταδεικνύει ότι το 1943 οι κατακτηταί διακηρύσσουν κύριον αν όχι μοναδικόν εχθρόν του Γ’ Ράιχ εις Κρήτην του Μπαντουβά, το όνομα του οποίου τους προεκάλη τρόμον.
Εν συνεχεία δε το 2003 αλλοιώνεται ανενδοίαστα και αδιάντροπα η Ιστορική αλήθεια συμμετοχής του Μπαντουβά, ενσαρκούντος το Λαϊκό Αντιστασιακό κίνημα της Κρήτης και τοποθετείται στην καθ’Υμάς Ιστορικήν Ληθην ή αφάνειαν ή υποβάθμισιν. Αναφέρεσθε εις ένα σαμποτάζ του αεροδρομίου Καστελίου Πεδιάδος όπου τιμάτε και αναφέρετε τους πάντας μετέχοντας εις τον χώρον του αεροδρομίου πλην του Μπαντουβά. Κυοφορείται δε αυτή η απρέπεια ως μου είπε ο κος Καλογεράκης δύο και ήμισυ έτη, απρέπεια η οποία συνιστά Ιστορικόν Πραξικόπημα. Είναι όμως βέβαιον ότι οι τιμηθείς, Ζωγραφάκης, γνώστης των πραγμάτων και προσώπων δεν πρέπει να αισθάνεται πολύ ευτυχής, ούτε και οι υπεύθυνοι και αν ακόμη δεν ενεφάνησαν εν απλούν ερύθημα εις το πρόσωπον. Ερωτώ ευθέως. Εγινε τοιαύτη ταπεινωτική παράλειψις και διάκρισις εις τον Ναπ. Ζέρβαν ή Αρην Βελουχιώτην εις επανειλημμένας εκδηλώσεις αποδόσεως τιμών δια το σαμποτάζ της ανατινάξεως της γέφυρας του Γοργοποτάμου; Ασφαλώς όχι διότι θα ήτο αδιανόητον και απαράδεκτο. Ισχυρίσθη ο κος Καλογεράκης ότι διάφορα βιβλία τα οποία έχουν εκδοθεί μεταπολεμικώς δεν αναφέρουν τον Μπαντουβογιάννη και επομένως αυτό αποτελεί θέσφατον του επιχειρήματος των να τον αγνοήσουν εις επίπεδον πρωταγωνιστών. Ο Μπαντουβογιάννης διαρρήδην ηρνήθη να αναφέρεται εις την δράσιν του προσωπικώς, αλλά παρέπεμπε εις τον λαόν από πολύχνας, μετόχια, μητάτα, βοσκοτόπια, χωρία, κωμοπόλεις και πόλεις διότι ήθελε να είναι ανεπίληπτος.
Ομως όταν ζουν ακόμη οι πρωταγωνισταί ως είναι ο κος Ζωγραφάκης, έχομεν χρείαν χρονογραφημάτων ασχέτων συντακτών; Δηλαδή όταν ορώμεν τον λέοντα, τον αγνοούμεν ως μη υπάρχοντα και επιζητώμεν αν τα ίχνη του είναι εμφανή η αφανή οπότε καθ’Υμάς ο Λέων καίτι υπάρχων είναι ανύπαρκτος; Ατυχώς εδώ ισχύει η ρήσις του Μεγάλου Ναπολέοντος ότι: Δεν απέχει πολύ το μεγαλοφυές από το γελοίον, αλλά, εν προκειμένω εσείς, εναγκαλίζεσθε το γελοίον μέχρις ασφυξίας.
Κυρία και κύριοι,
Η πράξις σας αυτή αποτελεί ατελέσφορον απόπειραν ραπίσματος κατά της προσφάτου Κρητικής Ιστορίας το οποίον ράπισμα πλήττει κυρίως ηθικώς και εθνικώς τον λαόν της επαρχίας Πεδιάδας με τον οποίον εγώ προσωπικώς συνδέομαι αρρήκτως. Είναι πράξις κακοποιήσεως και διαφθοράς της Εθνικής Ιστορίας, η οποία τείνει εις την ιστορικήν ανατροπήν των εθνικών αξιών του λαού και της διαβαθμίσεως της Αντιστασιακής Ιεραρχίας, την οποίαν ανέδειξε σύμπας ο Κρητικός λαός και όχι οι δήθεν σύμμαχοι ή οικονομικά ή πολιτικά κατεστημένα, ούτε η παρούσα επιτροπή. Τέλος αποτελεί πρόκλησιν, αχαριστίαν, αγνωμοσύνην και επιλήσμων πνεύμα και αντί του μάνα χολήν εις την ιεράν μνήμην του πλέον, ανιδιοτελούς αυτοδυνάμου και επί 5 αντιστασιακά έτη συνεχώς παρόντος εις την γραμμήν και των πρόσω στερουμένου επί 2 έτη και αυτών αδελφών και εξαδέλφων του οπλαρχηγών, πρωταγωνιστού του Κρητικού ολοκαυτώματος και χορηγού των πραταγωνιστών της απαγωγής Κράιπε δια των Γρ. Χναράκη, Παπαλεωνίδα Πατεράκη κλπ.
Ακόμη δίδει την πρωτιά στην Κρήτην με την ημερομηνία 2/6/41 της ορκωμοσίας των πρώτων ανταρτών της Ευρώπης εις Χομουτζή Σπήλιον Αη Σύλλα υπό τον Μπαντουβά με τας ευλογίας του ιερομονάχου Σωφρονίου.
Ιδέ σχετική καταγραφή Ιστορίας.
Περαίνοντας τας δεικτικάς επισημάνσεις και αναφοράς μου, μίαν δήλωσιν κάμνω. Η πραγματική Ιστορία ταξιδεύει εις το άπειρον με την ταχύτητα του φωτός και κανείς δεν δύναται να την αλλοιώση διότι είναι άφθαστη και αθάνατη.
Σας λέγω μόνον
Αιδώς Αργείοι, οι οποίοι δι’αυτής σας της πράξεως απεδείξατε γονιδιακήν εξαλλαγήν παρακμής και ονειδισμού της κρητικής λεβεντιάς.
Ε. Μπαντουβάς
Αρθογράφος:Πατρίς
Ημερομηνία δημοσίευσης:5/7/2003
Πότε και πώς άρχισε η Εθνική Αντίσταση στο Ανατολικό Μονοφάτσι και την επαρχία της Βιάννου
Κατά καιρούς βλέπουν το φως της δημοσιότητος από σχετικούς ή άσχετους με την πραγματική Εθνική Αντίσταση της Κρήτης (1941-1945) δημοσιεύματα τα οποία παραμυθιάζουν την ιστορική αλήθεια.
Σε μερικά μάλιστα κατατάσσονται οι ηρωϊκοί νεκροί, οι εκτελεσθέντες από τους Γερμανούς κατακτητές σε κατηγορίες και άλλοι βαπτίζονται, ήρωες μεγάλης εμβέλειας και άλλοι τοπικοί ήρωες, λες και το χυθέν από τις σφαίρες των κατακτητών αίμα των μεν ήτο κατακόκκινο, ενώ των δε ήτο απλώς κοκκινωπό.
Για να μπουν λοιπόν τα πράγματα στη θέση τους, γιατί η Ιστορία της Εθνικής Αντιστάσεως δεν έχει ανάγκη από παραμύθια και για να σταματήσουν οι “εμβέλειες” και οι “τοπικοί” γιατί όλοι όσοι έδωσαν και την ζωή τους για την ελευθερία της πατρίδος-της ελληνικής πατρίδος-είναι εθνικοί ήρωες και δεν έχουν ανάγκη από άλλα προσεπώνυμα.
Για να μάθουν ακόμη όλοι, μα όλοι, και προ πάντων οι μη γνωρίζοντες που παριστάνουν τους γνωρίζοντες πότε και πώς άρχισε η Εθνική Αντίσταση στο Ανατολικό Μονοφάτσι και στην επαρχία της Βιάννου, γράφονται τα παρακάτω, όσο το δυνατόν περιληπτικά, από έναν που πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση από τα πρώτα βήματά της.
Μετά τη Μάχη της Κρήτης, 20-30 Μαΐου 1941, οι Γερμανοί κατακτητές, διέταξαν τον υποστράτηγο Λιναρδάκη Μιχαήλ, να συγκεντρώσει στο χωριό Πεζά τους υπ’ αυτόν-το τονίζω αυτό-τους υπ’ αυτόν μονίμους και εφέδρους αξιωματικούς, οι οποίοι πολέμησαν τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές.
Την 1-6-1941, με διαταγή του Γερμανού συνταγματάρχη Μπρούνο Μπρώγιερ μετέβησαν στα Πεζά τρεις Γερμανοί ανώτεροι αξιωματικοί και ανακοίνωσαν στους Ελληνες αξιωματικούς τους όρους καταπατήσεως του πυρός και της παραδόσεώς των.
Η κατάπαυση του πολέμου προέβλεπε και την άνευ όρων παράδοση των Ελλήνων μονίμων και εφέδρων αξιωματικών και την σύνταξη και παράδοση σ’ αυτούς ονομαστικής καταστάσεως όλων των παραδοθέντων με την ένδειξη καταγωγής και διαμονής αυτών.
Τότε μια ομάδα Ελλήνων αξιωματικών με πρωτοστάτη τον Αντώνιο Φάκαρο, εδήλωσε προς τους συναδέλφους των, ότι αυτοί δεν παραδίδονται άνευ όρων και γι’ αυτούς ο πόλεμος συνεχίζεται, ενώ σε κατάλληλη στιγμή απεμακρύνθησαν από τον χώρο της συγκέντρωσης.
Αυτή η ώρα της 1-6-1941 είναι η αρχή της πρώτης αρνήσεως και αντιστάσεως κατά των κατακτητών.
Η ομάδα αυτή των Ελλήνων αξιωματικών κινούμενη από χωριό σε χωριό, της περιοχής έφθασε στον Τσούτσουρο.
Εκεί έφθασαν με την ελπίδα, ότι ίσως πλησίαζε κάποιο ελληνικό ή συμμαχικό πλοίο να τους παραλάβει και να συνεχίσουν στην Αίγυπτο τον πόλεμο κατά του φασισμού και του ναζισμού.
Στον Τσούτσουρο κατέφθασαν και άλλοι, που δεν είχαν αιχμαλωτισθεί Ελληνες και σύμμαχοι.
Μεταξύ αυτών και ο Ελληνοαιγύπτιος Νίκος Σουρής, ο οποίος εθελοντής επολέμησε και τραυματίστηκε στην Αλβανία, τραυματίας έφθασε στην Κρήτη και πολέμησε τους αλεξιπτωτιστές στα Χανιά. Ηταν πανέξυπνος, φλογερός πατριώτης και γλωσσομαθής. Εγνώριζε Ελληνικά-Αγγλικά-Γερμανικά-Γαλλικά και Αραβικά.
Οι Φάκαρος και Σουρής με την βοήθεια και των ντόπιων τοποθέτησαν τους φυγάδες στις γύρω από τον οικισμό του Τσούτσουρα σπηλιές και τους τροφοδοτούσαν με τρόφιμα που κουβαλούσαν δυναμικοί και φλογεροί πατριώτες από χωριά της ευρύτερης περιοχής όπως και ο Ανδρέας Γαλανάκης, Ιωάννης Συμισακάκης, Εμμαν. Μιζεράκης από τον Σκινιά, Εμμαν. Αδαμάκης από το Δεμάτι, Στάθης Δασκαλάκης από την Μαχαιρά, Ευάγγελος Μαρκάκης από το Ινι, Παντελής Σμυρνάκης από τα Πάρτιρα, Στάθης Ανδριανάκης από το Μεσοχωριό, Μιχαήλ Φιλιππάκης και Ζαχαρίας Παπαδάκης από τον Αχεντριά, Ιωάννης Αγγελάκης από του Φιλίππου, Βασίλειος Κονιός από τα Φαβριανά, και όλη η οικογένεια Ιωάννου Κουτεντάκη-Δασκάλου, από τα Καστελλιανά.
Οταν οργανώθηκε η προμήθεια, διανομή και τροφοδοσία των κρυπτομένων στις σπηλιές, ο Αντώνιος Φάκαρος με τον υπολοχαγό Δημήτριο Αυλίτη, πήγαν στην περιοχή Ηρακλείου να πάρουν και μεταφέρουν στον Τσούτσουρο όπλα που ο πρώτος είχε κρύψει. Δυστυχώς δεν τα βρήκαν και επιστρέφοντας πέρασαν από την Βιάννο. Εκεί συνάντησαν τον φλογερό πατριώτη Αλέξανδρο Ραπτόπουλο-ταγματάρχη π.δ. που κι αυτός περιμάζευε και τροφοδοτούσε πολεμιστές της Μάχης της Κρήτης που δεν είχαν αιχμαλωτισθεί.
Οι τρεις αξιωματικοί μελέτησαν με προσοχή την όλη κατάσταση και αποφάσισαν να συναντηθούν το συντομότερο οι δυναμικοί πατριώτες του Μονοφατσίου και της Βιάννου και να δημιουργήσουν μια μυστική επαναστατική οργάνωση.
Την 3η Αυγούστου 1941, διακόσια μέτρα βορειοδυτικά από το χωριό Φιλίππου Μονοφατσίου στο ελαιόφυτο του Ιωάννου Αγγελάκη ταγματάρχου π.δ., πραγματοποιήθηκε το πρώτο μυστικό επαναστατικό συμβούλιο, με συγκεκριμένο σκοπό, οργάνωση και επιλογή αρχηγού. Στο συμβούλιο αυτό πήραν μέρος οι:
1. Ραπτόπουλος Αλέξανδρος ταγ.π.δ. από Ανω Βιάννο
2. Αγγελάκης Ιωάνης ταγ. π.δ. από Φιλίππου
3. Φιλιππάκης Μιχαήλ ταγ/ρχης από Αχεντριά
4. Ραπτάκης Χαράλαμπος ίλαρχος από Ανω Βιάννο
5. Κουτεντάκης Γεώργιος-λοχαγός-δικηγόρος από Καστελλιανά
6. Φάκαρος Αντώνιος σημαιοφόρος από Αθήνα
7. Αυλίτης Δημήτριος υπολοχαγός
8. Χαραλαμπίδης Γεώργιος ανθ/γός
9. Κωνσταντόπουλος Αντώνιος
10. Σουρής Νίκος εθελοντής, Ελληνοαιγύπτιος.
Μετά από τετράωρη συζήτηση και προσεκτική μελέτη, των προβλημάτων, των δυσκολιών και των κινδύνων που θα συναντούσαν απεφασίσθη και υπεγράφη το πρώτο σε όλη την Ελλάδα πρωτόκολλο-καταστατικό της από αυτούς ιδρυόμενης μυστικής Εθνικοαπελευθερωτικής Οργανώσεως που τελικά ονομάστηκε ΚΡΗΤΙΚΗ ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ (Κ.Ε.Ε.Ε).
Σύμφωνα με το πρωτόκολλο-καταστατικό συμφώνησαν τα παρακάτω:
1. Προσέφεραν εαυτούς ολοκαύτωμα δια την εξυπηρέτηση των ιδεωδών της ελευθερίας θέτοντες την πατρίδα υπεράνω της οικογενείας και λοιπών συμφερόντων, έχοντες σταθερή την ελπίδα ότι τα ελεύθερα ελληνικά στρατεύματα και η μεγάλη σύμμαχος Αγγλία θα επιχειρήσουν την ανακατάληψη και απελευθέρωση της Ελλάδος.
2. Να απαρτίσουν τον πυρήνα δημιουργίας Εθνικής Μυστικής Οργανώσεως με κύριον σκοπόν την απελευθέρωση και την τόνωση του εθνικού φρονήματος την ψυχικήκ επανάσταση προς δημιουργίαν αυστηρώς εθνικής συνειδήσεως και αντιπερισπασμού στις προθέσεις της γερμανικής προπαγάνδας.
3. Την εξεύρεση στελεχών και συστηματική οργανωτική διάρθρωση της Μυστικής Οργανώσεως, σε όλες τις επαρχίες και την δημιουργίαν δικτύου πληροφοριών που θα μεταδίδονται, μόνο με τον συνταχθέντα, κρυπτογραφικό κώδικα.
4. Την εξεύρεση ερημικών τόπων δια την ρίψη από συμμαχικά αεροπλάνα, όπλων και άλλων ειδών εφοδίων. Τον καθορισμό μυστικών σημείων για τη μεταξύ των στελεχών αναγνώριση.
5. Αρχηγός της οργανώσεως ορίσθη από όλα τα άλλα μέλη ο Αλέξανδρος Ραπτόπουλος.
Η επαναστατική αυτή οργάνωση, αμέσως ανέπτυξε σοβαρή δράση.
Τα στελέχη της συγκέντρωναν και οδηγούσαν στον Τσούτσουρο τους περιπλανόμενους πολεμιστές της Μάχης της Κρήτης, ενώ άλλοι συγκέντρωναν και μετέφεραν για τους συγκεντρωμένους παντοειδή τρόφιμα. Το πλοίο όμως της σωτηρίας, δεν παρουσιάζονταν. Για κείνο και ο Φάκαρος πήρε την παράτολμη απόφαση να φύγει με βάρκα για την Αίγυπτο. Το τόλμημα αυτό ισοδυναμούσε με ηρωική αυτοθυσία, και όμως πραγματοποιήθηκε και πέτυχε.
Την 17-9-1941 από την ιστορική πλέον σπηλιά του Μαριδάκι η επισκευασθείσα μικρή παλαιά ψαρόβαρκα του Ιωάννου Σπιθάκη από τα Πιτσίδια, με ένδεκα (11) αποφασισμένους από τους οποίους 7 Ελληνες, 3 Αγγλους και 1 Αυστριακούς-Γερμανοεβραίους, η θρυλική ΑΡΓΩ Β’ όπως την ονόμασαν άνοιξε πανιά για να διαπλεύσει το Λιβυκό Πέλαγος και να φθάσει στην Αλεξάνδρεια, να πληροφορήσουν την Ελληνική Κυβέρνηση και το Συμμαχικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής (Σ.Σ.Μ.Α) τα συμβαίνοντα στον Τσούτσουρο, και να σταλεί το πλοίο της σωτηρίας για να τους παραλάβει.
Την 3η ημέρα που η ΑΡΓΩ Β’ στη μέση του Λιβυκού πάλευε με τα αγριεμένα κύματα, βρετανικό αντιτορπιλικό την πλησίασε περισυνέλεξε τους αργοναύτες, και τους μετέφερε στην Αλεξάνδρεια.
Ο Φάκαρος ενημέρωσε Ελληνική Κυβέρνηση και Σ.Σ.Μ.Α και την νύχτα της 26/27-11-1941 με ελληνικό υποβρύχιο ΤΡΙΤΩΝ με κυβερνήτη τον ανθ/ρχον Επαμεινώνδα Κοντογιάννη-ως σύνδεσμος της Ελληνικής Κυβερνήσεως με την Κ.Ε.Ε.Ε απεβιβάσθη στο Μαριδάκι και άνοιξε η σκάλα του Τσουτσούρη, η οποία πρόσφερε πολλά στον αγώνα και την Εθνική Αντίσταση.
Την 9-12-1941 στον Σκινιά στο κατάστημα του Σταθμού Χωροφυλακής του οποίου σταθμάρχης ήτο ο ενωματάρχης Απόστολος Κατσιρντάκης, οι: 1. Αλέξανδρος Ραπτόπουλος, 2. Γεώργιος Κουτεντάκης, 3. Αντώνιος Φάκαρος, 4. Ανδρέας Γαλανάκης, ανασύνταξαν και οριστικοποίησαν το παραπάνω καταστατικό και στη συνέχεια στο σπίτι του Ανδρέα Γαλανάκη, όπου και εγευμάτισαν, το υπέγραψαν οι τέσσερις τους, ενώ οι τρεις πρώτοι ανελάμβαναν να το μεταφέρουν και να το υπογράψουν και τα υπόλοιπα ιδρυτικά μέλη. Το τελικό και οριστικό πρωτόκολλο-καταστατικό υπεγράφη από τους:
1. Ραπτόπουλον Αλέξανδρον
2. Αγγελάκη Ιωάννη
3. Γαλανάκη Ανδρέα
4. Κουτεντάκη Γεώργιο
5. Αγγελιδάκη Γεώργιο
6. Κονδυλάκη Νικόλαο
7. Ραπτάκη Χαράλαμπο
8. Φάκαρο Αντώνιο
9. Κατσαράκη Νικόλαο
10. Λουλάκη Νικόλαο.
Η Κ.Ε.Ε.Ε προσέφερε πολλά στην Εθνική Αντίσταση και τον απελευθερωτικό αγώνα. Χάρις στη δραστηριότητα των στελεχών της, μεγάλος αριθμός πολεμιστών της Μάχης της Κρήτης απέφυγαν την αιχμαλωσία, έφυγαν στην Αίγυπτο και συνέχισαν τον συμμαχικό αγώνα.
Δυστυχώς ενώ λειτουργούσε θαυμάσια και δρούσε κατά των κατακτητών σχεδόν σε όλη την Κρήτη, προδόθηκε στους Γερμανούς από δυο μοιραίες γυναίκες. Ετσι άρχισε και έτσι τελείωσε η ΚΡΗΤΙΚΗ ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ (Κ.Ε.Ε.Ε) η πρώτη Αντιστασική οργάνωση στο Ανατολικό Μονοφάτσι και την επαρχία Βιάννου.
Συνελήφθησαν από τους Γερμανούς και εξετελέσθησαν οι:
1. Ραπτόπουλος Αλέξανδρος, αρχηγός-ταγ/ρχης π.δ.
2. Ραπτάκης Χαράλαμπος, ίλαρχος
3. Καπετανάκης Σπυρίδων, μοίραρχος Χωρ/κής
4. Σταματουλάκης Εμμαν., κτηνίατρος
5. Κονδυλάκης Μύρων, αγρονόμος
6. Παπαγιαννάκης Μιχαήλ, γραμματέας κοινότητας
7. Πετράκης Χαράλαμπος, κτηνοτρόφος (πατήρ)
8. Πετράκης Νικόλαος, κτηνοτρόφος (υιός)
9. Κουτεντάκης Παύλος, πρόεδρος κοινότητος
10. Κουτεντάκης Εμμανουήλ, γεωργός
11. Κουτεντάκης Μιχαήλ, γεωργός
12. Κεφαλάκης Ιωάννης, γεωργός
13. Παπαδάκης Χαράλαμπος, γεωργός-ψαράς
14. Σωτηράκης ή Βλάμης Πολυχρόνης, ψαράς.
Ετσι η Κ.Ε.Ε.Ε η πρώτη στον αγώνα, κτυπημένη βαρειά διαλύθηκε, με την εκτέλεση του αρχηγού της και των παραπάνω στελεχών της.
Τελευταία ένα δημοσίευμα δια της τεθλασμένης προτείνει να τιμηθούν με προτομές αγωνιστές που προσέφεραν στον αγώνα, κόπους και ιδρώτα και αποσιωπά κατά τρόπον ανεπίτρεπτον, εκείνους που έδωσαν και κόπους και ιδρώτα αλλά και αίμα και την ζωή των.
