5 Ιουνίου 2016

Αυθαίρεται καταλήψεις ανταλλαξίμων κτημάτων.

Η αγροτική εγκατάσταση των Μικρασιατών προσφύγων στο νομό Ηρακλείου 
Της Ευγενίας Λαγουδάκη - Σασλή*
Μέρος 4ο (τελευταίο) 
Η Επιτροπή Απαλλοτριώσεων Ηρακλείου εξέδωσε τις πρώτες οριστικές αποφάσεις κατάταξης των κληρούχων το 1938: Γάσι, Αγία Σεμνή, Ρουσοχώρια, Χουμέρι και τις επόμενες το 1939 και 1940: Ζερβού Μετόχι, Μαλάδες, Νέα Αλικαρνασσό, Άγιο Βλάσση, Άγιο Σίλα, Μελέσες-Πεζά-΄Αγιος Βασίλειος-Καλλονή, Καβροχώρι(Γάζι, Τσαλικάκη Μετόχι, “μπεδίν Μπέη), Φιλίσα, Χρυσοπηγή, Αστρίστι, Μασταμπά, Φορτέτσα, Ζίντα, Δοράκι-Χάρακας, “για Φωτιά, Πύργος, Ατσαλένιο, Άγιος Ιωάννης, Γούρνες, Σίλαμος, Μπεντεβή Καμάρα, Χανιαλή Τεκέ, Νέα Φορτέτσα, Τοπ Αλτί (=Νέες Κλαζομενές), Επάνω Βάθεια, Ελιά και Καρτερός.
Από το 1949 μέχρι το 1952 εκδόθηκαν οι οριστικές αποφάσεις κατάταξης των κληρούχων των υπολοίπων συνοικισμών του νομού.
Η Επιτροπή Ελέγχου οριστικών διανομών Κρήτης συστάθηκε τον Φεβρουάριο του 1940, με απόφαση του Γενικού Διοικητή της Κρήτης. Tον Ιούνιο του ίδιου χρόνου πραγματοποιήθηκε η αρχική συνεδρίαση της Επιτροπής Ελέγχου της οριστικής διανομής του Τοπ Αλτί στις οικίες των Μεϊμαράκη (στον Μασταμπά) και Βασιλείου Κευγά (στον Άγιο Ιωάννη) για τις περιοχές Παλιάς και Νέας Φορτέτσας, Χανιαλή Τεκέ, Αγίου Ιωάννη, Μπεντεβή και Μασταμπά. Τον Σεπτέμβριο επαναλήφθηκαν οι συνεδριάσεις της για τις περιοχές της Νέα Φορτέτσας, των Γουρνών, της Φοινικιάς και της Χρυσοπηγής.
Η πρώτη κύρωση οριστικής διανομής υπογράφτηκε από τον Υπουργό Γεωργίας το 1935 (αγρόκτημα της Νέας Αλικαρνασσού). Μέχρι το 1950 κυρώσεις οριστικής διανομής είχαν υπογραφεί για τα αγροκτήματα της Καλλονής, της Επάνω Βάθειας, των Πεζών, των Μελεσών, του Αστριτσίου, του Αγίου Βασιλείου, των Ρουσοχωριών και του Χουμερίου.
Το 1951 με την υπ’ αριθμ. 71550/11/4/51 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας κυρώθηκε η διανομή (1939-1945) του αγροκτήματος Τοπ Αλτί και αφορούσε τις περιοχές: Μαλάδες, Γάζι, Τσαλικάκη Μετόχι, Αμπεδίν Βέη, Ζερβού Μετόχι, Μασταμπά, Παλιά Φορτέτσα, Νέα Φορτέτσα, Χανιαλή Τεκέ, Άγιο Ιωάννη, Γούρνες, Ατσαλένιο, Μπεντεβή και Τοπ Αλτί (=Νέες Κλαζομενές).
