16 Ιουλίου 2015

Διοικητική Ιστορία της Κρητικής Πολιτείας

Στο τέλος του 1898, κηρύσσεται η Αυτονομία του νησιού, με τη σύσταση της Κρητικής Πολιτείας υπό την εποπτεία των Μεγάλων Δυνάμεων της Ευρώπης.
Κατά τα πρώτα χρόνια της Αυτονομίας, οι Μεγάλες Δυνάμεις διατηρούν τους τέσσερις τομείς που είχαν δημιουργήσει – αγγλικό, γαλλικό, ρωσικό και ιταλικό – και τα στρατεύματά τους σταθμεύουν στο νησί.Τα Χανιά, πρωτεύουσα της Κρήτης από το 1850 και εξής, και η γύρω περιοχή γίνονται πολυεθνικός τομέας.
Η Κρητική Αυτονομία αρχίζει με την ανάληψη της διοίκησης της νεοσύστατης Κρητικής Πολιτείας από τον Ύπατο Αρμοστή, Πρίγκιπα Γεώργιο, δευτερότοκο γιο του βασιλιά της Ελλάδας Γεωργίου, τον οποίο είχαν επιβάλει οι Μεγάλες Δυνάμεις, που αποβιβάζεται στο λιμάνι στης Σούδας την 9η Δεκεμβρίου 1898.
Αρχίζει αμέσως να εκδίδεται η Επίσημος Εφημερίς της Κρητικής Πολιτείας. Στο πρώτο φύλλο της, στις 25 Δεκεμβρίου 1898, δημοσιεύεται η προκήρυξη του Ηγεμόνα για την ανάληψη των καθηκόντων του, συγκροτείται επιτροπή για την κατάρτιση σχεδίου πολιτεύματος και εκδίδεται διάταγμα για τη συγκρότηση της Κρητικής Συνελεύσεως, από 138 χριστιανούς και 50 μουσουλμάνους πληρεξουσίους. Ως ημέρα εκλογών ορίζεται η 24η Ιανουαρίου 1899. Η Κρητική Βουλή στεγάζεται σε κτίσμα στο κέντρο του Δημοτικού Κήπου των Χανίων και το προεδρείο της Συνέλευσης των Κρητών αποτελείται από έναν πρόεδρο, τρεις αντιπροέδρους και τρεις γραμματείς.
Συντάσσεται το Σύνταγμα της Κρητικής Πολιτείας και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα (φ. 24/16-4-1899). Δημιουργείται σώμα Κρητικής Χωροφυλακής, ιδρύεται η Τράπεζα Κρήτης και κυκλοφορεί η κρητική δραχμή. Στα δημόσια και στα ιδιωτικά κτήρια κυματίζει η σημαία της Αυτονομίας, με λευκό σταυρό στη μέση και τα τρία τέταρτά της γαλάζια, που συμβολίζουν τον ελληνικό πληθυσμό του νησιού, ενώ ένα τέταρτο είναι κόκκινο συμβολίζοντας τη μουσουλμανική μειονότητα. Σ’ αυτό το κόκκινο τεταρτημόριο υπάρχει λευκό αστέρι με την πάνω αριστερά ακτίνα του μεγαλύτερη, που, σύμφωνα με εισήγηση του Ελ. Βενιζέλου στην Κρητική Βουλή και καθ’ υπόδειξη των Μεγάλων Δυνάμεων, συμβόλιζε το αστέρι της Βηθλεέμ.
Συγκροτείται το Συμβούλιο του Ηγεμόνα και συνιστώνται πέντε Ανώτερες Διευθύνσεις, που αντιστοιχούν σε σημερινά υπουργεία. Η Ανωτέρα Διεύθυνσις Οικονομικών με Σύμβουλο-Υπουργό τον Κωνσταντίνο Φούμη, Συγκοινωνίας και Δημοσίας Ασφαλείας με Σύμβουλο τον Χουσεϊν Γενιτσαράκη, Εσωτερικών με Σύμβουλο τον Μανούσο Κούνδουρο, Δημοσίας Εκπαιδεύσεως και Θρησκευμάτων με Σύμβουλο τον Νικόλαο Γιαμαλάκη και Δικαιοσύνης με Σύμβουλο τον Ελευθέριο Βενιζέλο.
