23 Μαρτίου 2016

Αφήγησις Λιβίστρου και Ροδάμνης

*Αφήγησις Λιβίστρου και Ροδάμνης

<...>


Επεσα εις το κρεββάτιν μου και ευθύς απεκοιμήθην,

Και πάλιν εν ονείρω μου τον Ερωταν εθώρουν˙

επέτετον και έρχετον μετά πολλού του θράσους

και απέσω εις την κατούνα μου έδραμεν μετά θάρρους˙

και άμα το εμπεί με το πτερόν δέρνει με εις το κεφάλιν,

λέγει: «Κοιμάσαι, Λίβιστρε;» και ευθύς εξύπνησέ με.

«Μηδέν λυπήσαι αποτουνύν, μη θλίβεσαι», με λέγει˙

«έφθασες, είδες απεδά το κάστρον της Ροδάμνης,

και αποτουνύν εγνώριζε, τώρα από εσέν υπάγω

διά πόθον την παράξενον τον σον να την δοξεύσω˙

και ευξού με απάρτι, Λίβιστρε,τίποτα μη λυπάσαι».

Εβγαίνει από την τέντα μου και εχάθην από μέναν,

εξύπνησα εκ το όνειρον και πάλιν ανεζήτουν

μετά μεγάλης ταραχής να εύρω τον Ερωτά μου.

Παρέδραμεν, εξέφυγεν, εμίσσευσεν η νύκτα

πάλιν θωρώ την την αυγήν, {και} ήρξατο να χαράσση,

και πάλιν εκ την τέντα μου πρόσχαρος εσηκώθην,

εβγαίνω εις τους αγούρους μου, περιπατώ εις τους όλους

και πάλιν αφηγούμαι <τους> την ονειροπλεξίαν,

και όλοι: «Χαίρου», μ' έλεγαν, «τοπάρχα, απετώρα»