Στο τέλος του 1952 απεστάλησαν οι τίτλοι των κληρούχων στο Υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας Ηρακλείου προκειμένου να αποσταλούν στον Δήμο Ηρακλείου και τις κοινότητες, ώστε να ελέγξουν οι δημότες την ακρίβεια των ονοματεπωνύμων τους και τους αποβιώσαντες. Επειδή όμως δεν κατέστη δυνατή η συμβολή του Δήμου Ηρακλείου στον έλεγχο και στην πιστοποίηση των ταυτοτήτων, οι αιτήσεις υποβλήθηκαν αυτοπροσώπως στην Τράπεζα. Βάσει των στοιχείων αυτών εγκαταστάθηκαν 1113 κληρούχοι στην περιοχή του Τοπ Αλτί.
Οι κληρούχοι του Τοπ Αλτί, μετά από 28 χρόνια προσωρινής εγκατάστασης, εγκαταστάθηκαν οριστικά, έγιναν κύριοι των τεμαχίων του κλήρου τους. Έπαυσε έτσι η ανησυχία ότι θα τους αφαιρεθεί ο κλήρος για οποιοδήποτε λόγο από την υπηρεσία γιατί, κατά το άρθρο 189 του Αγροτικού Κώδικα, από τη δημοσίευση της υπουργικής απόφασης αυτοί απέκτησαν αυτοδίκαια την κυριότητα στα τεμάχια του κλήρου τους. Μπορούσαν να έχουν την πεποίθηση ότι στο εξής ο κλήρος κληρονομείται είτε από διαθήκη είτε εξ αδιαθέτου κατά τις σχετικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα. Επίσης μπορούσαν να ζητούν δικαστική προστασία δια των αρμοδίων ποινικών δικαστηρίων.
Από το 1952 και εξής, με εντατικότερη διαδικασία, κυρώθηκαν και οι οριστικές διανομές των αγροκτημάτων των υπολοίπων προσφυγικών συνοικισμών του νομού.
Η μακροχρόνια και περίπλοκη αυτή διαδικασία, η εμπλοκή πολλών υπηρεσιών (Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων, υπουργείο Γεωργίας, Εθνική Τράπεζας της Ελλάδος, Υπηρεσία Διαχείρισης Ανταλλάξιμων Μουσουλμανικών Κτημάτων ), η δυσλειτουργία της δημόσιας διοίκησης και οι απαιτήσεις του ντόπιου πληθυσμού ευνόησαν, όπως προκύπτει από τα αρχεία της Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης Ηρακλείου, πολλές αυθαιρεσίες. Καταπατήσεις των κλήρων των γεωργών προσφύγων από τους γηγενείς (κυρίως κτηνοτρόφους, ενοικιαστές των αγροκτημάτων διαχείρισης της Εθνικής Τράπεζας) ή και τους ίδιους τους πρόσφυγες ( Άκρια, Αυλή, Βοριά, Μεταξοχώρι, Πανόραμα, Δοράκι, Στείρωνας Σίλαμος Γαρίπα, Δαμάνια, Τουρλωτή, Δραπέτι Αποΐνι, Αλιτζανή, Αμουργιέλες, Παναγιά, Φιλίσα, Μοναστηράκι, Κακό Χωριό, Πουλιές κ.ά.), αφαίρεση του κλήρου από τους κληρονόμους των προσφύγων, κατάθεση ψευδών δηλώσεων στην Επιτροπή Απαλλοτριώσεων Ηρακλείου (κυρίως απόκρυψη γαιοκτησίας για να αποκτηθεί γεωργικός κλήρος ), διασάλευση ορίων των κλήρων, επιβολή, πολλές φορές, αποζημίωσης σε κληρούχους πρόσφυγες για κτήματα τα οποία αυτοί δεν κατείχαν, παραχώρηση ανύπαρκτων κλήρων, παραχωρήσεις κλήρων από τα τοπογραφικά συνεργεία σε ακτήμονες γεωργούς χωρίς να έχουν εκδοθεί αποφάσεις της Επιτροπής Απαλλοτριώσεων, παραλήψεις των κρατικών οργάνων για την προστασία των προσφύγων, δωροδοκία υπαλλήλων των τοπογραφικών συνεργείων,10 παράδοση από το Γραφείο Ανταλλαγής Κρήτης στην υπηρεσία Διαχείρισης Ανταλλάξιμων (Εθνική Τράπεζα) κτημάτων που είχαν ήδη παραχωρηθεί σε πρόσφυγες, αυθαίρετη καταπάτηση και απόκρυψη εκτάσεων που ανήκαν στο Δημόσιο (Υ.Δ.Α.Μ.Κ)11, εκποίηση ή ενοικίαση ανταλλάξιμων κτημάτων από την Εθνική Τράπεζα τα οποία ανήκαν στην Ε.Α.Π., είχαν εγγραφεί στους κλήρους των προσφύγων και για τα οποία είχαν αυτοί χρεωθεί κ.ά.