Αυτή την εποχή, τα Χανιά είναι πνευματικό, διοικητικό, εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο. Ο συνολικός πληθυσμός του νησιού είναι λίγο παραπάνω από 300.000 κατοίκους. «Πρωτεύουσα της επαρχίας, του δήμου και όλης της νήσου είναι η πόλις των Χανίων, έδρα του Ηγεμόνος, των ανωτέρων πολιτικών και στρατιωτικών αρχών της Νήσου, του Επισκόπου Κυδωνίας και Αποκορώνου, του Νομάρχου Χανίων και των Προξένων των Δυνάμεων, έχουσα 20.972 κατοίκους, εξ ων 11.219 Χριστιανοί, 9.112 Μωαμεθανοί και 641 Ισραηλίται…, αναφέρεται σε Γεωγραφία της εποχής.
Αλλά, καθώς η μεσαιωνική πόλη ασφυκτιά μέσα στα τείχη, μια νέα πολιτεία αρχίζει να σχηματίζεται απ’ έξω, προκαλούνται ρήγματα στο φρούριο, εκτελούνται έργα ανασυγκρότησης και το αρχιτεκτονικό ρεύμα του νεοκλασικισμού έρχεται να προσθέσει τη σφραγίδα του στα Χανιά.
Το πνευματικό και πολιτιστικό επίπεδο είναι σε υψηλό σημείο, λειτουργούν νέα σχολεία, το ποσοστό αναλφαβητισμού μειώνεται, έχει συγκροτηθεί από το 1899 ο Φιλολογικός Σύλλογος «Ο Χρυσόστομος» (ο μοναδικός σήμερα επιζών από τους συλλόγους της εποχής αυτής), ενώ ιδρύονται όλο και περισσότερα πνευματικά, φιλανθρωπικά, αθλητικά και εργατικά σωματεία. Διοργανώνονται πλείστες μουσικοφιλολογικές εσπερίδες και συναυλίες, ενώ έρχονται πολυμελείς, καλά καταρτισμένοι, ξένοι και ελληνικοί θίασοι.
Μαθητές ανεβάζουν θεατρικές παραστάσεις αξιώσεων, και μάλιστα στα αρχαία ελληνικά. Ο φωνογράφος και ο κινηματογράφος έρχονται στην πόλη. Κυκλοφορούν εφημερίδες και περιοδικά από την Ελλάδα και την Ευρώπη, αλλά και χανιώτικα έντυπα, με αξιοθαύμαστη ύλη. Το 1901, στα πρωτοπόρα Χανιά, γίνεται πρόταση χειραφέτησης της γυναίκας, στην Κρητική Βουλή, ενώ το 1902 η Αρτεμισία Λανδράκη, λογία και δραστηριοποιημένη, είναι η πρώτη γυναίκα που εκδίδει λογοτεχνικό περιοδικό, τον περίφημο Σπινθήρα.
Σταδιακά η διοίκηση του Αρμοστή, Πρίγκιπα Γεωργίου, αρχίζει να γίνεται αυταρχική, καταργείται η ελευθεροτυπία, γίνονται συλλήψεις και φυλακίσεις αντιπολιτευομένων και ο ίδιος ο Πρίγκιπας αποδεικνύεται αδιάλλακτος στις θέσεις του για το Κρητικό Ζήτημα και τη μετάβαση της Κρήτης από την Αυτονομία στην Ένωση, θέσεις που ήταν αντίθετες με αυτές του Βενιζέλου. Ο τελευταίος, μάλιστα, συνέταξε και δημοσίευσε πλείστα άρθρα στην εφημερίδα του, τον Κήρυκα, - μεταξύ αυτών και την περίφημη σειρά άρθρων με τίτλο «Γεννηθήτω Φως». Οι διαφωνίες για τη χάραξη της πολιτικής ήταν τόσο έντονες, ώστε η σύγκρουση των δύο ανδρών υπήρξε αναπόφευκτη, και είχε ως αποτέλεσμα, στις 18/2/1901, ο Ηγεμόνας, με οργισμένη ιδιόγραφη απόφαση, να απολύσει το Σύμβουλό του της Δικαιοσύνης.