Εγνώρισα όλους τους παραπάνω αναφερόμενους και ευλαβικά υποκλίνομαι, μπροστά στους αγώνες την προσφορά και την θυσία τους, και τιμώ την μνήμη τους, αλλά δεν μπορώ να δεχθώ ότι η τεθλασμένη είναι καλύτερη από την ευθείαν για κείνο και τάσσομαι με την ευθείαν και ευθέως προτείνω:
Ναι να τιμηθούν με προτομές όλοι οι πραγματικοί αγωνιστές της Εθνικής Αντιστάσεως και επιμένω, οι πραγματικοί αγωνιστές, και το παράδειγμά τους να οδηγεί τα βήματα και τον νουν των επερχόμενων γενεών στον δρόμο του χρέους, της τιμής και της ελευθερίας της πατρίδος, αλλά να τιμηθούν πρώτα οι πρωτοπόροι και απ’ αυτούς πρώτοι, αυτοί που έδωσαν και την ζωή τους.
Πρώτα ο Αλέξανδρος Ραπτόπουλος, οι τρεις Κουτεντάκηδες, ο Χαράλαμπος Ραπτάκης, ο Σπυρίδων Καπετανάκης, ο Κεφαλάκης, ο Παπαδάκης, οι Πετράκηδες, ο Σωτηράκης ή Βλάμης και οι άλλοι που έδωσαν την ζωή τους, και έπειτα αυτοί που έδωσαν ιδρώτα.
Αυτό πιστεύω ότι επιβάλλει το δίκαιον.
Γεώργιος Εμμ. Μιζεράκης
Αντ/ρχης Χωρ/κής ε.α.
Σκινιάς την 20η Αυγούστου 2003
Αρθογράφος:Πατρίς
Ημερομηνία δημοσίευσης:28/8/2003
Το ολοκαύτωμα της επαρχίας Βιάννου και της δυτικής επαρχίας Ιεράπετρας
Του K. Γ. ΣΤΕΦΑΝΑΚΗ, φιλολόγου
Πριν από 60 χρόνια, στις 14-16 Σεπτεμβρίου 1943, διαπράχθηκε από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα πολέμου: Τετρακόσιοι ένας κάτοικοι των δώδεκα χωριών της επαρχίας Βιάννου και οκτώ της δυτικής επαρχίας Ιεράπετρας εκτελέστηκαν ομαδικά, ως αντίποινα για τη σύγκρουση ανταρτών με γερμανική δύναμη στην είσοδο του χωριού Κάτω Σύμη Βιάννου, όπως θα αναφέρω αναλυτικά πιο κατω. Κι αν σ’ αυτούς προστεθούν και πενήντα εννέα ακόμη, που εκτελέστηκαν σε άλλες ημερομηνίες κατά τη διάρκεια της Κατοχής, τα θύματα του μικρού αυτού διαμερίσματος φτάνουν τα τετρακόσια εξήντα, στη μνήμη των οποίων είναι αφιερωμένη η αυριανή εκδήλωση.
Τα δώδεκα χωριά της σημερινής επαρχίας Βιάννου και τα γειτονικά οκτώ της επαρχίας Ιεράπετρας αποτελούσαν ως το 1934 μια επαρχία. Από αυτό φαίνεται πως εξηγείται και το ότι οι Γερμανοί εκδήλωσαν την εγκληματική τους μανία και στα οκτώ χωριά της Ιεράπετρας, για μια μάχη που έγινε στην επαρχία Βιάννου. Για τους Γερμανούς, όπως φαινόταν στους παλαιότερους χάρτες, η περιοχή των είκοσι χωριών ήταν η επαρχία Βιάννου, που έπρεπε να καταστραφεί, σύμφωνα με τη διαταγή του Γερμανού διοικητή Ηρακλείου στρατηγού Μύλλερ: “Καταστρέψετε την επαρχία Βιάννου. Εκτελέσετε πάραυτα, χωρίς διαδικασία, τους άρρενες που είναι πάνω από 16 ετών και όλους που συλλαμβάνετε στην ύπαιθρο, ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας”
Ας δούμε όμως απλά και λιτά το χρονικό των γεγονότων και των ενεργειών ή σφαλμάτων, που οδήγησαν στο ολοκαύτωμα της επαρχίας Βιάννου και της δυτικής επαρχίας Ιεράπετρας. Ετσι θα κατατοπιστούν οι νεότεροι και όσοι δεν έχουν σχέση με τη μαρτυρική αυτή περιοχή και είναι φυσικό να τα αγνοούν ή να μην τα γνωρίζουν επακριβώς. Κι ακόμη θα καταδειχθεί η γενικότερη συμβολή και η προσφορά της μικρής και απόμερης αυτής επαρχίας, τόσο στην εθνική όσο και στη συμμαχική υπόθεση της εποχής αυτής.
Χωρίς, νομίζω, να αποτελεί ιστορική ανακρίβεια ή εγωιστικά τοπικιστικό ισχυρισμό, η επαρχία Βιάννου, από το νοτιότερο άκρο της χώρας μας, έδωσε το σύνθημα και άναψε πρώτη τη φλόγα της επίσημης οργανωμένης εθνικής αντίστασης, τουλάχιστον στην περιοχή της Κρήτης, και σ’ αυτήν δημιουργήθηκε αργότερα η μεγαλύτερη αντιστασιακή δύναμη του νησιού μας, η σημαντικότερη αντάρτικη δύναμη.
Από τις αρχές κιόλας της εχθρικής Κατοχής, μετά τη Μάχη της Κρήτης, εννέα εξόριστοι της Μεταξικής δικτατορίας, μεταξύ των οποίων και ο Νίκος Μανουσάκης από το Βαχό της Βιάννου, που είχαν δραπετεύσει από τη Φολέγανδρο και είχαν πάρει μέρος στον αγώνα κατά των αλεξιπτωτιστών, και οχτώ άλλοι που δραπέτευσαν από τη Γαύδο, έκαμαν σύσκεψη στο Μάραθο Μαλεβιζίου (αρχές Ιουνίου 1941) και οργάνωσαν το “Παγκρήτιο Αγωνιστικό Μέτωπο” (Π.Α.Μ.), καλώντας όλους τους πατριώτες, ανεξάρτητα από κομματική ή πολιτική τοποθέτηση, να ενωθούν και να αγωνιστούν για την απελευθέρωση της πατρίδας. Ο Νίκος Μανουσάκης ορίστηκε γραμματέας του ΠΑΜ και παράλληλα εκπρόσωπός του στο Ν.Ηρακλείου.
Ταυτόχρονα σχεδόν και ο Αλέξανδρος Ραπτόπουλος, ταγματάρχης σε πολεμική διαθεσιμότητα από την Ανω Βιάννο με άλλους επτά συνεργάτες του στρατιωτικους, ίδρυσε την πρώτη μεγάλη Οργάνωση Εθνικής Αντίστασης στην Κρήτη.
Το πρωτόκολλο για την ίδρυσή της έχει χρονολογία 3 Αυγούστου 1941 και τόπο συντάξεως τους Φιλίππους Μονοφατσίου, όπου έγινε η πρώτη συνάντηση των πρωτεργατών της, και βρίσκεται σήμερα στα Αρχεία του Πολεμικού Ναυτικού. Εχει δημοσιευτεί στα “Βιαννίτικα Νέα” της 14ης Σεπτεμβρίου 1978.
Το πρωτόκολλο αυτό έφυγε από την παραλία κοντά στον Τσούτσουρο στις 17-9-1941 με μια βάρκα, που ο καπετάνιος της Αντ. Φάκαρος τη βάφτισε “Αργώ 2” κι έφτασε στην Αίγυπτο, για να δώσει στις εκεί ελληνικές Αρχές το μηνυμα της σκλαβωμένης μα αδούλωτης κρητικής ψυχής. Στις 27-11-1941 γύρισε ο Φάκαρος με το υποβρύχιο “Τρίτων” και αποκατέστησε την επαφή των ελληνικών και συμμαχικών Αρχών με την Οργάνωση Ραπτοπούλου.
Γράφει σχετικά ο αντιναύαρχος Παναγιώτης Κώνστας στο βιβλίο του “Η Ελλάς κατά τη δεκαετία 1940-1950”: “Ο ηρωικός Κρητικός Λαός, μνήμων των παραδόσεών του, αμέσως μετά την κατάληψιν της πατρίδος του υπό των Γερμανών (30 Μαΐου 1941) ήρχισε να αντιδρά κατά του κατακτητού και να οργανούται επαναστατικώς. Εφέρετο δε κατά Σεπτέμβριον του 1941 ως διοικούσα την όλη επαναστατικήν κίνησιν η Κρητική Εθνική Επαναστατική Επιτροπή (Κ.Ε.Ε.Ε.). Αύτη είχεν εγκαταστήσει το Αρχηγείον της εις το χωρίον Ανω Βιάννος...”.
Ο Αλέξανδρος Ραπτόπουλος πέρασε όλη την Κρήτη και οργάνωσε νομαρχιακές επιτροπες. Σε όλα τα χωριά της επαρχίας Βιάννου, αλλά και σε πολλά άλλων επαρχιών, ιδρύθηκαν κοινοτικές επιτροπές. Ο Ραπτόπουλος επέλεξε τον όρμο του Τσουτσούρου ως διαμετακομιστικό σταθμό Ελλήνων πατριωτών και συμμαχικών δυνάμεων, αλλά και όπλων και λοιπών εφοδίων για τους μαχόμενους πατριώτες της περιοχής, με την προσόρμιση σε συχνά χρονικά διαστήματα υποβρυχίων και άλλων σκαφών.
Η δραστηριότητα του Ραπτόπουλου έγινε αντιληπτή από τους κατακτητές, που οι πράκτορές τους έθεσαν σε στενή παρακολούθηση τις κινήσεις του, και στις 22-2-1942 ο Ραπτόπουλος συνελήφθη από τους Ιταλούς, που τον φυλάκισαν στη Νεάπολη Λασιθίου και μετά από ένα μήνα τον παρέδωσαν στους Γερμανούς, οι οποίοι τον καταδίκασαν σε θάνατο, μαζί με το φλογερό συνεργάτη του Εμμανουήλ Σταματουλάκη, έφεδρο ανθυποκτηνίατρο από την Κάτω Βιάννο. Η εκτέλεσή τους έγινε στις φυλακές της Αγυιάς Χανίων στις 3-9-1942.
Το ψυχικό μεγαλείο του δείχνουν τα γράμματά του από τις φυλακές της Αγυιάς. Αναφέρω ένα απόσπασμα από το τελευταίο του γράμμα:
“Αγυιά, 3 Σεπτεμβρίου 1942
Αγαπητά μου παιδιά,
Σας αφήνω τον ύστατο χαιρετισμό και την ευχή μου.
Συγχωρήσετε τους εχθρούς μας. Και εστε υπερήφανοι”.
Ετσι χτυπήθηκε η Οργάνωση Ραπτοπούλου, μα ο σπόρος τους αγώνα είχε ριζώσει βαθειά στο γόνιμο έδαφος. Ο λαός της μικρής επαρχίας Βιάννου, βαθύτατα δημοκρατικός και φιλελεύθερος, βρήκε την έκφραση του ψυχικού του κόσμου στον αγώνα για την εθνική απελευθέρωση και τη δημιουργία ενός καλύτερου κόσμου.
Παρέμεινε στρατευμένος σ’ όλη τη διάκρεια της Κατοχής, οργανωμένος στη μεγάλη του πλειοψηφία στο Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο και σ’ ένα μικρότερο ποσοστό στην Εθνική Οργάνωση Κρήτης και δεν έπαψε ούτε στιγμή να προσφέρει τα πάντα στον απελευθερωτικό αγώνα. Εκρυψε και περιέθαλψε τα υπολείμματα των Αγγλων, των Αυστραλών και Νεοζηλανδών στρατιωτών, τους φυγάδευσε στην Αφρική, διατήρησε συνεχή επαφή με τους Συμμάχους, με υποβρύχια που έφταναν κάθε τόσο στα παράλιά της και συγκεκριμένα στην παραλία μεταξύ Αρβης και Τσουτσούρου.
Περί τα τέλη του 1942 δημιουργήθηκε, στα Λασιθιώτικα βουνά, που βρίσκονται πάνω από τα χωριά της επαρχίας Βιάννου και τα γειτονικά της Ιεράπετρας, το πρώτο αντάρτικο της περιοχής με τους κυνηγημένους, από τους Γερμανούς, Κρητικούς. Το αντάρτικο αυτό, που αργότερα εξελίχθηκε στη σημαντικότερη αντιστασιακή δύναμη της Κρήτης, είχε για λημέρι του την περιοχή πάνω από το οροπέδιο “Λάπαθο” και συγκεκριμένα τις τοποθεσίες “Αλευράς” και “Χαμέτη”, πάνω και βορειοανατολικά του χωριού Κάτω Σύμη. Ανάμεσα στους αντάρτες αυτούς ήταν οι Μανώλης, Χρήστος και Γιάννης Μπαντουβάς, Γιάννης Ποδιάς, Δημήτρης Παπάς, Γιώργης Νιριανός, Αναστάσιος Μπουτζαλής, Χρήστος Ζαμπετάκης, Αντώνιος Καράς, Ζαχαρίας Χαιρέτης κ.ά.
Τον Αύγουστο του 1943 οι Γερμανοί εγκατέστησαν ένα φυλάκιο από τρεις στρατιώτες στο χωριό Κάτω Σύμη, στους πρόποδες των Λασιθιώτικων βουνών. Φαινομενικά είχε προορισμό να συγκεντρώνει πατάτες και άλλα είδη από τη Σύμη και τη γύρω περιοχή για τη διατροφή των Γερμανών, που έμεναν στην Ανω Βιάννο. Το γεγονός όμως ότι το φυλάκιο βρισκόταν στο δρόμο που συνέδεε τα χωριά της επαρχίας Βιάννου με το λημέρι των ανταρτών, δείχνει πως άλλος ήταν ο πραγματικός προορισμός του.
Προς το τέλος του Αυγούστου 1943 έγινε διάσπαση του αντάρτικου, που ως τότε ήταν ενωμένο και αποτελούσε το ένοπλο τμήμα του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου, όπως ρητά αναφέρεται και στα “Απομνημονεύματα” του Μαν. Μπαντουβά (σ. 212).
Μετά τη διάσπαση αυτή οι ομάδες του Γιάννη Ποδιά και του Δημήτρη Παπά έφυγαν από τη θέση “Χαμέτης” και κατέβηκαν νοτιότερα στη θέση “Αλευράς”. Στη διεξαγωγή όμως της μάχης της Σύμης, που θα δούμε πιο κάτω, ξαναενώθηκαν και έδρασαν απο κοινού.
Στις 8 Σεπτεμβρίου 1943, έγινε η συνθηκολόγηση της Ιταλίας και διαδόθηκε από το περιβάλλον του Μαν. Μπαντουβά ότι οι Αγγλοι θα έκαναν απόβαση στην Κρήτη και συγκεκριμένα στην παραλία των επαρχιών Βιάννου και Ιεράπετρας. Οι ειδήσεις αυτές γέννησαν απερίγραπτο ενθουσιασμό στους κατοίκους, καθώς μάλιστα λεγόταν ότι ο Μαν. Μπαντουβάς βρισκόταν σε συνεννόηση με τον στρατηγό Κάρτα, διοικητή των ιταλικών στρατευμάτων του Ν. Λασιθίου, για να παραδώσουν οι Ιταλοί τον οπλισμό τους στους αντάρτες και, όσοι από αυτούς ήθελαν, να πολεμήσουν μαζί τους Γερμανούς.
Οι πληροφορίες όμως αυτές έμειναν μονάχα “πληροφορίες” και ευσεβείς πόθοι. Αλλά μεσα στην ατμόσφαιρα που δημιουργήθηκε συνέβη κάτι που επρόκειτο να έχει απρόβλεπτες συνέπειες: Τη νύχτα της 9ης προς τη 10η Σεπτεμβρίου 1943 δύο στρατιώτες του γερμανικού φυλακίου της Σύμης (ο τρίτος έλειπε) σκοτώθηκαν από συνεργάτες του Μαν. Μπαντουβά, που, όπως αναφέρει στα “Απομνημονεύματά του” (σ. 318), έδωσε τη διαταγή να εξουδετερωθεί το φυλάκιο.
Μετά την εξόντωση των δύο Γερμανών, μεγάλη δύναμη γερμανικού στρατού συγκεντρώθηκε στην Ανω Βιάννο και στις 12 Σεπτεμβρίου ένα μέρος από αυτόν προχώρησε ανατολικά με κατεύθυνση προς την Κάτω Σύμη. Κατά τη διάβασή τους από τα διάφορα χωριά οι Γερμανοί πήραν είκοσι περίπου ομήρους, μεταξύ αυτών και τον παπά και δάσκαλο του Κεφαλοβρυσιού Ματθαίο Γιαλιαδάκη, που τον έβγαλαν από την εκκλησία του χωριού, όπου λειτουργούσε -ήταν Κυριακή πρωί! Ισως είχαν σκοπό να τους εκτελέσουν στην Κάτω Σύμη, ως αντίποινα για το φόνο των δύο Γερμανών, ή να τους έχουν μπροστά τους για προκάλυμμα.
Οι αντάρτες ειδοποιήθηκαν αμέσως για τις κινήσεις των Γερμανών. Τέσσερις ομάδες, με επικεφαλής τους Χρήστο Μπαντουβά, Γιώργη Νιριανό, Γιάννη Ποδιά και Δημήτρη Παπά, έπιασαν κατάλληλες θέσεις στην Κάτω Σύμη και στα υψώματα που βρίσκονται στην ανατολική και δυτική πλευρά της κοιλάδας, μέσα από την οποια περνά ο δρόμος προς την Κάτω Σύμη. Κι όταν οι Γερμανοί, κατά τις 10 π.μ. περίπου της 12ης Σεπτεμβρίου, άρχισαν να μπαίνουν στην κοιλάδα με τους ομήρους μποροστά και πλησίαζαν προς το χωριό, πρώτοι οι αντάρτες του Δημ. Παπά τους χτύπησαν ξαφνικά από την ανατολική πλευρά.
Οι Γερμανοί αιφνιδιάστηκαν, καθώς σκοτώθηκαν αρκετοί με το πρώτο χτύπημα, και άφησαν τους ομήρους, που τους ξέφυγαν και ενώθηκαν με τους αντάρτες. Η μάχη γενικεύτηκε στην περιοχή μεταξύ Σύμης και Πεύκου και κράτησε ως αργά, οπότε οι αντάρτες αποσύρθηκαν στο βουνό με απώλειες ένα νεκρό, τον Απόστολο Βαγιωνάκη της ομάδας του Ποδιά από τους Μύθους, και δύο τραυματίες, τον Γεώργιο Μαστραντωνάκη της ομάδα Χ. Μπαντουβά από την Κάτω Σύμη και τον Εμμαν. Ηλιάκη από τ’ Αμιρά.
Οι απώλειες των Γερμανών δεν είναι εξακριβωμένες, καθώς μετέφεραν τους νεκρούς και τους τραυματίες με πολλά ζώα και στο μεταξύ είχε νυχτώσει. Αυτοκινητόδρομος την εποχή εκείνη υπήρχε μόνο ως την Ανω Βιάννο, σε απόσταση δηλ. 12 χιλιομ. περίπου από τον τόπο της μάχης. Αλλοι τους υπολόγιζαν τότε σε 70, άλλοι σε 45. Στο γερμανικό νεκροταφείο Χανίων αναφέρονται 15 με ημερομηνία θανάτου 12-9-45. Ανεξακρίβωτος είναι και ο αριθμός των τραυματιών. Συνελήφθησαν πάντως 12 Γερμανοί και ο διερμηνέας Αγογλωσσάκης από τις Αρχάνες, που τους πήραν οι αντάρτες στο βουνό.
Οι Γερμανοί μετά τη μάχη, αφού σκότωσαν όσους άντρες βρήκαν στην Κάτω Σύμη και στον Πεύκο, στις 14 Σεπτέμβρη 1943, ημέρα Τρίτη, έβαλαν φωτιά στα δύο αυτά χωριά και συγχρόνως, κυκλώνοντας τα χωριά της επαρχίας Βιάννου Βαχό, Αμιρά, Κεφαλοβρύσι, Κρεβατά και Αγιο Βασίλειο, σκότωσαν όλους τους άντρες που βρήκαν σ’ αυτά και δεν πρόφτασαν ή δεν θέλησαν να φύγουν, ξεγελασμένοι από μια επαίσχυντη απάτη των Γερμανών: Την παραμονή των ομαδικών εκτελέσεων, το σούρουπο δηλ. της 13ης Σεπτεμβρίου, αφού συγκέντρωσαν στον Αγιο Βασίλειο όσους βρίσκονταν εκεί, τους μίλησαν με καλό τρόπο και τους διαβεβαίωσαν ότι δεν έχουν να φοβηθούν τίποτε, αν μείνουν στα σπίτια τους, ενώ όσοι βρεθούν έξω θα θεωρηθούν αντάρτες, θα εκτελούνται επί τόπου και θα καίγονται τα σπίτια τους. Αυτό διαδόθηκε σε όλα τα χωριά και πολλοί, που ως τότε κρύβονταν, γύρισαν και κοιμήθηκαν στα σπίτια τους. Και σε λίγες ώρες, κατά τα ξημερώματα της 14ης Σεπτεμβρίου, άρχισαν οι ομαδικές εκτελέσεις σε όλα τα χωριά. Το χωριό Αμιρά δοκιμάστηκε περισσότερο απ’ όλα. Στην πλαγιά που βρίσκεται κάτω από το Ηρώο εκτελέστηκαν 114 άντρες. Μικρότερος, αλλά σημαντικός ήταν ο αριθμός αυτών που εκτελέστηκαν και στα άλλα χωριά Βιάννου και Ιεράπετρας.
Μετά τις εκτελέσεις μέσα στα χωριά, οι Γερμανοί άρχισαν την εκκαθάριση όλης της περιοχής σε πλάτος πέντε (5) χιλιομέτρων από την παραλία, που κηρύχτηκε “νεκρή ζώνη” και σκότωναν σ’ αυτήν χωρίς καμία διάκριση όσους βρίσκανε, άντρες, γυναίκες, ακόμα και μικρά παιδιά.
Οι εκτελεσθέντες από τα παραπάνω χωριά της Βιάννου και ισάριθμα της Ιεράπετρας, από 14 μέχρι 16 Σεπτέμβρη του 1943, είναι 401. Κι αν προσθέσουμε σ’ αυτούς, όπως είπα και στην αρχή, όσους εκτελέστηκαν σε άλλες ημερομηνίες ή άλλες περιοχές στη διάρκεια της Κατοχής, οι νεκροί της επαρχίας Βιάννου και του δυτικού διαμερίσματος της επαρχίας Ιεράπετρας φτάνουν τους 461.
Παράλληλα με τις εκτελέσεις, οι Γερμανοί πήραν από τα χωριά Καλάμι και Συκολόγο 137 άνδρες, που τους οδήγησανν στην Ανω Βιάννο και τους έκλεισαν στο εκεί Γυμνάσιο, αφού δυο φορές στη διαδρομή ετοιμάστηκαν να τους εκτελέσουν. Στον ίδιο χώρο είχαν κλειστεί από τους Γερμανούς και άλλοι όμηροι, ανάμεσά τους και γυναίκες από την Ανω Βιάννο και άλλα χωριά.
Ετσι υπήρχαν στο Γυμνάσιο Βιάννου τριακόσιοι περίπου όμηροι, με σκοπό να εκτελεσθούν (όπως φάνηκε από τα μεταγενέστερα γεγονότα), αν δεν απελευθέρωναν οι αντάρτες τους αιχμαλώτους από τη μάχη της Σύμης, που κρατούσαν ακόμη στο βουνό.
