24 Αυγούστου 2015

Μέλαμπες η μάχη στο κακό ρυάκι (1822)

Η ΜΑΧΗ ΣΤΟ ΚΑΚΟ ΡΥΑΚΙ ΜΕΛΑΜΠΩΝ
Μ. Σάββατο - Κυριακή Πάσχα 12-13 Απριλίου 1822
Θεόδωρου Στ. Πελαντάκη
Η τοποθεσία
Το Κακό Ρυάκι [1] είναι ένα ξερόρυακο που μαζεύει τα βρόχινα νερά από την περιοχή - λόφο του Λαυρασού των Μελάμπων και από την κοιλάδα του οδηγούνται στη θάλασσα της Αγίας Γαλήνης [2]. Η κοίτη του ρυακιού, σε μεγάλο τμήμα της, είναι και δρόμος, πεζόδρομος που τον βάδιζαν οι αγωγιάτες για να πάνε από τις Μέλαμπες (και από τα γύρω χωριά) προς την περιοχή της Μεσαράς. Μέχρι και τη δεκαετία του 1960 από το δρόμο αυτό μεταφέρονταν αμέτρητα φορτία χαρουπιών προς τις αποθήκες της Αγίας Γαλήνης.
Χάρακας του Λενικού, Αγία Γαλήνη, Λυβικό Πέλαγος (κόλπος Μεσαράς)
Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής διανοίχθηκε αυτοκινητόδρομος με πολλές στροφές, λόγω της κατωφέρειας, μέχρι την Αγία Γαλήνη. Η τοποθεσία όπου άρχισε η μάχη το 1822 απέχει 6,5 χιλιόμετρα αυτού του δρόμου από τις Μέλαμπες και 3,5 χιλιόμετρα από την Αγία Γαλήνη. Το μέρος στο οποίο άρχισε η μάχη είναι λίγα μέτρα ανατολικά του τεράστιου χάρακα που βρίσκεται στην περιοχή και λέγεται Χάρακας του Λενικού [3].
Το 1992 διανοίχθηκε από την Γεωργική Υπηρεσία δρόμος για να κατασκευαστεί εκεί κοντά ένα μεγάλο υδραγωγείο άρδευσης της περιοχής. Ο χωματόδρομος αυτός διασχίζει κάθετα το Κακό Ρυάκι, στο μέρος που άρχισε η φοβερή αναμέτρηση ανάμεσα στους κατοίκους της περιοχής και τους Τούρκους το Μέγα Σάββατο του 1822. Σ' εκείνο το σημείο το ρυάκι είναι βαθύ (περί τα 7 μέτρα) λόγω της διάβρωσης των ασβεστολιθικών πετρωμάτων.
Η ευρύτερη περιοχή
Η ευρύτερη περιοχή είναι το νοτιοανατολικό τμήμα της πρώην επαρχίας Αγίας Βασιλείου (περιοχή Λαμπαίων λεγόταν τον 19ο αιώνα, Δήμος Λάμπης λέγεται σήμερα). Αυτή η περιοχή γειτνιάζει με τη Μεσαρά και με την Αμπαδιά. Είναι επίσης το πιο απομακρυσμένο τμήμα της περιοχής που ανήκε στο Νομό Σφακίων κατά την δεκαετία του 1890 (Φουρναράκης 1875, 31). Με τις παραπάνω τρεις περιοχές έχει σχέσεις και αλληλεπιδράσεις ιστορικές, κοινωνικές και οικονομικές. Δεν ήταν καλές οι σχέσεις των κατοίκων της περιοχής με τους Αμπαδιώτες μουσουλμάνους των 12 χωριών στη ρίζα του Ψηλορείτη, ακριβώς απέναντι από τις Μέλαμπες (Κουρούτες, Νίθαυρη, Αγ. Ιωάννης Χλιαρός, Αγ. Παρασκευή, Αποδούλου, Βαθειακό, Άρδακτος, Πλάτανος, Σάτα, Λοχριά, Ρίζικας, Κλήμα). Οι Αμπαδιώτες ήταν «επιφοβότατοι γείτονες Αμαρίου και Αγίου Βασιλείου» (Ψιλάκης Γ, 252).
Με τα χωριά της Μεσαράς, ιδίως με το Τυμπάκι και τις Μοίρες, οι σχέσεις των κατοίκων των χωριών ήταν και είναι στενές. Εκτός από την ανταλλαγή προϊόντων (λάδι με δημητριακά) είχαν και συγγένειες με συνοικέσια. Είναι βεβαιωμένο ότι οι Κορμούληδες (του χωριού Κουσές, που είναι παρατηρητήριο της Μεσαράς) και οι Βλατάκηδες-Ρετζέπ των Μελάμπων είχαν στενή συγγένεια, επειδή ο πρώτος Βλατάκης που αλλαξοπίστησε, νυμφεύτηκε Κουρμουλοπούλα (Γρυντάκης 2005 σελ.41), αφού οι κρυπτοχριστιανοί πάντρευαν τα παιδιά τους μόνο με κρυπτοχριστιανούς (Σταματάκης 2005, σελ. 48). Αυτό φάνηκε σωστικό το 1822, αφού από πληροφορίες συγγενών από τη Μεσαρά ειδοποιήθηκαν οι Μελαμπιανοί και οργάνωσαν άμυνα στο Κακό Ρυάκι για να αντιμετωπίσουν τον άτακτο στρατό του Χάνιαλη [4] που είχε στρατοπεδεύσει κοντά στο Τυμπάκι μέχρι να βρει την κατάλληλη στιγμή για να επιτεθεί στους χριστιανούς και να τους εξοντώσει.
Η μάχη σ' αυτό το απόμερο σημείο της Κρήτης έγινε τον 11ο μήνα από την έναρξη της επανάστασης του 1821 στην Κρήτη.
Προγενέστερα γεγονότα
Ορισμένα από τα γεγονότα των δέκα πρώτων μηνών της επανάστασης είναι πολύ σχετικά με τη μάχη την οποία εξετάζομε, και που δεν αναφέρθηκε από κανέναν ιστορικό. Από την προσεκτική μελέτη των γεγονότων αυτών διαφαίνονται οι λόγοι για τους οποίους αποσιωπήθηκε η μάχη - συνεισφορά των κατοίκων της περιοχής στον αγώνα του 1821. Οι «τίτλοι» των γεγονότων αντλήθηκαν από τη βασική πηγή της Ιστορίας της επανάστασης του 1821 - 1830 στην Κρήτη, τα «Απομνημονεύματα» του Καλλίνικου Κριτοβουλίδου (σελ. 595-596). Ο Κριτοβουλίδης είναι σύγχρονος των γεγονότων και έδρασε κυρίως στα Χανιά αλλά και στο Ρέθυμνο. Επίσης από τον ΙΒ' τόμο της ιστορίας του Ελληνικού έθνους και από την ιστορία του Θεοχ. Δετοράκη:
Θάνατος του Επισκόπου Κισάμου, οχλαγωγία στα Χανιά. Συνέλευση Ελλήνων στα Σφακιά (Καγκελαρία των Σφακίων). Σύσταση προσωρινής επαναστατικής επιτροπής. Αποστολή στην Ύδρα για βοήθεια. Ορισμός οπλαρχηγών. Μηδαμηνά εφόδια των επαναστατών. Αψιμαχίες και μάχες στην περιοχή Πρέβελη, Καλυβών και Αλμυρού (Αποκορώνου). Έξοδος των Τούρκων από το κάστρο του Ρεθύμνου. Μάχη στον Άη Γιάννη Καημένο (17 Ιουνίου). Μάχη στην Αμπαδιά, τον Καλλικράτη και στο Θέρισο. Αφορισμοί αρχιερέων. Γενική σφαγή χριστιανών στο Ρέθυμνο, το Ηράκλειο και τη Σητεία. Εκτέλεση των επισκόπων Κρήτης, πλην ενός. Μάχη στην Κράπη (Κατρές). Αποστολή Κρητών προς Δημ. Υψηλάντη (Τρίπολη) για αίτηση βοήθειας. Αποστολή στις Σπέτσες για βοήθεια. Εισβολή των Τούρκων στον Αποκόρωνα, ερήμωση της περιοχής. Μάχες στο Θέρισο. Κατάληψη των Σφακίων (29 Αυγούστου 1821). Επανάληψη του αγώνα. Ο Αφεντούλης [5] στην Κρήτη (Νοέμβρης 1821). Ο Πέτρος Ομηρίδης «Παραστάτης της Κρήτης» στην Α' Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου. Ορισμός οπλαρχηγών. Μάχες στους Λάκκους και το Βαρύπετρο. Επίθεση επαναστατών εναντίον Τούρκων Σελίνου. Θάνατος του Γ. Δασκαλάκη (Τσελεπή). Ο Γετιμαλής στο Αρκάδι. Ανακατάληψη του Αρκαδίου, θάνατος του Γετιμαλή. Μάχες γύρω από το Ρέθυμνο [6]. Ο Βαλέστρας στην Κρήτη. Νίκη των επαναστατών στο Φουρφουρά. Δολοφονία του Αντώνη Μελιδόνη από τον Ρούσσο Βουρδουμπά στο Μοναστηράκι Αμαρίου.