Επίσης, πολλοί κτηνοτρόφοι, ενοικιαστές των αγροκτημάτων διαχείρισης της Εθνικής Τράπεζας, είτε καταλάμβαναν δημόσια κτήματα χωρίς μίσθωμα12 είτε, προστατευόμενοι από τις ισχύουσες διατάξεις περί ενοικιοστασίων, διατηρούσαν ως πρόσχημα ολιγάριθμα ποίμνια για να παρατείνουν την από μέρους τους κατοχή των κτημάτων αποβλέποντες στη μελλοντική εξαγορά ολόκληρης της έκτασης.13
Τα βασικότερα προβλήματα που είχαν ν’ αντιμετωπίσουν οι αγρότες πρόσφυγες του νομού Ηρακλείου έχουν αποτυπωθεί στον τοπικό Τύπο, στα υπομνήματα που απηύθυναν οι ίδιοι, κατά καιρούς, στις αρμόδιες αρχές και στα πορίσματα των τριών γεωργικών προσφυγικών συνεδρίων που πραγματοποιήθηκαν στην Κρήτη (Χανιά 1933, Ρέθυμνο 1934 και Ηράκλειο 1936) : η κτηματογράφηση για την οριστικοποίηση των τίτλων κυριότητας του κλήρου, η διευθέτηση των υφισταμένων κτηματικών διαφορών μεταξύ των αγροτών προσφύγων, oι χαμηλές τιμές αγροτικών προϊόντων, οι αρρώστιες (κυρίως η ελονοσία και η φυματίωση), τα χρέη στην Εθνική Τράπεζα και αργότερα στην Αγροτική Τράπεζα που έφτανε μέχρι την προσωποκράτηση, οι θεομηνίες, η κακή κατάσταση του επαρχιακού οδικού δικτύου, η έλλειψη διδακτικού προσωπικού για τη λειτουργία των σχολείων, η έλλειψη υγειονομικής περίθαλψης, οι ζημιές στους αγρούς από τα ποίμνια των κτηνοτρόφων14 που μερικές φορές κατέληγαν σε συμπλοκές (χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό του χωριού Κατσικάλι, όπου 100 ντόπιοι ενοικιαστές βοσκοτόπων της Γαρίπας επιτέθηκαν σε πρόσφυγες, οι οποίοι είχαν διαμαρτυρηθεί στον αγρονόμο για τις ζημιές στους αγρούς τους, με ρόπαλα, μαχαίρια, πιστόλια και άλλους έδειραν, άλλους τραυμάτισαν), η καταστροφή της αγροτικής περιουσίας λόγω του πολέμου, η ανάρμοστη, πολλές φορές, συμπεριφορά των κρατικών υπαλλήλων, η πολιτική εκμετάλλευση (πολλές φορές έγινε αναδιανομή κλήρων λόγω πολιτικών σκοπιμοτήτων ή οι κυβερνήσεις επιλαμβάνονταν των αγροτικών προβλημάτων σε προεκλογικές περιόδους και μετά τα εγκατέλειπαν στην τύχη τους), η αργοπορία για την καταβολή των αποζημιώσεων, κ.ά. Τα θέματα αυτά απλά αναφέρονται εδώ και μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο ξεχωριστής έρευνας.
Συναφή θέματα με την αποκατάσταση των αγροτών προσφύγων του νομού Ηρακλείου είναι η απόκτηση γεωργικού κλήρου από τους αστούς πρόσφυγες (εμφυτευτές) και τους ακτήμονες, η πώληση αγροτικών ανταλλάξιμων από την Εθνική Τράπεζα και η κατάργηση του Μεταφραστικού Γραφείου Ηρακλείου.