Επειτα από σχετική υπόδειξη, στις 17 Σεπτεμβρίου πήγε στο βουνό εξαμελής Επιτροπή μεταφέροντας τις απόψεις των Γερμανών, να παραδώσουν οι αντάρτες, τους 13 αιχμαλώτους και σε αντάλλαγμα να απολυθούν οι όμηροι. Η Επιτροπή επέστρεψε στις 21 Σεπτεμβρίου άπρακτη, με τη δήλωση των ανταρτών ότι οι αιχμάλωτοι θα μεταφερθούν στην Αφρική, γιατί οι αντάρτες παίρνουν εντολές από το Συμμαχικό Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής και θα ανταλλαγούν με δικούς μας αιχμαλώτους.
Μετά την αποτυχία της Επιτροπής οι Γερμανοί θα είχαν προχωρήσει στην εκτέλεση των ομήρων, αν δεν γίνονταν έντονες ενέργειες και δραματικές προσπάθειες και παραστάσεις των αντιπροσώπων του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και της Εκκλησίας. Με πολύ μεγάλο ζήλο εργάστηκαν για τη διάσωσή των δυο μακαριστοί ιεράρχες: ο τότε αρχιμανδρίτης και αργότερα Αρχιεπίσκοπος Κρήτης Ευγένιος Ψαλιδάκης και ο τότε Επίσκοπος Πέτρας Διονύσιος Μαραγκουδάκης. Με τις επίμονες προσπάθειες όλων αυτών οι όμηροι αφέθηκαν ελεύθεροι στις 25 Σεπτεμβρίου 1943.
Στις 30 Σεπτεμβρίου διατάχθηκε από τους Γερμανούς να εκκενωθούν τα χωριά Κεφαλοβρύσι, Κρεββατάς, Πεύκος, Σύμη, Καλάμι και Συκολόγος της επαρχίας Βιάννου σε πέντε μέρες. Και από τις 14 Οκτωβρίου, ένα μήνα δηλαδή μετά τις ομαδικές εκτελέσεις, ειδικά συνεργεία Γερμανών άρχισαν να κατεδαφίζουν με δυναμίτες και να πυρπολούν τα χωριά αυτά, που είχαν εκκενωθεί, και η περιοχή τους κηρύχθηκε “νεκρή ζώνη”. Το ίδιο έγινε και στα χωριά της Ιεράπετρας, Μύρτος, Γδόχια, Μουρνιές και στον οικισμό “Καημένου” της Ρίζας, που λεηλατήθηκαν και πυρπολήθηκαν.
Υστερα από την εξέλιξη αυτή οι αντάρτες δεν μπορούσαν πια να παραμείνουν στην περιοχή, γιατί το στήριγμά τους, ο λαός της επαρχίας Βιάννου και της Δυτικής Ιεράπετρας, είχε πάθει ολοκληρωτική καταστροφή και ερήμωση. Ετσι αναγκάστηκαν να διασκορπιστούν σε διάφορα μέρη της Κρήτης και ο Μαν. Μπαντουβάς κατέφυγε αργότερα στην Αίγυπτο.
Και όμως ο εκλεκτός αυτός λαός, που τόσο σκληρά είχε δοκιμαστεί, παρά τις απερίγραπτες συμφορές, την προσφυγιά και την πείνα, καθώς και τις στρατιωτικές δυνάμεις των Γερμανών που φρουρούσαν τη νεκρή ζώνη, πέντε μόλις μήνες μετά το ολοκαύτωμα δημιούργησε το νέο αντάρτικο στα ίδια βουνά και λημέρια, που ανήκε αποκλειστικά στον Ε.Λ.Α.Σ. Ο λαός αυτός διαφύλαξε και τροφοδότησε επί οκτώ (8) περίπου μήνες (από τις αρχές του Μαρτίου ως τις αρχές του Οκτωβρίου 1944) τους καινούργιους αντάρτες, που αργότερα έλαβαν μέρος στις μάχες της Παναγιάς, του αεροδρομίου Καστελλίου Πεδιάδος (μέσα Σεπτεμβρίου 1944) και στη νικηφόρα εκ παρατάξεως μάχη του Μαραθίτη-Φορτέτσας (11 Οκτωβρίου 1944). Τη στρατιωτική εξάσκηση και διοίκηση των ανταρτών, που πολέμησαν στη μάχη αυτή, είχε ο νεαρός τότε αξιωματικός Ιωάννης Γ. Κοντάκης από το Κεφαλοβρύσι Βιάννου.
Αυτό είναι με πολύ μεγάλη συντομία και σε αδρές γραμμές το χρονικό της εθνικής προσφοράς και της μεγάλης θυσίας της επαρχίας Βιάννου και της γειτονικής Ιεράπετρας, που είχε σχεδόν ξεχαστεί ως το 1978. Γιατί, ενώ για τις εκτελέσεις λ.χ. των κατοίκων του Διστόμου και των Καλαβρύτων-που στη θυσία τους οι Βιαννίτες κλίνουμε ευλαβικά το γόνυ-γίνονταν από την απελευθέρωση κάθε χρόνο επίσημες εκδηλώσεις με τη συμμετοχή υπουργών και άλλων εκπροσώπων της Πολιτείας, και ενώ στις νεότερες εγκυκλοπαίδειες αφιερώνονται σ’ αυτά στήλες ολόκληρες ή και σελίδες, για το μεγάλο δράμα και την πολυαίμακτη θυσία της επαρχίας Βιάννου ούτε καμιά ανάλογη εκδήλωση είχε γίνει ως το 1978 (για 35 ολόκληρα χρόνια!), εκτός από μια μετά την απελευθέρωση, ούτε στις εγκυκλοπαίδειες γράφτηκε τίποτε, εκτός από πέντε (!) όλες κι όλες λέξεις στην εγκυκλοπαίδεια ΠΑΠΥΡΟΣ-ΛΑΡΟΥΣ που τις διαβάζω: “Κατά την γερμανικήν κατοχήν εδοκιμάσθη σκληρώς”. Αυτές οι πέντε λέξεις και τίποτε άλλο! Και να σημειωθεί ότι η καταστροφή της περιοχής μας σε αριθμό εκτελεσθέντων έρχεται δεύτερη σε όλη την Ελλάδα, μετά τα Καλάβρυτα, αλλά προηγείται χρονικώς.
Ηταν, φαίνεται, πολύ φτηνό το αίμα των Βιαννιτών!
Για να κρίνει και να εκτιμήσει κανείς σωστά τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου 1943 στην επαρχία Βιάννου και τη Δυτική Ιεράπετρα και ειδικότερα τα σχετικά με τη μάχη της Σύμης, πρέπει να λάβει υπόψη του ορισμένα στοιχεία και γεγονότα της εποχής εκείνης:
Η επαρχία Βιάννου και το δυτικό διαμέρισμα της επαρχίας Ιεράπετρας υπήρξαν το επίκεντρο και η καρδιά της κρητικής Εθνικής Αντίστασης. Στην περιοχή αυτή δημιουργήθηκε η μεγαλύτερη δύναμη ανταρτών σ’ ολόκληρη την Κρήτη, που είχε βέβαια επικεφαλής τον Μαν. Μπαντουβά, περιελάμβανε όμως αγωνιστές από όλες τις πολιτικές παρατάξεις. Οπως λέει στα “Απομνημονεύματα” (σ. 294) ο Μπαντουβάς, όταν ο Λη Φέρμορ τον ρώτησε: “Τί κόμμα είναι οι αντάρτες;” απάντησε:- “Απ’ όλα τα κόμματα. Περισσότεροι, το ενενήντα τοις εκατό, είναι βενιζελικοί. Οι άλλοι είναι διάφορα κόμματα, και αριστεροί, οι οποίοι με βοηθούνε πολύ. Περισσότερο από όλους τσι άλλους”.
Αυτή η ενωμένη Εθνική Αντίσταση έδρασε ένα χρόνο περίπου με επίκεντρο την περιοχή της επαρχίας Βιάννου και δυτικής Ιεράπετρας και η μάχη της Σύμης ήταν έργο των ενωμένων μέχρι τότε δυνάμεών της. Προκύπτουν ωστόσο τα ερωτήματα αν έπρεπε να γίνει η μάχη αυτή και αν ωφέλησε ή όχι η διεξαγωγή της.
Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά δεν μπορεί να είναι απλή. Για την περιοχή μας βέβαια η μάχη, χωρίς καμιά αμφιβολία, υπήρξε ολέθρια: τέσσερις εκατοντάδες νεκροί, ένδεκα χωριά καμένα και κατεδαφισμένα τα περισσότερα, χιλιάδες άνθρωποι να ζουν πρόσφυγες σε άλλα χωριά μέσα κι έξω από την επαρχία πεινασμένοι και ρακένδυτοι, πολλοί από τους οποίους πέθαναν από τις κακουχίες, συνθέτουν την εικόνα της ερήμωσης και της πιο μεγάλης καταστροφής. Κι όλα αυτά θα μπορούσαν να αποφευχθούν, αν δεν γινόταν η μάχη με τους Γερμανούς, ή μάλλον ο φόνος των δύο Γερμανών του φυλακίου της Σύμης, που είχε ως επακόλουθο και φυσική συνέπεια τη μάχη με τις ολέθριες επιπτώσεις της στην περιοχή μας.
Γιατί λοιπόν δόθηκε η διαταγή να εξουδετερωθεί το φυλάκιο της Σύμης;
Ο Λη Φέρμορ σε επιστολή του (“ΤΟ ΒΗΜΑ”, 19-9-1979) αναφέρει: “Οι διαταγές που έλαβα από το Συμμαχικό Στρατηγείο... ήταν να αποφευχθεί κάθε προστριβή με τους Γερμανούς εκείνη την πολύ κρίσιμη στιγμή-δηλαδή τις μέρες της ιταλικής συνθηκολόγησης-για να μπορέσουμε εμείς να παραλάβουμε ανενόχλητοι τον ιταλικό οπλισμό, που θα μοιραζόταν μετά στις κρητικές αντιστασιακές δυνάμεις”.
Τι θα εξυπηρετούσε μια τέτοια ενέργεια, που ήταν άλλωστε έξω από τους σκοπούς του αντάρτικου εκείνη την περίοδο και που θα είχε ασφαλώς ως συνέπεια να καταστραφεί η περιοχή και να αποδεσμευτούν οι πολυάριθμες γερμανικές δυνάμεις, που ήταν καθηλωμένες όχι μόνο στην περιοχή της Βιάννου και Δυτικής Ιεράπετρας, αλλά και σε άλλα μέρη του Ν. Ηρακλείου εξαιτίας ακριβώς των ανταρτών; Ηταν ενέργεια μελετημένη, σκόπιμη ή απερίσκεπτη; Ηταν ένα ανθρώπινο λάθος; ‘Η μήπως ήταν αποτέλεσμα παραπλανητικών πληροφοριών από τους Αγγλους για αποβάσεις στην Κρήτη, που διοχετεύθηκαν σκόπιμα στον Μπαντουβά, ώστε να διαρρεύσουν και προς τους Γερμανούς και να τους παραπλανήσουν και έτσι να καλυφθεί η πραγματική πρόθεσή τους για εισβολή στη Σικελία; Και τί τάχα θα ήταν η καταστροφή της επαρχίας Βιάννου μπροστά στην εκπλήρωση του σκοπού αυτού; (Ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα;). Τα ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα και δεν ξέρω αν ποτέ θα διαλευκανθούν πλήρως από την ιστορική έρευνα. Σχετικό πάντως είναι και το παρακάτω κείμενο:
“Αν έχω κριτική καθόλου των πράξεων της SOE (=Υπηρεσίας Ειδικών Επιχειρήσεων) στην Κρήτη, είναι ότι το Γραφείο τους στο Κάιρο έπρεπε να απαγορεύει αυστηρότατα την εκτέλεση σαμποτάζ, εκτός αν ήταν απόλυτη ανάγκη να γίνουν. Το επιτυχές σαμποτάζ πολλών αεροσκαφών και αποθηκών βενζίνης σε αεροδρόμια Ηρακλείου άξιζε βεβαίως τον κόπο. Αντιθέτως ο άσκοπος σκοτωμός ολίγων Γερμανών στρατιωτών, είτε από κομμάντος εξ Αιγύπτου είτε από Ελληνες αντάρτες, ήταν εγκληματικά ανόητος, όταν προκαλούσαν τουφεκισμούς αθώων χωρικών ή την καταστροφή ακόμα και ολόκληρων χωριών. Σχεδόν πάντοτε η συλλογή αξιόλογων πληροφοριών άξιζε πολύ περισσότερο”.
(Ραλφ Στόκμπριτζ, μέλος της βρετανικής οργάνωσης που δρούσε στην Κρήτη)
(Νικ. Α. Κοκονά, ΚΡΗΤΗ 1940-1945, σ. 15)
Η μάχη της Σύμης, όπως είπα και πιο πάνω, υπήρξε καταστροφική για την περιοχή μας. Μήπως όμως ωφέλησε τον συμμαχικό αγώνα, οπότε η σημασία της τοπικής καταστροφής μειώνεται; Θα μπορούσε βέβαια να υποστηριχθεί ότι προέκυψε ωφέλεια από τη μάχη αυτή, όχι τόσο για τις απώλειες των Γερμανών, όσο κυρίως για το ότι σε ώρες πολύ κρίσιμες για τη Γερμανία δεσμεύτηκαν, πάνω από ένα μήνα, στην περιοχή μας μεγάλες γερμανικές δυνάμεις, που θα ήταν πολύ χρήσιμες και πιο αναγκαίες αλλού.
Το πραγματικό όμως συμφέρον και για την περιοχή και για το συμμαχικό αγώνα εκείνη την περίοδο ήταν να διατηρηθούν με κάθε τρόπο και να αυξηθούν οι σημαντικές ανταρτικές δυνάμεις στα βουνά μας, που η ύπαρξή τους από το ένα μέρος θα ετόνωνε το εθνικό φρόνημα των κατοίκων και από το άλλο θ’ απασχολούσε μόνιμα και θα κρατούσε δεσμευμένες μεγάλες γερμανικές δυνάμεις σε πολύ δύσκολες για τη Γερμανία ώρες, που κι ένας στρατιώτης ήταν πολύτιμος στα διάφορα μέτωπα. Η διάλυση όμως του αντάρτικου, που έγινε λίγες μέρες μετά τη μάχη της Σύμης, ουσιαστικά άφησε ελεύθερες και απαγκίστρωσε αυτές τις εχθρικές δυνάμεις, που πολλές φορές ήταν κάμποσες χιλιάδες άνδρες.
Αρθογράφος:Πατρίς
Ημερομηνία δημοσίευσης: 13/9/2003
Το ολοκαύτωμα της επαρχίας Βιάννου και της δυτικής επαρχίας Ιεράπετρας
Παρατηρήσεις μου εις το άρθρο του κ. Κ.Γ. Στεφανάκη, φιλολόγου, της 13.9.03
Του Dr Εμμ. Ι. Μπαντουβά
Αποτελεί τιμητική πράξη η αναφορά και απότισις φόρου τιμής όχι μόνον εις την ιεράν μνήμην των μαρτύρων και ηρώων της Βιάννου και Ιεράπετρας, αλλά και εις τον κ. Κ.Γ. Στεφανάκη φιλόλογον επιστήμονα, ο οποίος με γλαφυρότητα και εθνικόν παλμόν ψυχικής οδύνης, αναφέρεται εις το σπαραξικάρδιο αυτό γεγονός.
Ομως επειδή ο κος Στεφανάκης επεξετάθη και εις την καθόλου Εθνικήν Αντίστασιν της Κρήτης, και ακόμη εσχολίασε κατά αμφολυτικόν τρόπον τη σκοπιμότητα και την ανάληψιν ευθύνης αυτής της μάχης, θεωρώ επιβεβλημένον καθήκον μου να παρατηρήσω τα εξής:
1ον) Είναι ανεπίτρεπτον και λυπηρόν δι’ οιονδήποτε ιστοριογράφον αναφερόμενον εις την επίσημον οργανωμένην εθνικήν αντίστασιν της Κρήτης να προσδίδει τοπικιστικόν χαρακτήρα ή κομματικόν στην εκδήλωσιν της. Διότι η αιχμή του δόρατος της ασυγκρίτου ορμής της Εθνικής Αντιστάσεως Κρήτης κρίνεται αντικειμενικώς η καθολικότης της ως διάστασις μαχών και επιχειρήσεων, ως ημερομηνία ενάρξεως και ως παγκρήτιος συμμετοχή, από τα κείμενα αναφορών και περιγραφών τόσον του κατακτητού όσον και ημετέρων στρατιωτικών και δημοσιογραφικών ντοκουμέντων.
2ον) Τιμώ τους διαλαμβανομένους εις το ΠΑΜ εννέα εξορίστους της Μεταξικής δικτατορίας ως τον Νίκο Μανουσάκη από το Βαχό Βιάννου ως και τον Αλεξ. Ραπτόπουλον ταγματάρχην κλπ. Ούτε αμφισβητώ το πρωτόκολλο ιδρύσεως της οργανώσεως των της 3ης Αυγούστου 1941. Ούτε αμφισβητώ την μη αναφερομένην υπό του επιστολογράφου, αλλά δια πρωτοκόλλου και αυτή επιβεβαιουμένη οργανωτική πρωτοβουλία του συνταγματάρχου Παπαδάκη και Αγγλων αξιωματικών εις Χανιά. Υπάρχουν και άλλαι σποραδικαί πρωτοβουλίαι παρομοίας φύσεως, ως του Πέτρακα, Τζιφάκη, Σατανά, Μάντακα, Βλαντά, Πορφυρογένη κλπ. Ομως η βαρύτης, η έκτασις, η καθολικότης και επομένως η επισημότης και ο “χαρακτηρισμός πρώτη μεγάλη οργάνωση Αντίσταση στην Κρήτη” δεν κρίνεται από τα πεπραγμένα μιας περιοριμένης εδαφικής εκτάσεως Βιάννο, Ιεράπετρα, ή Φολέγανδρος, αλλά αφενός από την επίσημον κατονομασίαν του μοναδικού αντιπάλου του κατακτητού ως ούτος τον κατονομάζει και τον χαρακτηρίζει και από την χρέωσιν εις το όνομα μόνον αυτού των εκτελεσθέντων και χηρών και ορφανών.
Είμαι ο τελευταίος επιζών εκ των πρωταγωνιστών των Μπαντουβάδων ως και ο Ζαχ. Κ. Μπαντουβάς και μετείχα όλων των ανά την Κρήτη δραστηριοτήτων και γνωρίζω πρόσωπα και πράγματα. Ιδιαίτερα το 1943 με τα συνεχή σαμποτάζ και τας τυπικάς μάχας και συμπλοκάς ανά την Κρήτη από τα Χανια έως το Λασήθι, κατέπεισαν τον εχθρόν ότι επίκεινται αποβάσεις Συμμαχικών δυνάμεων εις την νήσον ώστε να παραμείνουν ενισχυμένοι εκείθεν και τούτο συνετέλεσε αποφασιστικώς εις την ήτταν του Αξονος εις Σικελίαν. Η Κρήτη καταργήσασα το αήττητον του Αξονος απετέλεσε το προανάκρουσμα της σωτηρίας όχι μονον της εθνικής της Ελλάδος ελευθερίας, αλλά και της πανανθρώπινης ελευθερίας.
Μήπως όμως υπάρχει άλλη δυνατότης ή τακτική να επιτευχθεί αυτό χωρίς ολοκαυτώματα και υπερβάσεις ηρωισμού; Ασφαλώς όχι. Υπάρχουν όλαι αι αποδείξεις ότι τόσον η διάδοσις αποβατικών συμμαχικών δυνάμεων εις Κρήτην, όσο και αι συγκρουσιακαί αναφλέξεις εις Βαννά, αεροδρόμια (σαμποτάζ), λιμένας, χωριά, υποκινούντο από το Συμμαχικόν στρατηγείον και οξύνθησαν το 1943, δια να κρατηθούν αι εχθρικαί δυνάμεις εις Κρήτη και Δωδεκάνησα προς διασφάλισιν τουρκικής ουδετερότητος και προοπτικής προελάσεως δυνάμεως του Αξονος μέσω Συρίας κλπ. εις Καύκασον - Ρωσία και εξασφάλισιν των μεγαλυτέρων κοιτασμάτων πετρελαίου. Ομως αυτό εξυπηρετεί τους συμμάχους δια την διακεκινδυνευμένην νίκην των εις Σικελίαν. Η υπό του επιστολογράφου αναφερομένη άποψις Le Fermor-Φιλεντέμ είναι αναληθής και τούτο αποδεικνύεται ευκόλως εκ του γεγονότος ότι όταν πλέον είχε κερδηθεί η νίκη εις Σικελίαν και εδραιώθη η συνθηκολόγηση της Ιταλίας, διατί πολύ αργότερον χωρίς να υπάρχει ειδικός στρατηγικός λόγος να χάσωμε τον πόλεμον, ο ίδιος Le Fermor μαζί με τον λοχαγό Moss κατ’ εντολήν του Στρατηγείου Μέσης Ανατολής επραγματοποίησε την απαγωγή του Γερμανού στρατηγού Κράιπε στην Κρήτη, εν επιγνώσει των τρομερών αντιποίνων που επηκολούθησαν; Και βέβαια επραγματοποιήθη αύτη με τη συνδρομήν του Μπαντουβά καθ’ ότι μετείχε ο Μπαντουβάς με άνδρας του ως Χναράκης, Παπαλεωνίδας, Πατεράκης κλπ. Το ισχυρότερο ντοκουμέντο είναι εμπιστευτική επιστολή του Φύρερ προς τον στρατηγόν φρουρίου Κρήτης δι’ ης αξιούσε την εξόντωσιν του Μπαντουβά εντός μηνός λόγω κινδύνου απωλείας του πολέμου από την Κρήτη. Τότε ο στρατηγός εκάλεσε τους τρεις ανωτάτους αξιωματικούς της Γκεστάμπο ν’ αναλάβουν αυτό το έργον δια χρησιμοποιήσεως του ενός εξ αυτών του Χάρτμαν, να υποδυθεί Αγγλον που επιδιώκει μετάβασιν εις Μέσην Ανατολήν και επιτυγχάνοντας αυτήν την προσέγγισιν να θυσιασθεί, σκοτώνοντας τον Μπαντουβά.
Πλην της αναφοράς αυτού του γεγονότος εις τα Απομνημονεύματα υπό τον κον Αντ. Σπανουδάκη, γνώστης ήτο και ο Χριστόφορος Παντουβάκης πατήρ του τ. νομάρχου Χανίων Εμμ. Παντουβάκη. Θεωρώ ότι ο κος Γ. Στεφανάκης ο οποίος με την ανάπτυξιν του χρονικού του ολοκαυτώματος της Βιάννου και Ιεράπετρας, λαμβάνει επιεικώς το άριστα μιας επιστημονικής εθνικής προσφοράς καθήκοντος μεν, αλλά υπό πολλών άλλων επιστημόνων μη εκτελουμένου. Ομως εις τα συμφραζόμενα της Κρητικής Αντιστάσεως εις τα οποία δογματικώς αποφαίνεται διαφωνώ και του συνιστώ εάν βεβαίως θέλει να ενδιατρίψει και επ’ αυτών, να του δώσω όλα τα στοιχεία που έχω και που έχω σκοπό εις το μέλλον, αν προλάβω να δημοσιεύσω ως ιδικά μου απομνημονεύματα. Είναι λυπηρόν δια την μη παραποίησιν ή υποβάθμισιν της ιστορικής πραγματικότητος να είναι πειστικωτέρα η εχθρική καταγραφή απ’ ότι των επιγόνων ιστοριογράφων.