<...>
Η έκδοση της ιστορίας του Λιβίστρου και της Ροδάμνης, από τα πιο θελκτικά κείμενα της ελληνικής γλώσσας
Η Αφήγησις Λιβίστρου και Ροδάμνης (Λ&Ρ) είναι το αρτιότερο από άποψη λογοτεχνική δημώδες ερωτικό μυθιστόρημα της Παλαιολόγειας εποχής. Τα κείμενα αυτά, όπως και τα τέσσαρα λόγια μυθιστορήματα της εποχής των Κομνηνών και οπωσδήποτε η μήτρα όλων, το Αρχαίο Ελληνικό Μυθιστόρημα, δεν έχουν αποκτήσει ένα κοινά αποδεκτό όνομα. «Ιπποτικά μυθιστορήματα», «ερωτικές μυθιστορίες», «ρομάντσα» κ.ά. είναι μερικές προτάσεις. Προσωπικά κλίνω στον όρο «μυθιστόρημα». Σύμφωνα με τον Παναγιώτη Αγαπητό, δεν αποκλείεται να είναι και το παλαιότερο και να έχει συνταχθεί «περίπου στα μέσα του 13ου αιώνα» στην αυλή των Λασκαριδών της Νίκαιας. Σώζεται σε πέντε κώδικες, του Εσκοριάλ, της Νάπολης, του Παρισιού, του Leiden και του Βατικανού, ενώ ευάριθμα αποσπάσματα μαρτυρούν την εκτεταμένη πρόσληψή του. Αποτελείται, τουλάχιστον στην παρούσα διασκευή, από περίπου 4.650 πολιτικούς στίχους (ανάμεσά τους και μερικοί οκτασύλλαβοι). Η υψηλή αφηγηματική τεχνική και τα έξοχα λυρικά μέρη που παρεμβάλλονται στη μακρά ιστόρηση το κάνουν μοναδικό στο είδος του. Ωστόσο αυτό το ξενοχάραγον (=θαυμαστά σχεδιασμένο) αφήγημαν αγάπης βαρύνεται από πολλά προβλήματα, με κυριότερο το εκδοτικό, κάτι άλλωστε συνηθισμένο σε ανάλογα κείμενα της εποχής. Πιστεύουμε πάντως πως η παρούσα έκδοση το έχει ελαφρώσει σε μεγάλο βαθμό, έχει συζητήσει με επάρκεια τα κειμενολογικά, ερμηνευτικά και γραμματολογικά προβλήματά του (το θέμα της πατρότητας παραμένει ανοικτό) και, το σημαντικότερο, μας προτείνει ένα αξιόπιστο κείμενο, που, μολονότι δεν είναι, και δεν θα μπορούσε να είναι το ποθητό αρχέτυπο, δείχνει να είναι το καλύτερο.
Είναι προφανές πως το παρόν σημείωμα δεν μπορεί να συζητήσει σε έκταση και βάθος την εισαγωγή και την έκδοση του Π. Αγαπητού. Με άκρα οικονομία θα αναφερθούμε στην εκδοτική μέθοδο του Π. Αγαπητού και σε ορισμένες λογοτεχνικές αρετές του μυθιστορήματος, που, ως γνωστόν, δεν άφησε ασυγκίνητο ούτε τον Κ.Π. Καβάφη. Ο φιλομαθής αναγνώστης ας συμπληρώσει τα κενά.
Δύο τάσεις
Δύο φαίνεται να είναι οι κύριες τάσεις εκείνων που χρόνια τώρα, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ασχολούνται με το δυσεπίλυτο εκδοτικό ζήτημα του Λ&Ρ. Από τη μια η «ρομαντική» αναζήτηση ενός οριστικού και ενιαίου αρχετύπου μέσα από τα πέντε χειρόγραφα, από την άλλη η προσπάθεια για μια συμπαράλληλη έκδοση των πέντε χειρογράφων, κάτι που θα διέσωζε τον χαρακτήρα καθενός, θα δημιουργούσε όμως δυσκολίες ανάγνωσης. Ο Αγαπητός ακολουθεί μια τρίτη λύση: ως οδηγητικό χειρόγραφο για τους πρώτους 1.200 στίχους χρησιμοποιεί τον κώδικα της Νάπολης (Ν), με τη συνδρομή και του παρισινού, για τους υπόλοιπους παρακολουθεί κυριότατα το χειρόγραφο του Leiden (S). Δημιουργεί έτσι ένα «σύνθετο» αλλά όχι «μικτό» κείμενο, αυτό που αποκαλεί «διασκευή α». Η διασκευή αυτή «ασφαλώς δεν αντανακλά ένα χαμένο "υπαρχέτυπο", αλλ' αποδίδει την κειμενική κατάσταση μιας μορφής του μυθιστορήματος στα τέλη περίπου του 14ου αιώνα». Προφανώς τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά όσο ακούγονται. Οι δυσκολίες όπως και οι κίνδυνοι του εγχειρήματος φαίνονται, η δική μου πάντως αίσθηση είναι πως η διασκευή α μας δίδει τελικά ένα «καθαρό» κείμενο που υποστηρίζεται τόσο από το αναλυτικό και επίπονο κριτικό υπόμνημα όσο και από τη συνεχή στιχαρίθμηση των Ν+S στο αριστερό περιθώριο.