Διάφοροι αστοί μικροεπαγγελματίες πρόσφυγες (πάνω από 500), κατά τα έτη 1932-1934, αγόρασαν τμήμα του κλήρου των αγροτών προσφύγων, με ιδιωτικό συμφωνητικό, ή κατάλαβαν αυθαίρετα τμήματα ανταλλάξιμων εκτάσεων που δεν είχαν διανεμηθεί και τα φύτεψαν με αμπέλια. Υπολογίζεται ότι τα στρέμματα αυτά για την περιοχή του Τοπ Αλτί ήσαν 2.000 στρέμματα (το 1932) και δαπανήθηκαν 6.00.000 δρχ. Οι ενδιαφερόμενοι συγκρότησαν τον «Σύνδεσμο αστών προσφύγων κληρούχων», το 1932, με σκοπό να πετύχουν την πλήρη αποκατάστασή τους ως καλλιεργητών στους κλήρους αυτούς, την ενίσχυση της παραγωγής και τη βελτίωση των όρων της καλλιέργειας.
Το δικαίωμα της κατοχής και της κυριότητας των εκτάσεων που είχαν φυτευτεί με αυτόν τον τρόπο αναγνωρίστηκε από την κυβέρνηση Τσαλδάρη, η οποία όμως δεν προέβη σε οριστική ρύθμιση.
Η ενέργεια αυτή προκαλούσε καθημερινά μικροεπεισόδια μεταξύ των εμφυτευτών του Ηρακλείου γιατί ο καθένας διεκδικούσε για τον εαυτό του ορισμένη έκταση. Η Γεωργική Υπηρεσία Ηρακλείου, επειδή στερούνταν σχετικών διαγραμμάτων κλήρου και συγκεκριμένων οδηγιών, αδυνατούσε να δώσει λύσεις στο πρόβλημα.
Το 1935, οι αστοκληρούχοι, ύστερα από γενική συνέλευση των μελών τους, αποφάσισαν να στείλουν στην Αθήνα δύο μέλη του συλλόγου τους, τον Κωνσταντίνο Γερμακόπουλο και τον Πέτρο Βάρβογλη, με βασικά αιτήματα την αναγνώριση στους εμφυτευτές, μέλη του συνδέσμου, του κληρουχικού δικαιώματος κλήρου, τη συμπλήρωση των φυτειών που είχαν πραγματοποιηθεί μέχρις ορίου κλήρου και την άμεση κατοχύρωση των δικαιωμάτων των εμφυτευτών επί των φυτειών αυτών με προσωρινά πρωτοκόλλα μέχρι την οριστική τακτοποίηση.
Το ζήτημα της παραχώρησης των κτημάτων των εμφυτευτών βρήκε τη λύση του με τον Α.Ν. 1244/20/5/1938. «Γαίαι της τέως Ε.Α.Π. κείμεναι εν τη περιφέρεια Κρήτης και φυτευθείσαι μετά την έναρξιν της ισχύος του νόμου 5496 και πριν την καταγραφή τους από την Τοπογραφική Υπηρεσία του Υπουργείου Γεωργίας δι’ αμπελώνων ή δενδρωνδών συστηματικών φυτειών υπό γηγενών και προσφύγων μη δικαιουμένων αγροτικής αποκαταστάσεως παραχωρούνται μέχρις εκτάσεως δεκαπέντε στρεμμάτων εις τους εμφυτευτάς των».
Οι εμφυτευτές κτημάτων της Ε.Α.Π. όφειλαν να ζητήσουν την αναγνώριση των εμφυτεύσεων με αίτησή τους προς την Επιτροπή Απαλλοτριώσεων μέχρι τη δικάσιμο για την έκδοση απόφασης για την οικεία κτηματική περιφέρεια ή μέσα σ’ ένα τρίμηνο από την ισχύ του νόμου σε περιπτώσεις που είχε ήδη εκδοθεί η απόφαση.