3ον) Η επίσημος καθολική αντίστασις της Κρήτης δεν οριοθετήθη, ούτε εμορφοποιήθη, ούτε προεβλήθη δίκην μυστικών δείπνων νοεράς εξάρσεως, ούτε ως σποραδικά φαινόμενα μεμονωμένων ελευθέρων σκοπευτών. Αντιθέτως και εις την Μάχην της Κρήτης (κατά αλεξιπτωτιστών) και εις τη συνέχεια ως μετάπτωσις άνευ διακοπής συνεχείας της μαχητικής αντιπαραθέσεως ως 5ετής Εθνική Κρητική Αντίσταση, η ηγεσία ανεδείχθη υπό του λαού και δεν διωρίσθη από ηττηθείσας συμμαχικάς και ελληνικάς ηγεσίας. Ο προμηθεϊκός αυτός αγών, ο οποίος υπήρξε κορυφαίος και απαράμιλλος ως παγκόσμιον καταλυτικόν τελικόν γεγονός ήττης του Αξονος τόσον από τον λαόν όσον και από τον κατακτητην και φονικόν αντίπαλον, καθορίζεται λεπτομερειακώς και καθολικώς εις επίσημα κείμενα ως ταύτα διετυπώθησαν επί διαρκούς βάσεως και υπό του κατακτητού και υπό της λαϊκής Μούας. Η μορφή της ηγεσίας η οποία με λεπτομερείας αναφέρεται και περιγράφεται εις την μάχην κατά των αλεξιπτωτιστών διαλαμβάνεται εις επίσημον κείμενον δημοσιογραφικού ρεπορτάζ του δημοσιογράφου - αξιωματικού του Επιτελείου Στρατηγάκη εκδ. 1950-52 ως και άλλων, αλλά προπαντός από την λαϊκήν παράδοσιν.
Επίσημα κείμενα εναντίον της αντιπάλου επισήμου αντιστάσεως πλην της επισήμου κατοχικής αλληλογραφίας Γερμανοϊταλών και Ελληνικών κατοχικών Αρχών, είναι αι διαρκείς ανακοινώσεις και προκηρύξεις κατονομάζουσαι ως μοναδικόν αντίπαλον τον Μπαντουβά: όρα προκήρυξιν Γερμανού στρατηγού φρουρίου Κρήτης Νοέμβριος 1943 - Διακηρύξεις νομαρχών ως του Πασσαδάκη, προς Κοινότητας και Εκκλησίας κατονομάζουσαι τον Μπαντουβά ως υπαίτιον. Αι τοιαύται δημόσιαι του κατακτητού γνωστοποιήσεις και διαβεβαιώσεις ότι τα αντίποινα οφείλονται εις τον Μπαντουβά είναι δεκάδες δι’ ο και ισχύει το Scripta manent.
Η λαϊκή μούσα παιάνιζε το όραμα και την πίστη της ελευθερίας και της νίκης εις κάθε χωριό Πολύχνη και μετόχι, αλλά και πόλεις. Π.χ., μου εζήτησε ο εκ Μοχού Ηρακλείου στρατηγός Χωροφυλακής Χατζάκης διοικητής Προαστίων Πρωτευούσης, να δω την ετοιμοθάνατη μητέρα του εις Γεν. Νοσ. Αθηνών, δια να μου πει ότι αυτή με τις άλλες κοπελιές του χωριού έπιαναν σπουργίτες και τους έδεναν τα πόδια και όταν ο Μπαντουβάς επεσκέπτετο το σπίτι του υπευθύνου, εν χορώ οι κοπέλες ετραγουδούσαν το αυτοσχέδιο ποίημα “αν ειχαν τύχη τα πουλιά, τον Μπαντουβά να βρούνε, να το σε λύσει τις κλωστές, να ελευθερωθούνε” κι έλυναν τις κλωστές να φύγουν τα πουλιά.
Η Κρήτη ουδέ επί στιγμήν εγκαταλήφθη υπό του Μπαντουβά, διότι η πρόσκληση και μετάβαση του Μπαντουβά την 1.11.43 εις Μεση Ανατολή επραγματοποιήθη κατόπιν επισήμου προσκλήσεως του Στρατηγείου Μέσης Ανατολής, αλλά παρέμεινε ο αρχηγός επίσης με τα ιδίας αρμοδιότητας και δυνάμεις, ο πατέρας μου Ιωάννης Μπαντουβάς του οποίου η επάρκεια εξικνείτο εις πρωτοπορίαν, οργανωτικήν, πολεμικήν έως και προσωπικήν συμμετοχήν εις σαμποτάζ.
Η επίσημος επομένως έναρξις της Κρητικής αντιστάσεως προσομοιάζουσα με την τοιαύτην του Παλαιών Πατρών Γερμανού, εις Αγίαν Λαύραν και υπό την κλαγγήν των όπλων του τέλους της μάχης των αλεξιπτωτιστών και της ενάρξεως πλέον λαϊκού αντιστασιακού αγώνος, έγινε εις Αϊ Σύλλα εις του Χαμαμουτζή το σπήλαιο 2.6.1941 υπό τας ευλογίας του ιερομονάχου Σωφρονίου της Μονής Αγίου Γεωργίου Επανωσήφη παρόντων και των μελών της αντιστασιακής οικογενείας Σαμαρήτη. Διότι αι αναφερόμεναι υπό του επιστολογράφου ολιγομελείς δραστηριοποιήσεις δίκην μυστικών δείπνων υποδηλώνουν αναντιρρήτως ηρωισμόν, εθνικήν προσφοράν, θυσίας εις την προσπάθειαν οργανώσεως και συμμετοχής του λαού, απ’ την απαρχήν μέχρι τέλους της αιματηράς, καθολικής αναμετρήσεως επισήμου λαϊκής ηγεσίας και κατακτητού. Αυτό το χρίσμα και της κατ’ επανάληψιν αναφερομένης επισημότητος υπό του επιστολογράφου, εδόθη από επίσημα και συνεχή συγκρουσιακά γεγονότα λαϊκών μαχητών και ηγεσίας, τα οποία με ακρίβεια και απολυτότητα προσδιόρισε ο αντίπαλος δηλαδή ο κατακτητής, αλλά παραλείπει ο επιστολογράφος να ειπεί με το όνομά τους, ως ν’ αποτελούσε ο αναδειχθείς και καθιερωθείς ηγέτης Μπαντουβάς αντίπαλον δέος όχι του κατακτητού ως συνέβαινε, αλλά των αναφερομένων ομάδων, εις τας οποίας προσδίδει ο επιστολογράφος επισημότητα αποκλειστικήν, εις καθολικότητα δηλαδή καταλυτικήν διαδραμάτισιν γεγονότων αναμετρήσεως τα οποία όμως δεν επισυνέβησαν εις αυτό το επίπεδον.
Συμπέρασμα
Πρέπει να γίνει κατανοητό και ιδιαιτέρως από τους επιστήμονας Κρήτας, ότι δια να μη διαφθείρεται η Ιστορία, πρέπει να διατυπώνεται η ιστορική αλήθεια, ως εθνικό γεγονός, μακράν πολιτικών σκοπιμοτήτων και με επίσημα δεδομένα, κριτήρια και κείμενα του κατακτητού και του Συμμαχικού Στρατηγείου Μέσης Ανατολής.
Αυτό εγινε στη Γιουγκοσλαβία και Γαλλία. Σ’ ένα γενικό αγώνα δια πανανθρώπινη ελευθερία ως ήτο της Κρήτης, δεν θα είχε κανένα αποτέλεσμα και ούτε την παντοτινή υπεροχή και πρωτοπορία εάν ενάντια εις τον σκοπόν της νίκης εκυριάρχει η σκοπιμότης των αντιποίνων και η εξασφάλισις της ακεραιότητος των υποδούλων αγωνιστών.
Αρθογράφος: Πατρίς
Ημερομηνία δημοσίευσης: 2/10/2003
Το ολοκαύτωμα της επαρχίας Βιάννου και της δυτικής επαρχίας Ιεράπετρας
Του Κ.Γ. Στεφανάκη, φιλολόγου
Οι αναγνώστες της “Π” ας μου συγχωρήσουν την αναφορά μου για δεύτερη φορά στο, με τον ανωτέρω τίτλο, άρθρο μου στην “Π” στις 13/09/03. Αφορμή οι παρατηρήσεις του Dr. Εμμ. Ι. Μπαντουβά στην “Π” 02/10/03.
Διάβασα με προσοχή τα όσα ο κος Εμμ. Ι. Μπαντουβάς αναφέρει στο άρθρο του και εξεπλάγην.
Ο κος Εμμ. Μπαντουβάς, αλλά και κάθε άλλος που τυχόν συμφωνεί μαζί του, οφείλει να γνωρίζει ότι:
1. Οσα κατά καιρούς αναφέρονται σε προσωπικα μου άρθρα, καθώς και πολλων άλλων συμπατριωτών μου, σε εφημερίδες, περιοδικά ή και βιβλία, σκοπό έχουν την όσο γίνεται πιο αντικειμενική καταγραφή των τοπικών ιστορικών γεγονότων στην περιοχή της Βιάννου, όχι από σοβινιστική σκοπιά, αλλά με τη βεβαιότητα πως θα βοηθήσουν τον ιστορικό του μέλλοντος στη συγγραφή της γενικής ιστορίας του τόπου μας.
2. Ο χαρακτηρισμός ότι η οργάνωση Ραπτοπούλου ήταν “η πρώτη μεγάλη οργάνωση Αντίστασης στην Κρήτη”, δεν είναι δικός μου. Το επιβεβαιώνει ο αντιναύαρχος Παναγ. Κώνστας στο βιβλίο του “Η Ελλάς κατά τη δεκαετία 1940-1950”.
3. Σέβομαι και εκτιμώ το άγχος του κ. Εμμ. Ι. Μπαντουβά για την προβολή της συμμετοχής και κάποιου ρόλου της οικογένειας Μπαντουβά στην Εθνική Αντίσταση της Κρήτης και για την οποία είχε επί 9 μήνες καθολική, μέχρις αυτοθυσίας στήριξη, των κατοίκων των χωριών της Βιάννου.
4. Για την επιεική βαθμολόγησή μου από τον κ. Εμμ. Ι. Μπαντουβά και τους όποιους άλλους χαρακτηρισμούς γράφει για μένα, τον ευχαριστώ πολύ.
Ευχαριστών και την “Π” για τη φιλοξενία του σύντομου αυτού σημειώματός μου.
Ηράκλειο 2-10-2003
Αρθογράφος: Πατρίς
Ημερομηνία δημοσίευσης:3/10/2003
Οι μαρτυρίες των πρωταγωνιστών διαψεύδουν τον Εμμ. Μπαντουβά
Για τα γεγονότα στη Βιάννο και την Αντίσταση
Του Δημοσθένη Ραπτόπουλου *
Αγαπητή “Πατρίς”
Από τις αρχές Ιουλίου ως τις αρχές του Οκτώβρη δημοσιεύθηκαν στις πολύτιμες στήλες σου τέσσερα άρθρα του κ. Εμμαν. Ιωάννη Μπαντουβά (5/7, 23/7, 3/8 και 2/10) σχετικά με την Εθνική Αντίσταση κατά των κατακτητών της πατρίδας μας τα μαύρα χρόνια 1941-1945 στον 2ο Παγκόσμιο πόλεμο.
Πολλά σημεία των δημοσιευμάτων θίγουν απρόκλητα και αναίτια, άμεσα ή έμμεσα, απροκάλυπτα ή υπαινικτικά συνολικά τους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης αλλά και ειδικά τη μαρτυρική και ηρωική Βιάννο και ειδικότερα τον πατέρα μου και την οργάνωση της οποίας ήταν αρχηγός.
Πιστεύω ότι οι απόψεις του κ. Ε.Ι. Μπ. οφείλονται σε ελλιπή πληροφόρηση και γνώση των πραγματικών γεγονότων και γι’ αυτό θα προσπαθήσω ν’ αποκαταστήσω την αλήθεια χωρίς πάθος αλλά και χωρίς φόβο
Θα χρησιμοποιήσω μερικές από τις πολλές μαρτυρίες, ενυπόγραφες, βιωματικές και αυθεντικές των (πραγματικών) πρωταγωνιστών των (πραγματικών) ιστορικών γεγονότων.
Α. Εισαγωγή
Οι κυριότερες μαρτυρίες είναι:
1. Του καπ. Μπαντουβομανόλη αρχηγού των ανταρτών της Ανατολικής Κρήτης μέχρι το Σεπτέμβρη 1943
2. Του καπ. Μπαντουβογιάννη αδελφού του και στενού συνεργάτη του
3. Του καπ. Μπαντουβοχρήστου πρωτεξαδέλφου των δυο παραπάνω και υπαρχηγού του καπ. Μπαντουβομανόλη σ’ όλο το διάστημα της παραμονής του στην Κρήτη (μέχρι τον Οκτώβρη 1943).
4. Του καπ. Μιχάλη Σαμαρίτη από τους πρωταγωνιστές της ίδρυσης του Π.Α.Μ και γενικά της Εθνικής Αντίστασης.
5. Του Ηρακλειώτη (από το Μάραθο) Δημήτρη Βλαντά κομμουνιστή εξόριστου στη Γαύδο επικεφαλής αυτών που δραπέτευσαν, μετά την κατάληψη της Κρήτης και παρέμειναν στην Κρήτη για ν’ αναδιοργανώσουν τις κομματικές των οργανώσεις και να τις κάμουν πυρήνες για οργανωμένες αντιστασιακές δράσεις του λαού της Κρήτης κατά των κατακτητών.
Οι μαρτυρίες του περιέχονται στο βιβλίο του “Η ΠΡΟΔΟΜΕΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 1941-1945” Εκδόσεις Ευαγγελίου Αθήνα 1977. Ο Δ.Β. ήταν ο πρωταγωνιστής των διαδικασιών ίδρυσης του Παγκρητίου Αγωνιστικού (ή Απελευθερωτικού Μετώπου (Π.Α.Μ).
6. Του Σωκράτη Καλλέργη από το Ρέθυμνο, της εννεαμελούς ομάδας εξόριστων κομμουνιστών της Φολεγάνδρου που δραπέτευσαν, ήρθαν στο Ηράκλειο μέσα Μάη 1941 και πολέμησαν κατά των αλεξιπτωτιστών από την πρώτη ως την τελευταία μέρα των Μαχών. Ηταν μεταξύ των πρωταγωνιστών της ίδρυσης και της διάδοσης του Π.Α.Μ και σημαντικός παράγοντας της Εθν. Αντίστασης μέχρι τη σύλληψή του από τους Γερμανούς και μεταφέρθηκε στην Αθήνα αρχές 1943.
Οι μαρτυρίες του περιέχονται στο βιβλίο του “ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΤΑΥΡΟ ΚΑΛΛΕΡΓΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ” Αθήνα 1990.
Για επιμέρους γεγονότα θα χρησιμοποιήσω και άλλα τεκμήρια κατά περίπτωση.
Θα περιοριστώ στα σημαντικότερα αρχίζοντας από το κύριο και καίριο “ΤΗΣ ΕΝΑΡΞΗΣ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ”.
Στις 2 ΙΟΥΝΙΟΥ 1941 ΣΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ ΤΟΥ ΑΓ. ΣΥΛΛΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΠΑΝΤΟΥΒΟΜΑΝΟΛΗ ΜΕ ΟΡΚΩΜΟΣΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΠΑΝΩΣΗΦΗ”.
Η κατασκευασμένη αυτή εκδοχή εμφανίσθηκε, αν δεν κάνω λάθος, κατά την εφαρμογή του Ν.Δ. 179/1969 για την Εθνική Αντίσταση αλλ’ απέκτησε δημοσιότητα το 1979 όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο του κ. Αντ. Σανουδάκη “ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΠΑΝΤΟΥΒΑ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ” Εκδ. ΚΝΩΣΣΟΣ. Το 1977 ο επίδοξος ιστορικός έπεισε τον εαυτό του πως έκαμε την μοναδική ιστορική ανακάλυψη με την εκδοχή αυτή και αποφάσισε να την προβάλλει και να την επιβάλλει αναδεικνύοντας την ερευνητική και συγγραφική του αυθεντία. Προϊόν αυτής της απόφασης είναι το παραπάνω βιβλίο που μόλις κυκλοφόρησε, ο καπ. Μπαντουβοχρήστος, με δημόσια δήλωση-πρόσκλησή του το χαρακτήρισε “συνονθύλευμα ανακριβειών και παραποιήσεων” που “κακοποιεί την ιστορία και αμαυρώνει την τιμή και την υπόληψη των αγωνιστών”.
Αυτά τα χαρακτηριστικά του βιβλίου αυτού ξεσήκωσαν την καθοριστική αγανάκτηση των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης και οδήγησαν βιογράφο, βιογραφούμενο και εκδότη σε δικαστικές διώξεις και καταδίκες.
Το αντικείμενο αλλά κυρίως ο στόχος της 25ετούς έντονης συγγραφικής και δημοσιογραφικής δραστηριότητας του κ. Α.Σ., όπως διατυπώνεται στον πρόλογο του παραπάνω βιβλίου και συμπληρώνεται με τους προλόγους σχεδόν όλων των βιβλίων του και τα δημοσιεύματά του είναι:
“Η έναρξη της Εθνικής Αντίστασης στην Κρήτη-στην Ελλάδα, στην Ευρώπη-έγινε από τον καπετάν Μανόλη Μπαντουβά στις 2 Ιουνίου 1941 στο σπήλαιο του Χαμαμουτζή του Αγ. Σύλλα με τη συνεργασία Βενιζελικών και κομμουνιστών και ειδικά με τη συμμετοχή του αδελφού του Μπαντουβομανόλη Γιάννη Γ. Μπαντουβά και του πρωτεξάδελφου του Χρήστου Μπαντουβά και των κομμουνιστών ηγετών Μιλτιάδη Πορφυρογένη, Δημήτρη Βλαντά και Γεωργίου Κοντοκώτσου, και με ορκομωσία από τον καλόγερο της Μονής Αγ. Γεωργίου Απανωσήφη Σωφρόνιου Ρουμπάκη. Με την ορκομωσία αυτή ιδρύθηκε το Παγκρήτιο Απελευθερωτικό Μέτωπο (Π.Α.Μ).
Ο Μπαντουβάς, η μεγαλύτερη λαϊκή φυσιογνωμία του αιώνα ήταν ο αρχηγός της ενωμένης Αντίστασης στην Κρήτη και αρχηγός του Ε.Α.Μ. Μέχρι το τέλος του 1943 και ο Μπαντουβάς ήταν ο μόνος που υπολόγιζαν οι Γερμανοί στην Κρήτη και έπαιξε ενωτικό ρόλο και στον Εμφύλιο”.
Και πολλά άλλα απίστευτα και βέβαια όχι αληθινά αφού ούτε στα κείμενα των αφηγήσεων που καταγράφει ο κ. Α.Σ. ανταποκρίνονται.
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΔΕ ΚΑΝΕΝΑ ΣΤΟΙΧΕΙΟ, ΚΑΜΙΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ (ΑΥΤΟΠΤΗ ‘Η ΑΥΤΗΚΟΟΥ ΜΑΡΤΥΡΑ ΚΑΤΑΓΡΑΜΜΕΝΗ) ΟΥΤΕ ΜΕΣΑ Σ’ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΤΟΥ ΕΡΓΟ ΠΟΥ ΝΑ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΝΕΙ ΕΣΤΩ ΕΝΑ ΣΗΜΕΙΟ ΤΟΥ ΑΞΙΩΜΑΤΟΣ ΤΟΥ.
Β. Μαρτυρίες
Στον 6ο τόμο (σελ. 132-147) της σειράς των “ΑΡΧΕΙΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ (1941-1945) ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΡΑΤΟΥ ΤΟΥ ΓΕΝ. ΕΠΙΤΕΛΕΙΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ (Γ.Ε.Σ./ΔΙΣ) δημοσιεύονται οι πρώτες με χρονολογία 20.8.1945 εκθέσεις αντιστασιακής δράσης του καπ. Μανόλη Μπαντουβά και του αδελφού του Γιάννη (ως αρχηγού και υπαρχηγού του, για πρώτη και μοναδική φορά εμφανιζόμενου, “Εθνικού Απελευθερωτικού Κινήματος Κρήτης”).
1. ΣΤΟΙΧΕΙΟ 26 ΕΚΘΕΣΗ ΕΜΜ. ΜΠΑΝΤΟΥΒΑ (σελ. 132-140)
Απόσπασμα από τη σελ. 134
“Ακολούθως και αφού εγένοντο κύριοι της Περιφέρειας Ηρακλείου οι Γερμανοί, ηναγκάσθην μετά του Σώματός μου να υποχωρήσω και να καταφύγω εις το χωρίον Αγ. Σύλλας Ν.Δ. και έξωθι του Ηρακλείου απ’ όπου και εζήτησα παρά του Στρατιωτικού Διοικητού Νομού Ηρακλείου Συν/ρχου Παπαθανασόπουλου τα κατωτέρω. 1) Απόλυσιν των Κρητών Στρατιωτών...”
Και πιο κάτω στην ίδια σελ. 134.
“Εις Αγιον Σύλλαν το πρώτον δεκαήμερον του μηνός Ιουνίου 1941 προέβην εις τον αφοπλισμόν του Σώματός μου και απόκρυψιν των όπλων του, τους άνδρας δε τούτου ετοποθέτησα εις κατωκοιμένους χώρους ίνα αποφύγουν την αντίληψιν του εχθρού και είτα κατόπιν προσκλήσεώς μου προσήλθον πατριώται τινές (επτά ως εννέα) προς ους ανέπτυξα την ανάγκην συνεχίσεως του αγώνος κατά του κατακτητού με την δήλωσιν ότι ο αγών μας ούτος θα είναι σκληρός αλλά και επιβεβλημένος προς χάριν της Πατρίδος και της Ιστορίας μας.
Αι απόψεις μου εγένοντο αποδεκταί υπό των ειρημένων Πατριωτών σχηματισθέντος υπό την ηγεσίαν μου αμέσως του πρώτου ενόπλου πυρήνος αντιστάσεως κατά του εχθρού και ελήφθησαν αι κάτωθι αποφάσεις αίτινες και ετέθησαν αμέσως εις εφαρμογήν 1) Κατηρτίσθη δίκτυον κατασκοπείας...”
2. Στοιχείο 27 έκθεση Ιωάννη Γ. Μπαντουβά (σελ. 141-147) Απόσπασμα από τη σελ. 139
Περίοδος Α’
Αμα τη πτώσει των Γερμανών Αλεξιπτωτιστών ετέθην επί κεφαλής δυνάμεως ανδρών εκ του χωρίου και ανεχώρησα δι’ Ηράκλειον ενταχθείς με τας δυνάμεις του αδελφού μου Εμμανουήλ Μπαντουβά, πολεμήσας κατά των Αλεξιπτωτιστών ακολουθείσας αυτόν ως Υπαρχηγός του Σώματός του καθ’ όλην την διάρκειαν του αγώνος κατά των Αλεξιπτωτιστών. Καμφθείς δε ο Στρατός ο τακτικός και οι Αγγλικαί δυνάμεις λόγω υπερτέρων εχθρικών δυνάμεων αριθμητικώς και ποιοτικώς εις οπλισμόν ηναγκάσθησαν εις υποχώρησιν, ημείς δε παραμείναμεν εισέτι επί μιαν ημέραν εις το πεδίον του αγώνος υποστηρίζοντες τα υποχωρούντα προς το εσωτερικόν της Νήσου γυναικόπαιδα και τον άμαχον πληθυσμόν.