Σχέδιο άλωσης Ρεθύμνου από Βαλέστρα και όλους τους οπλαρχηγούς. Θάνατος του Βαλέστρα (14 Απριλίου 1822). Συνέλευση Κρητών - Πολίτευμα της Κρήτης [7].
Συσχετισμός μερικών γεγονότων της επανάστασης με τη μάχη στο Κακό Ρυάκι
Από τα παραπάνω γεγονότα των δέκα πρώτων μηνών της επανάστασης του 1821 στην Κρήτη, σχετίζονται στενά με την περιοχή του νοτιοανατολικού τμήματος του (Νομού) Ρεθύμνου:
Α: Η αντιμετώπιση των μωαμεθανών της Αμπαδιάς, τους οποίους οι επαναστάτες προσπάθησαν να προσεταιριστούν τον Απρίλη του 1821 και να τους στρέψουν εναντίον των Τούρκων. Οι Αμπαδιώτες όμως έπαιξαν διπλό παιγνίδι, αφού και στον Πρέβελη πήγαν δήθεν για να συζητήσουν με τον Ηγούμενο Τσουδερό [8], αλλά στην πραγματικότητα να κατασκοπεύσουν και να εκτιμήσουν τις ετοιμασίες των επαναστατών. Ειδοποίησαν όμως ταυτόχρονα και τον πασά του Ηρακλείου για τις κινήσεις των χριστιανών. Τελικά έγινε μεγάλη μάχη στον Άη Γιάννη τον Καημένο (17 Ιουνίου 1821) κατά την οποία ηττήθηκαν οι Αμπαδιώτες και σκοτώθηκε ο αρχηγός τους. Η μάχη έκαμε τους Τούρκους να συνειδητοποιήσουν ότι οι Κρητικοί αποφάσισαν να μην είναι πια ραγιάδες. Οι υπόλοιποι Αμπαδιώτες επέστρεψαν στα χωριά τους, αφού λεηλάτησαν όλα τα χωριά της περιοχής.
Από τα λάφυρα που έπεσαν στα χέρια των επαναστατών στη μάχη του Άη Γιάννη του Καημένου και σε άλλες νίκες των επαναστατών στην περιοχή Ρεθύμνου (Ψιλάκης 265, Δετοράκης 1988, 370) είναι πιθανόν να έφθασε και στην περιοχή που αναφερόμαστε κάποιο όπλο. Τα όπλα τότε ήταν σπάνια, δυσεύρετα και πανάκριβα. Με χίλια διακόσια όπλα στα χέρια των Κρητικών άρχισε η επανάσταση του 1821 στην Κρήτη. Από αυτά τα οχτακόσια ήταν στα χέρια των Σφακιανών [9]. (Κριτοβουλίδης 1859, Δετοράκης 1988, 367).
Αξίζει να υπογραμμισθεί αυτό που γράφει ο Κριτοβουλίδης (σελ. 305) «Εις τας πρώτας μάχας παρηκολούθουν οι Κρήτες άοπλοι, φέροντες επ' ώμων ρόπαλα αντί όπλων, δια να φοβίζωσι μακρόθεν τους πολεμίους των, ηγόραζον δε αντί πολλών χρημάτων τα λαφυραγωγούμενα όπλα». Στη σελίδα 302 σημειώνει «ο δε Κρης επί πολλούς μήνες ηγόραζε δι' ιδίας δαπάνης αντί τριών, τεσσάρων ή και πέντε Ισπανικών ταλήρων εκάστην οκάν πυρίτιδος» [10].
Στο κάστρο της Αμπαδιάς, το Βαθειανό, οχυρώθηκαν οι Αμπαδιώτες πολεμιστές. Οι επαναστάτες τούς πολιόρκησαν. Αρχηγός των Σφακιανών ήταν ο Ρούσος Βουρδουμπάς και των Μυλοποταμιτών ο Αντώνης Μελιδόνης. Τη δεύτερη μέρα της πολιορκίας ο αρχηγός των πολιορκουμένων Δελημουσταφάς επεχείρησε έξοδο και καταδίωξε τους επαναστάτες. Αυτοί οχυρώθηκαν σε κατάλληλες θέσεις, απέκρουσαν τους Αμπαδιώτες, τραυμάτισαν και συνέλαβαν τον αρχηγό τους και τον εκτέλεσαν στην Κοξαρέ (Ψιλάκης Γ, 269). Στη συνέχεια καταδίωξαν τους Αμπαδιώτες και εφόνευσαν όλους τους άνδρες που συνέλαβαν, λαφυραγώγησαν και έκαψαν τα χωριά τους (Ψιλάκης Γ, 269).
Οι άμαχοι κάτοικοι των χωριών αυτών και άλλων χωριών της ευρύτερης περιοχής (Αμαρίου, Αγίου Βασιλείου και Μεσαράς, περίπου 30.000) μεταφέρθηκαν με πλοιάρια της εποχής στις νησίδες «Παξιμάδια» (στην αρχή) και στη συνέχεια στην περιοχή Σφακίων για ασφάλεια (Ψιλάκης Γ, 270). Εκεί έμειναν μικρό μόνο διάστημα. Σύντομα γύρισαν, δια ξηράς, στα χωριά τους και αναζητούσαν τη σωτηρία τους σε σπηλιές των βουνών ή σε απόμερες τοποθεσίες, όταν εμφανιζόταν Τούρκοι στην περιοχή τους. Στο διάστημα αυτό οι άμαχοι Τούρκοι είχαν μαζευτεί στα κάστρα των πόλεων και σε οχυρωμένα χωριά. Οι Αμπαδιώτες άμαχοι είχαν μεταφερθεί στο Ηράκλειο (Ψιλάκης Γ, 269).
B: Για την καταστολή της επανάστασης έγινε εκστρατεία, μεθοδικά οργανωμένη επιχείρηση από τους τρεις πασάδες της Κρήτης (Χανίων, Ρεθύμνου και Ηρακλείου). Πήραν μέρος έξι χιλιάδες στρατιωτών. Στο πέρασμά τους (το Ρέθυμνο ήταν τόπος συγκέντρωσης των περισσοτέρων) έσπειραν το θάνατο και την ερήμωση. Περνώντας από τον Αποκόρωνα σκότωσαν 3.000 Κρητικούς, αμάχους κυρίως, και έκαψαν τα χωριά και την περιοχή (Δετοράκης 1988, 371). Κατέλαβαν και τα Σφακιά στις 29 Αυγούστου. Στην εκστρατεία αυτή βοήθησε και ο αγά Χάνιαλης, αφού ετοίμασε και έστειλε μαζί με τον αγά της Σητείας Αφεντακάκη από την περιοχή της Ιεράπετρας - Σητείας χίλια φορτία γαλέτας (είδος στρατιωτικού παξιμαδιού) στο Ρέθυμνο (Ψιλάκης Γ΄386, Κώδικας Θυσιών 2003, 366).
Μετά τη γενική εκστρατεία των Τούρκων εναντίον των Σφακίων [11] και την κατάκτηση και αυτής της περιοχής, που είχε αναδειχθεί σε φυσικό οχυρό και ορμητήριο των επαναστατών, τα πράγματα δυσκόλεψαν και για την περιοχή του ΝΑ τμήματος του Ρεθύμνου. Στη γειτονική Μεσαρά δεν είχε αρχίσει ουσιαστικά ακόμη η επανάσταση, ο Μιχαήλ Κουρμούλης είχε φύγει από την περιοχή του (χωριό Κουσές), εκινείτο δραστήρια και είχε μεταβεί στην Πελοπόννησο, όπου συνάντησε τον Δημ. Υψηλάντη για συνεννόηση - συντονισμό και αποστολή πολεμοφοδίων, είχε επιστρέψει και πήρε μέρος στη μάχη της Αμπαδιάς.