Όπως προκύπτει από τη μελέτη των αρχείων του Δήμου Ηρακλείου της εποχής, ο Δήμαρχος Ηρακλείου το 1934 αλλά κυρίως το 1938, οπότε πραγματοποιήθηκαν οι περισσότερες δικάσιμοι έχει χορηγήσει εκατοντάδες πιστοποιητικά προς τους εμφυτευτές της περιοχής του Ηρακλείου για να τα καταθέσουν στην Επιτροπή Απαλλοτριώσεων, ώστε να τους αναγνωριστεί η ιδιότητα του εμφυτευτή. Το πιστοποιητικό χορηγούνταν μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου και μετά από κατάθεση έκθεσης ένορκης εξέτασης δύο ομοχωρίων προσφύγων ενώπιον του Ειρηνοδίκη Ηρακλείου που βεβαίωναν το ονοματεπώνυμο, την ιδιότητα του αιτούντα, τις εκτάσεις που είχε εμφυτεύσει, τον χρόνο εμφύτευσης, τον τρόπο παραχώρησης του κτήματος και πως στην πατρίδα του ήταν κατά κύριο και βιοποριστικό επάγγελμα αμπελοκαλλιεργητής. Οι εμφυτευτές που υπέβαλαν το αίτημα ήσαν πρόσφυγες ή γηγενείς, γεωργοί ή μη, οι κατεχόμενες εκτάσεις αγροί ή αμπέλια κληρούχων, αγριάδες του Δημοσίου και η παραχώρηση έγινε κατόπιν αγοράς με ιδιωτικό συμφωνητικό, με απλή συμφωνία ή με αυθαίρετη κατάληψη. Ανάλογες βεβαιώσεις έχουν εκδώσει και κοινοτάρχες του νομού Ηρακλείου σε εμφυτευτές της περιοχής τους, όπως προκύπτει από τα αρχεία της Διεύθυνσης Γεωργίας. 
Η αναγνώριση του κληρουχικού δικαιώματος των εμφυτευτών της περιοχής του Ηρακλείου έγινε από την Επιτροπή Απαλλοτριώσεων Ηρακλείου τα έτη 1938, 1939 και 1940.
Οι εκτάσεις που εμφυτεύθηκαν βρίσκονταν στις περιοχές: Κορακοβούνι, Τσεπχανέ Μπογάζι, Βαγιές, Κλιτσί Μετόχι, Φοινικιά, Στειακού Μετόχι, Αμπεδίν Μπέη Μετόχι, Πεζούλια, Ατσαλένιο, Καλοψούζη, Θέρισο, Εδεχέμ Αγά Μετόχι, Γούρνες, Γάζι, Τσαλικάκη Μετόχι, Ελληνικά (Κνωσός), Κεραλιά Καμάρα, Τζιρίτ Μεϊντάνι, Άγιο Ιωάννη και κάτω από την Ακ Τάμπια προς τη Χρυσοπηγή. Σ’ αυτές αποκαταστάθηκαν 413 εμφυτευτές.
Αξίζει να παρατηρήσομε ότι ο «Σύνδεσμος αστών προσφύγων κληρούχων» συγκροτήθηκε στα τέλη του 1932, επί κυβερνήσεως στενού συνασπισμού με πρωθυπουργό τον Παναγιώτη Τσαλδάρη και ότι η οριστική ρύθμιση του θέματος έγινε επί δικτατορίας του Μεταξά. Νομίζω ότι το γεγονός σχετίζεται με την επιδίωξη της συντηρητικής παράταξης και του δικτατορικού καθεστώτος να αποκτήσουν πολιτική πρόσβαση στον προσφυγικό πληθυσμό, που στην πλειοψηφία του ψήφιζε τη φιλελεύθερη παράταξη. Το γεγονός ενισχύεται και από την πολιτική ιδεολογία των προσώπων που αποτέλεσαν το διοικητικό συμβούλιο του συλλόγου και ιδιαίτερα του Πέτρου Βάρβογλη, φανατικού υποστηρικτή της συντηρητικής παράταξης.
