27 Ιανουαρίου 2016

Ριμάδα κόρης και νέου. Ανωνύμου.

Eικόνες γυναικών στην πρώιμη κρητική ποίηση.
BΟΥΛΓΑΡΙΔΟΥ ΔΕΣΠΟΙΝΑ
Έργο της πρώιμης κρητικής λογοτεχνίας και συγκεκριμένα των αρχών του 15ου αιώνα,139 είναι και η ανώνυμη Ριμάδα κόρης και νέου, γραμμένη σε δεκαπεντασύλλαβο στίχο και ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία. Ήταν αγαπητό έργο κατά την εποχή του και γνώρισε μεγάλη διάδοση.
Ο Λ.Πολίτης παρατηρεί τα εξής: «Εκτός από την αφηγηματική του χάρη και τη γνήσια δημοτική του έκφραση, το τραγούδι το χαρακτηρίζει κι ένας αισθησιακός ρεαλισμός, που το αντίστοιχό του το βρίσκουμε σε μερικά δημοτικά τραγούδια της αγάπης, και που δεν χάνει ποτέ μια δροσιά και μια ευγένεια».140 Βασικό χαρακτηριστικό του ποιήματος είναι το ξετύλιγμα της υπόθεσης μέσω του λογοτεχνικού είδους του “contrasto”. Η εκδότρια M.Caracausi σημειώνει πως πρόκειται για «[…] ένα “contrasto” με πιθανές δυτικές πηγές, στο οποίο δύο άτομα, ένα αγόρι και ένα κορίτσι, συνομιλούν στο παράθυρο. Τα λόγια τους προτάσσονται και παρεμβάλλονται από τη φωνή ενός αφηγητή […]».141 Σύμφωνα με τον A.V.Gemert, το έργο σώζεται στο ίδιο χειρόγραφο με την Ιστορία και Όνειρο του Φαλιέρου, και παρά τις κοινές ρίζες, τις κοινές θεματικές και διάφορες άλλεςομοιότητες, δεν μπορεί να αποδοθεί στον παραπάνω κρητικό ποιητή.142 Το περιεχόμενο του ποιήματος είναι το εξής: ένας νέος και μια νέα συνομιλούν στο παράθυρο κατά τη διάρκεια μιας νύχτας. Ο νέος ζητάει επίμονα το φιλί της κοπέλας, την ερωτική κατάκτησή της, όμως εκείνη ζητάει πρώτα δακτυλίδι, τον γάμο μαζί
του. Ο νέος είναι κατηγορηματικός στην άρνησή του να την παντρευτεί, τόσο που της εκθέτει μια σειρά από αδύνατα σχήματα:
όντεν ιδείς εις το βουνί να περπατεί το ψάρι,/ όντεν ιδείς το πέλαγος ν’ αρχίσει ν’ αποφρύσσει, / τότες εμέν και σεν, κυρά, θέλουσιν ευλογήσει» (12-14). 143 Η κοπέλα, συνετή, επιφυλακτική, φρόνιμη, του απαντά με γνώσιν, με μια σειρά από δικά της αδύνατα σχήματα, αρνούμενη να ενδώσει στις επιθυμίες του: «Όντεν ο μέγας ουρανός πέσει κάτω στο χώμα, / κ’ η αλήθεια, νιότερε, φανερωθεί για ψόμα (17-18), τότες εσέν, αφέντη μου, θέλω γλυκοφιλήσει» (26). Η αυγή διακόπτει τη συνομιλία τους και ο νέος αναγκάζεται να φύγει για να ξαναγυρίσει το επόμενο βράδυ. Η κοπέλα παρουσιάζεται ερωτευμένη:
Κ’ η κόρη, ως ήτον προς αυτόν καμπόσο βαρεμένη, / εκάθετο και ’νίμενε κ’ ήτον εγνοιασμένη, / ότ’ ήτονε στον έρωτα του πόθου πλανεμένη, / και στης αγάπης την φιλιά ήτον πεδουκλωμένη (37-40). Ο νέος τής μιλάει τρυφερά, χρησιμοποιώντας ερωτικούς χαρακτηρισμούς. Συναντούμε στο κείμενο μια πληθώρα προσφωνήσεων και χαρακτηρισμών της νέας: μάτια μου, γλυκοπεριστέρα μου, κυρά μου, δρόσος της αγάπης μου, γλύκα της καρδιάς μου, γλυκοποθητήν, τρυγόνα, αφέντρα μου, αστέρας λαμπιρός, μαλαματένη μου, ψυχή μου, ερωτοπλουμισμένη, του πόθου το ζαφείρι, η άσπρη περιστέρα κ.ά. Ο νέος επιθυμεί τη σαρκική επαφή μαζί της, όχι όμως και τα πατροπαράδοτα γαμήλια δεσμά: 144 μη μου ζητήξεις μοναχά, αφέντρα μου, αρρεβώνα, / διατί γυρίζω ελεύθερος και θε να με σκλαβώσεις· / έχω καλλιά συζώντανον του Χάρου να με δώσεις!» (72-74). Οι λόγοι του προκαλούν την καχυποψία της κοπέλας, που πια έχει καταλάβει ότι ο νέος δεν την αγαπά στεριά και μπιστεμένα (75). Μιλάει για την ομορφιά της και τις αρετές της, την κολακεύει: και συ ’σαι αστέρας λαμπιρός, νύκτα και την ημέρα. / Είσαι στα πλούτη θησαυρός, της εμορφίας η χάρη, / και πάσα νέος ορέγεται τέτοιαν κόρη να πάρει!» (80-82). Παρόλη τη συμπάθεια που της δείχνει, αρνείται τον γάμο γιατί πιστεύει πως φθείρει το συναίσθημα του έρωτα: «Διατί ποτέ τ’ αντρόγυνα δεν πέφτου ’ς μία καρδία, / μα σαν απομακρύνουσι χάνουν την ερωτίαν. /Σαν κάμουν ένα, δύο παιδιά, τον πόθον απαρνούνται, / και την αγάπην σιχαίνονται, τον έρωτα λησμονούνται (85-88). Παρακάτω, εκφράζει μια απαξιωτική γνώμη για την παντρεμένη γυναίκα: Ωσάν λαρδί κουρουπιαστό οκτώ χρονών ή δέκα, / εδέτσι έναι στον άνθρωπον βλογητική γυναίκα (91-92).