Μετά την υποχώρησιν μας εις Αγ. Σύλλα ανεχώρησα δια το χωρίον μου προς ταχτοποίησιν οικογενειακών υποθέσεων και επανήλθον μετά δεκαπενθήμερον και απεφασίσαμεν την συνέχισιν του αγώνος αντιστάσεως κατά του κατακτητού”.
3. ΔΗΛΩΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΠ. ΜΠΑΝΤΟΥΒΟΧΡΗΣΤΟΥ που δημοσιεύθηκε στην καθημερινή εφημερίδα “ΠΑΤΡΙΣ” στο φύλλο της 18.5.1979.
Για οικονομία χώρου της εφημερίδας και χρόνου των αναγνωστών παραθέτω παρακάτω μόνο τις τελευταίες παραγράφους (4 και 5) της ΔΗΛΩΣΗΣ-ΠΡΟΣΚΛΗΣΗΣ αν και όλο το κείμενό της είναι πολύ σημαντικό, προσεκτικά γραμμένο ώστε ν’ αποτελεί αξιόλογο στοιχείο της Ιστορίας της Εθν. Αντίστασης.
4.- Το βιβλίο “ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΠΑΝΤΟΥΒΑ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ”, που παρουσιάζεται σαν προσωπικές αφηγήσεις του Καπετάν-Μανόλη Μπαντουβά, είναι στο σύνολό του, από τον τίτλο ως την τελευταία σελίδα-ένα συνονθύλευμα ανακριβειών και παραποιήσεων, κακοποιεί την Ιστορία και αμαυρώνει την τιμή και την υπόληψη των αγωνιστών, κάθε άλλο δε παρά την αλήθεια υπηρετεί. Ούτε τα χρόνια που πέρασαν, ούτε η φυσική απώλεια της μνήμης του αφηγητή, μπορούν να δικαιολογήσουν το περιεχόμενό του.
Το αποδοκιμάζω, λοιπόν, με όλη τη δύναμη της ψυχής μου σαν απαράδεκτο άσχετο με την Εθνική Αντίσταση και με όσα πραγματικά συνέβησαν την ηρωϊκή εκείνη εποχή.
Ηράκλειο 17/5/1979
Ο Δηλών
4. Μαρτυρία Σωκράτη Καλλέργη
Στο βιβλίο του (βλ. Εισαγωγή) σελ. 84-102
Ο Σ.Κ. με άλλους οκτώ κομμουνιστές, εξόριστους στη Φολέγανδρο, δραπέτευσαν, έφτασαν στο Ηράκλειο το πρώτο δεκαήμερο του Μάη 1941. Η Χωροφυλακή τους φυλάκισε αμέσως και τους απελευθέρωσε την πρώτη μέρα της πτώσης των αλεξιπτωτιστών, βόμβα που γκρέμισε τοίχο της φυλακής.
Αμέσως οπλίστηκαν και πολέμησαν όλες τις μέρες των μαχών.
Το βράδυ της 28ης προς 29η Μάη, αφού είχαν φύγει οι Βρετανοί και η Ελληνική στρατιωτική ηγεσία αποφάσισε την συνθηκολόγηση, οι εννέα, φοβούμενοι νέα σύλληψη και παράδοσή τους στους Γερμανούς, όπως και έγινε στην κατακτημένη χώρα, αποφάσισαν να αναζητήσουν ομοίδεάτες τους, ν’ ανασυγκροτήσουν τις κομματικές τους οργανώσεις και να τις κάνουν πυρήνες οργανωμένης λαϊκής αντίστασης κατά των κατακτητών. Οι πληροφορίες έφεραν την ομάδα στο Πουχτάκι στους αδελφούς Νίκο και Μιχάλη Σαμαρίτηδες με τους οποίους συμφώνησαν και αποφάσισαν να μοιραστούν στους τόπους καταγωγής των για την πραγματοποίηση του σκοπού των. Στις 30 του Μάη το βράδυ, έφυγαν για τα Χανιά ο Θύμιος Μαριακάκης και ο Μανόλης Πισαδάκης, για το Ρέθυμνο οι Σωκράτης Καλλέργης και Γιάννης Σιμιτζής, ο Ηρακλειώτης Γιάννης Τριανταφύλλου έμεινε στο Ηράκλειο και οι Γιάννης Καλαϊτζάκης, Μιχάλης Βιτσαξάκης, ο Βιαννίτης Νίκος Μανουσάκης και ο μόνος μη Κρητικός Στέργιος Αναστασιάδης μέλος της κεντρικής επιτροπής του Κ.Κ.Ε. στη Βιάννο την επομένη 31/5/1941.
Ωστε την 1η 1941 κανείς από τους εννέα Φολεγανδρινούς δεν ήταν στον Αγιο Σύλλα ή κοντά του.
5. Μαρτυρία Δημήτρη Βλαντά
Στο βιβλίο του “Η προδομένη επανάσταση” στις σελ. 133-139 ο Δ.Β. γράφει πως μια ομάδα επτά κορυφαίων κομμουνιστών εξόριστων στη Γαύδο, δραπέτευσε το βράδυ της 30ης Μάη 1941 και ύστερα από 55 ωρών θαλασσινή ταλαιπωρία, αποβιβάστηκαν στη Σφακιανή παραλία της Σκαλωτής μισοπνιγμένοι.
Το πρωί της 3ης Ιουνίου συζήτησαν για την ανάγκη ανασυγκρότησης των κομματικών τους οργανώσεων για ν’ αποτελέσουν πυρήνες της οργάνωσης παλλαϊκής αντίστασης κατά των κατακτητών και το μεσημέρι χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες με προορισμό τους νομούς Χανίων, Ρεθύμνου και Ηρακλείου. Στα Χανιά έφυγε ο Μάρκος Βαφειάδης και ο Λεωνίδας Στρίγγος, στο Ρέθυμνο οι Πολύδωρος Δανιηλίδης και Μιχάλης Κλιάνης και στο Ηράκλειο ο Γιάννης Λαθουράς, ο Γιώργος Κοντοκώτσος και ο μόνος Κρητικός Δημήτρης Βλαντάς από το Μάραθο Ηρακλείου.
Αλλά και οι κατά βάση δικαιολογημένες αντιδράσεις διαφόρων Αγωνιστών που προκάλεσε το βιβλίο αυτό, νομίζω πως δεν έπρεπε να φθάσουν στην αντίθετη άκρη, γιατί έτσι μόνο την Εθνική Αντίσταση και τους Αγωνιστές της ζημιώνουν.
5. Για τους παραπάνω λόγους προσκαλώ τον πρωτεξάδελφό μου Καπετάν - Μανόλη Μπαντουβά να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, την τελευταία ίσως της ζωής του, και ν’ αποσύρει αμέσως από την κυκλοφορία το τραγελαφικό αυτό κατασκεύασμα ενός υπερφίαλου εγωκεντρισμού.
Πιστεύω πως, μόνο με τον τρόπο αυτό, και τους Εθνικούς Αγώνες, θα διαφυλάξει αλώβητους και την υστεροφημία του θα διασώσει, και την οικογένεια των Μπαντουβάδων θα προστατεύσει από ανεπίτρεπτους και άδικους διασυρμούς.
Οφείλει να το κάνει για το καλό του τόπου για τον οποίο όταν οι συνθήκες το υπαγόρευαν, και ο ίδιος και όλοι μας προσφέραμε τα πάντα.
Ο Δημήτρης Βλαντάς με τους συντρόφους του μετά από δυόμιση ημερών πεζοπορία, έφθασε στο χωριό του τα ξημερώματα της 5ης προς 6η Ιουνίου 1941. Πριν φύγουν από τα Σφακιά συνεννοήθηκαν οι εφτά να συναντηθούν μετά ένα μήνα σε μία χαράδρα έξω από το Μάραθο για να κάμουν απολογισμό και προγραμματισμό της παραπέρα δράσης τους.
Ο Δ.Β. αναζητώντας τους ομοϊδεάτες του τις επόμενες μέρες κατέληξε και κείνος στο Νίκο Σαμαριτάκη ή Σαμαρίτη (ο Δ.Β. τον γράφει Μεσαριτάκη) κατά τις 8-10 Ιουνίου και από κείνον στους Φολεγανδρινούς της Βιάννου. Πιθανός χρόνος συνάντησης του Δ.Β. με τον εκπρόσωπο των Φολεγανδρινών Μιχ. Βιτσαξάκη 12-15 Ιουνίου στο Τσαλικάκι. Αλληλοενημερώθηκαν και οι Φολεγανδρινοι προσκλήθηκαν στην προσδιορισμένη από τους Γαυδιώτες, συνδιάσκεψη των αρχών Ιουλίου στη χαράδρα έξω από το Μάραθο.
Κατά την επίσκεψη του Δ.Β. στον Άγιο Σύλλα ενημερώθηκε από τους Σαμαρίτηδες για την ύπαρξη του Καπ. Μπαντουβομανόλη και την καταλληλότητά του να ηγηθεί ένοπλης αντιστασιακής ομάδας. Το θέμα συζητήθηκε στην παγκρήτια συνδιάσκεψη των αρχών Ιουλίου όπου πάρθηκε η απόφαση της ίδρυσης οργάνωσης λαϊκής αντιστασιακής με την ονομασία που πρότειναν οι Φολεγανδρινοί Παγκρήτιο Απελευθερωτικό Μέτωπο (Π.Α.Μ.) και της συγκρότησης ένοπλης ομάδας με αρχηγό τον καπ. Μπαντουβομανόλη. Η ένοπλη ομάδα συγκροτήθηκε τέλος Ιουλίου σύμφωνα με την Μαρτυρία του Μιχάλη Σαμαρίτη του μόνου επιζώντα και με πολύ καλή μνήμη, από τους πρωταγωνιστές της ίδρυσης του Π.Α.Μ.
Επομένως το πρώτο δεκαήμερο (και πάντως μέχρι τις οκτώ) Ιουνίου του 1941 κανείς από τους εξόριστους της Γαύδου δεν ήταν και δεν μπορούσε να είναι στον Άγιο Σύλλα. Άρα ούτε ο Δ. Βλαντάς, ούτε ο Γ. Κοντοκώτσος.
Εξάλλου ο Δ.Β. αφηγείται ότι μέχρι που έφυγε στην Αθήνα στις 12.10.1941 συνάντησε τρεις φορές τον καπ. Μπαντουβομανόλη και τις τρεις φορές στις Απάνω Ασίτες όπου όμως ο Μπαντουβάς, αφηγείται στ’ απομνημονεύματα του Α. Σανουδάκη, ότι πήγε τέλος Ιουλίου ή αρχές Αυγούστου 1941.
6. ΜΑΡΤΥΡΙΑ
ΜΙΧΑΛΗ ΣΑΜΑΡΙΤΗ
Η συγκρότηση της ένοπλης ομάδας του Π.Α.Μ.
Σύμφωνα με την μαρτυρία του Μιχ. Σαμαρίτη
Ο Καπ. Μπαντουβομανόλης και οι κομμουνιστές επέλεξαν τους παρακάτω:
1. Μανόλης Γ. Μπαντουβάς
2. Χρήστος Ζ. Μπαντουβάς
3. Κωνσταντίνος Ντυμπακιανάκης αδελφός του Χαράλαμπου από τον Άγιο Σύλλα στου οποίου το σπίτι έμενε ο Μπαντουβομανόλης
4. Γεώργιος Πετεινάκης από τον Άγιο Σύλλα
5. Γεώργιος Νιργιανός από το Θραψανό
6. Εμμανουήλ Καραγιωργάκης από το Τζαγκαράκι (τον σκότωσαν οι Γερμανοί το 1942)
7. Αστρινός Ιατράκης από τις Κάτω Ασίτες
8. Ζαχαρίας Χαιρέτης από το Μαλεβύζι
9. Θάνος Καρακυριάκος ή Κουτσούκος Μικρασιάτης
10. Πλεύρης Νικόλαος αντισυνταγματάρχης που τελικά δεν μετείχε
11. Μπέρκης Παναγιώτης έφεδρος Ανθυπολ/γός που εκτελέσθηκε στην Αγιά με άλλους 5 αξιωματικούς
12. Γεώργιος Στυλ. Σαμαριτάκης, 13. Νίκος Στυλ. Σαμαριτάκης, 14. Μιχάλης Στυλ. Σαμαριτάκης (Αδελφοί από τον Άγιο Σύλλα ως γνωστότεροι ως Σαμαρίτηδες)
15. Χαρίλαος Τυλλιανάκης από την Έμπαρο
16. Μιχάλης Βιτσαξάκης από το Ηράκλειο, εξόριστος της Φολεγάνδρου και
17. Γεώργιος Κοντοκώτσος Μακεδόνας, εξόριστος της Γαύδου.
Τα παραπάνω ονόματα μου έδωσε ο Μιχάλης Σαμαρίτης, από τους πρωτεργάτες της αριστερής ανασυγκρότησης και της συγκρότησης του Π.Α.Μ. Ο μόνος επιζών σήμερα της ιδρυτικής ένοπλης ομάδας του Π.Α.Μ. με απόλυτα υγιή μνήμη αλλά και σωματική ζωτικότητα ώστε να είναι πρόεδρος του παραρτήματος Ηρακλείου της Πανελλήνιας Ένωσης Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης (Π.Ε.Α.Ε.Α.) και μέλος του κεντρικού της συμβουλίου.
7) ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΗΣ
Μαρτυρία του Πορφυρογένη δεν υπάρχει, υπάρχουν όμως έγκυρες γραπτές μαρτυρίες από τις οποίες διαπιστώνεται η παρουσία (πότε, πού, πώς) του στην Κρήτη.
Οι μαρτυρίες αυτές βρίσκονται στα παρακάτω βιβλία και τις αντίστοιχα αναγραφόμενες σελίδες.
1. Σπύρου Λιναρδάτου “4η Αυγούστου” Σελ. 461-463
2. Antony Beevor “Κρήτη - Η μάχη και η Αντίσταση” Σελ. 60, 61, 267, 320, 335
3. Μιχάλη Κοκολάκη “Ανατολική Κρήτη - Κατοχή, Αντίσταση, Εμφύλιος” Σελ. 34-41, 50-56, 100, 104
4. Αντώνη Σανουδάκη “Διαδρομή Γιάννη Χρονάκη” Σελ. 93
5. Δημήτρη Βλαντά “Η προδομένη Επανάσταση” Σελ. 143.
Ο Πορφυρογένης έφθασε στο Ηράκλειο από την Κίμωλο όπου ήταν εξόριστος, το πρωί της 29.4.1941 με τους ναυαγούς της θαλαμηγού Kalante της Βρετανικής πρεσβείας, που ανατινάχθηκε από τα Γερμανικά βομβαρδιστικά προσορμισμένο στα ρηχά του Ερημονησιού Πολυαιγος Ν.Α. της Κιμώλου.
Αμέσως έφυγε από το Ηράκλειο για τα Χανιά και από τα Χανιά έφυγε με την κατάκτηση από τους Γερμανούς.
Πήγε στο χωριό της γυναίκας του Φούλας (κόρης του διάσημου μαθηματικού Νίκου Χατζηδάκη από το Μύρθιο Ρεθύμνου καθηγητή Πανεπιστημίου). Από το Μύρθιο, ως ζεύγος Λίτσα και Μήτσος Κομνηνός, πάνε στο Τζερμιάδο Λασιθίου, διασχίζοντας τη Μεσαρά και περνώντας από τις Αγιές Παρασκιές απ’ όπου τους συνόδεψε ο αγωνιστής Αρίστος Λασιθιωτάκης και για να τους παραδώσει στον ειρηνοδίκη Αναστάσιο Χαλκιαδάκη που τους ανέμενε για να τους αποκρύψει στο σπίτι του.
Καταζητούμενος ως σημαντικός και διάσημος κομμουνιστής και με εντυπωσιακά χαρακτηριστικά (πανύψηλος) προσπάθησε να μείνει αφανής και άγνωστος και πολύ λίγοι επικοινώνησαν μαζί του ενώ ελάχιστοι εγνώριζαν την πραγματική του ταυτότητα και γι’ αυτό δεν εντάχθηκε σε αντιστασιακές ούτε κομματικές οργανώσεις και ούτε ο Δ. Βλαντάς μπόρεσε να τον συναντήσει ούτε ο Μ. Βιτσαξάκης που είχε αναλάβει αυτό το καθήκον ούτε ο Αντ. Δουραχαλής ο υπεύθυνος της κομματικής οργάνωσης Νομού Λασιθίου τα κατάφερε.
Στο προσκήνιο εμφανίσθηκε στην παγκρήτια κομματική συνδιάσκεψη στις 14.11.1943 και ένα μήνα μετά έφυγε με το στρατηγό Μάντακα για την Στερεά Ελλάδα να μετάσχει στη συγκρότηση της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (Π.Ε.Ε.Α) γνωστότερη ως κυβέρνηση του βουνού.
Ο Πορφυρογένης ούτε στον Άγιο Σύλλα πήγε ποτέ ούτε ποτέ συναντήθηκε με τον καπ. Μπαντουβομανόλη, τουλάχιστον μέχρι το καλοκαίρι του 1943.
*Ο Δημοσθένης Ραπτόπουλος είναι Τοπογράφος Μηχανικός
Αρθογράφος:Πατρίς
Ημερομηνία δημοσίευσης: 22/10/2003
Περί Εθνικής Αντίστασης
Στην εφημερίδα σας “ΠΑΤΡΙΣ” της 22-10-03 διάβασα δημοσίευμα του τοπογράφου-μηχανικού κ. Δημοσθένη Ραπτόπουλου, αναφερόμενο σε θέματα της Εθνικής Αντιστάσεως.
Παρ’ όλο που το διάβασα με προσοχή, ομολογώ ότι δεν κατάλαβα το ζητούμενο και το επιδιωκόμενο από τον κ. Ραπτόπουλο, σ’ ένα δημοσίευμα χαώδες, με συρραφή πολλών αφηγήσεων, απόψεων και δηλώσεων, με τμήματα απομονωμένα από το σύνολο ώστε να δίδουν την εικόνα για πρόσωπα και γεγονότα όπως προσπαθεί να την δημιουργήσει ο συντάκτης του δημοσιεύματος για να βάλει τους αναγνώστες στο δικό του το κανάλι.
Σε μια κατ’ ιδίαν συζήτησή μας προ καιρού ο κ. Ραπτόπουλος μου είχε εκφράσει την άποψη ότι η αλήθεια πρέπει να υπηρετείται πάνω απ’ όλα, σε ό,τι αφορά την Εθνική Αντίσταση και την επικρότησα απόλυτα. Λυπούμαι που σήμερα την αναιρεί και παρά την δήλωσή του γράφει με πολύ πάθος που όσο κι αν προσπαθεί να το συγκαλύψει, είναι λίαν ορατό.
Θα σταθώ σε τρία σημεία του δημοσιεύματος του κ. Ραπτόπουλου:
1) Η δήλωση του πατέρα μου Καπ. Χρήστου Μπαντουβά που αναφέρεται στο βιβλίο του κ. Αντ. Σανουδάκη “Καπετάν Μπαντουβά απομνημονεύματα” που έγινε στις 17-5-1979, δεν δημοσιεύθηκε ολόκληρη από τον κ. Ραπτόπουλο, όπως θα έπρεπε, αλλά απεμόνωσε ορισμένα τμήματά της με συνέπεια να αλλοιώνεται το νόημά της και να μην αποδίδεται όπως ο συντάκτης της επεδίωκε. Για τον λόγο αυτό την παραθέτω ακέραια:
ΔΗΛΩΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ
του Καπετάν-Χρήστου Ζαχ. Μπαντουβά
Σχετικά με το βιβλίο του Αντ. Σανουδάκη, που κυκλοφόρησε πρόσφατα, με τον τίτλο “ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΠΑΝΤΟΥΒΑ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ”, καθώς και με τις ποικίλες αντιδράσεις και τα σχόλια που προκάλεσε, θεωρώ υποχρέωσή μου, από σεβασμό προς την ιστορική αλήθεια και τις επερχόμενες γενεές, αλλά και τιμώντας το πλήθος των επωνύμων και ανωνύμων αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης Κρήτης, να δηλώσω τα εξής:
1. Η Μάχη της Κρήτης και η Εθνική Αντίσταση στην Κρήτη υπήρξαν δημιουργήματα των Κρητών που ομόψυχα όρθωσαν το παράστημά τους κι αντιστάθηκαν στον εισβολέα, όταν θέλησε να πατήσει τα τιμημένα χώματά μας.
Αλλά το ξεσήκωμα του λαού είχε ανάγκη ηγετών και τους ανάδειξε από τα σπλάχνα του, τους πλαισίωσε και τους κατέστησε πυρήνες, που ήταν απαραίτητοι για να διαδραματισθούν τα γεγονότα της εποχής εκείνης.
2. Ποιός από τους ηγέτες αυτούς ή τους απλούς αγωνιστές πρόσφερε λιγότερα ή περισσότερα και ποιός έκαμε τα λιγότερα ή τα περισσότερα σφάλματα, είναι κάτι που δύσκολα μπορεί να προσδιορισθεί και πιο δύσκολα να εκτιμηθεί και να εκφρασθεί. Αλλωστε, το μέτρο της προσφοράς-το αληθινό μέτρο-βρίσκεται στην καρδιά του κάθε αγωνιστή και των ανθρώπων που έζησαν τις πικρές, αλλά τιμημένες εκείνες μέρες, κι όχι σε όσα μεταγενέστερα γράφονται κι ανάλογα με τις απόψεις και τις συμπάθειες ή αντιπάθειες των συντακτών τους, χαλκεύουν αγωνιστές, οπλαρχηγούς, αρχηγούς και κάθε είδους αξιωματούχους.
3. Είναι γεγονός αναμφισβήτητο, ότι, στο Εθνικό αυτό Προσκλητήριο, η οικογένεια ΜΠΑΝΤΟΥΒΑ, μέλος της οποίας είναι κι ο Καπετάν Μανώλης Μπαντουβάς, ΠΡΩΤΟΣΤΑΤΗΣΕ, αλλά και καταξιώθηκε στη συνείδηση του αγωνιζόμενου λαού τόσο με την ομόθυμη συμμετοχή ΟΛΩΝ ΑΝΕΞΑΙΡΕΤΑ των μελών της στους Εθνικούς Αγώνες, όσο και με τα θύματα που θρήνησε.
Για τους λόγους αυτούς, ούτε δικαιώματα καπηλεύσεως της ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ συμμετοχής της μπορεί να παραχωρήσει σε οποιονδήποτε, ούτε άρνηση της προσφοράς της είναι διατεθειμένη να ανεχθεί.
4. Το βιβλίο “ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΠΑΝΤΟΥΒΑ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ” που παρουσιάζεται σαν προσωπικές αφηγήσεις του Καπετάν Μανώλη Μπαντουβά, είναι στο σύνολό του-από τον τίτλο ως την τελευταία σελίδα-ένα συνονθύλευμα ανακριβειών και παραποιήσεων, κακοποιεί την ιστορία και αμαυρώνει την τιμή και την υπόληψη των αγωνιστών, κάθε άλλο δε παρά την αλήθεια υπηρετεί. Ούτε τα χρόνια που πέρασαν, ούτε η φυσική απώλεια της μνήμης του αφηγητή, μπορούν να δικαιολογήσουν το περιεχόμενό του.