Γ: Άλλο γεγονός, που σχετίζεται άμεσα με τη μάχη η οποία μας απασχολεί, είναι οι συνέπειες μετά τη νίκη των ενωμένων επαναστατών (Αγιοβασιλειώτες, Αμαριώτες, Σφακιανοί, και Μυλοποταμίτες) στη μάχη του Φουρφουρά εναντίον των Τούρκων, που προσπάθησαν να τους κόψουν το δρόμο προς τη Μεσσαρά. Επακολούθησε όμως η δολοφονία του Αντώνη Μελιδόνη (αρχηγού των Μυλοποταμιτών) τον Φεβρουάριο του 1822 από τον Ρούσο Βουρδουμπά (αρχηγό των Σφακιανών) (Ιστορία Ελληνικού Έθνους ΙΒ') και η διχόνοια Σφακιανών και Μυλοποταμιτών, που είχε πικρές συνέπειες για τον αγώνα. Στη μάχη του Φουρφουρά ίσως πήραν μέρος και άνδρες από το ν.α. τμήμα της επαρχίας Αγίου Βασιλείου.
Δ: Άλλο γεγονός εξηγεί την απουσία αναγνωρισμένου οπλαρχηγού από το Κακό Ρυάκι: το μεγαλόπνοο σχέδιο από τον Ιωσήφ Βαλέστ [12] (ή Βαλέστρα) για συστηματική ετοιμασία πολιορκίας του κάστρου του Ρεθύμνου, αφού χωρίς κάστρο - ορμητήριο δεν ήταν δυνατόν να στεριώσει και να συνεχισθεί η επανάσταση. Στην προσπάθεια αυτή απασχολήθηκαν συστηματικά τρεις χιλιάδες δοκιμασμένοι σε άλλες μάχες, και οι Αγιοβασιλειώτες επαναστάτες ήταν εκεί, με το σύνολο των έμπειρων οπλαρχηγών επικεφαλής (Ιστορία Ελλ. Έθνους ΙΒ΄, 237). Στην ετοιμασία αυτή όμως σκοτώθηκε ο διοργανωτής Βαλέστρας (14 Απριλίου), πριν αρχίσει η πολιορκία.
Υπενθυμίζω ότι η μάχη στο Κακό Ρυάκι έγινε μία μέρα νωρίτερα. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο δεν υπήρχε κανείς αναγνωρισμένος οπλαρχηγός στη μάχη, αφού όλοι ήσαν στα περίχωρα του Ρεθύμνου για να υποστηρίξουν το μεγαλοφυές σχέδιο του Βαλέστρα.
Όπως η άλλη Ελλάδα δεν μπόρεσε να βοηθήσει την επανάσταση στην Κρήτη, έτσι και επαναστάτες Κρητικοί δεν βοήθησαν τους κατοίκους των χωριών του ν.α. τμήματος του Ρεθύμνου στην αναμέτρηση με τους Τούρκους στο Κακό Ρυάκι. Ίσως οι περισσότεροι δεν έμαθαν ποτέ γι' αυτή την μάχη. Πιθανόν κάποιοι την αγνόησαν σκόπιμα, επειδή εκεί δεν ήταν αρχηγός κάποιος αναγνωρισμένος οπλαρχηγός για να διηγηθεί το κατόρθωμά του και ο Κριτοβουλίδης να το συμπεριλάβει στα «Απομνημονεύματα».
Η μάχη στο Κακό Ρυάκι
Κατά τον Απρίλη του 1822 ο αγάς Χάνιαλης (το κονάκι της οικογένειας βρισκόταν στο Μαγουλά Λασιθίου και το σπίτι τους στο Ηράκλειο ήταν στη σημερινή οδό Σμύρνης) (Κώδικας Θυσιών 2003, 366) θέλησε να προσφέρει εκδούλευση στον πασά του Ηρακλείου. Γι' αυτό συγκέντρωσε και εξόπλισε 2000 άνδρες με σκοπό να λεηλατήσει τις Μέλαμπες και τα γύρω χωριά. Ανενόχλητος διέσχισε τη Μεσαρά, όπου η επανάσταση δεν είχε εδραιωθεί, και στρατοπεύδευσε κοντά στο Τυμπάκι. Διάλεξε να επιτεθεί στα χωριά τη νύχτα του Μ. Σαββάτου για να πετύχει τους Μελαμπιανούς στο χωριό, την ώρα της καθιερωμένης λειτουργίας για την Ανάσταση (Χαχαριδάκης 1977, 33 - Φασατάκης 2003, 73). Ήταν τακτική των Τούρκων να αιφνιδιάζουν τους Χριστιανούς σε ώρες θρησκευτικών Ακολουθιών. Έτσι, μια μέρα νωρίτερα, τη Μ. Παρασκευή, 11 Απριλίου 1822, Τούρκοι άτακτοι επιτέθηκαν στο Κανλί Καστέλι (Προφήτης Ηλίας Ηρακλείου) κατά την ώρα της Ακολουθίας των Ωρών και έσφαξαν μέσα στην εκκλησία τον ιερέα και 30 άνδρες που εγκλώβισαν εκεί (Πάσλεϋ, Α 184).
Οι Μελαμπιανοί είχαν αόριστες πληροφορίες για συγκέντρωση στρατού στη Μεσαρά και είχαν την έγνοια τους. Παρατηρητής (βιγλάτορας) ή βοσκός που διανυκτέρευε στο λόφο του Λαυρασού, διέκρινε στο σκοτάδι της νύχτα σπίθες στο γυρογιάλι, μετά τον Κόκκινο Πύργο. Αμέσως υπέθεσε - συμπέρανε ότι ήταν σπίθες από τα πέταλα των αλόγων που βάδιζαν παραλιακά με κατεύθυνση προς το χωριό. Γι' αυτό ειδοποίησε (με πυροβολισμό ή με άναμμα φωτιάς - φρυκτωρία) και η είδηση ταχύτατα μεταδόθηκε στις Μέλαμπες και τα γύρω χωριά. Ακόμη και αν η βροχή επέτρεψε να ανάψουν φωτιές συνθηματικές και τις είδαν οι Τούρκοι, θεώρησαν ότι οφείλονται στο «κάψιμο του Ιούδα» (έθιμο που σώζεται και σήμερα), όταν ακούστηκε το «Χριστός ανέστη...». Γι' αυτό ανυποψίαστοι προχώρησαν, άλλωστε δεν ήταν οργανωμένος στρατός, αλλά άτακτοι. Πέρασαν τον Πλατύ ποταμό και άρχισαν να ανηφορίζουν προς τις Μέλαμπες, όταν άρχισε να βρέχει δυνατά. Ο Χάνιαλης δεν σκέφτηκε καμιά άλλη λύση, παρά τη συνέχιση της πορείας για λαφυραγώγηση και καταστροφή των χωριών.
Τμήμα του Κακού Ρυακιού, κόλπος Μεσαράς, Παξιμάδια
Οι επαναστάτες, που είχαν κάμει το δικό τους σχέδιο [13] άμυνας και απόκρουσης και πολλοί από αυτούς φύλαγαν το κατάλληλο σημείο της διαδρομής στο Κακό Ρυάκι, ενισχύονταν συνεχώς από άντρες που ήλθαν από τις Μέλαμπες, την Κρύα Βρύση και τα Σαχτούρια. Ήταν ένα είδος πανστρατιάς, από την οποία δεν έλειψε κανείς. Ο οπλισμός τους ήταν: πέτρες μεγάλες και μικρές, μαζεμένες δεξιά και αριστερά του δρόμου - ρυακιού στο πιο στενό και βαθύ σημείο της διαδρομής. Ήταν ακόμη βέργες, χουρχούδες, ξύλα κατάλληλα, μαχαίρια και σπαθιά. Ίσως υπήρχαν και λίγα όπλα εμπροσθογεμή, τα οποία είχε σχεδόν αχρηστεύσει η ακατάπαυστη βροχή. Υπενθυμίζω ότι ήταν ο δέκατος μήνας από την έναρξη της επανάστασης στην Κρήτη και σε αυτή την απόμερη από τα επαναστατικά κέντρα περιοχή δεν είχαν φτάσει ακόμη όπλα. Τα λιγοστά που είχαν εξοικονομηθεί από νίκες, όπλιζαν επαναστάτες κοντά στα επαναστατικά κέντρα των Χανίων και του Ρεθύμνου.
Όταν οι Τούρκοι προχώρησαν με τα εφόδια και τα ζώα τους στο σημείο - περιοχή που οι επαναστάτες είχαν οργανώσει την άμυνα, δέχτηκαν αιφνίδια την επίθεση. Η παράδοση αναφέρει διάφορες εκδοχές (Χαχαριδάκης 1977, 34).