Σχηματίζεται τότε μια ισχυρή αντιπολίτευση, καθώς η δυσφορία μεγαλώνει. Αρχίζει να προετοιμάζεται σιγά σιγά Κίνημα εναντίον του Αρμοστή, που δε λαμβάνει υπόψη του εμπιστευτική αναφορά προκρίτων από επαρχίες του νομού Χανίων, στην οποία στηλιτεύουν τα κακώς κείμενα και εκφράζουν τις ανησυχίες τους. Έτσι, επέρχεται η σύρραξη. Ο Βενιζέλος και η αντιπολίτευση καλούν το λαό να διακηρύξει τον πόθο του για την Ένωση και, στις 10 Μαρτίου 1905, ξεσπά το Κίνημα του Θερίσου, με πρωτεργάτες τους Ε. Βενιζέλο, Κ. Φούμη και Κ. Μάνο. Λαοψηφίσματα έρχονται από όλη την Κρήτη, το κίνημα γενικεύεται, στις προκηρύξεις του Αρμοστή χαρακτηρίζεται έκνομο, κανείς όμως δε «συνετίζεται», και έτσι εκδίδονται εντάλματα συλλήψεως των πρωτεργατών, με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Εκδίδονται το Θέρισο και η Εφημερίς της Επαναστατικής Συνελεύσεως, γραμμάτια ενίσχυσης του αγώνα και γραμματόσημα για την κυκλοφορία της επαναστατικής αλληλογραφίας.
Το Κίνημα λήγει το φθινόπωρο του 1905 και στις εκλογές της 7/5/1906 οι πρωτεργάτες του Θερίσου εκλέγονται βουλευτές – το κόμμα τους υπερίσχυσε στους νομούς Χανίων και Σφακίων, αλλά ηττήθηκε στην υπόλοιπη Κρήτη. Ο Πρίγκιπας Γεώργιος έφυγε το Σεπτέμβριο του 1906 και ως νέος Ύπατος Αρμοστής ανέλαβε ο Αλέξανδρος Ζαϊμης, στον οποίο η Β΄ Συντακτική Συνέλευση των Κρητών υπέβαλε το νέο Κρητικό Σύνταγμα, και ο κρατικός μηχανισμός άρχισε και πάλι να λειτουργεί υποδειγματικά, ενώ συγκροτήθηκε και η Κρητική Πολιτοφυλακή, ο πρώτος τακτικός στρατός του νησιού.