Το αποδοκιμάζω, λοιπόν, με όλη τη δύναμη της ψυχής μου σαν απαράδεκτο και άσχετο με την Εθνική Αντίσταση και με όσα πραγματικά συνέβησαν την ηρωική εκείνη εποχή.
Αλλά και οι κατά βάση δικαιολογημένες αντιδράσεις διαφόρων αγωνιστών που προκάλεσε το βιβλίο αυτό, νομίζω πως δεν έπρεπε να φθάσουν στην αντίθετη άκρη, γιατί έτσι μόνο την Εθνική Αντίσταση και τους αγωνιστές της ζημιώνουν.
5. Για τους παραπάνω λόγους, προσκαλώ τον πρωτεξάδελφό μου Καπετάν Μανώλη Μπαντουβά να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, την τελευταία ίσως της ζωής του, και ν’ αποσύρει αμέσως από την κυκλοφορία το τραγελαφικό αυτό κατασκεύασμα ενός υπερφίαλου εγωκεντρισμού.
Πιστεύω πως, μόνο με τον τρόπο αυτό, και τους Εθνικούς Αγώνες θα διαφυλάξει αλώβητους, και την υστεροφημία του θα διασώσει, και την οικογένεια των Μπαντουβάδων θα προστατεύσει από ανεπίτρεπτους και άδικους διασυρμούς.
Οφείλει να το κάμει για το καλό του τόπου για τον οποίο, όταν οι συνθήκες το υπαγόρευαν, και ο ίδιος και όλοι μας προσφέραμε τα πάντα.
Ηράκλειο 17/5/1979
Ο Δηλών
Χρήστος Ζαχ. Μπαντουβάς
Από την δήλωση αυτή φαίνεται καθαρά ότι ο Καπετάν Χρ. Μπαντουβάς θεωρεί υπεύθυνο για την διατύπωση του βιβλίου και των όσων διαλαμβάνει τον πραγματοποιήσαντα την απομαγνητοφώνηση των κασετών με τις αφηγήσεις του καπ. Μανώλη Μπαντουβά και έχοντα την ευθύνη και την επιμέλεια της εκδόσεως των απομνημονευμάτων. Διότι τις κασέτες δεν τις είδε και δεν τις άκουσε κανείς άλλος εκτός του κ. Αντ. Σανουδάκη. Συνήθως σ’ αυτού του είδους τις εκδόσεις συνεργάζονται δύο και τρεις ειδικοί, ζητούν διευκρινίσεις σε τυχόν ασάφειες και συζητούν με τον ενδιαφερόμενο, ώστε στα απομνημονεύματα να αποδοθούν σωστά τα γεγονότα, οι καταστάσεις και τα νοήματα. Στην περίπτωση όμως των απομνημονευμάτων του καπ. Μαν. Μπαντουβά αυτήν την ευθύνη την επωμίσθηκε μόνος του ο νεαρός τότε κ. Αντ. Σανουδάκης με συνέπεια να έχομε το βιβλίο αυτό όπως εκυκλοφόρησε. Αυτό ήθελε να επισημάνει ο καπ. Χρ. Μπαντουβάς γιατί πίστευε ότι είχε γίνει σοβαρή παραποίηση εσκεμμένη ίσως, για να εκτεθεί και να μειωθεί ο καπ. Μαν. Μπαντουβάς και η αντιστασιακή του δράση και γι’ αυτό του έκανε έκκληση να το αποσύρει. Την ίδια εποχή είχε κοντράρει φραστικά για το ίδιο θέμα με τον κ. Αντ. Σανουδάκη τον οποίο θεωρούσε υπεύθυνο και υπαίτιο της δημιουργίας του βιβλίου. Αυτή είναι η αλήθεια όσον αφορά τη δήλωση και όχι αυτό που απορρέει, έτσι όπως την δημοσιεύει αποσπασματικά ο κ. Ραπτόπουλος.
2) Τα γεγονότα που αφορούν τα της ορκωμοσίας στου Χαμαμουτζή το σπήλιο στον Αγιο Σύλλα τον Ιούνιο του 1941 ο κ. Ραπτόπουλος τα παρουσιάζει κατά το δοκούν, και δεν είναι η πρώτη φορά. Είναι ανεπίτρεπτο αλλά και αδιανόητο να λέει ο οποιοσδήποτε ότι οι κομμουνιστές που ήρθαν από την Φολέγανδρο... επέλεξαν τον Μπαντουβομανώλη και τους υπόλοιπους που αναφέρει ο κ. Ραπτόπουλος, για να αναλάβουν τον αγώνα κατά των Γερμανών.
Ο Μπαντουβομανώλης μετά την μάχη κατά των αλεξιπτωτιστών και την κατάληψη του Ηρακλείου από τους Γερμανούς, κατέφυγε στον Αγιο Σύλλα γιατί εκεί είχε τα κοπάδια του, και αρκετή κτηματική περιουσία, είχε φίλους και ήξερε καλά τον τόπο. Προσπαθούσε να ανασυγκροτηθεί εκεί με τους ανθρώπους του, και να διοργανώσει τον παραπέρα αγώνα κατά των Γερμανών. Για την επισημοποίηση αυτού του αγώνα έγινε η ορκωμοσία στου Χαμαμουτζή το Σπήλιο (στον οποίο είχαν καταφύγει) του ίδιου και των αγωνιστών που τον είχαν ακολουθήσει. Οπως αφηγήθηκε ο πατέρας μου καπ. Χρ. Μπαντουβάς σε μένα, τηρήθηκαν κάποια πρακτικά, και απέγραψαν οι παρόντες τον όρκον και αυτά τα “χαρτιά” τα πήρε για να τα φυλάξει ένας από τους παρευρεθέντες αγωνιστές και έκτοτε χάθηκαν. Την ίδια εποχή εφθασαν εκεί και οι αναφερόμενοι από τον κ. Ραπτόπουλο κομμουνιστές που ταλαιπωρημένοι και εξαντλημένοι ζήτησαν προστασία και περίθαλψη που ο Μπαντουβομανώλης τους έδωσε. Ως εκ τούτου πάει πολύ να γράφει ο κ. Ραπτόπουλος ότι αυτοί τον επέλεξαν αρχηγό.
Προς Θεού. Ημαρτον! Ο Μπαντουβομανώλης ήταν ήδη αρχηγός. Είχε γίνει αρχηγός όταν με την ομάδα του πρωτοστάτησε στη μάχη κατά των αλεξιπτωτιστών και δεν είχε ανάγκη άλλης αναγνωρίσεως. Ούτε βέβαια συνεργάστηκε μαζί τους , γιατί αυτοί ήλθον είδον και απήλθον. Εκτός αυτού οι Μπαντουβάδες ήταν ανέκαθεν αντικομμουνιστές και είναι γνωστό όταν, περί τα τέλη του Αυγούστου του 1943 απεκαλύφθη η κομμουνιστική δράση του Γιάννη Ποδιά ο Μπαντουβομανώλης ενώπιον όλων των ανταρτών στο λημέρι του Χαμέτη στα Λασιθιώτικα βουνά, του είπε αν αυτό αληθεύει να πάρει τους ομοϊδεάτες του και να φύγει. Και έφυγαν πράγματι με τον Ποδιά 13 άτομα εκ των οποίων επέστρεψαν δύο την επομένη στο λημέρι. Αυτή είναι η αληθεια όσο κι αν δεν αρέσει σε μερικούς, και ίσως δεν την αντέχουν. Τα αναφερόμενα δε στην “Ενωμενη Εθνική Αντίσταση” ανάγονται στα παραμύθια της Χαλιμάς. Ταμπέλες κομματικές αποχρώσεις δεν υπήρχαν. Υπήρχαν μόνο πατριώτες και αγωνιστές κατά των Γερμανών και όσοι προσπαθούσαν το αντίθετο απομακρυνότανε και απομονώνονταν από το σύνολο.
Για όλα τα προαναφερόμενα δεν αντέχω στην πρόκληση να μη μεταφέρω εδώ το κεφάλαιο 17 στη σελίδα 48 της βρετανικής εκθέσεως που επιμελήθηκε ο Νικολ. Αλεξ. Κοκονάς με τίτλο “Κρήτη 1941-1945 Αντίσταση Συμμαχικές αποστολές”.
17. “Ολοι έχουν εμπιστοσύνη...”
Ετσι είχαν τα πράγματα όταν το Δεκέμβρη του ‘41 συστήθηκε στη SOE “να επικεντρωθή σε προπαρασκευή προς έξαρση ανταρτικών επιχειρήσεων εν συνδυασμώ με τη δημιουργία πέμπτης φάλαγγας επί τη προοπτική εισβολής μας. Η προπαρασκευή να έχει περατωθεί περί τα μέσα του 1942” (JPS paper 73 para 31) ουσιαστικά αυτές τις οδηγίες είχεν ο Λοχαγός Γουντχάουζ όταν αποβιβάστηκε στις 23 Νοέμβρη 1941. Δραστηριοποιήθηκε στην διοργάνωση του ν. Ηρακλείου περιερχόμενος όλη την περιοχή και προκαλώντας συσκέψεις στις οποίες συναντούσε ηγέτες όλων των περιοχών της υπαίθρου. Ως αρχηγός επέλεξε τον αγράμματο αλλά με επιρροή αγροτοκτηνοτρόφο Μπαντουβά στο χωριό του οποίου Ανω Ασίτες (C 0021) εγκατέστησε το αρχηγείο του. Διαβουλεύτηκε επίσης με πολλούς ανωτέρους αξιωματικούς συμπεριλαμβανομένου του στρατηγού Ζουδιανού, του Ταγματάρχη Ραυτόπουλου, των Ταγματαρχών Χαιρέτη και Θεοδωράκη ο οποίοι έκαναν πρόταση για ίδρυση στρατιωτικής οργάνωσης με κανονική κατάταξη.
Ο νομός να οργανωθεί κατά τάγματα, να οπλιστεί κατά το βρετανικό σύστημα, ενώ η γενική κινητοποίηση να πραγματοποιούνταν μόλις θα διδόταν το σύνθημα. Ο λοχαγός Γουντχάουζ με δική του εκτίμηση προτίμησε τους καπετάνιους που είχαν πραγματικούς οπαδούς στην ύπαιθρο παρά τους αξιωματικούς με τα δύσκαμπτα και απραγματοποίητα σχέδια. Την 1 Γενάρη 1942 ανέφερε (με σήμα) “όλοι έχουν πλήρη εμπιστοσύνη στην ακεραιότητα και την ικανότητα του Μπαντουβά. Εύχονται να του αναθέσω τον πλήρη έλεγχο στην διανομή των όπλων και των εφοδίων στο νομό”.
Αυτό νομίζω είναι η απάντηση για κάθε μικρόψυχο που διϋλίζει τον κώνωπα και καταπίνει την κάμηλο. Και νομίζω επίσης ότι επειδή οι Μπαντουβάδες αν και αγράμματοι ήταν πάντα μπροστάρηδες αυτό δεν το ανεχόταν οι “εγγράμματοι” πράγμα που υπήρξε η κακοδαιμονία των Μπαντουβάδων.
3) Να είναι σίγουρος ότι Ραπτόπουλος ότι όλοι σεβόμαστε , τιμούμε και αγαπούμε την πράγματι ηρωική Βιάννο, γιατί εκεί ζήσαμε εφιαλτικές ώρες και εκεί έχουμε αφήσει ένα κομμάτι από την παιδική μας ηλικία και την καρδιά μας.
Τιμούμε επίσης και σεβόμαστε την μνήμη του αείμνηστου και μαρτυρικού Ταγματάρχη Ραπτόπουλου, καθώς και κάθε πατριώτη που θυσιάστηκε για την πατρίδα. Και καλό θα είναι για όλους χάριν του αίματος που χύθηκε “για της πατρίδας την τιμή και την ελευθερία” να σταματήσει κάθε προσπάθεια παραποίησης γεγονότων και καταστάσεων για κομματικά ωφέλη καθώς και η σπίλωση και η υποτίμηση προσώπων που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην Ιστορία του τόπου.
Και δεν έχει σημασία ποιός ήταν πρώτος και ποιός δεύτερος. Αυτό θα το βρει ο ιστορικός του μέλλοντος. Σημασία έχει η προσφορά όλων που ήταν ακριβή και πολύτιμη.
Ηράκλειο 24/10/2003
Ρένα Μπαντουβά - Μελά
Αρθογράφος: Πατρίς
Ημερομηνία δημοσίευσης: 31/10/2003
Απάντηση στον Δ. Ραφτόπουλο
Διάλογος για την Αντίσταση στην Κρήτη
Του Εμμ. Ι. Μπαντουβά*
(Μέρος 1ο)
Κύριε Διευθυντά,
Η εργώδης προσπάθεια του κ. Ραφτόπουλου, υιού του γενναίου μαχητή και συνεργάτη του Εμμ. Μπαντουβά στους αγώνας της Εθνικής Αντιστάσεως στην Κρήτη να καταγάγη άθλον ανθολογικής συλλογής στοιχείων, τα οποία δήθεν αναιρούν τα απομνημονεύματα του Εμμ. Μπαντουβά, που δημοσιεύθηκαν προ εικοσαετίας, δίδουν την διάστασιν μίας ανεξηγήτου οψίμου αντιπαλότητος προς τον αείμνηστο αγωνιστή Εμμ. Μπαντουβά, του ανθρώπου που επαξίως εκράτησε και διετήρησε την λεβεντιά, τον ηρωϊσμόν και την προσφοράν του Κρητικού λαού αλλά και της οικογένειάς του εις το ολοκαύτωμα της Κρήτης χάριν της Πανανθρώπινης Ελευθερίας και πρωτίστως της Ελληνικής Εθνικής Ελευθερίας. Λαμβανομένου υπ΄όψιν ότι ο υιός Ραφτόπουλος περιλαμβάνει ως ψυχή και διάνοια την δυναμικήν αθανασίαν του ασυγκρίτου πατρός του, δεν θέλω να του αποδώσω δόλον αλλά παρατεταμένας επιρροάς όχι μόνον παραπληροφορήσεως, αλλά και ενδεχομένως σκοπίμων διαβολών από αγωνιστάς της εαρινής Αντιστάσεως, εκ των οποίων ορισμένοι ενεφανίσθησαν όψιμα, όταν έφεξε ο ήλιος της Νίκης ή από πρόσωπα που κάμνουν κομματική ερμηνεία ή αφήγηση της Ιστορίας.
Δια να κατανοήση ο κος Ραφτόπουλος την αλήθειαν δια τον Μπαντουβά και τα απομνημονεύματά του, του συνιστώ κατ΄ αρχήν να μελετήσει τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, ο οποίος (ας μου επιτραπεί η έκφραση) ολιγώτερον ηρωϊκός του Μπαντουβά ή περισσότερον προνοητικός έδωσε εντολή να δημοσιευθούν τα απομνημονεύματά του μετά τον θάνατόν του. Το αποτέλεσμα ήτο ότι οι επιζήσαντες και κατηγορηθέντες υπ΄αυτού συναγωνισταί του, εσκύλευσαν τον τάφον του δια να θραύσουν τον σκελετόν του. Επομένως δια τον Μπαντουβά είναι άθλος που ζών, τα εδημοσίευσε και επεβίωσε! Εις την προκειμένην όμως περίπτωσιν εγώ διαθέτω και το αντικειμενικόν πλεονέκτημα της προσωπικής γνώσης ορισμένων γεγονότων, που δεν έχει ο κος Ραφτόπουλος, ότι έζησα μαζί με τον θείον μου τα γεγονότα και όχι μόνον δεν τον διαψεύδω, αλλά και θα επαυξήσω ορισμένα πολύ περισσότερον, όταν εκδόσω τα ιδικά μου απομνημονεύματα.
Όταν έγιναν αι δίκαι δια το βιβλίον των Απομνημονευμάτων το 1979-1980 το τότε πολιτικόν και κοινωνικόν κατεστημένον είχε ισχυρά ερείσματα εκδικήσεως και αντεπιθέσεως προς υπεράσπισίν του, εναντίον του υπέργηρου Μπαντουβά. Επεστρατεύθησαν μάρτυρες και όντως ελήφθησαν καταδικαστικαί αποφάσεις εις βάρος του, αι οποίαι βέβαια ανηρέθησαν στον Άρειο Πάγο και σήμερον κυκλοφορεί το βιβλίον, ήτοι τα Απομνημονεύματα του Εμμ. Μπαντουβά. Ορισμένοι που κατέθεσαν εναντίον του Μπαντουβά κατόπιν μετέγνωσαν και πολλοί από αυτούς εξέδωσαν απομνημονεύματα εις τα οποία αναιρούν τα λεχθέντα τιμώντας την αλήθεια και σεβόμενοι την Ιστορία.
Ως προς τον θείον μου Χρήστον Μπαντουβά, συνέβη ό,τι συμβαίνει εις όλας σχεδόν τας οικογενείας. Δηλαδή στην όξυνσιν του αγώνος περί υπάρξεως, αι ηρωϊκαί οικογένειαι αποτελούν μίαν ψυχήν και όπως λέμε στην Κρήτη όπου πάει η τρίχα του ενός πηγαίνουν ακόμη και αι κεφαλαί των άλλων. Ο Χρήστος Μπαντουβάς υπήρξε ισότιμος ήρωας των άλλων Μπαντουβάδων, έχασε τον μοναδικόν πρωτομάρτυρα αδελφόν του Κώστα, εκτελεσθέντα με φρικτά βασανιστήρια υπό του Σούμπερτ. Ο Αρχηγός Μανώλης Μπαντουβάς επέτυχε στον αγώνα, διότι είχε αμείλικτη σκληρότητα στην πειθαρχεία και υπακοήν των πάντων ακόμη και των συμμάχων, δι΄αυτό ενέπνεε τον θαυμασμόν, την αποδοχήν, αλλά και τον φόβον.
Οι λέοντες ερίζουν μεταξύ των, όμως υποτάσσονται εις τον ισχυρότερον. Στην κατοχήν δεν είχον την πολυτέλεια, να υλοποιούν τας διαφωνίας των, ούτε τα αδέλφια, ούτε τα εξαδέλφια, αλλά ούτε και οι σκληροπυρηνικοί Κομμουνισταί, τουλάχιστον μέχρι που ο Αρχηγός μετέβη στη Μέση Ανατολή και έμεινε ο πατέρας μου μόνος να τους εκπροσωπήσει. Ο Εμμανουήλ Μπαντουβάς υπήρξε υπεράνω κομμάτων. Πολέμησε για την Πατρίδα. Υπήρξε ο Έλληνας της Αντιστάσεως που συνεργάσθηκε με όλους τους γενναίους, χωρίς να τον επηρεάζουν οι κομματικές αντιλήψεις των συνεργατών του. Είχε μία μόνο ιδέα την Ελλάδα και τιμούσε μία μόνη αρετή τη γενναιότητα. Βεβαίως αυτά σήμερα φαντάζουν ως μυθιστόρημα, όμως συνέβησαν διότι ο εφηρμοσμένος πόλεμος ενός ολοκαυτώματος, δεν συγκρίνεται με τους άλλους ούτε με πολεμικάς θεωρίας. Μετά τον πόλεμον εκυριάρχησαν αι πολιτικαί διαφοραί, αι κομματικαί εξαρτήσεις, και η συγκατάβασις και η επιείκεια και οι σκοπιμότητες ελαστικότητος. Αυταί αι δυνάμεις και προφανώς η άσκηση επιρροών πιστεύω ότι έκαμαν τον Χρήστο Μπαντουβά να υπερασπισθεί τους θιγομένους.
Όταν συνέβαιναν αυτές οι αντιδικίες, εγώ ευρισκόμουν εις το Λονδίνον δια μετεκπαίδευσιν εις την ογκολογίαν εις Royal Manden Hospital Fulham Road South Rensington και συγκεκριμένα εις σειράν συνεδρίων εις Berminham. Όταν τηλεφωνικώς ενημερώθην όχι από τον θείον μου, αλλά από άλλους, απέστειλα στους αρμοδίους την προσωπική μου μαρτυρία και διαμαρτυρία. Έζησα από κοντά τα γεγονότα και γνωρίζω, ότι όσα έπραξε ο Αρχηγός Μπαντουβάς ως υπερασπιστής της Πατρίδος γράφοντας ιστορία ήσαν γενναία και όσα διετύπωσε στα απομνημονεύματά του αφηγούμενος την ιστορία ήσαν καλόπιστα και έντιμα, όπως η δική του δικαία κρίση τα εξετίμησε. Ένας αξιωματικός νομιμοποιείται να συντάξει φύλλον ποιότητος των υπ΄αυτόν μαχητών, και ο Μπαντουβάς δεν έχει δικαίωμα ν΄αξιολογήσει τους άνδρας του και να τιμήσει ή να καυτηριάσει αυτούς αναλόγως;
Σ υ μ π έ ρ α σ μ α
α) Αποτίω φόρο τιμής και εγώ και διακεκριμένοι Κρήτες πολίτες εις την ηρωϊκήν μνήμην του Αρχηγού της Εθνικής Αντιστάσεως Κρήτης Εμμ. Μπαντουβά, διότι είναι παγκοσμίως και ιστορικώς τεκμηριωμένον από τα εχθρικά και συμμαχικά κείμενα, ότι όχι μόνον εξεκίνησε πρώτος με το πλείστον του Λαού την πρώτην παγκόσμιον Αντιναζιστικήν και αντιφασιστικήν απελευθερωτικήν Αντίστασι, αλλα και εις την κρίσιμον εποχήν που προκαθρωρίσθη η νίκη, προεκάλεσε η υπό την αιγίδα του Αντίστασις, βαρείας δολιοφθοράς εις τον κατακτητήν, όταν ήτο πανίσχυρος (σαμποτάζ, μάχες, βυθίσεις πλοίων, συντονισμός εγκαίρου πληροφορήσεως δια κατάρριψιν γερμ. αεροπλάνων και πλοίων κλπ.).
β) Ο Ρόμμελ ηττήθη εις την Κρήτην και ο Άξων εις την Σικελίαν λόγω καθηλώσεως Γερμανοϊταλών εις την Κρήτην από την δράσιν της Αντίστασης, όταν και μικρά πίστωση χρόνου θα καθίστα νικητήν τον άξονα με έτοιμα ατομικά όπλα κατά το πρότυπον Χιροσίμα-Ναγκασάκι.
γ) Είναι εξοργιστικόν να αγωνίζονται Κρήτες και μάλιστα Αντιστασιακών οικογενειών να μεμψιμοιρούν και να σκιαμαχούν προς την ιστορική μνήμη ενός Αρχηγού του Κρητικού λαού, τον οποίον ο κατακτητής κατονομάζει μοναδικόν αντίπαλον και πρωταγωνιστήν των γεγονότων.
δ) Είναι ακόμη εξοργιστικώτερον να συμβαίνει αυτό δια τον άνθρωπον που ως κορυφαία προσωπικότης μαζί με άλλας, πρωταγωνίστησε εις την Μάχην των Αλεξιπτωτιστών, εις την Ηνωμένην Εθνικήν Αντίστασιν κατά την Γερμανικήν κατοχήν και εν συνεχεία εις την μεταπολεμικήν εποχήν, όπου συνέτριψε εν τη γενέσει του το επιχειρηθέν αιματοκύλισμα του Κρητικού λαού, που θα είχε ως αποτέλεσμα, ως γνωρίζω με στοιχεία, την απώλειαν της Κρήτης τη επεμβάσει του 6ου Αμερ. Στόλου, με πρόσχημα την αναρχίαν, όπως εν τοις πράγμασι συνέβη αργότερα εις την Κύπρον!
Και θα εκαρπούντο άλλοι την δική μας διχόνοια!