Πιθανότερη θεωρώ την άποψη που αναφέρεται στο τραγούδι που παραθέτω, αδημοσίευτο μέχρι σήμερα: Ορισμένοι ψυχωμένοι χριστιανοί έβαλαν τούρκικα ρούχα και μιλώντας τούρκικα μπήκαν ανάμεσα στους ανυποψίαστους Τούρκους, που αιφνιδιασμένοι από την απροσδόκητη επίθεση μέσα στο σκοτάδι και τη βροχή, πανικοβλήθηκαν, τα έχασαν. Ο ένας από τους επαναστάτες ο Ιωάννης Ασουμανής [14], από την Κρύα Βρύση, κατόρθωσε να εντοπίσει στο σκοτάδι τον αρχηγό αγά Χάνιαλη και να τον σκοτώσει «διά λίθου ετίναξε αυτόν νεκρόν από του ίππου» (Λαμπρινάκης 1890, 70) ή με βέργα ή με σπαθί, δεν είναι εξακριβωμένο.
Αμέσως έγινε αποκορύφωση της σύγχυσης και του πανικού των Τούρκων, που αναζήτησαν τη σωτηρία τους στη φυγή. Ο δρόμος όμως ήταν στενός και πολύ κατηφορικός. Μπλέχθηκαν άνθρωποι με ζώα, με νεκρούς, με τραυματίες. Οι χριστιανοί επαναστάτες ήταν σε θέση ευνοϊκή από κάθε άποψη, γι' αυτό συνέχισαν την καταδίωξη και εξόντωση των πανικόβλητων εχθρών επί πολλή ώρα και σε διάστημα μερικών χιλιομέτρων μέχρι και τον Πλατύ ποταμό, ο οποίος είχε ήδη φουσκώσει από τη βροχή και είχε καταστεί αδιάβατος, ώστε σ' αυτόν επνίγηκαν πολλοί Τούρκοι. Απολογισμός: νεκροί 1400 Τούρκοι (Γενεράλις 1891, 33) και 120 χριστιανοί (Χαχαριδάκης 1977, 35).
Επαναλαμβάνω ότι πληροφορίες για τη μάχη έχουμε μόνο από την προφορική παράδοση. Κανένας από τους ιστορικούς ή τους περιηγητές δεν έγραψε τίποτα για τη μάχη. Όπως διαπίστωσα από προσεχτική έρευνα στα κείμενα των περιηγητών του 19ου αιώνα, κανένας δεν αναφέρει λέξη για το γεγονός.
Η προφορική παράδοση, με το καταστάλαγμα που αφήνει ο χρόνος, διέσωσε μόνο τέσσερα ονόματα ανδρών που διακρίθηκαν στη μάχη: Φουτοδάσκαλος [15] (Γεώργιος Φωτάκης) αρχηγός [16], Μπαργιάτης (Νικόλαος Μπαγιαρτάκης) και Τρουλλινός (Νικόλαος Τρουλλινός) και Ασουμανής. Τη μεγάλη δόξα κατέκτησε ο Ασουμανής, που σκότωσε τον αγά Χάνιαλη. Και οι τέσσερις επέζησαν και άφησαν απογόνους. Τα άλλα ονόματα στο παρατιθέμενο τραγούδι και την αφήγηση, που δημοσιεύονται για πρώτη φορά, δεν έχουν αναφερθεί ή γραφεί ποτέ άλλοτε.
Η προφορική παράδοση δεν φιμώνεται και η συλλογική μνήμη δύσκολα λησμονά γεγονότα τόσο τραγικά. Ακόμη και σήμερα θυμούνται στις Μέλαμπες, στην Κρύα Βρύση και στα Σαχτούρια και διηγούνται για τη μάχη και τους πρωταγωνιστές της. Απόρροια της ανάμνησής της είναι η παρακάτω αφήγηση και τα δύο ιστορικά τραγούδια που διέσωσε (το 1936 και 1940) ο υπερήλικας σήμερα Βαρδής Τσιράκης από τις Μέλαμπες (ζει στο Μοχό Ηρακλείου):
Προτομή του Ασουμανή στην Κρύα Βρύση
«Η μεγάλη σφαγή στο Ροθιανό ρυάκι και ο θάνατος του Χάνιαλη έγινε στις 12 Απριλίου 1822.
Η μεγάλη προετοιμασία του Χάνιαλη όλη τη Μεγάλη Βδομάδα έγινε αντιληπτή από τους χριστιανούς της Μεσαράς, οι οποίοι ειδοποίησαν τους Μελαμπιανούς ότι ο Χάνιαλης ετοιμάζεται για επίθεση.
Μετά την πληροφορία αυτή ο Φουτοδάσκαλος όρισε το Σακλαμπάνη, το Σηφογιάννη, τον Αδαμογιώργη, το Χαλκιαδή, τον Καλογερή και τον γιο του Χελιδόνη για να πάνε στα γύρω χωριά και να πληροφορήσουν τους χριστιανούς για την ετοιμασία του Χάνιαλη. Στη συνέχεια ο Φουτοδάσκαλος έβαλε σκοπούς σε διάφορα μέρη και οι σκοποί το Μέγα Σάββατο το βράδι, ενώ ήταν φοβερή κακοκαιρία και σκοτάδι, αντιληφθήκαν ότι οι Τούρκοι έρχονταν προς τις Μέλαμπες, γιατί μόλις μπήκαν από τον Κόκκινο Πύργο εις το γυρογιάλι άρχιξαν τα πέταλα των αλόγων να πετούν σπίθες. Αμέσως εφάρμοσαν το σχέδιο ενημέρωσης του Φουτοδάσκαλου. Πολλοί γέροι λένε ότι η ενημέρωση έγινε με κουμπουριές, άλλοι όμως λένε ότι άναψαν και φωτιές. Μόλις ο Φουτοδάσκαλος πήρε από τους σκοπούς το μήνυμα ότι έρχονται οι Τούρκοι, έβαλε σε ενέργεια το σχέδιο του. Η παράδοση του χωριού μας λέει ότι ο Τρουλλινός, ο Μπαργιάτης και ο Ασουμανής αποφάσισαν να σκοτώσουν πρώτο τον αρχηγό του Τουρκικού στρατού για να μείνει το ασκέρι των Τούρκων χωρίς αρχηγό και να διαλυθεί πιο εύκολα.
Μετά από την απόφαση αυτή ο Μπαργιάτης και ο Τρουλλινός ανέλαβαν να σκοτώσουν τους σωματοφύλακες του Χάνιαλη και ο Ασουμανής το Χάνιαλη.
Αμέσως αυτά τα τρία παλικάρια εφόρεσαν τούρκικες στολές και επερίμεναν τους Τούρκους εις το Ροθιανό ρυάκι. Όταν οι Τούρκοι έφτασαν εις το Ροθιανό ρυάκι, ο Χάνιαλης ήταν μεταξύ των πρώτων. Οι παραπάνω τρεις παράτολμοι Κρητικοί που τον εντόπισαν δεν έχασαν την ευκαιρία (τους βοήθησε η κακοκαιρία και το σκοτάδι) και εμπήκαν μέσα εις τον τούρκικο στρατό και εσκότωσαν το Χάνιαλη και τους σωματοφύλακές του.
Ο συλλογισμός όμως των Μελαμπιανών καπετάνιων δεν επαληθεύτηκε. Οι Τούρκοι, μετά το θάνατο του Χάνιαλη, επολέμησαν με περισσότερη μανία μέχρι που οι Μελαμπιανοί τους ανάγκασαν να τραπούν σε φυγή.
Μέλαμπες 3-11-1940 ημέρα Κυριακή, Βαρδής Τσιράκης».
Τραγούδι α'
Ως άκουσεν ο Δάσκαλος το φοβερό χαμπάρι
είπενε να του στρώσουνε το μαύρο (ν) του μουλάρι
Αναστενάζει δυνατά άφτει, ξεκοκκινίζει
και σαν απάρθινο θεριό τσι γειτονιές γυρίζει.
Πέμπει το φτεροπόδαρο το Βόλακα το Γιάννη
κι αυτός ωσάν την αστραπή στην Κρύα Βρύση φτάνει.
Βρίχνει το Βαβουρόκωστα και τον Πετρακαντώνη
και με φωνές και κουμπουριές τσοι άλλους ξεσηκώνει.
Γιαμιά ο γέρο Πελαντής με το Μανουσογιάννη,
ο Λαγουδής κι Ασουμανής, που μπάλα δε(ν) τζοι πιάνει
εμίσεψαν με τάλογα, δεν περιμένουν τσ' άλλους
τσ' ανδρειωμένους του χωριού κι αγωνιστές μεγάλους.
Εις τα Σαχτούρια έφταξε κι ο γιος του Χελιδόνη
και μόνο με μια κουμπουριά τσ' ανδρείους πρεμαζώνει.
«Από το παραπάνω φαίνεται καθαρά ότι οι Μελαμπιανοί δεν αιφνιδιάστηκαν και για το λόγο αυτό είχαν τα γνωστά αποτελέσματα. Όλες τις σημειώσεις, που αφορούν τη μάχη αυτή, τις συγκέντρωσα σήμερα εις αυτό το χαρτί, χωρίς να προφτάσω να αφαιρέσω πράμα.