Αφηγηματικά τεχνάσματα
Τρία, πιστεύω, είναι τα κεφαλαιώδη κριτήρια, αλληλένδετα μεταξύ τους οπωσδήποτε, που, σε πρώτη τουλάχιστον ανάγνωση, μπορούν να μας βοηθήσουν να αντιληφθούμε τη λογοτεχνική αξία του Λ&Ρ, αλλά και κάθε (έμμετρης ή μη) μυθιστορηματικής αφήγησης. Ο τρόπος με τον οποίο εκτίθεται η «ιστορία», δηλαδή η αφηγηματική τεχνική. Δεύτερον, η ποιότητα, το ενδιαφέρον που γεννά η ίδια η «ιστορία». Και τρίτον και κυριότερο, η ποιότητα των ποικίλων «μέσων» που χρησιμοποιούνται για να εκτεθεί η ιστορία, πρωτίστως η πρέπουσα λέξις και η κατάλληλη χρήση της, ώστε να φορτισθεί το κείμενο και να παραχθεί η αναγκαία συγκίνηση, χωρίς την οποία η Ιλιάδα θα ήταν μια απλή ιστορία «θυμού» και ο Οθέλλος «ένα άθλιο μελόδραμα», όπως θα έλεγε ο Σεφέρης.
Κανένα άλλο μυθιστόρημα αυτής της εποχής δεν διαθέτει τόσο ευρύ φάσμα αφηγηματικών τεχνασμάτων όσο το Λ&Ρ. Σε αντίθεση με όλα τα ομόλογα κείμενα, βυζαντινά και αρχαιοελληνικά, ο άγνωστος τεχνίτης διαχειρίζεται την τύχη δύο ζευγαριών (Λίβιστρος - Ροδάμνη, Κλιτοβών - Μυρτάλη) μέσα σε μια απαράμιλλα οργανωμένη πολυεπίπεδη αφήγηση, που αποτελεί ταυτόχρονα μέρος της όλης ιστορίας.
Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση εκφέρεται από τον Κλιτοβώντα, ως ένα είδος ομηρικού απόλογου, ενώπιον της Μυρτάλης, που όπως μαθαίνουμε ήταν ο πρώτος του έρωτας, απαγορευμένος, αγκαλά άφθαρτος ακόμη και ζωντανός. Ο Κλιτοβών αρχικά αφηγείται την ιστορία του φίλου του Λιβίστρου, όπως την έχει ακούσει από τον ίδιο: πώς ερωτεύθηκε στον ύπνο του τη Ροδάμνη, πώς την κέρδισε και πώς την έχασε, για να περιπλανιέται τώρα δυστυχής. Με τη σειρά του ο Λίβιστρος ζητά να μάθει την ιστορία του Κλιτοβώντα: τον εμποδισμένο έρωτά του για τη Μυρτάλη και τη συνεπόμενη εξορία του. Μετά από την ανταλλαγή των ιστοριών (πάντα μέσα στο ίδιο αφηγηματικό πλαίσιο) ο Κλιτοβών βοηθά τον Λίβιστρο να ξαναβρεί τη Ροδάμνη κι ο ίδιος παντρεύεται την αδελφή της, Μελανθία. Οταν όμως κάποια στιγμή πεθαίνει η Μελανθία, ο αφηγητής επιστρέφει στη χώρα του. Η Μυρτάλη είναι τώρα βασίλισσα, χήρα κι η ίδια, και είναι αυτή που ακούει τη μακρά ιστορία. Με το τέλος της αφήγησης, ο Κλιτοβών της προτείνει να αρχίσουν μια καινούργια ζωή.
Εδωσα την απλούστερη και απλοϊκότερη εκδοχή της αφήγησης και της αφηγημένης ιστορίας, όμως τα πράγματα είναι σαφώς πιο περίπλοκα και το δίχως άλλο πιο ενδιαφέροντα. Ετσι, λ.