Απεδόθησαν ανά την Ελλάδα τιμαί και δόξαι εις τους Ζέρβα, Βελουχιώτη, Φωστερίδη, Καραγιάννη κλπ. με ανδριάντας εις πολλάς πόλεις, με τιμητικάς εκδηλώσεις, εορτάς, πανηγυρικάς κλπ. Εις την Κρήτη διατί η σιγή και δια τον Μπαντουβά, αλλά και δια τους συμπρωταγωνιστάς του;
ε) Πρωτοτυπούμεν ατυχώς εις πολλά αρνητικά επιτεύγματα. Θα ήταν μεγάλη η μοίρα της Πατρίδος μας να γεννήσει ένα νέο Βενιζέλο δια να σώσει και την Κρήτη και την Ελλάδα από τον όλεθρον και την παρακμήν. Ίσως εάν εις το απομεμακρυσμένον παρελθόν υπήρχαν έστω και ολίγοι σαν τον Μπαντουβά, που ετιμώρησε τους προδότας, δεν θα υπήρχαν αυτήν την στιγμή 450.000 εξισλαμισθέντες Κρήτες ανά τον κοσμον, σχεδόν όσος είναι ο σημερινός αυτόχθων Κρητικός πληθυσμός. Αυτό έκαμε ο Κολοκοτρώνης στην Πελοπόννησο εις 24 χωριά. Δηλαδή ελειτούργησε η Εθνική Νέμεσις. Αν αυτό είχε γίνει και από τον Παλαιολογον εγκαίρως το Βυζάντιον θα επεβίωνε.
(αύριο η συνέχεια)
* Ο Εμμανουήλ Ι. Μπαντουβάς είναι ιατρός και Α.Ε. καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
Αρθογράφος:Πατρίς
Ημερομηνία δημοσίευσης:
14/11/2003
Απάντηση στον Δ. Ραφτόπουλο
(Μέρος 2ο-τελευταίο)
Του Εμμ. Ι. Μπαντουβά*
Κριτικός επίλογος
Δειγματοληπτικά στοιχεία αναφορών μου
δια τον Αρχηγόν Εμμ. Γ. Μπαντουβά.
Στόχος του Μπαντουβά ήτο η διατήρησις της αχρωματίστου ενότητος του Λαού ως κατά την κατοχήν και μετά, ώστε το λαϊκόν Μέτωπον να έχει εθνικήν και όχι κομματικήν χροιάν, εθνικόν περιεχόμενον εθνικής και λαϊκής ελευθερίας και κυριαρχίας ώστε ν΄αποκλείεται δι΄αυτής της ενότητος εις την γενικήν λαϊκήν βάσιν, η παρείσφρυσις δοσιλόγων, μαυραγοριτών και συνεργατών του εχθρού ή οργάνων των Μεγάλων Δυνάμεων που πάντοτε εξυπρετούν τα δικά τους συμφέροντα. Αυτό προϋπέθετε ύπνωνσιν της Κομματικής ιδιότητος και αφύπνησιν της ακομματίστου καθολικής ενότητος του έθνους και έτσι εδράσαμεν κατά την κατοχήν. Δυστυχώς οι ίδιοι άνθρωποι και εις την Κρήτην και εις την υπόλοιπον Ελλάδα ετορπίλλισαν την γραμήν Μπαντουβά, αφού δεν ετίμησαν τον φυσικόν λαϊκόν αρχηγόν Μπαντουβά, όστις τους ενεπιστεύθη και τους ανέδειξε.
Στα λημέρια των βουνών την Κατοχή ήμουν συνεχώς σχεδόν και εγώ μαζί με όλους τους Μπαντουβάδες και τα κορυφαία στελέχη της Αντιστάσεως (ως Ποδιά, Παππά, Ζαμπετάκη, Χαιρέτη, Πλαγιωτάκη κλπ.) και μετείχα ενεργώς εις όλας τας δραστηριότητας (σύνταξιν και κυκλοφορίαν δελτίων ειδήσεων από το ραδιόφωνον «Zenith» που διαθέταμεν, μεταφοράν και συντονισμόν εκτελέσεως εντολών, συμπλοκών μαχών, συλλογή πληροφοριών, σχεδίων, ως αεροδρομίων και λιμένων κλπ.).
Η ενότης εθριάμβευε και η αγάπη εκυριάρχει με συντροφικότητα και αξιοπιστία έως ότου η οριστική διαφωνία εις το Βαθύπετρο (Φθινόπωρο του 1943) από την ηγετικήν Κομμουνιστικήν ομάδα επέφερε την διάσπασιν.
Ενθυμούμαι μηνύματα τα οποία εστέλλοντο από τους Μεγάλους στον Μπαντουβά την περίοδο 1942-1943 Τσώρτσιλ, Ρούσβελτ και Στάλιν, τα οποία ανεγίγνωσκε ο Ποδιάς ως υπασπιστής του Μπαντουβά και συγκεκριμένα το μήνυμα του Στάλιν ήτο έκφρασις αγάπης και θαυμασμού στο πρόσωπο του Μπαντουβά και ότι το πρόσταγμα του Μπαντουβά «ο αγώνας και η νίκη στον αγώνα προϋποθέτει πρώτα απ΄όλα αίμα, πολύ αίμα», ο Στάλιν το εγνωστοποίησε ως πρόσταγμα στον Ρωσικό Στρατό. Οι δε Αγγλοαμερικανοί από τότε και μέχρι σήμερον διδάσκουν και εφαρμόζουν την μέθοδον εκείνου του ανταρτοπολέμου και γενικώς τον ανορθόδοξον πόλεμον του Μπαντουβά.
Σαν αυθεντία εις την τακτικήν και στρατηγικήν του επεβάλλετο και ήτο αυταρχικός, όμως εις όλα τα δικαιώματα τα ανθρώπινα ήτοι τον σεβασμόν της αξιοπρεπείας και τα κοινωνικά δικαιώματα υγείας, τροφής, ενδύσεως, προστασίας και ανθρωπίνης εξισώσεως και εξισορροπήσεως, ήτο ασύγκριτος και εθεώρει τον περίγυρόν του ως μία οικογένεια με ίσα δικαιώματα. Ενύμφευσε την αδελφήν του Ποδιά με τον Γ. Μπαντουβά πρώτον του εξάδελφον και ήτο πανευτυχής που οι δικοί του άνθρωποι προσήγγιζαν το όνειρο του της ενότητος και της ομοψυχίας.
Η αυταρχικότης και η επιβολή της αποφάσεώς του, να συνεχίσωμεν την πορείαν μας προς τα Σφακιά, μέχρι τα Τσιλίβδικα, δηλαδή εις ένα υψίπεδον, έσωσε την ζωήν όλων των ανταρτών και μας εξησφάλισε εις την μάχην την θριαμβευτικήν νίκην της Καλής Συκιάς, Σελιών και Καλλικράτη το καλοκαίρι του 1943. Οι αντάρτες, ως σύνολον, και οι σύμμαχοι με προεξάρχοντα τον Τομ Νταμπάμπιν, επέμεναν λυσσωδώς να διακόψωμεν την πορείαν αναβάσεως δι΄ανάπαυσιν. Όμως όταν εξήγαγεν το περίστροφον και το έθεσεν εις τον κρόταφον του Τομ, η πορεία συνεχίσθη. Ήτο μια απέραντη πλαγιά, χωρίς κρυψώνας, χωρίς δένδρα, αλλά μόνον με θάμνους και εάν σταματούσαμε εκεί κανείς δεν θα έμενε ζωντανός.
Ήτο δημοκρατικότατος, συμμετρικός, ως ο μεγάλος εκείνος καλλιτέχνης της Αρχαιότητος «Απελλής», όστις προκειμένου να φιλοτεχνήσει το θαυμασιώτερον άγαλμά του, παρήγγειλε εις τον υποδηματοποιόν, τον οποίον εθεώρησε αναγκαίον συνεργάτην, στην φιλοτέχνησιν του αγάλματος «Μέχρι των πεδίλων μόνον».
Τέλος ο Μπαντουβάς υπερείχε όλων των άλλων ισχυρών Αρχηγών της Υπολοίπου Ελλάδος και Γιουγκοσλαβίας, Γαλλίας, εις τρία σημεία ως αναφέρει ο Wood House Σύνδεσμος Μέσης Ανατολής εις το βιβλίον του εκδόσεως 1953 και 63 εις την Ελληνικήν.
1ον) υλοποίησε και ενεργοποίησε την πρώτην ισχυράν Αντίστασιν, η οποία επέφερε βαρείας δολιοφθοράς εις τον κατακτητήν εγκαίρως όταν εμάχετο μόνον η Αγγλία και η Ελλάς κατά του Άξονος.
2ον) Δεν εδέχθη καμίαν χρηματοδότησιν.
3ον) Καλύπτει εκτεταμένην δράσιν τριών εποχών. Μάχη της Κρήτης, Αντίστασις κατά την κατοχή, έγκαιρη αποτροπή για την Κρήτη του ξενοκίνητου αδελφοκτόνου μακελειού, που έλαβεν χώραν εις ολόκληρην την υπόλοιπη Ελλάδα.
Τελειώνοντας διακρίνω, εξ΄όσων γνωρίζω ιστορικώς, ότι λαμβανομένης υπ΄όψιν της πρωτοπορίας του Ραφτοπούλου πατρός εις την Βιάννον, της οργανωτικής και πειθαρχημένης προσωπικότητος εκείνου ο οποίος είχε επαναστατικήν και εκρηκτικήν επιθετικότητα άνευ ημιμέτρων και ανασχέσεων εις τας πολεμικάς εμπλοκάς με τον κατακτητήν, εκφράζω την γνώμην ότι ο Ραφτόπουλος προσωμοίαζε με τον Αρχηγό Εμμανουήλ Μπαντουβά, πιθανόν πολύ περισσότερον απ΄ότι ο υιός προς τον πατέρα του.
Εγώ αυτό διακρίνω διότι έχω ενημερωθεί από την εποχήν της Αντιστασιακής μου δράσεως δια τον Ραφτόπουλον και την μαρτυρικήν θυσίαν του.
Ας είναι αιωνία η μνήμη, η δόξα και η γονιμοποιός ευεργεσία στον Λαόν και την Πατρίδα των αναφερθέντων μεγάλων ηρώων.
Η μυστική σύναξις της 2-6-1941 είναι ένα γεγονός μέσα στην αλυσσίδα αυτού του υπερόχου αγώνος κατά του Γερμανικού Φασισμού. Μία ιερή μυστική σύναξη πρωταγωνιστών που έγινε τη στιγμή που όλα «τάσκιαζε η φοβέρα» και οι πυρωμένες κάννες των πολυβόλων του κατακτητού έσπερναν θάνατο εκδικήσεως για την τραγική μοίρα των νεαρών αλεξιπτωτιστών τους.
Αυτόπτες μάρτυρες μου το έχουν βεβαιώσει. Το ότι ορισμένοι, ως βλέπω, σήμερα μετά από 60 ολόκληρα χρόνια δυσπιστούν, το ότι άλλοι το αποκρύπτουν, άλλοι το αποσιωπούν και οι πλείστοι δεν το γνωρίζουν, είναι άνευ σημασίας. Σημασία έχει ο αγών που επηκολούθησε εις τον οποίον ο πρωταγωνιστικός ρόλος των Μπαντουβάδων και των συνεργατών τους ηρώων παιδιών του Κρητικού Λαού αναγνωρίσθηκε διεθνώς και από τους αντιπάλους και από τους Συμμάχους, κυρίως όμως από τον Κρητικό Λαό εις στην Ελευθερίαν του οποίου απέβλεψε.
Φοβούμαι ότι οποιαδήποτε προσπάθεια να ξαναγράψομε την Ιστορία με «μαρτυρικές καταθέσεις», πιθανολογήσεις και «ερμηνείες», που έρχονται εξήντα χρόνια μετά, κατά το μέρος που αντιφάσκουν εις τας αφηγήσεις των Πρωταγωνιστών της, δημιουργούν πιθανόν μία συσκότιση στη σελίδα του αγώνος του Κρητικού Λαού και των πρωταγωνιστών αυτού του αγώνος κατά του φασιστικού Άξονος.
* Ο Εμμανουήλ Ι. Μπαντουβάς είναι ιατρός Α.Ε. καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
Αρθογράφος:Πατρίς
Ημερομηνία δημοσίευσης:14/11/2003
Απάντηση στην κ. Ρένα Μπαντουβά - Μελά
Διάλογος για την Αντίσταση στην Κρήτη
Του Δημοσθένη Ραπτόπουλου* 
1ο μέρος
Αγαπητή “ΠΑΤΡΙΣ”,
Με ευχάριστη έκπληξή μου είδα να απαντά, στο δημοσίευμά μου στο φύλλο σου της 22.10 η κ. Ρένα Μελά αντί του κ. Ε.Ι. Μπαντουβά στου οποίου τα αναφερόμενα δημοσιεύματα αφορούσε το δικό μου.
Το δημοσίευμά μου στο φύλλο της 22.10 ήταν το πρώτο μέρος από μια συνολική αναφορά σε θέματα που έθιξε ο κ. Ε.Ι. Μπαντουβάς.
Το πρώτο αυτό μέρος αφορούσε στο κύριο και καίριο θέμα της ανακρίβειας της “Εναρξης της ενωμένης Εθνικής Αντίστασης στην Κρήτη από και υπό τον Καπ. Μανόλη Μπαντουβά στο σπήλαιο Χαμαμουτζη του Αγ. Σύλλα στις 2.6.1941 με ορκομωσία από τον ιερομόναχο Σωφρόνιο Ρουμπάκη με την συμμετοχή του Χρίστου Ζ. Μπαντουβά, του Ιωάννη Γ. Μπαντουβά και των κομμουνιστών ηγετών Δημήτρη Βλαντα, Γιώργη Κοντοκώτσου και Μιλτιάδη Πορφυρογένη” όπως το είχε υιοθετήσει ο κ. Αντώνιος Σανουδάκης στο βιβλίο του “Καπετάν Μπαντουβά Απομνημονεύματα” το πρόβαλε ως θέσφατο και το έκαμε αξίωμά του σε όλο σχεδόν το συγγραφικό του έργο και πάντως σε όλη την δημοσιογραφική του παρουσία.
Στα επικαλούμενα δημοσιεύματά του ο κ. Ε.Ι. Μπαντουβάς προβάλλει επανειλημμένα το ανακριβές αυτό αξίωμα του κ. Α.Σ. χωρίς βέβαια την συμμετοχή των κομμουνιστών.
Το δικό μου λοιπόν δημοσίευμα είχε ομολογημένο και καθαρά διατυπωμένο αντικείμενο την τεκμηρίωση της ανακρίβειας αυτής με τις γραφτές μαρτυρίες των αναγραφομένων από τον κ. Α.Σ. ως πρωταγωνιστών του μη γεγονότος αυτού.
Και αυτό το έκανα καθαρά και ξάστερα χρησιμοποιώντας μόνο τα μέρη εκείνα των γραπτών μαρτυριών που ήταν αναγκαία για το στόχο μου από τις πολυσέλιδες μαρτυρίες (εκθέσεις αντιστασιακής δράσης).
Οσον αφορά στο ότι εδημοσίευσα μόνο τις δύο τελευταίες παραγράφους της “δήλωσης - πρόσκλησης” του καπ. Μπαντουβοχρήστου, γράφω τα εξής ακριβώς: “Για οικονομία χώρου της εφημερίδας και χρόνου των αναγνωστών παραθέτω παρακάτω τις τελευταίες παραγράφους (4 και 5) της “δήλωσης - πρόσκλησης” αν και όλο το κείμενό της είναι πολύ σημαντικό, προσεκτικά γραμμένο ώστε ν’ αποτελεί αξιόλογο στοιχείο της Ιστορίας της Εθνικής Αντίστασης”.
Ευχαριστώ την κ. Ρένα Μελά που δημοσιεύει ολόκληρο το κείμενο του πολύ σημαντικού αυτού ντοκουμέντου του πατέρα της για το οποίο εγώ είχα εκφρασθεί μόνο επαινετικά. Πιστεύω πως αν το σοφό αυτό κείμενο είχε εισακουσθεί, τότε η Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης δεν θα είχε παραποιηθεί και η “οικογένεια των Μπαντουβάδων θα προστατευόταν από ανεπίτρεπτους και άδικους διασυρμούς”.
Ομως, διαφωνεί, προς την κ. Ρένα Μπαντουβά - Μελά, ο πατέρας της ως προς τον αποδέκτη της “πρόσκλησης - δήλωσης” γιατί στην 5η παράγραφο γράφει καθαρά “προσκαλώ τον πρωτεξάδελφό μου καπετάν Μανόλη Μπαντουβά να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων την τελευταία ίσως της ζωής του, και ν’ αποσύρει από την κυκλοφορία το τραγελαφικό αυτό κατασκεύασμα ενός υπερφίαλου εγωκεντρισμού”.
Είναι τόσο καθαρό σε ποιόν απευθύνονται η “πρόσκληση - δήλωση” αλλά και οι χαρακτηρισμοί της.
Ο καπ. Μπαντουβομανόλης μη ανταποκρινόμενος στην “δήλωση - πρόσκληση” του πρωτεξαδέλφου του και υπαρχηγού του μέχρι και τον Οκτώβρη του 1943, αποδέχεται την ευθύνη των Απομνημονευμάτων ολόκληρη.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι ο κ. Α. Σανουδάκης δεν έχει ευθύνη γι’ αυτά. Και βέβαια έχει επίσης ολόκληρη την ευθύνη για τα σημαντικότερα που αναφέρονται ως γεγονότα και στα πρόσωπα που αναφέρονται όταν ξέρει ότι δεν είναι αληθινά όπως η παρουσία του Βλαντά και Κοντοκώτσου στον Αγιο Σύλλα στις 2 Ιουνίου αφού έχει διαβάσει το βιβλίο του Βλαντά και παραπέμπει σ’ αυτό (Σημείωση 6 σελίδα 494 Απομνημονεύματα).
Ο κ. Α.Σ. εμφανίζει τον Δ. Βλαντά και Γ. Κοντοκώτσο στις 2.6.1941 στον Αγιο Σύλλα ενώ ξέρει ότι την μέρα αυτή το πρωί έφτασαν στην παραλία της Σκαλωτής κατάκοποι, μισοπεθαμένοι από την θαλασσινή ταλαιπωρία 55 περίπου ωρών (από τα μεσάνυχτα της 30.5 μέχρι το πρωί της 2.6.1941 - Δ. Βλαντά σελίδα 134-138 και κοιμήθηκαν μέχρι τις 4 το απόγευμα).
Ο κ. Α.Σ. είχε και για τα Απομνημονεύματα την ευθύνη των εν γνώσει του “ανακριβειών και παραποιήσεων”. Αλλά αν το 1979 είχε το ελαφρυντικό του άπειρου φιλόδοξου νέου, με την εν γνώσει του επιμονή του στις ανακρίβειες και παραποιήσεις, παίρνει ολόκληρη την ευθύνη για ολόκληρο το περιεχόμενο του βιβλίου αυτού αφού στα 24 χρόνια που πέρασαν, είχε την ευκαιρία να επανορθώσει και όχι μόνο δεν το έκανε, αλλά στο υπόλοιπο συγγραφικό του έργο προσπάθησε να εκμαιεύσει μαρτυρίες και παραποιήσεις, άλλες για να στηρίξει τις ανακρίβειες των Απομνημονευμάτων και άλλες για να στηρίξει νέες.
Δυστυχώς το βιβλίο του “Εκκλησία και Αντίσταση” με το οποίο πήρε το διδακτορικό δίπλωμα από την Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης είναι τρανταχτό παράδειγμα αυτών των προσπαθειών του.
Εχει μεγάλη σημασία το ότι η κ. Μελά βλέπει στην “δήλωση - πρόσκληση” του πατέρα της απόδοση ενοχής στον κ. Σανουδάκη για τις παραποιήσεις και τις ανακρίβειες και την αμαύρωση της τιμής και της υπόληψης των αγωνιστών.
Επίσης έχει μεγάλη σημασία ότι η ίδια η κ. Μελά αποδίδει ολόκληρη την ευθύνη γι’ αυτά στον κ. Σανουδάκη γιατί αυτό γίνεται δημόσια για πρώτη φορά στα 24 χρόνια που πέρασαν, από την κυκλοφορία των Απομνημονευμάτων μου Καπ. Μπαντουβά, έντονης συγγραφικής και δημιοσιογραφικής δραστηριότητας και πλούσιας παραγωγής του κ. Α.Σ.
Λυπάμαι που η κ. Μελά καταλογίζει κρυφές και κακές προθέσεις γιατί οι προθέσεις μου είναι φανερές και καθαρά διατυπωμένες. Δεν θα αντιδικήσω. Αποδέχομαι την δήλωσή της ότι δεν κατάλαβε τα γραπτά μου.
Θέλω όμως να ξέρετε κ. Μελά μερικά πράγματα για μένα για να μπορείτε να με κρίνετε όπως η συνείδησή σας το επιτρέπει.
Από την παιδική μου ηλικία γαλουγήθηκα με πατριωτικά ιδανικά από ένα πατέρα που ήταν από το 1908 στρατευμένος και από το 1912 μέχρι το 1921 μετέσχε σ’ όλες τις μάχες των πολέμων που μεγάλωσαν την Ελλάδα εδαφικά και ηθικά και του στέρησαν την γυναίκα του και το πρώτο του παιδί, την οικογενειακή και οικονομική του υπόσταση και την αρτιμέλειά του.
Επίσης είχα μια μάνα λόγια, πρόσφυγα από την Κωνσταντινούπολη, που επίσης με γαλούχησε με τη Μεγάλη Ιδέα. Την μάνα μου την έχασα όταν ήμουν οκτώ χρονών και τον πατέρα μου δεκαπέντε χρονών αλλά είχαν προλάβει να φτιάξουν μια οικογένεια με υψηλό πατριωτικό και χριστιανικό φρόνημα.
Το πνεύμα της Εθνικής Αντίστασης κατά των εχθρών της πατρίδας μας αλλά και της ανθρωπότητας, της ελευθερίας και της δημοκρατίας τα διδάχθηκε η οικογένειά μου από την ημέρα της επίθεσης της φασιστικής Ιταλίας όταν ο Βενιζελικός και εχθρός του Μεταξά πατέρας μου, φώναξε “μπράβο μωρέ Μεταξά” και παρά το ότι δεν έγινε δεκτή η επιστράτευσή του, του ανέθεσαν την ηγεσία της νεολαίας της επαρχίας Βιάννου. Εκείνος ανέλαβε και την έθεσε στην υπηρεσία της πατρίδας, στην βοήθεια των οικογενειών των στρατευμένων, στην συλλογή και αποστολή μάλλινων στους μαχητές του μετώπου και στην οργάνωση αντιαεροπορικού συναγερμού με παρατηρητήρια σε κορυφές με εκτεταμένη θέα τα οποία αργότερα εντάχθηκαν στην πολιτοφυλακή της επαρχίας της οποίας ήταν ο ουσιαστικός αρχηγός.
Ιδιαίτερα όμως από την πρώτη μέρα της σκλαβιάς, που διέθεσε τα πάντα (περιουσία, οικογένεια, ζωή) στην Εθνική Αντίσταση, μας δίδαξε την χωρίς όρους και υπολογισμούς προσφορά στο συμφέρον της πατρίδας και τέλος με την συνειδητή θυσία του μας έδωσε το σπάνιο παράδειγμα του πατριωτισμού, ανθρωπιάς και αυτοθυσίας.