Τα χέρια μου τρεμούλιασαν και δεν μπορώ να γράψω / μέσα στα βάθη τση καρδιάς την πίκρα μου θα θάψω»

Τραγούδι β'
Σφαγή που έχει ξεχαστεί θα σας αναστορήσω
κι ό,τι μου είπαν οι παλιοί εδώ θα ιστορήσω.
να μάθετε ίντα 'γινε στο Ροθινό ρυάκι
οι Τούρκοι το πιαν εκειδά άφθονο το φαρμάκι...
Ο Χάνιαλης τσι Μέλαμπες εβάλθη να κουρσέψει
όμως ο Φουτοδάσκαλος τον είχε παγιδέψει
Ο γέρο Φουτοδάσκαλος χωσά τού είχε κάνει
μ' ένα μονάχα κοφτερό στο χέρι γιαταγάνι.
Θέλει να σφάξει τ' άγριο, του Χάνιαλη τ' ασκέρι
τον τρόμο σ' όλη την Τουρκιά τση Μεσαράς να φέρει.
Γι' αυτό σε χρόνο λιγοστό μάζεψε τους γενναίους
απ' όλη την περιοχή γέρους, παιδιά και νέους.
Κι όλοι στα χέρια άρπαξαν τα δίστομα μαχαίρια
για να μην πέσουν ζωντανοί στου Χάνιαλη τα χέρια
και τρέξαν σαν την αστραπή στου μακελιού το χώρο
πολλές να δώσουν μαχαιριές στους τύραννους για δώρο.
Κείνο το Μέγα Σάββατο, στσι δώδεκα του Απρίλη,
Τούρκοι στη μάχη έπεσαν νεκροί πλια παρά χίλιοι.
Επέσαν και Μελαμπιανοί στση μάχης το πεδίο
σ' αυτή τη φοβερή σφαγή λένε διακόσοι δύο.
Σκοτώθηκε ο Χάνιαλης των Τούρκων το καμάρι,
τση Μεσαράς το φοβερό κι αμέρωτο λιοντάρι.
Ασουμανής τον σκότωσε εις τση σφαγής την πάλη
με τη χατζάρα τού παιξε μια μόνο στο κεφάλι.
Φεύγουν οι Τούρκοι σαν λαγοί, στη Μεσαρά γυρίζουν
όμως τη νίκη στο χωριό δεν την πανηγυρίζουν.
Όλοι θρηνούνε τσοι νεκρούς που πέσανε στη μάχη
και το Θεό παρακαλούν άλλο κακό μη λάχει.
Νίκησαν οι Μελαμπιανοί κι εδόξασαν την Κρήτη
Ετσά σφαγή δεν έγινε ως τότε στον πλανήτη,
με τόσο λίγους χριστιανούς και Τούρκους δυο χιλιάδες
μπέηδες και νιζάμηδες και Καστρινούς αγάδες.
Μα δεν το διαλαλήσανε, ούτε το καυχηθήκαν
σαν γεγονός ασήμαντο στη λησμονιά τ' αφήκαν.
Γι αυτό και γράφω το παρόν, αφού δεν γράψαν άλλοι
για τη σφαγή στο Ροθιανό το ρυάκι τη μεγάλη
Το μακελειό που έγινε εις τη σφαγή εκείνη
ποτέ δε θα λησμονηθεί, αιώνια θα μείνει.
Μέλαμπες 22-3-1936, ημέρα Κυριακή. Βαρδής Τσιράκης»
Η μάχη στο Κακό Ρυάκι και οι Τέσσερις Μάρτυρες
Οι Τέσσερις Μάρτυρες (Αγγελής, Μανουήλ, Γεώργιος, Νικόλαος) ήταν από τις Μέλαμπες. Το επώνυμό τους ήταν Βλατάκης και, όταν ο ένας πρόγονός τους άλλαξε θρήσκευμα, πήρε το επώνυμο Ρετζέπ(ης). Πιθανόν να άλλαξε θρήσκευμα ο προπάππους τους (που πρέπει να είχε πάρει μέρος στην επανάσταση του Δασκολογιάννη το 1770) (Γρυντάκης 2005 σελ.51) για να σώσει τη ζωή τη δική του και της οικογένειάς του, μετά τις φοβερές διώξεις που έκαμαν οι Τούρκοι μετά την καταστολή της επανάστασης, όχι μόνο στα Σφακιά αλλά και στην επαρχία Αγίου Βασιλείου (Δετοράκης 359-360), σύνορο των Σφακίων. Οι διώξεις επεκτάθηκαν και στη Μεσαρά που συνορεύει με την περιοχή που μας απασχολεί. Οι απόγονοι εκείνου ήταν φανερά μουσουλμάνοι και κρυφά χριστιανοί. Παράλληλα με τα τουρκικά ονόματα είχαν, στην επικοινωνία τους με τους χριστιανούς των Μελάμπων, χριστιανικά ονόματα.
Ο Αγγελής και ο Μανουήλ ήταν αδέρφια. Ο Γεώργιος και ο Νικόλαος ήταν πρώτα ξαδέρφια μεταξύ τους και δεύτερα ξαδέρφια με τον Αγγελή και Μανουήλ. (Σταματάκης 2005, σελ. 48). Όλοι ήταν παντρεμένοι φανερά με τα μουσουλμανικά έθιμα και μυστικά με χριστιανικό γάμο.
Από συνδυασμό γεγονότων-στοιχείων και χρονικών περιορισμών που διέσωσε η προφορική παράδοση, μπορεί να βγει αβίαστα το συμπέρασμα ότι εκείνοι οι τέσσερις Μελαμπιανοί κρυπτοχριστιανοί πήραν μέρος στη μάχη, ζωής ή θανάτου, στο Κακό Ρυάκι, στην πανστρατιά όλων των κατοίκων των Μελάμπων και των γύρω χωριών.
Σύμφωνα με την παράδοση, μετά τη μάχη κρύφτηκαν επί ένα έτος σε σπήλαιο ασφαλές και απόμερο (σε απόσταση δύο ωρών πεζοπορία ή πέντε περίπου χιλιόμετρα σε νοητή ευθεία) από τις Μέλαμπες, στην περιοχή Τειχίδα (περιφέρειας Ορνές) για να χαθούν τα ίχνη τους (Πελαντάκης,2004). Ας σημειωθεί ότι κανέναν άλλον από όσους πήραν μέρος και μάλιστα διακρίθηκαν στη μάχη (Φουτοδάσκαλος, Ασουμανής, Μπαργιάτης, Τρουλλινός) δεν καταδίωξαν για τη συμμετοχή και δράση του στην ίδια μάχη. Οι Τούρκοι πήγαν «συστημένοι» να αναζητήσουν τους τέσσερις αποκλειστικά. Υπενθυμίζω ότι αυτή η περίοδος είναι ιδιαίτερα κρίσιμη καμπή για τους Κρητικούς επαναστάτες. Η βαθμιαία εξάπλωση των Τουρκοαιγυπτιακών στρατευμάτων στην Κρήτη φέρνει σε δύσκολη θέση την επανάσταση, η οποία αντέχει και με διακυμάνσεις διατηρείται.
Οι Τέσσερις Μάρτυρες από τις Μέλαμπες. Μαρτύρησαν στο Ρέθυμνο στις 28/10/1824
Οι τέσσερις Μελαμπιανοί δεν είχαν λόγο να κρυφτούν, αν δεν υπήρχε αιτία και μάλιστα πολύ σοβαρή. Μόνο τέτοια αιτία μπορούσε να τους κάνει να κρυφτούν, όχι από τους χριστιανούς αλλά από τους μουσουλμάνους (Τούρκους) και Τουρκοαιγύπτιους που αποβιβάστηκαν στην Κρήτη το Μάη του 1822 για να βοηθήσουν στην κατάπνιξη της επανάστασης. Αυτή η αιτία ήταν το «θανάσιμο σφάλμα» τους να δηλώσουν έμπρακτα και απροκάλυπτα ότι τάσσονται με τους χριστιανούς για την αντιμετώπιση των Τούρκων του Χάνιαλη στο Κακό Ρυάκι. Αφού, λοιπόν, πήραν το μέρος των χριστιανών αυτή την κρίσιμη στιγμή και πολέμησαν τους μουσουλμάνους, σήμαινε ότι απαρνήθηκαν τον Αλλάχ. Και «το μόνο ασυγχώρητο αμάρτημα για τους μουσουλμάνους είναι η άρνηση του Ισλάμ. Ενώ τα άλλα αμαρτήματα μπορούν να συγχωρηθούν από τον φιλεύσπλαχνο Αλλάχ, αυτό επιφέρει την καταδίκη στην κόλαση», σύμφωνα με το Κοράνι (Πεπονάκης, 80).