Με σύμβαση ανάμεσα στο Ελληνικό Δημόσιο και την Εθνική Τράπεζα, η Εθνική Τράπεζα ανέλαβε τη διαχείριση των αγροτικών ανταλλάξιμων Κρήτης, όσα δεν προορίζονταν για εποικιστική ανάγκη. Το 1931 και 1932 προχώρησε στην εκποίηση αρκετών αγροτικών εκτάσεων του νομού Ηρακλείου. Σύμφωνα με καταγγελίες που έγιναν στο Α΄ Παγκρήτιο Προσφυγικό Συνέδριο, οι εκτάσεις αυτές ανέρχονταν σε 27.000 στρέμματα στο Ηράκλειο και η εκποίηση έγινε σε εξευτελιστικές τιμές (στην περιοχή «Χοχλιδολόγοι» έκταση 3,5 χιλιάδων στρεμμάτων εκποιήθηκε έναντι 1.200.000 δρχ., σε ομολογίες, στα «Σούνια» έκταση 4.000 χιλιάδων στρεμμάτων έναντι 400.000 δρχ. σε ομολογίες). Επίσης καταγγέλθηκε ότι κατά την εκποίηση αγροκτημάτων από την Εθνική Τράπεζα οι αγοραστές σφετερίστηκαν εκτάσεις πολύ μεγαλύτερες των εκτάσεων που πραγματικά είχαν αγοραστεί. Βασικό αίτημα των προσφυγικών συνεδρίων ήταν η παραχώρηση των εκτάσεων αυτών για τη συμπλήρωση του γεωργικού κλήρου.
Κατά την αναχώρηση των Μουσουλμάνων πολλά αγροτικά κτήματα, αφού καταπατήθηκαν, αποκρύφτηκαν από διάφορους επιτήδειους οι οποίοι τα οικειοποιήθηκαν. Τα κτήματα αυτά, αξίας πολλών εκατομμυρίων, διέφυγαν της προσοχής των συνεργείων έρευνας λόγω της ανεπάρκειας των προσώπων που τα αποτελούσαν ή λόγω σκοπιμότητας.

Επίσης είχαν εξαφανιστεί 500 δηλώσεις ανταλλάξιμων Μουσουλμάνων λόγω έλλειψης τακτικού πρωτοκόλλου. Τα κτήματα αυτά παρέμεναν άγνωστα και καταπατήθηκαν από διάφορους σφετεριστές. Το τουρκικό κτηματολόγιο υπήρχε ανέπαφο στο Μεταφραστικό Γραφείο Ηρακλείου από την αναδίφηση του οποίου θα καθίστατο ευχερής η ανακάλυψη των κτημάτων αυτών. Καταργήθηκε όμως το 1933 από την κυβέρνηση Τσαλδάρη για λόγους πολιτικούς, παρά την παρέμβαση του τότε Νομάρχη Ηρακλείου, Μιχαήλ Σγουρού, για τη διατήρησή του.
Να πώς ο αείμνηστος Νικόλαος Σταυρινίδης αιτιολογεί της κατάργηση του Μεταφραστικού Γραφείου: «Κατόπιν συστάσεως του Γ. Οικονομίδη προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης διωρίσθην κατά τον Ιούνιον του 1931 βοηθός του Μεταφραστικού Γραφείου Ηρακλείου. Από των πρώτων σχεδόν ημερών αντελήφθην ότι η υπηρεσία αυτή ευρίσκετο από τινων ήδη ετών εις αντιδικίαν μετά τινος κομματικού παράγοντος διεκδικούντος διά πλαστών τίτλων μίαν μεγάλην έκτασιν της ανταλλαξίμου περιουσίας. Εις τους τουρκικούς δε κώδικας του κτηματολογίου, τους φυλασσομένους εν τω Μεταφραστικώ Γραφείω και εις τους εν αυτώ τίτλους κατέφυγεν το Δημόσιον προς απόδειξιν της ανταλλαξιμότητας της διεκδικούμενης ταύτης εκτάσεως εν αρχή εις το Πρωτοδικείον Ηρακλείου και είτα εις το ΕφΕθνική Τράπεζαίον Χανίων. Ο επίλογος όλης αυτής της αθλίας υποθέσεως υπήρξεν, άμα τη κυβερνητική μεταβολή μετά τας εκλογάς του 1933 να καταργηθεί το Μεταφραστικόν Γραφείον του Ηρακλείου και το της Νεαπόλεως λόγω δήθεν οικονομιών».
10. «.. Πάντα δε ταύτα έπραξαν δωροδοκηθέντες κατά σύστημα..» αναφορά του Οδυσσέα Ευθυμίου, κατοίκου Πύργου, προς τον Νομάρχη Ηρακλείου που αφορά υπαλλήλους του 12ου Τοπογραφικού Συνεργείου, Αρχεία Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης Ηρακλείου, 8/11/1946.