Θα προσπαθήσει να την πείσει να ενδώσει στον σαρκικό έρωτα μαζί του, αναφερόμενος στην ομορφιά της, το νεανικό της κορμί, και την υποχρέωσή της να το χαρεί πριν γεράσει και πεθάνει: Νέα κορούλα βρίσκεσαι, ερωτοπλουμισμένη, / σκόπησε ότι ο καιρός τα κάλλη σου μαραίνει· / ψύγει και συζαρώνει σε, σε γερατιά σε φέρνει, / ο θάνατος πλακώνει σε, και τότες τι κερδαίνεις; (99-102)
Η κοπέλα έχει καταλάβει τις προθέσεις του και κάνει λόγο για “ντρόπιασμά” της:145 Μα συ δε μολογάς θεόν, μα θε να με ντροπιάσεις, / σύρε καλώς και μη θαρρείς ποτέ να με γελάσεις!» (125-126).
Ο νέος, της ερωτίας κουρσιάρης (133) και τεχνίτης εις την συντυχιά, δάσκαλος εις την πράξη (135), μπαίνει ένα βράδυ στο δωμάτιο της κοπέλας και τη βιάζει: Άβουλα της εσίμωσε, στα χέρια της εμπήκε, / και το πεθύμαν εις καιρούς εις μίαν ώραν το ποίκε. / Και ξύπνησεν η λυγερή στα κανακίσματά της, / και γνώρισε ότι έχασε εισμίον την παρθενιά της. (151-154). Η κοπέλα μόλις συνειδητοποιεί αυτό που της έχει συμβεί, αρχίζει να κλαίει και να καταριέται τον νεαρό: «Α βουληθείς να μ’ αρνηθείς, και να μ’ αλησμονήσεις, / εις την Τουρκίαν στα σίδερα πολλά ν’ αγανακτήσεις! / Σε Τούρκικα σπαθιά βρεθείς, σε Κατελάνου χέρια· / τα κριάτα σου να κόφτουσι με δίστομα μαχαίρια! (163-166). Επιθυμία της είναι, εφόσον έχει χάσει την παρθενία της, να την παντρευτεί, και του δίνει κατάρες που φτάνουν μέχρι τον θάνατο, σε περίπτωση που δεν το κάνει.
Μετά την εμπειρία του βιασμού της, και νιώθοντας αλληλέγγυα απέναντι στις ομόφυλές της, στην αδελφότητα των γυναικών, στην “ομάδα” της (τις γειτόνισσες, τις συναναθροφές, τα κοράσια), κοινoποιεί την περιπέτειά της με σκοπό να προειδοποιήσει για τις επίβουλες ανδρικές προθέσεις: «Ακούσετε γειτόνισσες, και συναναθροφές μου, / και σεις, κοράσια, ξεύρετε, οι ξένες και δικές μου· / αμέριμνα μη κάθεστε, τον ύπνον μη αγαπάτε, / τα μεσημέρια κείτεστε, τες νύκτες αγρυπνάτε! / Διατάσσω σας και λέγω σας για το δικό μου βάρος, / γιατί ο ύπνος εις εμέ ήτον μεγάλος χάρος. / Τον πόθον είχα μέσα μου ωσάν ένα παιγνίδι· / τινός ουδέν επρόδιδα χωρίς το δακτυλίδι. / Μα στανικώς δυναστικώς ήλθε και πλάκωσέ με, /και τι ’θελ’ έκαμε σε με κ’ ύστερα ενέμπαιζέ με. / Λοιπόν οπόναι φρόνιμη, ας σφικτομανταλώνει, / διατί ο άνδρας την γυνή πάντα τήνε κομπώνει. / Σ’ βρύση νερό τρεχάμενο στα λόγια ’ν’ η γυναίκα· /πιστεύγω το σαν το γροικώ φράγκικα και ρωμαίικα. / Από πολλούς να βρεις τινα να την ευλογηθούσι, / μα πλέα ειν’ επίβουλοι οπού τη συγελούσι, / αρνούσι και τους όρκους τως, το θέλουσι να κάμου, / μον’ να χαρούν λίγον καιρόν στα ψόματα του γάμου./ Μη με κατηγορήσετε, γιατί σας τ’ ορμηνεύγω· / αφήν εμπήκα στο χορό, χρεία μόναι ναχορεύγω!» (179-198).