χ., ο αφηγηματικός χρόνος είναι αδιατάρακτος, ακριβώς για να δημιουργήσει το σταθερό πλαίσιο, μέσα στο οποίο ο συνεχώς τεμνόμενος (δραματικός) χρόνος των εγκιβωτισμένων («εγκυτιωμένων», προτείνει ο Π. Αγαπητός) ιστοριών κάνει τελικά την πολυσύνθετη αφήγηση να γεννά προσδοκίες. Εκτενή όνειρα, περίτεχνες ρητορικής φύσεως εκφράσεις, ανάμεσα στις οποίες και εκφράσεις μηνών, Αρετών και ερωτιδέων (ερωτιδόπουλα), ενσωματωμένα μελαγχολικά πιττάκια και «ρομαντικά» ποιήματα, χαριτωμένα μοτίβα, όπως το κυνήγι και η γραφή (πρώτη του πόθου αφορμή Λιβίστρου προς την κόρην / γράφει εις σαγίτταν γράμματα και εις αυτήν τοξεύει), φιλοσοφικές αλληγορίες, το πρωτοφανέρωτο λεκτικό μιας γλώσσας που δημιουργείται, ειδικά τα πολυσύνθετα και τα υποκοριστικά, κυρίως η ευγένεια και το ήθος ενός ιδανικού πολιτισμού έρωτος και φιλίας, αυτά και άλλα πολλά κάνουν το Λ&Ρ ένα από τα πιο θελκτικά κείμενα της ελληνικής γλώσσας. Θα έλεγα, ένα από τα πιο σπαρακτικά κείμενα του ελληνισμού τόσο για την «αθωότητά» του όσο και για την υψηλή του ποιότητα.
Λογοτεχνικός έρωτας
Λέω «κείμενα του ελληνισμού» και όχι του νεοελληνισμού επειδή το Λ&Ρ, παρά τη δημώδη γλώσσα του, δεν είναι κείμενο που «αντανακλά» τον νέο ελληνισμό, όσο κι αν πολλοί προσπάθησαν να προβάλουν αναδρομικά το «νεοελληνικό» σε αυτά τα κείμενα. Είναι κείμενα των βυζαντινών χρόνων, αλλά πάλι ξεφεύγουν από αυτό που θα λέγαμε «βυζαντινό». Η οικουμενικότητα, λ.χ., και η απαγκίστρωση από την επίσημη θρησκεία είναι θέματα που συναντούμε αρχικά κυρίως στο Αρχαίο Ελληνικό Μυθιστόρημα, εμφανίζονται μετά στα μυθιστορήματα της εποχής των Κομνηνών και των Παλαιολόγων. Πρόκειται για βασικά θέματα που βρίσκουμε επίσης και στον Ερωτόκριτο, ένα κείμενο που ομοίως δεν μπορούμε να πούμε πως αντανακλά τον «νεοελληνισμό», αν εξαιρέσουμε τη γλώσσα του. Οπως το Λ&Ρ έτσι και ο Ερωτόκριτος είναι κείμενα μιας αναγέννησης - με πλούσια παράδοση πίσω τους - που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, ρομαντικές αποτυπώσεις ενός απορριγμένου αλλά τελικά υπαρκτού πολιτισμού, του πολιτισμού των ανθρώπινων αισθημάτων, που δεν έχουν να κάνουν με εθνικά η θρησκευτικά δεδομένα. Τέλος μπορεί το Λ&Ρ να φαίνεται πως προβάλλει έναν «λογοτεχνικό» έρωτα, αλλά από τους στίχους του δεν ελλείπουν η ειλικρίνεια και η θέρμη των αισθημάτων. Τουναντίον τα λυρικά μέρη του, η υψηλή λέξις του προσδίδουν στο έργο «μια μελαγχολική εσωστρέφεια», όπως παρατηρεί ο Π. Αγαπητός. Θα προσθέταμε πως το κείμενο αυτό, όπως και άλλα ομόλογα, μας δίδει την αίσθηση (ή τη νοσταλγία) ενός παντοτινά χαμένου πολιτισμού. Ή, αν δούμε τα πράγματα διαφορετικά, το Λ&Ρ, όπως και τα υπόλοιπα ερωτικά μυθιστορήματα, μας προτείνει ένα ανέφικτο μοντέλο.
Θα τελειώσουμε με το αυτονόητο: εκδόσεις αυτού του είδους και της ποιότητας τιμούν τη νεοελληνική φιλολογία και δείχνουν, όπως έχουμε ξαναπεί, πως η νέα γενιά των φιλολόγων μας δεν έχει σε τίποτε να ζηλέψει τους παλιότερους και οπωσδήποτε τους ξένους. Η παρούσα έκδοση δείχνει, τέλος, πόσο πολύτιμο έχει φανεί, χρόνια τώρα, για τα γράμματά μας το Μορφωτικό Ιδρυμα της Εθνικής Τράπεζας. 
 
Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΠΗΓΗ
Αναδημοσίευση απ την εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ


*Απόσπασμα από την «Αφήγησις Λιβίστρου και Ροδάμνης», έργο ανωνύμου,
κρ.έκδ.: Παναγιώτης Α. Αγαπητός, εκδόση του ΜΙΕΤ.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μην πυροβολείτε ασκόπως