Εικάζομε, κατά την Αριστοτελική αρχή «το εικός και το αναγκαίον [17]» ότι οι τέσσερις Ρετζέπ-Βλατάκηδες διαπίστωσαν ότι ήταν αδύνατον να μην τους αναζητήσουν οι Τούρκοι, επειδή και «καλοθελητές» υπήρχαν σε αυτή την ιδιαίτερα ανώμαλη και ρευστή εποχή και το «αμάρτημά» τους ήταν θανάσιμο. Πράγματι οι Τούρκοι αναζήτησαν επίμονα και ανυποχώρητα τους τέσσερις κρυπτοχριστιανούς για να τους τιμωρήσουν. Εκείνοι κρύφτηκαν στο παραπάνω σπήλαιο επί ένα έτος. Τρόφιμα και εφόδια τους έδινε ο ιδιοκτήτης της περιοχής εκείνης, Πετρακάκης από την Κρύα Βρύση που υποσχέθηκε να τους βοηθά όσο θέλουν. Τελικά αναγκάστηκαν να παρουσιαστούν στον πασά του Ρεθύμνου το 1823, όταν πληροφορήθηκαν ότι οι Τούρκοι θα σκότωναν όλους τους συγγενείς τους, που ζούσαν στις Μέλαμπες, αν δεν εμφανιζόταν αυτοί οι τέσσερις. Σύμφωνα με την προφορική παράδοση φυλακίστηκαν επί 11 μήνες στο Ρέθυμνο και, ύστερα από την ομολογία τους ότι είναι χριστιανοί και δεν θέλουν να αλλαξοπιστήσουν για να επιζήσουν (Παπαδάκις 1980 σελ.261) εκτελέστηκαν με αποκεφαλισμό στο Ρέθυμνο στις 28 Οκτωβρίου 1824. Είναι οι Τέσσερις Μάρτυρες από τις Μέλαμπες (Οι Άγιοι Τέσσερις Νεομάρτυρες του Ρεθέμνους, σελ. 9).
Γραπτές αναφορές στη Μάχη
Πρώτος αναφέρει για τη μάχη στο Κακό Ρυάκι στη Γεωγραφία του ο Δάσκαλος Εμμανουήλ Λαμπρινάκης (Λαμπρινάκης, 1890, 70) «...υπό τας υπώρειας του Κεδρίου όρους κείται η Κρύα Βρύσις, πατρίς του Ιωαν. Ασουμανή, όστις δια λίθου ετίναξε τον Χάνιαλην νεκρόν από του ίππου». «...Η κώμη (Μέλαμπες) έχει προς Α τον Ρύακα Λαυρασού πηγάζοντα από του ομωνύμου βουνού, τανύν δε Κακό Ρυάκι, μετά την καταστροφήν του Χάνιαλη και 1400 Τούρκων τω 1822 (12 Απριλίου)».
Στην πρώτη έκδοση της Γεωγραφίας του Φιλόλογου (από τον Γερακάρη) Εμμανουήλ Γενεράλι [18] (Γενεράλις 1891, 56) διαβάζομε «Μέλαμπες...παρά ταύτην, εις θέσιν Κακό Ρυάκι κατεστράφη τω 1822 ο Χάνιαλης μετά 1400 Τούρκων. Κρύα Βρύση, πατρίς του Ασουμανή του φονεύσαντος τον Χάνιαλην». Οι πληροφορίες του είναι διασταυρωμένες, επειδή είχε επισκεφθεί τα χωριά και είχε αντλήσει από ασφαλή πηγή.
Με βάση αφηγήσεις ηλικιωμένων Μελαμπιανών ο Φιλόλογος Ιωάννης Χαχαριδάκης (Χαχαριδάκης 1977) έγραψε βιβλίο 37 σελίδων για την προσφορά των Μελάμπων (χωριού του) στους αγώνες εναντίον των Τούρκων. Εκεί αναφέρει λεπτομέρειες για τη μάχη στο κακό Ρυάκι.
Στις αφηγήσεις ηλικιωμένων βασίζονται και οι μαρτυρίες που περιλαμβάνει στο βιβλίο του για την τέως επαρχία Αγίου Βασιλείου ο Δάσκαλος - Σχολικός Σύμβουλος Νικόλαος Φασατάκης (Φασατάκης 2003).
Το 2003 με την ευκαιρία των αποκαλυπτηρίων προτομής του Ιωάννη Ασουμανή στην Κρύα Βρύση (η προτομή έγινε από τους πολυπληθείς απογόνους, στους οποίους ως γενάρχης έδωσε το επώνυμό του) ο Φιλόλογος Θεόδωρος Πελαντάκης (Πελαντάκης 2003) έγραψε σε εννέα συνέχειες στην εφημερίδα Ρεθεμνιώτικα Νέα (26 Ιουλίου έως 9 Αυγούστου) σχετικά με την επανάσταση του 1821 στην Κρήτη σε συσχετισμό με την επανάσταση στην άλλη Ελλάδα και προσπάθησε να εντάξει στο επαναστατικό κλίμα και τη Μάχη στο Κακό Ρυάκι. Τη Μάχη οι ιστορικοί δεν την ανέφεραν μέχρι σήμερα, αλλά η τοπική κοινωνία δεν την ξεχνά, αλλά δεν έχει αποδώσει τις πρέπουσες τιμές στους αγωνιστές - νεκρούς της. Η παραπάνω εκδήλωση (αποκαλυπτήρια προτομής του Ασουμανή) έγινε από το Δήμο Λάμπης σε συνεργασία με τη Νομαρχία Ρεθύμνου και τη Περιφέρεια Κρήτης.
Μετά τη μάχη οι νικητές θρήνησαν και έθαψαν τους νεκρούς τους [19]. Μάζεψαν και φύλαξαν τα πολύτιμα εφόδια - λάφυρα της μάχης, ιδίως τα όπλα, το μολύβι και το μπαρούτι που ήταν σπάνια και πολύτιμα για τη συνέχιση του αγώνα. Με την πολεμική πείρα που απέκτησαν σε αυτή την αναμέτρηση βοήθησαν στον κοινό αγώνα μέχρι το 1830.
Η Κρήτη όμως έμεινε έξω από τα όρια του Ελληνικού κράτους, επειδή αυτή ήταν η επιθυμία των ισχυρών της εποχής εκείνης.
Ελπίζω ότι περισσότερο φως θα ρίξει στο ιστορικό γεγονός αυτό το χειρόγραφο για τις θυσίες της Δυτικής Κρήτης το 1821-1830. Το χειρόγραφο είναι στην παλιά τουρκική γραφή, αλλά δεν έχει μεταφραστεί. Εκτιμώ ότι θα δώσει πολύτιμες πληροφορίες, ανάλογες με αυτές που δίδει ο Κώδικας Θυσιών της Ανατολικής Κρήτης (Κώδικας Θυσιών 2003).
Η παρούσα ανακοίνωση στο Ι' Διεθνές Κρητολογικό Συνέδριο, καρπός πολύμηνης μελέτης και έρευνας, ας θεωρηθεί ως έκφραση του σιωπηλού παράπονου της τοπικής κοινωνίας για την αποσιώπηση της μάχης - προσφοράς των προγόνων της στην επανάσταση της Κρήτης εναντίον των Τούρκων.
ΠΙΝΑΚΑΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ
Γενεράλις 1891
Εμμανουήλ Γ. Γενεράλις, επίτομος Γεωγραφία της Κρήτης 1η έκδοση: Εν Αθήναις 1891. 8η έκδοση: Εν Αθήναις 1910
Γρυντάκης 2005
Γιάννης Γρυντάκης: οι Τέσσερις Νεομάρτυρες Ρεθύμνης μέσα από την ιστορική συγκυρία. Περιοδικό Νέα Χριστιανική Κρήτη τ. 24/2005. Οι σελίδες 1-149 περιέχουν ανακοινώσεις σε ημερίδα για τους Τέσσερις Μάρτυρες.
Δετοράκης 1988
Θεοχάρης Ε. Δετοράκης, Η τουρκοκρατία στην Κρήτη (1669-1898). Έκδοση ΤΕΔΚ Κρήτης, 1988 της σειράς ΚΡΗΤΗ, Ιστορία και Πολιτισμός, τόμος Β. σελ. 332-436.