Προσοχή! Αυτό το άρθρο έχει συνέχειες ...
Αρθογράφος:Πατρίς
Ημερομηνία δημοσίευσης:22/11/2003
Απάντηση στην κ. Ρένα Μπαντουβά – Μελά
Διάλογος για την Αντίσταση στην Κρήτη
Του Δημοσθένη Ραπτόπουλου* 
2ο μέρος (τελευταίο)
Μετά το θάνατο του πατέρα, η οικογένειά μου όπως και όλη η επαρχία μας, οργανώθηκε στο Ε.Α.Μ. και στην Ε.Π.Ο.Ν. και υπηρέτησα και τρεις μήνες το φθινόπωρο του 1944, ένα μήνα μετά την αποφοίτησή μου από το Γυμνάσιο, στον ΕΛΑΣ.
Ανεπανάληπτες εμπειρίες πατριωτικής έξαρσης, συναγωνιστικής αλληλλεγγύης και οργανωμένης μαζικής λαϊκής δράσης.
Ολα αυτά μου στοίχισαν αρκετές ταλαιπωρίες και τον αποκλεισμό μου από τη Σχολή Μηχανικών Αεροπορίας αλλά κατάφερα, χάρη στο πείσμα μου και την επιρροή του ονόματος του πατέρα μου, να επιβιώσω, να σπουδάσω, και να μην χάσω την ανθρωπιά μου.
Από τον πατέρα μου απέκτησα το πάθος για δουλειά και από το Πολυτεχνείο τη μεθοδικότητα και αυτά με βοήθησαν στο διάβασμα και την μελέτη και στο κυνήγι της γνώσης και της αλήθειας. Οι διωγμοί των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης και η αναγνώριση ως αντιστασιακών των συνεργατών των Γερμανών με έκαναν να μην ζητήσω αντιστασιακή αναγνώριση του πατέρα μου και μόνο το 1969 υπέκυψα στην πίεση του εξαίρετου πατριώτη Αντώνη Φάκαρου να υπογράψω αίτηση αναγνώρισης της οργάνωσης της οποίας ιδρυτές και πρωταγωνιστές ήταν ο πατέρας μου και εκείνος.
Τα μέλη της οικογένειάς μου αρνήθηκαν να ζητήσουν αναγνώριση αντιστασιακής ιδιότητας και μόνο μετά τον τελευταίο νόμο 1285/1982 του ΠΑΣΟΚ και με την προτελευταία παράταση, ξεπεράσαμε τους δισταγμούς μας και ζητήσαμε την αναγνώριση της αντιστασιακής μας δράσης στο τέλος του 1985.
Από την Κατοχή ακόμη άρχισα να φυλάσσω ντοκουμέντα της Αντίστασης και του πολέμου και ο συναισθηματικός μου δεσμός με την Εθνική Αντίσταση δυνάμωνε καθώς μελετούσα οτιδήποτε γραφόταν σχετικό. Οταν το 1993 αποφάσισα να φύγω από την επαγγελματική δράση, αφοσιώθηκα στη μελέτη της Ιστορίας της Εθνικής Αντίστασης, συλλέγοντας βιβλία, δημοσιεύματα, αφηγήσεις, ντοκουμέντα, μαρτυρίες.
Σήμερα έχω διεισδύσει αρκετά στην πραγματικότητα της Εθνικής Αντίστασης της Κρήτης όσο πολύ λίγοι και αυτό έγινε κατορθωτό όχι μόνο χάρη στην δουλειά μου και το πείσμα μου αλλά και στα προσωπικά μου βιώματα και κάποιες συγκυρίες.
Αυτή την κατάκτηση γνώσης και ντοκουμέντων έχω αποφασίσει να την κάνω γνωστή και στους συνανθρώπους μου και θα το κάνω με πολλή προσοχή και αίσθημα ευθύνης όχι μόνο απέναντι στην Ιστορία αλλά και απέναντι στην κοινωνία που ζω.
Με την οικογένεια των Μπαντουβάδων δεν είχα ιδιαίτερες σχέσεις, ούτε ήξερα πολλά πράγματα για την δράση τους κατά και μετά τον πόλεμο γιατί έφυγα από την Κρήτη και πήγα στην Αθήνα τον Οκτώβρη του 1945 και αφού τελείωσα σπουδές και στρατό ήρθα στο Ηράκλειο τον Οκτώβρη του 1953 οπότε εγκαταστάθηκα και έκανα οικογένεια και αφοσιώθηκα σ’ αυτή και στην δουλειά μου.
Ο πρώτος Μπαντουβάς που γνώρισα προσωπικά, ήταν ο καπ. Γιάννης Γ. Μπαντουβάς ο πατέρας των γιατρών Κώστα και Μανόλη.
Ηταν αρχές ή μέσα της δεκαετίας του 1960 όταν σαν Νομαρχιακός Σύμβουλος και μόνος μηχανικός μελετητής δρόμων, είχα μια πολύ καλή συνεργασία με τον καπ. Μπαντουβογιάννη κοινοτάρχη τότε της Μεγάλης Βρύσης.
Τον εξυπηρέτησα και έχω την ανάμνηση μιας ευγενικής συμπεριφοράς.
Με τον καπ. Μπαντουβομανόλη γνωρίστηκα προσωπικά με αφορμή επαγγελματική συνεργασία ως μηχανικός το 1975 μέχρι το 1978. Πολλές φορές ήρθε στο γραφείο μου και κάποιες φορές τον προκάλεσα και μου διηγήθηκε τα της Κατοχής και του Εμφυλίου αλλά αρκετά διαφορετικά από τα απομνημονεύματα του κ. Α. Σανουδάκη.
Με τον Κώστα τον πολιτευτή, δεν είχα προσωπική γνωριμία εκτός από τις συναντήσεις μας σε τελετές. Θυμάμαι όμως τις προσπάθειες που έκανε και τα δύσκολα χρόνια για την καθολική αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης και τον εκτιμώ γι’ αυτό.
Με τον Ζαχαρία Κ. Μπαντουβά, είχα πολύ καλή γνωριμία στις κοινές συνεδριάσεις των αντιστασιακών οργανώσεων που μας καλούσε ο τέως νομάρχης Γαρεφαλάκης και έχει αναπτυχθεί μια αμοιβαία συμπάθεια και εκτίμηση. Εγώ πάντως εκτιμώ και τιμώ το παιδί των 14 χρόνων που σκότωσαν τον πατέρα του οι Γερμανοί και το φυλάκισαν για 11 μήνες στον τόπο του μαρτυρίου και του θανάτου του πατέρα μου κοντά σε κείνον και τον άνθρωπο που σ’ όλη του τη ζωή υπηρέτησε την πατρίδα με αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια να υφίσταται τις οδυνηρές συνέπειες των κακουχιών που πέρασε. Τον τιμώ ακόμη και για τα προσωπικά βιώματα όπως τα περιγράφει στο βιβλίο “Ο ήλιος είχε σκοτεινιάσει” αν και τα θολώνουν οι παρεμβάσεις του συγγραφέα.
Με τον καπ. Μπαντουβοχρήστο, δεν είχα προσωπική γνωριμία αλλά εκτός από την μεγάλη εκτίμηση που του έχω για την τόση σημαντική ενέργεια της “δήλωσης - πρόσκλησής” του, και το εξαιρετικό κείμενό της, του οφείλω και ευγνωμοσύνη για μια άλλη πολύ παλαιότερη πράξη του μεγάλης επίσης ιστορικής σημασίας.
Πρόκειται για το ημερολόγιο του δικηγόρου Γιώργη Κουτεντάκη από τα Καστελιανά που δημοσιεύθηκε σε συνέχειες από τον Ιούλιο του 1947 μέχρι το Νοέμβριο του ίδιου χρόνου στην καθημερινή Ηρακλειώτικη εφημερίδα “Ελεύθερος Τύπος” του καπ. Μπαντουβοχρήστου και στορήθηκε η εποποιΐα της Κρητικής Επαναστατικής Εθνικής Επιτροπής, από τις πρώτες ημέρες του Ιουνίου του 1941 μέχρι το τέλος του χρόνου, της οποίας στέλεχος σημαντικό ήταν ο Γ. Κουτεντάκης και αρχηγός ο Αλέξανδρος Ραπτόπουλος. Απ’ αυτή την εφημερίδα φωτοτύπησα και παρουσιάζω στον παρόν κεφάλαιο την επιστολή που έστειλε τον Νοέμβριο του 1941 ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Τσουδερού Ναύαρχος Αλέξανδρος Σακελλαρίου από το Κάιρο στην ΚΕΕΕ και τον αρχηγό της με τον σύνδεσμο ελληνικής κυβέρνησης - ΚΕΕΕ Αντώνη Φάκαρο.
Ο Φάκαρος ήταν συνιδρυτής της ΚΕΕΕ και αρχηγός του ένοπλου τμήματός της μέχρι που έφυγε για την Αφρική με την παληόβαρκα που βάπτισε με το φιλόδοξο όνομα “ΑΡΓΩ 2” που όμως το δικαίωσε καθώς ο Φάκαρος επέστρεψε με το χρυσόμαλλο δέρος της σύνδεσης με την Ελεύθερη Ελληνική Κυβέρνηση και της αναγνώρισης απ’ αυτήν ως εκπροσώπου της στην Κρήτη.
Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στο δημοσίευμα της κ. Μελά.
Στην 4η στήλη στην παρ. 2 η κ. Μελά γράφει αοριστίες.
Εγώ γράφω τι δεν έγινε το 1ο 10ημερο του Ιουνίου του 1941 που τα “Απομνημονεύματα Καπ. Μπαντουβά” του κ. Σανουδάκη εμφανίζουν ως γεγονότα και τεκμηριώνω το μη γεγονός με τις μαρτυρίες των φερομένων ως δημιουργών των (μη/γεγονότων). Το ΠΑΜ ιδρύθηκε αρχές Ιουλίου 1941 από την Παγκρήτια κομματική συνδιάσκεψη των κομμουνιστικών και η κοινή ένοπλη ομάδα Μπαντουβά και κομμουνιστών έγινε προς τα τέλη Ιουλίου. Αυτά προκύπτουν από τις μαρτυρίες Βλαντά, Σ. Καλλέργη και Μιχ. Σαμαρίτη.
Αν η κ. Μελά διαφωνεί είτε προς αυτά που απέδειξα ότι δεν έγιναν τον Ιούνιο του 1941 είτε ως προς αυτά που έγιναν τον Ιούλιο, ας παρουσιάσει τη δική της εκδοχή αλλά με πρόσωπα, τόπους, χρονολογίες και φυσικά με αποδείξεις.
Είναι επίσης σημαντικός ο χαρακτηρισμός από την κ. Μελά της άποψης του κ. Σανουδάκη για “Ενωμένη Αντίσταση” ως “Παραμύθια της Χαλιμάς” και πολύ σημαντικός αν αυτός ο χαρακτηρισμός αντιπροσωπεύει όλους τους Μπαντουβάδες.
Τελειώνοντας θέλω ν’αναφερθώ σ’αυτό στου οποίου τηνξ πρόκληση δεν αντέχει η κ. Μελά που δεν λέει τι είναι αλλά από την αναφορά της στην έκθεση των Βρετανών πρακτόρων, προκύπτει ότι θέλει να πει ότι ο Ραπτόπουλος ήταν υπό τον Μπαντουβά ή είχε εκφράσει την εμπιστοσύνη του για τον ορισμό του ως αρχηγού προφανώς της “διανομής των όπλων και των εφοδίων στο νομό”.
Παρακαλώ την κ. Μελά να ξανακοιτάξει το άρθρο μου που επικρίνει. Δεν θα βρει ούτε μια λέξη δοσμένη από μένα για τους Μπαντουβάδες και δεν μπορώ να καταλάβω που είδε την πρόκληση για να επιτεθεί κατά του πατέρα μου.
Είμαι όμως υποχρεωμένος να δεχθώ τη δική της πρόκληση.
1. Ο Ραπτόπουλος δεν συναντήθηκε ποτέ με τον Μπαντουβομανόλη ούτε με τον Γούντχαουζ.
2. Ο Ραπτόπουλος ήταν αρχηγός της πρώτης οργάνωσης Εθνικής αντίστασης και εκπρόσωπος της ελεύθερης Ελληνικής Κυβέρνησης στην Κρήτη και γι’αυτό πιάστηκε, δικάστηκε, καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέσθηκε στις 3.9.1942.
Πριν ν’ασχοληθώ με την πρόκληση της κ. Μελά-Μπαντουβά θέλω να πω την γνώμη μου για την έκθεση στην οποία αναφέρεται η κ. Μελά.
Εχω σχηματίσει τη γνώμη, από πολλά κείμενα Βρετανών πρακτόρων, ότι οι απόψεις τους για τα γεγονότα και τους Ελληνες διαμορφώνονται και διαβαθμίζονται από το βαθμό που η αναφορά σ’αυτά εξυπηρετεί τα Βρετανικά αυτοκρατορικά (αποικιοκρατικά) συμφέροντα και γι’αυτό τα λόγια και τα γραφτά τους τ’αντιμετωπίζω πάντα μ’επιφύλαξη.
Το χαρακτηριστικό αυτό, κυριαρχεί στην αναφερόμενη από την κ. Μελά έκθεση αν και περισσότερο στη προσωπική έκθεση του κυνικού και είρωνα Τ.Σ. Χιούζ (τρίτο μέρος σελ. 193-242). Ενισχύει όωμς την μη αντικειμενικότητα και ανακρίβειά της η ελλιπής και μονομερής πληροφόρηση των πρακτόρων κατά την κατοχή.
Αφού όμως η έκθεση των Βρετανών πρακτόρων που περιέχεται στο βιβλίο του κ. Ν.Α. Κοκονά “Κρήτη 1941-1945 Αντίσταση, Συμμαχικές αποστολές” προκαλεί την κ. Μελά θα μείνω και εγώ σ’αυτήν και κοντά στην επιλεγμένη από την κ. Μελά παράγραφο που αγνόησε τις υπόλοιπες 8 αναφορές της στον Ραπτόπουλο και τις 35 στον Μπαντουβά.
Παραθέτω την παρθενική διαταγή του αρχηγού της αρτισύστατης κρατικής ελληνικής υπηρεσίας “Μυστικών Υπηρεσιών Μέσης Ανατολής” αντιπλοιάρχου Παναγιώτη Κώνστα, για την εκτέλεση της επίσης παρθενικής αποστολής στην Κρήτη με την κωδική ονομασία SFAX.
Παραθέτω επίσης τη θερμή επιστολή του Π. Κώνστα προς τον αρχήγό της Κ.Ε.Ε.Ε. και την απάντηση του Ραπτόπουλου, την επιστολή του πανίσχυρου τότε αντιπροέδρου της Ελληνικής Κυβέρνησης του Καΐρου ναυάρχου Αλεξ. Σακελλαρίου επίσης προς τον Ραπτόπουλο και το σημαντικότερο στοιχείο την γνωστοποίηση του τουφεκισμού του Ραπτόπουλου από τον Γερμανό Διοικητή Φρορίου Κρήτης (στρατηγού Αλεξ. Αντρέ) στη Χανιώτικη εφημερίδα Παρατηρητής της 5.9.1942.
Στη γνωστοποίηση αυτή οι Γερμανοί χαρακτηρίζουν τον Ραπτόπουλο οργανωτή ένοπλης αντίστασης στην Κρήτη και εκπρόσωπο της Ελληνικής Κυβέρνησης της Αιγύπτου.
Αυτός ο παρόμοιος χαρακτηρισμός δεν έχει γίνει για κανένα άλλον εκτός από τον Αλέξανδρο Ραπτόπουλο ούτε από την Ελληνική Κυβέρνηση ούτε από τους Γερμανούς σε όλη τη διάρκεια της κατοχής.
Η ελεύθερη Ελληνική Πολιτεία ετίμησε τη μνήμη του Αλεξ. Ραπτόπουλου εκτός από την αναγνώρισή του ως αρχηγού της πρώτης οργάνωσης Εθνικής Αντίστασης στην Κρήτη και στην Ελλάδα και με την ονομασία του στρατοπέδου του 14 Σ.Π. Χανίων σε Στρατόπεδο Ραπτόπουλου πολύ κοντά στον τόπο της θυσίας του στις φυλακές της Αγιάς.
Ελπίζω να κατανοεί η κ. Μπαντουβά -Μελά ότι μ’αυτές τις ιδιότητες ο Ραπτόπουλος αλλά και με την ιστορία του, το βαθμό, και την πατριωτική του περηφάνια και ανεξαρτησία, τιμημένος από την πατρίδα του με την νεώτερη πολεμική διάκριση το χρυσό αριστείο ανδρείας, δεν θα δεχόταν στα 52 του χρόνια να τον διορίσει, ένας νεαρός ξένος λοχαγός, διανομέα όπλων και εφοδίων αλλά ούτε αρχηγό ομάδας ή οργάνωσης.
Αν δεχόταν κάτι τέτοιο θα πρόδιδε τους γενναίους αξιωματικούς που τον επέλεξαν αρχηγό τους αλλά και την Ελληνική Κυβέρνηση γιατί αφού ήταν εκπρόσωπός της στην Κρήτη έπρεπε μέσω αυτής να ρυθμίζονται οι σχέσεις με τους συμμάχους.
Τέλος όσον αφορά στην αξία της άποψης του νεαρού και άπειρου τότε Βρετανού πράκτορα, παραπέμπω στο κεφ. 29 της ίδιας έκθεσης στη σελ. 56 του βιβλίου του Ν.Α. Κοκονά όπως αναφέρεται η συνάντηση Μπαντουβά-Χάρτμαν (αρχηγού της Γκεστάπο στην Κρήτη) παρά την αντίθεση του Γούντχαουζ). Επίσης αναφέρεται η απειλή του Μπαντουβά ότι θα σκοτώσει τον Γούντχαουζ και τέλος στις απόψεις του Γούντχαουζ μετά απ’όλα αυτά όταν πια είχε γνωρίσει πρόσωπα και πράγματα (παρ. 31 σελ. 57). Βέβαια ο νεαρός Βρετανός πράκτορας ήταν εξωπραγματικός και στον αρχικό ενθουσιασμό του και στην τελική απογοήτευσή του και τα δύο συναισθήματά του ήσαν βέβαια προϊόντα απειρίας και επιπολαιότητας αλλά επιπλέον ο πρώτος ενθουσιασμός οφειλόταν στο ότι βρήκε στην Κρήτη ανθρώπους που ήταν αποφασισμένοι να συνεχίσουν τον αγώνα για την λεφτεριά τους αμέσως μετά την ήττα και τη δική τους φυγή ενώ η απογοήτευσε οφειλόταν στις απειλές του Μπαντουβομανόλη και τη συνάντησή του με τον Χάρτμαν.
Από το γεγονός αυτό διακόπηκαν οι σχέσεις Μπαντουβά-Βρετανών για περισσότερο από ένα έτος κατά το οποίο τον Μπαντουβά τον στήριξε το Ε.Α.Μ. στο οποίο προσχώρησε και μάλιστα θεωρούσε τον εαυτό του αρχηγό του μέχρι το Μάη του 1943 που προσχώρησε στην εκστρατεία των Βρετανών για διάλυση του Ε.Α.Μ. Ετσι έγινε και το αντάρτικο της Δίκτης που διατηρήθηκε ενωμένο ως ΕΑΜΙΚΟ, μέχρι και τον Αύγουστο του 1943 αφού στηριζόταν κύρια στις πανΕΑΜΙΚΕΣ επαρχίες Βιάννου, Ιεράπετρας, Μεραμπέλου και Λασιθίου.
Τελειώνοντας κάνω έκκληση στους αρμόδιους φορείς και σ’όσους αγαπούν την Εθνική Αντίσταση αλλά κι όσους δεν έχουν σχέση μ’αυτήν αλλά θέλουν ν’αποκατασταθεί η αλήθεια γι’αυτήν, να ενδιαφερθούν και να φροντίσουν με δημόσιες συζητήσεις προβολής απόψεων και στοιχείων με ημερίδες και με συνέδρια να αποκαλυφθεί, να τεκμηριωθεί και να προβληθεί η αλήθεια και να γίνει κτήμα του λαού από τα νηπιαγωγεία ακόμη. Η Ιστορία μας είναι η ταυτότητα μας και είναι τέτοια που μπορούμε να’μαστε περήφανοι γι’αυτήν.
Πολλοί φορείς υπάρχουν που και μόνοι αλλά καλύτερα σε συνεργασία μπορούν να το κάμουν.
Θ’αρχίσω από τα Πανεπιστήμια που έπρεπε να έχουν ιδρύσει τμήμα της Ιστορίας της Εθνικής Αντίστασης.
Τους δήμους που έπρεπε να έχουν μνημεία και μουσεία Εθνικής Αντίστασης και να οργανώνουν εκδηλώσεις και ομιλίες.
Οι Σύλλογοι Φιλολόγων και συγγραφέων που διαθέτουν πολλούς και πολυάξιους ανθρώπους γι’αυτό. Επίσης οι σύλλογοι καλλιτεχνών και οι Πολιτιστικοί σύλλογοι. Ακόμη τα σχολεία όλων των βαθμίδων.
Λίγη περισσότερη τόλμη και πολλή αγάπη και δουλειά χρειάζεται.
Στην Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης πάνω έχει συσσωρευθεί στα 60 χρόνια που πέρασαν παχύ στρώμα σκόνης που στις περισσότερες περιπτώσεις έχει γίνει λάσπη από το αίμα του Εμφυλίου Πολέμου και την υγρασία των εκάστοτε ισχυρών.
Οι δρακόντειοι θεσμοί του Εμφύλιου Πολέμου το Γ’ ψήφισμα της μονόπλευρης Βουλής του 1946 και ο Α.Ν. 509 του 1947 με τα παραρτήματά τους εδέσποσαν στη ζωή της χώρας για 30 χρόνια και παρά το ότι ατόνησαν από το 1974 και μετά δεν καταργήθηκαν παρά μόνο το 1989 με την Οικουμενική Κυβέρνηση.
Ο νόμος 1285/1982 του ΠΑΣΟΚ που για πρώτη φορά αναγνώρισε την ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση όχι μόνο δεν κατάργησε τους νόμους που αναγνώρισαν αντιστασιακούς τους τσολιάδες των Γερμανόδουλων ταγμάτων ασφαλείας και συγγενών τους οργανώσεων, όχι μόνο δεν κατάργησε τις παροχές της Πολιτείας σ’αυτές αλλ’αρνήθηκε να επεκτείνει τις παροχές αυτές και στους αγωνιστές της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης ούτε καν στα λίγα τελευταία χρόνια της ζωής τους.
Αποτέλεσμα:
Στην τρομερή φθορά του Εμφυλίου Πολέμου να προστεθεί και η φθορά από τις κακουχίες και τις στερήσεις που ενίσχυσαν τη φυσιολογική φθορά του χρόνου ώστε οι σημαντικότεροι και οι περισσότεροι αγωνιστές να έχουν φύγει από τη ζωή και μαζί τους και πολύτιμες πηγές της ανεπανάληπτης Ιστορίας της Εθνικής Αντίστασης.
Ηδη είναι αργά, κάτι πρέπει να γίνει πριν να είναι πολύ αργά.
* Ο Δημοσθένης Ραπτόπουλος είναι συνταξιούχος Μηχανικός και Ερευνητής της Ιστορίας της Εθνικής Αντίστασης
Αρθογράφος:Πατρίς
Ημερομηνία δημοσίευσης:
25/11/2003


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μην πυροβολείτε ασκόπως