11. 1) «….Πλείστοι γηγενείς νέμονται κτήματα του Ελληνικού Δημοσίου»,αναφορά του λογιστή προς τον προϊστάμενο της Γεωργικής Περιφέρειας Ηρακλείου για τα Ρουσοχώρια, Αρχεία Αρχεία Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης Ηρακλείου, 24/7/1936.
2)«…Επ’ευκαιρία δεν παραλείπομεν να αναφέρωμεν υμίν ότι δια το πλείστον των εν τη περιφερεία μας ανταλλαξίμων (Υ.Δ.Α.Μ.Κ.) κτημάτων παρατηρούνται πλείσται όσαι ανωμαλίαι, διεκδικήσεις, αυθαίρεται καταλήψεις, άτινα λεπτομερώς έχομεν αναφέρει υμίν δια της υπ’αριθμ. 7313/21/4/1953 αναφορά μας..»,αναφορά του Διευθυντή Γεωργίας Ηρακλείου προς το Υπουργείο Γεωργίας για τα ανταλλάξιμα κτήματα των Δαμανίων, Αρχεία Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης Ηρακλείου, 24/11/ 1953.
3)«…Πλείσται των εκτάσεων τούτων (ανταλλαξίμων Σιλάμου) κατελήφθησαν υπό διαφόρων γεωργών των πέριξ κοινοτήτων Σιλάμου και Άνω και Κάτω Αρχανών οίτινες εγκατέστησαν αμπελοφυτείαν σουλτανίνας και επιτραπέζιων σταφυλιών ροζακί. Η εγκατάστασις των φυτειών τούτων ήρχισεν από του έτους 1947 ήτοι μετά την γενομένην το 1946 οριστικήν διανομήν των παλαιών κληρούχων Σιλάμου υπό της Επιτροπής Οριστικών Διανομών », αναφορά του τμηματάρχη της Γεωργικής Υπηρεσίας στον Διευθυντή Δ/σης Γεωργίας Ηρακλείου, Αρχεία Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης Ηρακλείου,, 11/2/1951.
4) «…. Καίτοι διεμαρτυρήθην εις τον ειρημένον κ. Γαλάνην δια την γενομένην εις βάρος μου αδικίαν και τω υπέδειξα πλείστα όσα αδιάθετα κτήματα αυθαιρέτως καταληφθέντα παρά διαφόρων και αποκρυπτόμενα εις ζημίαν του Δημοσίου…», αναφορά του κληρούχου Νικόλαου Βοσκάκη, κληρούχου,προς τη Γεωργική Περιφέρεια Ηρακλείου, Αρχεία Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης Ηρακλείου, 31/10/1938.
12. «.. Το πλείστον ων εκτάσεων τούτων κατέχεται υπό εντοπίων κτηνοτρόφων καλλιεργούντες τούτο προς ίδιον όφελος χωρίς να καταβάλουν ουδαμού μίσθωμα ή άλλων αμοιβών εις την κοινότητα..» Αναφορά Γεωργικής Υπηρεσίας Αφορά κοινόχρηστες εκτάσεις 957391 τ.μ. των Ρουσοχωρίων Αρχεία Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης Ηρακλείου, 24/2/1949.
13. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αναφέρονται στους συνοικισμούς Βιτσιλιά, Χαλασό και Μικρά Επισκοπή , Αρχεία Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης Ηρακλείου, 1/3/1959. 
14. Ενδεικτικά αναφέρομε τα παρακάτω αποσπάσματα από την αλληλογραφία τοπικών παραγόντων με τις γεωργικές αρχές Ηρακλείου αλλά και των γεωργικών υπαλλήλων με τους ανωτέρους τους:
Α) «… Υποφέρομεν τα πάνδεινα από τους πέριξ εις τον συνοικισμόν μας ευρισκομένους Ανωγειανούς κτηνοτρόφους και ποιμένας οι οποίοι μηδόλως σεβόμενοι τας καλλιεργείας, φυτείας και σπαρτά μας καταστρέφουσι ταύτας ανηλεώς με τα πολυάριθμα ποίμνιά των χωρίς να δυνηθώμεν ημείς, οι ολίγοι, να αντεπεξέλθωμεν εναντίον αυτών οι οποίοι περισσότεροι τυγχάνουν ουδέ απλήν παρατήρησην ημπορούμεν να τους απευθύνωμεν διότι θα υποστώμεν κακώσεις παρ’αυτών μη σεβομένων ούτε ιερόν ούτε όσιον…..οσάκις τους καταγέλλομεν καθίστανται ούτοι εκδικητικότεροι και εκ προθέσεως αυτήν την φοράν και εσκεμμένως καταστρέφουσι πάσαν καλλιέργειαν και φυτείαν…..», Υπόμνημα αγροτών προσφύγων συνοικισμού Γέννας στον Προϊστάμενο της Γεωργικής Περιφέρειας Ηρακλείου, 11/8/1931, Αρχεία Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης Ηρακλείου.