Ιλαρίων 1877
Ιλαρίων, Επίσκοπος Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου: Ακολουθία των Αγίων ενδόξων 4 νέων του Χριστού μαρτύρων, Αγγελή, Μανουήλ, Γεωργίου και Νικολάου, των εν Ρεθύμνη της Κρήτης μαρτυρησάντων. Εν Αθήνες 1877
Ιστορία ΙΒ'
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τόμοι 16, Αθήνα, 1970- 2000 (τόμος ΙΒ': Ελληνική Επανάσταση)
Κριτοβουλίδης 1859
Καλλίνικος Κριτοβουλίδης, Απομνημονεύματα του περί της αυτονομίας της Ελλάδος αγώνος των Κρητών, εν Αθήναις 1859. Φωτοτυπική επανέκδοση από τον Όμιλο αδελφών Βαρδινογιάννη, Αθήνα 1971.
ΚΩΔΙΚΑΣ ΘΥΣΙΩΝ 2003
Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών: Ο ΚΩΔΙΚΑΣ ΤΩΝ ΘΥΣΙΩΝ. Ονόματα και δημευμένες περιουσίες των χριστιανών αγωνιστών της Ανατολικής Κρήτης κατά την επανάσταση του 1821. Επιμέλεια: Βασίλης Δημητριάδης Διονυσία Διδασκάλου Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Βικελαία βιβλιοθήκη Δήμου Ηρακλείου, Ηράκλειο 2003
Λαμπρινάκης 1890
Εμμανουήλ Λαμπρινάκης: Γεωγραφία της Κρήτης, δαπάνη του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Ρεθύμνης, Ρέθυμνα, Τύποις Εμμ. Καλαϊζάκη, 1890.
Οι Άγιοι Τέσσερις Νεομάρτυρες του Ρεθέμνους 1998
Οι Άγιοι Τέσσερις Νεομάρτυρες του Ρεθέμνους. Έκδοση Ιερού Ενοριακού Ναού των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων, Ρέθυμνο 1998.
Παπαδάκις 1980
Μιχάλης Μ. Παπαδάκις, περιοδικό Προμηθεύς ο Πυρφόρος Τεύχος 21 (1980): Αφιέρωμα στους Τέσσερις Μάρτυρες.
Ρόμπερτ Πάσλεϋ, 1837
Ταξίδια στην Κρήτη, 1837. Μετάφραση: Δάφνη Γόντικα, Ηράκλειο Κρήτης 1991, Τόμοι 2
Πελαντάκης 2003
Θεόδωρος Στ. Πελαντάκης: Η μάχη στο Κακό Ρυάκι Μελάμπων, εφημερίδα Ρεθεμνιώτικα Νέα, 26 Ιούλιου - 9 Αύγουστου 2003.
Πελαντάκης 2004
Μαρτυρία για τους Τέσσερις Μάρτυρες, Ρεθεμν. Νέα 30-10-04
Πεπονάκης 1997
Νικόλαος Πεπονάκης: εξισλαμισμοί και επανεκχριστιανισμοί στην Κρήτη (1645 - 1899). Ανάτυπο από το περιοδικό Νέα Χριστιανική Κρήτη 1997.
Σταματάκης 2005
Γεώργιος Σταματάκης: Πρόγονοι και απόγονοι των Τεσσάρων Νεομαρτύρων Ρεθύμνης. Περιοδικό Νέα Χριστιανική Κρήτη Τ. 24/2005 Νικόλαος Ι.
Φασατάκης 2003
Φασατάκης: Η τ. επαρχία Αγ. Βασιλείου Ρεθύμνης. Ιστορία - Πολιτισμός - Εκπαίδευση. Αθήνα 2003. Έκδοση της Ένωσης Συλλόγων Αγίου Βασιλείου «Ο ΠΡΕΒΕΛΗΣ», και των Δήμων Λάμπης και Φοίνικα.
Φουρναράκης 1875
Ευάγγελος Φουρναράκης: Στοιχειώδης Γεωγραφία της Κρήτης. Ερμούπολις (Σύρου) 1875.
Χαχαριδάκης 1977
Ιωάννης Ι. Χαχαριδάκης: Η Τουρκοκρατία στην Κρήτη και οι αγώνες των Μελαμπιανών, Ρέθυμνο 1977.
Χουρδάκης 2002
Αντώνης Χουρδάκης: Η παιδεία στην Κρητική Πολιτεία (1898 - 1913), Ρέθυμνο 2002.
Ψιλάκης Γ΄
Βασίλειος Ψιλάκης: Ιστορία της Κρήτης (μεταγλωττισμένη). χ.χ. και τόπο έκδοσης. Ο τόμος Γ' αναφέρεται στην επανάσταση του 1821. Η πρώτη έκδοση έγινε το 1909 στην Αθήνα.
Σημειώσεις
[1] Λέγεται και Ροθιανό (Χαχαριδάκης 1977,33) και ρυάκι του Λαυρασού (Λαμπρινάκης 1890, 70).
[2] Άγιος > Άις Γαλήνης, λέγεται μέχρι σήμερα στα χωριά της περιοχής. Ως οικισμός άρχισε να σχηματίζεται κατά τα τέλη του 19ου αιώνα (Λαμπρινάκης 1890,70).
[3] Κατά τη γνώμη μου η λέξη προήλθε από το σχήμα: Ελληνικός > Ελλενικός > Λενικός, αφού ο λαός συχνά ονόμαζε Ελληνικό κάθε σπουδαίο και ξεχωριστό, όπως αυτός ο βράχος.
[4] Γόνος οικογένειας μεγολογαιοκτημόνων του Λασιθίου, με γενάρχη γενίτσαρο από τα Χανιά. Λόγω του πλούτου και της δύναμής τους δεν υπολόγιζαν ούτε τους πασάδες. Γι' αυτό ο σουλτάνος επιδίωξε να συνετίσει τους ατίθασους πλούσιους γενίτσαρους κατά τη δεκαετία 1810-1820. Ο Ρεσίτ πασάς (ο γνωστός Κιουταχής) απαγχόνισε το 1816 τον αγά των Χανιαλήδων, αλλά τα πλούτη της οικογένειας έμειναν άθικτα (Δετοράκης 1988, 354-355 και Κώδικας Θυσιών 2003, 366).
[5] Ο Μιχαήλ Κομνηνός Αφεντούλιέφ (Αφεντούλης) διορίστηκε από τον Δημήτριο Υψηλάντη, ως εκφραστή της επαναστατημένης Ελλάδας, Γενικός Αρχηγός «εις τον οποίον να υπαχθούν οι μεταξύ των ερίζοντες και ουδένα υπέρτερον του άλλου αναγνωρίζοντες Κρήτες οπλαρχηγοί» (Δετοράκης 1988, 372).
[6] Ήταν η μάχη στον Μπιρινζικουλέ (των Περιβολίων) και στα Ακόνια (νότια από το Ρουσσοσπίτι), που κράτησαν 3 μερόνυχτα (Κριτοβουλίδης 1859, 81 και Ψιλάκης Γ, 271).
[7] Αυτή η Γενική Συνέλευση (20 Μαίου 1822) καθόρισε αναδρομικά ως ημερομηνία έναρξης της επανάστασης της Κρήτης την 14η Ιουνίου 1821 (Μάχη στον Λούλο Χανίων), αν και οι αψιμαχίες είχαν αρχίσει νωρίτερα γύρω από το μοναστήρι του Πρέβελη. Τα πολύτιμα ιστορικά έγγραφα για το Πολίτευμα της Κρήτης τα διέσωσε ο Κριτοβουλίδης (Κριτοβουλίδης 1859, 119 κ.ε.).
[8] Μελχισεδέκ Τσουδερός. Ήταν μυημένος στη Φιλική Εταιρία και είχε στενή συνεργασία και σχέσεις με τους Σφακιανούς, αφού η μητέρα του ήταν από τον Καλλικράτη Σφακίων.
[9] Απεσταλμένοι των Κρητικών ζήτησαν επανειλημμένα «μπαρούτια, μολύβια, άρματα» από την Επαναστατική Αρχή στην Πελοπόννησο. Μέχρι τον Απρίλη του 1822 δεν έλαβαν καμιά βοήθεια. Μόνο μεμονωμένοι πατριώτες από διάφορα νησιά ήρθαν εθελοντές στην Κρήτη και λίγοι Ευρωπαίοι Φιλέλληνες (Ιστορία ΙΒ', 189). Μόνο τον Ιούλιο του 1822 έφθασαν στην Κρήτη 900 όπλα, με χρήματα του Ιωάννη Βαρβάκη (Δετοράκης 1988, 135).
[10] Η καλύτερη πυρίτις (μπαρούτι) ήταν η Αγγλική και η Ολλανδική. Μπαρούτι από άλλες χώρες ήταν κακής ποιότητας και προκαλούσε σκάσιμο της κάννης του όπλου (Κριτοβουλίδης 1859, 80-81). Χρήματα κυκλοφορούσαν ελάχιστα (στα χέρια των εμπόρων). Το «ευλογημένο λάδι», που τότε είχε πολύ μεγάλη αξία, ήταν ο πλούτος των επαναστατών και τροφοδότης της επανάστασης.