Τον Ιούλιο του 1908 άρχισαν να αποσύρονται, και σε λιγότερο από ένα χρόνο είχαν φύγει τα διεθνή στρατεύματα ξηράς. Ως αντίκτυπος της προσάρτησης της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης από την Αυστρία και της ανακήρυξης της Βουλγαρίας σε βασίλειο, με προσάρτηση ταυτόχρονα και της Ανατολικής Ρωμυλίας, ήλθε στις 24/9/1908 – και ενώ ο Ζαϊμης βρισκόταν στην Αίγινα για διακοπές – η κήρυξη της Ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα. Η διακήρυξη δημοσιεύτηκε στην Επίσημον Εφημερίδα (που τιτλοφορήθηκε εφεξής Παράρτημα της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος εν Κρήτη), η Βουλή επικύρωσε τα ψηφίσματα και εξέδωσε ανάλογο ψήφισμα, οι αξιωματούχοι ορκίστηκαν πίστη στο βασιλιά της Ελλάδας, καταργήθηκε το κρητικό Σύνταγμα και εφαρμόστηκε το ελληνικό. Στον Ζαϊμη έγινε σύσταση να μην επιστρέψει στην Κρήτη και σχηματίστηκε διακομματική κυβέρνηση από τους Ε. Βενιζέλο, Μ. Πετυχάκη, Εμμ. Λογιάδη, Χ. Πωλογεώργη και πρόεδρο τον Αντ. Μιχελιδάκη. Οι Κρήτες υπέστειλαν τη σημαία της Αυτονομίας και ύψωσαν, στο φρούριο Φιρκά, την ελληνική. Η τελευταία, παρά τις σχετικές εντολές των Ευρωπαίων προξένων, δεν υπεστάλη, με αποτέλεσμα να την κατεβάσουν βίαια, κόβοντας τον ιστό, ναύτες του ευρωπαϊκού στόλου. Η κυβέρνηση παραιτήθηκε και ορίστηκε τριμελής επιτροπή για την άσκηση της εξουσίας. Την επιτροπή διαδέχτηκε κυβέρνηση που προκήρυξε αμέσως εκλογές, στις οποίες (άνοιξη 1910) πλειοψήφησε το κόμμα του Ε. Βενιζέλου. Σχηματίστηκε νέα κυβέρνηση, η οποία ανασχηματίσθηκε λίγο αργότερα, όταν ο Βενιζέλος κλήθηκε από το Στρατιωτικό Σύνδεσμο στην Αθήνα, οπότε και τέθηκε επικεφαλής των Φιλελευθέρων και ανέλαβε τις τύχες της Ελλάδας.
Κατά τα επόμενα χρόνια η Κρήτη διοικήθηκε από τριμελείς επιτροπές, αλλά οι βουλευτές της, για διπλωματικούς λόγους, δε γίνονταν δεκτοί στο ελληνικό Κοινοβούλιο, ακόμη κι όταν πρωθυπουργός ήταν ο Ε. Βενιζέλος. Έτσι, το 1911 σημειώθηκε νέα επαναστατική κινητοποίηση και δημιουργήθηκε Επαναστατική Συνέλευση με ένοπλα τμήματα.
Με την έκρηξη των Βαλκανικών πολέμων (1912), οι Κρήτες βουλευτές έγιναν δεκτοί στην ελληνική Βουλή με ενθουσιασμό, ενώ διορίστηκε Γενικός Διοικητής Κρήτης ο Στέφανος Δραγούμης.
Το Κρητικό Ζήτημα έληξε με την ευτυχή κατάληξη των Βαλκανικών πολέμων. Με το άρθρο 4 της Συνθήκης του Λονδίνου (30/5/1913), ο σουλτάνος παραιτήθηκε από τα δικαιώματά του στην Κρήτη, παραχωρώντας τα στις Μεγάλες Δυνάμεις, ενώ με ιδιαίτερη συνθήκη μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας (1/11/1913) παραιτήθηκε από κάθε δικαίωμα επικυριαρχίας στο νησί.
Την 1η Δεκεμβρίου 1913, παρουσία του τότε βασιλιά της Ελλάδας Κωνσταντίνου και του πρωθυπουργού Ε. Βενιζέλου, επισημοποιήθηκε και η τυπική πλέον Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, με την έπαρση της ελληνικής σημαίας στο φρούριο Φιρκά, μπροστά στα δακρυσμένα μάτια των πολύπαθων Κρητικών, που έβλεπαν επιτέλους το αιματοποτισμένο όνειρο αιώνων να πραγματοποιείται, γράφοντας και το τέλος τόσων αγώνων για τη λευτεριά τους και για το δικαίωμα να λέγονται Έλληνες.

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μην πυροβολείτε ασκόπως