Β) «Διά να εννοήσητε δε πόσας καταστροφάς επιφέρουν εις τας δενδροφυτείας σάς αναφέρω συγκεκριμένως ως παράδειγμα τον Γεώργιον Ζ. Θειακάκην από την Κόλαινα όστις εφύτευσε 40 κιτρέας και 60 μουρέλα τα οποία επιασαν κι έγιναν ωσάν βασιλικοί, ως κοινώς λέγεται και σήμερον δεν υπάρχει κανέν εκ τούτων», Αναφορά του προέδρου του Δουλίου προς τον προϊστάμενο της Γεωργικής Υπηρεσίας , 22 10/1938, Αρχεία Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης Ηρακλείου.
Γ) «..Ο ενοικιαστής του βοσκοτόπου Δαμανίων δια του ποιμνίου αυτού, αλλά και ποιμνίων άλλων κτηνοτρόφων εις ους επιτρέπει την βόσκησιν εντός του ρηθέντος βοσκοτόπου υπενοικιάζων εις αυτούς τούτον, ζημιεί εξακολουθητικώς τους πρόσφυγας του ομωνύμου συνοικισμού, βόσκων τα ποίμνια εντός των καλλιεργειών των, κατερχομένων τούτων πολλάκις και μέχρι έξωθεν της οικίας των..», αναφορά υπαλλήλου της Γεωργικής Υπηρεσίας Ηρακλείου προς τον προιστάμενό του, Αρχεία Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης Ηρακλείου, 22/6/1937.
Γ)… «Εις τους Συνοικισμούς Αμουργιέλες και Γουρνιά ένθα οι πρόσφυγες εις ουδεμίαν καλλιέργειαν προβαίνουσιν αναμένοντες την καταδίκην των δια της ενοικιάσεως των γαιών των υπό της Ε.Τ.Ε. οι εντόπιοι κτηνοτρόφοι επί τη αναγγελία της ενοικιάσεως των ανωτέρω βοσκών υπό της Ε.Τ.Ε λυμαίνονται δια των ποιμνίων των την περιοχή των δύο χωρίων. Ιδίοις όμασιν είδον, κατά την μετάβασίν μου εις τα Γουρνιά, την επιδρομήν των κτηνοτρόφων δια των ποιμνίων των κατά τας νυκτερινάς ώρας εις τους ελαιώνας, αμπελώνας, εσπαρμένας εκτάσεις και τους κήπους των προσφύγων. Η προσφυγική ομάς Γουρνιών βαίνει ωρισμένως προς διάλυσιν πλείστων εκ των προσφύγων απελπισθέντων τελείως δια τους ανωτέρω λόγους.» Αναφορά του Επόπτη Εποικισμού Ηρακλείου Ιωάννη Νομίδη προς τον αναπληρωτή Επιθεωρητού Εποικισμού Κρήτης, 31/12/1931, Αρχεία Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης Ηρακλείου. 
Σε πολλές περιπτώσεις η Υπηρεσία Εποικισμού αναγκάστηκε να διαλύσει τις μισθώσεις των βοσκοτόπων με τους κτηνοτρόφους. Παράλληλα προσέλαβε αγροφύλακες για την προστασία των περιουσιών των αγροτών προσφύγων.

Το κείμενο στηρίζεται σε άρθρο μου που έχει δημοσιευτεί στο περιοδικό Παλίμψηστον, τεύχη 19/20, Ηράκλειο 2004-2006.

* Η Ευγενία Λαγουδάκη Σασλή είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας
ΠΗΓΗ
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μην πυροβολείτε ασκόπως