...Συνοψίζοντας, βλέπουμε πως η γυναίκα της Ριμάδας… παριστάνεται φρόνιμη, ενάρετη, αθώα, αγνή, με αυστηρές ηθικές αρχές και παραδοσιακές αντιλήψεις γύρω από το ζήτημα του γάμου. Η M.Caracausi σημειώνει: «Σε αντίθεση με το μεγαλύτερο μέρος των γυναικείων χαρακτήρων των ιταλικών “contrasti”, που συχνά ενδίδουν σε ερωτοτροπίες, περισσότερο ή λιγότερο αθώες, σε σύγκριση με αυτούς που τις πολιορκούν ερωτικά, το κορίτσι της Ριμάδας… χαρακτηρίζεται από μεγάλη σοβαρότητα, κρατάει μέχρι τέλους την πίστη της στις αρχές, και προδίδεται μόνο από τον ύπνο».146... 
Σημειώσεις:
140.Λ.Πολίτης, Ποιητική Ανθολογία, Βιβλίο Δεύτερο, ό.π., σ.11.
141.Ριμάδα κόρης καί νέου, Contrasto di una fanciulla e di un giovane, ό.π., σ.14, η μτφρ. δική μου. Επίσης για το “contrasto” και το υπό εξέταση στιχούργημα: «[…] βυθίζει τις ρίζες του στην όψιμη λατινική, όμως οφείλει την τύχη του στις ποιητικές σχολές της Ιταλίας του xii και xiii αιώνα […]. Χαρακτηριστική του λατινικού “conflictus” είναι μια αφηγηματική εισαγωγή με την παρουσίαση της υπόθεσης, που ακολουθείται από ένα διαλογικό μέρος, με ακανόνιστη εναλλαγή των φωνών και ενός επιλόγου. Eίναι φανερό ότι όλα αυτά τα στοιχεία τα ξαναβρίσκουμε στη Ριμάδα… Και σ’ αυτήν επίσης, όπως στο μεγαλύτερο μέρος των ιταλικών “contrasti”, η πρώτη φωνή είναι η αρσενική». Ιδιαιτερότητα του ποιήματός μας και επίτευγμα του ανώνυμου δημιουργού συνιστά το γεγονός ότι «[…] χρησιμοποιούνται, σε έναν ισόρροπο και αρμονικό συνδυασμό, τυπικά στοιχεία της δυτικής παράδοσης σε συμφωνία με χαρακτηριστικές μορφές της νεοελληνικής λαϊκής παράδοσης», ό.π., σσ.20-21, η μτφρ. δική μου.
142.A.V.Gemert, «Λογοτεχνικοί Πρόδρομοι», ό.π.
143.Χρησιμοποιώ το κείμενο Ambrosianus Y 89 sup., της έκδοσης Ριμάδα κόρης καί νέου, Contrasto di una fanciulla e di un giovane, ό.π.
144.«Σε αντίθεση με τον ιπποτικό έρωτα των βυζαντινών μυθιστοριών […] βρίσκει κανείς έναν καθαρά σωματικό έρωτα που, μετά από αμοιβαίο όρκο αγάπης, δεν ολοκληρώνεται στην Ιστορία και Όνειρο, ενώ στη Ριμάδα κόρης και νιου το αγόρι βιάζει το κορίτσι μετά από έναν κυνικό εξάψαλμο εναντίον του (μονογαμικού) γάμου», A.V.Gemert, «Λογοτεχνικοί Πρόδρομοι», ό.π., σ.93.
145.Για το θέμα της ντροπής και το ιδανικό της παρθενίας βλ. R.Rabichev, «Τhe Mediterranean concepts of Honour and Shame as seen in the depiction of the biblicalwomen», ό.π.
146.Ριμάδα κόρης καί νέου, Contrasto di una fanciulla e di un giovane, ό.π., σ.19, η μτφρ.δική μου.
 
Αναδημοσίευση αποσπασμάτων από :
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
BΟΥΛΓΑΡΙΔΟΥ ΔΕΣΠΟΙΝΑ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μην πυροβολείτε ασκόπως