[11] Απεσταλμένοι των Κρητικών πήγαν στις Σπέτσες και έκαμαν έκκληση «...δια την αγάπη του Χριστού κάμετε. Στείλετε μερικά από τα ευλογημένα καράβια σας». Πίστευαν ότι «μόνη η εμφάνιση καραβιών στα Κρητικά παράλια θα κατατρομάξει τους Τούρκους» (Δετοράκης 1988, 371). Είχαν δίκιο, αφού μόλις οι Τούρκοι κατέκτησαν τα Σφακιά (29 Αυγούστου) εμφανίστηκαν κάποια πλοιάρια που μετέφεραν άμαχους στη Γαύδο. Μόλις τα είδαν οι Τούρκοι, αν και νικητές στην ξηρά, έφυγαν έντρομοι από την περιοχή (Ιστορία ΙΒ', 168). «Οι Κρήτες δεν εζήτουν τότε από το έθνος των άλλο, διότι έβλεπαν και τας γενικάς περιστάσεις, ειμή την θαλασσίαν συνδρομήν του» (Κριτοβουλίδης 1859, 116).
[12] Γάλλος αξιωματικός του Ναπολέοντα, φιλέλληνας, πολύ έμπειρος και με συμμετοχή σε πολλές μάχες στην Πελοπόννησο. Εκεί τον όρισε ο Δημ. Υψηλάντης να δημιουργήσει τον πρώτο τακτικό Ελληνικό στρατό. Οι Κρητικοί τον παρακάλεσαν να έρθει για βοήθεια στην Κρήτη (Ιστορία ΙΒ', 238), με την οποία είχε στενούς δεσμούς η οικογένειά του, αφού ο πατέρας του ήταν έμπορος πολλά χρόνια στα Χανιά.
[13] Υπογραμμίζω ότι τις μέρες εκείνες όλοι οι οπλαρχηγοί και όσοι διέθεταν όπλα (περίπου 3.000) του Ν. Ρεθύμνου και Χανίων βρίσκονταν σε ασφαλείς θέσεις γύρω από το Ρέθυμνο (νότια του Βρύσινα μέχρι τον Καλονύχτη) με στόχο την όργάνωση πολιορκίας και άλωσης του φρουρίου, σύμφωνα με σχέδιο του Βαλέστρα. Μπροστά από τον επερχόμενο κίνδυνο από τους Τούρκους του Χάνιαλη, που ήταν γύρω από το Τυμπάκι, αυτοοργανώθηκαν οι κάτοικοι τις περιοχής. Κατάρτισαν σχέδιο πρακτικό και οργάνωσαν άμυνα στο καταλληλότερο για τους επαναστάτες σημείο της διαδρομής των Τούρκων προς τις Μέλαμπες. Ευτυχώς ο Χάνιαλης δεν είχε στρατιωτική εμπειρία, γιατί αλλιώς θα έκανε «αναγνώριση πεδίου - διαδρομής» και δεν θα εγκλωβιζόταν στο χειρότερο γι' αυτόν σημείο της διαδρομής.
[14] Ο πατέρας του ήταν Πελαντάκης. Την «επωνυμία» Ασουμανής τού την έδωσε ο πατέρας του, όταν απέκτησε αυτόν το γιο, ύστερα από επτά συνεχόμενες θυγατέρες. Ίσως είναι παραφθορά της λέξης Τασουμανής = γραμματισμένος ή αφιερωμένος (GU. MORAYSCIK: Byzantino turkika, 300). Βλέπε και Θ. Πελαντάκης, 2003.
[15] Σχολεία και δάσκαλοι δεν υπήρχαν εκείνη την εποχή στην περιοχή. Μόνο στην πόλη του Ρεθύμνου υπήρχε ένα σχολείο με 14 μαθητές (Δετοράκης 1988, 362 και Χουρδάκης 2002, 21-26). «Δάσκαλος» εκείνη την εποχή σήμαινε: άνθρωπος με κύρος, αναγνωρισμένος κοινωνικά από όλους (Ψιλάκης Γ', 146).
[16] Στη μάχη του Κακού Ρυακιού η τοπική κοινωνία ανέδειξε αρχηγό τον Φουτοδάσκαλο. Οι αρχηγοί κατά την επανάσταση του 1821 στην Κρήτη, που δεν είχε κλέφτες και αρματολούς για να αποκτήσει ενιαία αρχηγία όπως στην Πελοπόννησο και στην Στερεά Ελλάδα, αναδεικνύονταν με βάση τα κριτήρια: εντοπιότητα, πλούτος, τυχόν εμπειρία, οικογένεια, κοινωνική προβολή, ανδρεία και φιλοπατρία. Η χριστιανική ευσέβεια ήταν δεδομένη για όλους τους Έλληνες επαναστάτες, αφού η ορθόδοξη πίστη ήταν βασική διαφορά τους από τους Τούρκους. Ειδικά οι Τουρκοκρητικοί (προέρχονταν από εξισλαμισμούς χριστιανών) μιλούσαν μόνο ελληνικά. Η «Καγκελαρία των Σφακίων» όρισε λίγους οπλαρχηγούς, κυρίως Σφακιανούς. Ο Αφεντούλης όρισε πεντακοσίαρχους, τετρακοσίαρχους... μέχρι και δέκαρχους και πένταρχους, ως αντιπερισπασμό προς τους Σφακιανούς. Η ενέργεια αυτή προκάλεσε ζηλοφθονίες, αντιπαλότητες και διχόνοια (Ιστορία ΙΒ', 190).
[17] Κατά το εικός = όπως είναι φυσικό, λογικό, σύμφωνο με τη λογική, με τη φύση και την αλήθεια των πραγμάτων. Κατά το αναγκαίον= σύμφωνα με την ηθική και αισθητική αναγκαιότητα κατά την οποία γίνεται κάτι ως αναγκαία συνέπεια πάθους, συναισθήματος, πράξεως. Κατά των Αριστοτέλη αυτό ισχύει και στην τέχνη και στη ζωή. Ειδικότερα ισχύει στην τραγωδία (τραγικές καταστάσεις της ζωής). Και ήταν τραγωδία η ζωή των τεσσάρων κρυπτοχριστιανών με κάθαρση την αγιοποίησή τους μετά των αποκεφαλισμό τους.
[18] Οι μακάριοι εκπαιδευτικοί (Λαμπρινάκης και Γενεράλις και άλλοι που είχαν γράψει και μετά από αυτούς όπως ο Ζαχαρίας Πρακτικίδης και ο Ευάγγελος Φουρναράκης) γράφοντας Γεωγραφία της Κρήτης, ενώ υπήρχε ακόμα Τουρκοκρατία στην Κρήτη, περιλαμβάνουν και στοιχεία ιστορικά, διοικητικά, πατριδογνωστικά, επιδιώκοντας να «αναστήσουν» την αρχαία δόξα και ιστορία στη συνείδηση των μαθητών και των γονέων τους («τι είχαν, τι έχασαν, τι έχουν, τι τους πρέπει») όπως έκανε ο Ρήγας Φεραίος ένα αιώνα πριν για το υπόδουλο Έθνος και ο Αδαμάντιος Κοραής στις αρχές του 19ου αιώνα. Δίκαια θα πρέπει να τους κατατάξει η Ιστορία στους Διαφωτιστές της Κρήτης, που ήταν τουρκοκρατούμενη μέχρι το 1898). Ειδικά η Γεωγραφία του Γενεράλι εγνώρισε τουλάχιστον 8 εκδόσεις και διδάχτηκε όχι μόνο στα Δημοτικά αλλά και στα Ελληνικά σχολεία και Γυμνάσια (Γενεράλις 1910, 1).
[19] Ο Ασουμανής δεν επέστρεψε στο χωριό του αμέσως. Θεωρήθηκε νεκρός στη μάχη. Του έψαλαν τη κηδεία του. Σε οχτώ μέρες, όταν ετοίμαζαν τα κόλυβα για το 9 ήμερο μνημόσυνο του, επέστρεψε στο χωριό του πάνω στη φοράδα του Χάνιαλη, ζωσμένος τα άρματα τού αγά. Ήταν το βραβείο της νίκης. Μέχρι το κάψιμο της Κρύας Βρύσης από τους Γερμανούς το 1944 σωζόταν το χαλινάρι του αλόγου του Χάνιαλη με τον ασημοστόλιστο κουτελίτη. Τμήμα του σπαθιού του σώζεται. Βλέπε τη σχετική φωτογραφία.

ΠΗΓΗ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μην πυροβολείτε ασκόπως